Fractal

Ύμνος στις αισθήσεις

Γράφει η Νάντια Τράτα // *

 

«Η Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών» του Didier Decoin, Εκδ. Στερέωμα

 

Γαλήνια λίμνη.

Ένας βάτραχος βουτά.

Φασαρία στο νερό.

 

Ιαπωνικό ποίημα χαϊκού του Bashō Matsuo (1644-1694)

 

«Η Μιγιούκι δεν είχε ξαναδεί πυγολαμπίδες μετά από εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα που ο Κατσούρο της είχε επιτρέψει να τον ακολουθήσει μέχρι τον Κουζαγκάβα. Ενώ πλησίαζαν στο ποτάμι, μερικές μικρές σπίθες με λαμπερό πράσινο χρώμα είχαν αρχίσει να παιγνιδίζουν γύρω από τον ψαρά και τη γυναίκα του. Και μετά οι πυγολαμπίδες έγιναν αμέτρητες, όλο και περισσότερες σε κάθε βήμα, μέχρις ότου σχημάτισαν σύννεφα φωτός. Στην όχθη του ποταμού, υπήρχαν χιλιάδες που λαμπίριζαν πάνω στο υγρό χορτάρι, που φωσφόριζαν μέσα στους θάμνους. Οι δροσερές λάμψεις τους πάλλονταν ρυθμικά, λες και τις κατηύθυνε η ίδια καρδιά. Η Μιγιούκι δεν θυμόταν να είχε δει ποτέ τίποτα πιο όμορφο.».

 

H Άπω Ανατολή παραμένει για πολλούς από εμάς ένα μυστήριο, ένα ταξίδι ζωής, ένας κόσμος διαφορετικός, μαγικός, παράξενος, ακόμη και αλλόκοτος. Σίγουρα όμως είναι ένας τόπος ξεχωριστός, γεμάτος ομορφιά, μοναδικότητα, παραδόσεις που χάνονται στα βάθη του παρελθόντος, συμπεριφορές που ξενίζουν το δυτικό παρατηρητή αλλά, πάντα, με μία  χάρη και  κομψότητα που παραμένουν οι αμετάβλητες αξίες  του ιαπωνικού πολιτισμού.

Ο συγγραφέας Didier Decoin, γιος του σπουδαίου γάλλου κινηματογραφιστή και σεναριογράφου Henri Decoin, γεννήθηκε στη Γαλλία το 1945 και ασχολήθηκε από νωρίς με τη δημοσιογραφία σε μεγάλες εφημερίδες και περιοδικά. Σημαντικός συγγραφέας παράλληλα, έχει γράψει 21 βιβλία και έλαβε το 1977 το βραβείο της Ακαδημίας Goncourt για το βιβλίο του John L’Enfer. Σενάριά του για τον κινηματογράφο έχουν βραβευθεί από το Φεστιβάλ Καννών και τα τηλεοπτικά του σενάρια/διασκευές ομοίως έχουν λάβει διάφορες διακρίσεις. Από το 1995 είναι μέλος της Ακαδημίας Goncourt. Είναι φανατικός ιστιοπλόος και λάτρης της ιαπωνικής κουλτούρας από τότε που, μικρό παιδάκι ακόμη, ακολουθούσε τον πατέρα του στα διάφορα κινηματογραφικά studios.

«Η Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών» είναι ένα κομψοτέχνημα, μία φίνα πορσελάνη, διάφανη στο φως, απαλή και δροσερή στην αφή, γεμάτη από αρωματικό τσάι γιασεμιού και παιώνιας, εύθραυστη και πολύτιμη. Αποτέλεσμα αφοσιωμένης δωδεκαετούς μελέτης, το έργο  αποτυπώνει την αφηγηματική πλοκή συναρπάζοντας με την ομορφιά των λέξεων, τη μαγεία των εικόνων, τις εκλεπτυσμένες μυρωδιές, τον εξωτισμό ενός κόσμου παραμυθένιου αλλά συνάμα παράξενα ρεαλιστικού, προσκαλώντας μας  σε μία ανάγνωση όπου όλες μας οι αισθήσεις αφυπνίζονται για να απολαύσουν κάθε σταγόνα αναγνωστικής δροσιάς.

Αυτοκρατορική Ιαπωνία, δυναστεία Χεϊάν, δωδέκατος αιώνας : Ο ικανότατος ψαράς Κατσούρο τροφοδοτεί με τους υπέροχους κυπρίνους που αλιεύει από τον ποταμό Κουσαγκάβα τις λίμνες της αυτοκρατορικής πόλης Χεϊανκιό και συντηρεί ουσιαστικά και το φτωχικό χωριό του Σιμάε. Όταν πεθαίνει ξαφνικά από πνιγμό, η χήρα του Μιγιούκι καλείται να αναλάβει να μεταφέρει τους τελευταίους κυπρίνους του Κατσούρο στην Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών του Αυτοκράτορα, διασχίζοντας με τα πόδια μία τεράστια απόσταση γεμάτη κινδύνους. Όταν φθάνει τελικά στον προορισμό της, η φτωχή και ταπεινή Μιγιούκο θα συναντήσει ακόμη και τον ίδιο τον αυτοκράτορα, συμμετέχοντας σε ένα διαγωνισμό υψηλής αρωματοποιίας, ενσαρκώνοντας τη «δεσποινίδα μέσα στην ομίχλη».  Μετά την ολοκλήρωση της αποστολής της και το πέρας του διαγωνισμού, η Μιγιούκο επιστρέφει στο ταπεινό χωριό της, μόνο που πρόκειται πια για έναν τόπο διαφορετικό από αυτόν που άφησε πίσω της. Σύντροφός της σε όλο αυτό το ταξίδι, ο Κατσούρο, παντοτινός εραστής και αιώνια αγαπημένος.

«Η Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών» αποτελεί μία τέλεια δικαιολογία: O συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να συστήσει στον αμύητο αναγνώστη έναν κόσμο υπέροχα συναρπαστικό, ερμητικά κλεισμένο στον εαυτό του, υποταγμένο σε προαιώνιους κανόνες συμπεριφοράς, σε μία απαραβίαστη ιεραρχία ανώτατης και κατώτατης βαθμίδας, εκεί όπου το φανταστικό εμπεριέχεται στο πραγματικό, εκεί που, παρελθόν, παρόν και μέλλον σφιχταγκαλιάζονται σε έναν αέναο χορό. Ο Didier Decoin υποκλίνεται παρουσιάζοντάς μας τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου κατά την περίοδο της Δυναστείας Χεϊάν (που σημαίνει «ειρήνη» στα ιαπωνικά), με πρωτεύουσ το Χεϊανκιό (το σύγχρονο Κυότο) και η οποί βρίσκεται στο απόγειο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, τόσο στην ποίηση όσο και στη λογοτεχνία.

Ενώ όμως ο Didier Decoin κρατά το ρόλο του αφηγητή, πολύ σύντομα η τριτοπρόσωπη αφήγησή του αποτραβιέται πίσω από πετάσματα από κερωμένο χαρτί, εξαϋλώνεται και γίνεται λεπτός καπνός ενώ, αντίθετα, η ίδια η πλοκή,  ρέουσα και  μυστηριακή, έρχεται σιγά-σιγά στο προσκήνιο και παίρνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο χρόνος παρακολουθεί το ταξίδι της Μιγιούκο, πάντα μπροστά, αλλά το παρελθόν, με τη μορφή αναμνήσεων της προηγούμενης ζωής της με τον Κατσούρο, εισέρχεται ορμητικά, πότε σαν χείμαρρος ερωτικών σκιρτημάτων, πότε γλυκά σαν καρπός λωτού, συντροφεύοντάς τη σε αυτή την τόσο μοναχική και επικίνδυνη αποστολή.

Ηρωίδα της ιστορίας είναι η φτωχή και ταπεινή Μιγιούκο που σηκώνει στους μικρούς της ώμους ένα φορτίο βαρύ, ασήκωτο σχεδόν, επώδυνο, αλλά ταυτόχρονα ανεπανάληπτα μεγαλειώδες. Οι κυπρίνοι (τα υπέροχα ψάρια με την «ασύγκριτη μακροζωία» που το δέρμα τους «αντανακλά τον ήλιο, σαν στιλβωμένος ορείχαλκος») έχουν διπλή αξία : από τη μια, πρόκειται για τα τελευταία πλάσματα που είδαν τον Κατσούρο ζωντανό και από την άλλη είναι αυτά χάρη στα οποία θα λάβει την πληρωμή που της έχουν υποσχεθεί, εκπληρώνοντας έτσι την αρχική υποχρέωση του, ουδέποτε, εκλιπόντος συζύγου της.

 

Didier Decoin

 

Ποια είναι όμως πραγματικά η Μιγιούκο; Είναι απλά μια ασήμαντη χήρα ψαρά που, με τη μυρωδιά της και μόνο, απωθεί τους αξιωματούχους της αυτοκρατορικής αυλής; Ο συγγραφέας φυλά για αυτή το ωραιότερο δώρο: Η ηρωίδα του βιβλίου είναι η «νέα Εύα», είναι η ενσάρκωση του απόλυτου καλού, της υπέρτατης αθωότητας, της αδιαμφισβήτητης αγνότητας. Η Μιγιούκο δεν έχει ρίζες, άλλωστε μόνο μια αδελφή και κάτι θείοι είχαν απομείνει μια και η οικογένειά της είχε εξολοθρευτεί από ορδές επαναστατών. Η Μιγιούκο είναι ένα άγραφο χαρτί : δε γνωρίζει τίποτε, ούτε μαγειρεύει, ούτε ενδιαφέρεται να τακτοποιεί το σπίτι, το μόνο που κάνει καλά είναι να πλέκει τα καλάθια των κυπρίνων του Κατσούρο, κατόπιν δικών του υποδείξεων. Είναι σαν πηλός που πλάθεται, παίρνει σχήμα στα χέρια του εραστή της, δίνει και παίρνει αγάπη από τον ωσεί παρόντα σύζυγό της. Σε όλο της το ταξίδι η Μιγιούκο ακτινοβολεί με μία ξεχωριστή λάμψη εσωτερικής καθαρότητας, σκορπά γύρω της μια ζεστασιά, μια αθωότητα και είναι σα να μεταμορφώνει οτιδήποτε την πλησιάζει, φτάνοντας να υποδυθεί με επιτυχία «τη δεσποινίδα πάνω στη γέφυρα», σε έναν διαγωνισμό υψηλής αρωματοποιϊας  ενώπιον του αυτοκράτορα. Η αύρα της θεσπέσια, ονειρική, ταυτόχρονα όμως τέλεια αυθεντική, αναστατώνει γλυκά και μαγεύει ακόμη και τους πιο δύσκολους, ασυγκίνητους, κριτές.

Η αιτία δεν είναι καθόλου προφανής: η Μιγιούκο είναι «η γυναίκα που εκκρίνει ζωή, τη σταλάζει και την κάνει να βγαίνει από όλους τους πόρους του δέρματός της» (σελ. 310). Αυτή είναι και η οσμή που φαίνεται να ξαφνιάζει τον επικεφαλής της Υπηρεσίας Κήπων και Λιμνών, είναι η καθημερινή μυρωδιά από όλα αυτά που αγγίζει, όλα έχουν αφήσει επάνω της το μυστικό τους αποτύπωμα, η δική της ανάσα εμπεριέχει τα ανεπαίσθητα ίχνη όλων όσων συναποτελούν το φυσικό κόσμο.

Το ταξίδι της είναι εξίσου σημαντικό: τα βήματά της ακολουθούν τα βήματα του Κατσούρο, αδιάκοπα, σχεδόν ακούραστα θα εκτελέσει την αποστολή της. Ούτε οι κίνδυνοι, ούτε οι απώλειες, ούτε η προσωπική έκθεσή της ως γιούουτζο στη «βάρκα του έρωτα», ούτε η αρχική απόρριψή της από τους υψηλά ιστάμενους της ιαπωνικής ιεραρχίας με τους εξεζητημένους τρόπους και τη λεπτή όσφρηση δεν θα καταφέρουν να ανακόψουν την πορεία της  προς την ολοκλήρωση αυτού που, κατ’ ουσίαν, είναι ένα είδος προσκυνήματος, ένας φόρος τιμής στη διαδρομή που ακολουθούσε στο παρελθόν ο Κατσούρο για να φέρει τους υπέροχους κυπρίνους του στις λίμνες των ιερών ναών του Χεϊανκιό. Και το κυκλικό της ταξίδι, ολοκληρώνεται εκεί από όπου ξεκίνησε, από το ταπεινό χωριό Σιμάε, μόνο που όταν πια επιστρέφει σε αυτό, δικαιωμένη και τιμημένη, τίποτε δεν είναι όπως το έχει αφήσει, όλα έχουν αλλάξει, όλα έχουν χαθεί.

«Η Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών» είναι ένας ύμνος στις αισθήσεις: ο συγγραφέας κρύβει με περισσή φροντίδα κάτω από ένα πέπλο μυστηριακής αφήγησης αυτά που τον ίδιο συγκινούν, αυτά που τον κάνουν χρόνια τώρα να ονειρεύεται πλάσματα μαγικά, τοπία μίας άλλης διάστασης, κιμονό που αιχμαλωτίζουν «τα χρώματα της γκάμας με την ονομασία Κόκκινος Κεραυνός Σφενδάμου» (σελ. 313). Οι εικόνες έρχονται δυνατές, παραστατικές, τα χρώματα ολοζώντανα, η κίνηση ρέει αβίαστα, οι ήχοι δίνουν τη θέση τους σε νέους ενώ η ηχώ τους παραμένει ακόμη ζωντανή, όμως, είναι η κυριαρχική δύναμη της όσφρησης που μας μαγεύει, η μυρωδιά της ίδιας της Μιγιούκο, η μυρωδιά της ζωής, άρωμα μαζί και αποφορά που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ανεπαίσθητη σχεδόν οσφρητική απόλαυση που περιγράφει ο Didier Decoin ενώ παρακολουθούμε το διαγωνισμό για «τη δεσποινίδα πάνω στη γέφυρα». Άλλωστε, όπως αναφέρουν οι ειδικοί, η λεπτή μυρωδιά του θυμιάματος, αντίθετα από το άρωμα, μπορεί να είναι τόσο απαλή που αντιλαμβάνεται κανείς γιατί οι Ιάπωνες χρησιμοποιούν την έκφραση «ακούω το θυμίαμα» αντί του  «μυρίζω το θυμίαμα». Ένας έμπειρος ειδικός της υψηλής τέχνης του «κό-ντο» που συνδυάζει την αρωματοποιία με τη λογοτεχνία (συνδυασμός θυμιάματος με κάποιο συγκεκριμένο λογοτεχνικό απόσπασμα) χρειάζεται ακόμη και 30 χρόνια συνεχούς εκπαίδευσης…..

Σε κάθε περίπτωση, «Η Υπηρεσία Κήπων και Λιμνών» είναι ένα βιβλίο βαθιά απολαυστικό,  σχεδόν ηδονικό, ταυτόχρονα τρυφερό και ονειρικό που ανοίγει στον δυτικό αναγνώστη ένα μονοπάτι προς ένα ταξίδι γνώσης, μια κρυφή ματιά σε μία χώρα μακρινή, παράξενη, αλλά, συνάμα,  συναρπαστική και ξεχωριστή.  Ο ίδιος ο συγγραφέας καταβυθίζεται σε έναν κόσμο που πλέει ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, εκστασιασμένος από τα έργα ζωγραφικής του μεγάλου ιάπωνα ζωγράφου Χιροσίγκε, ενώ, παράλληλα, βυθίζει την πένα του στο μελάνι για να κλέψει τις ευτυχισμένες στιγμές ενός ερωτευμένου ζευγαριού που ούτε ο θάνατος μπορεί να τους χωρίσει, καθώς υψώνονται αγκαλιασμένοι στον ουρανό, ενώ, από την άλλη, μία δεσποινίς αναδύεται μέσα από την ομίχλη, περνώντας πάνω από μία γέφυρα.

Ο Didier Decoin καταφέρνει να χαρίσει στον αναγνώστη μία ατμοσφαιρική απόλαυση για την αιώνια Ιαπωνία, χαμένη μέσα σε έναν παροξυσμό λεπτότητας και αποθέωσης των αισθήσεων, την ίδια χώρα στην οποία το υπερφυσικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής ζωής και όπου «τα αρώματα από χαμηλή βλάστηση, από μονοπάτι στο δάσος, από μούσκλια μετά την καταιγίδα (σελ. 329)» μπορούν και συγκινούν, μπορούν και πλησιάζουν τόσο την αλήθεια της ζωής…. Τίποτε πιο αυθεντικό, τίποτε πιο αληθινό από την ίδια τη φύση, είτε αυτή που μας περιβάλλει, είτε αυτή που εμείς, ως άνθρωποι, εκπέμπουμε.

 

Λεπτές καλοκαιρινές μυρωδιές.

Η ανάμνηση κάποιων αρωματισμένων μανικιών.

Κάποτε στο παρελθόν.

 

Ιαπωνικό ποίημα χαϊκού (Άγνωστος ποιητής, 8ος αιώνας)

 

 

* Νάντια Τράτα (www.nadiatrata.blogspot.gr)

 

 

Φθινοπωρινά άνθη στην πανσέληνο, του ιάπωνα ζωγράφου Χιροσίγκε 1797-1858 (θεωρείται ο τελευταίος μεγάλος καλλιτέχνης του είδους ουκίγιο-ε , δηλ. «των εικόνων ενός επιπλέοντος κόσμου»).

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top