Fractal

Ποίηση – πέρασμα

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Εύα Μοδινού «Η ηλικία της πέτρας», εκδ. Γκοβόστη, σελ. 112

 

Ποίηση I

Αν είχα ένα πουκάμισο
σε σκονισμένο πράσινο
και παντελόνι απότιστο καφέ
κανείς δεν θα ’βλεπε το βήμα μου

Μες στις ξερολιθιές μες στις ελιές
σαν χαμαιλέοντας θ’ αντάλλαζα
τα σχήματα τα χρώματα τα αισθήματα

Με φυλλωσιές του ανέμου
θ’ αντάλλαζα την μνήμη μου

Το τραύμα μου θ’ αντάλλαζα
με ύπνο μωρού που ανέθωρε μακάριος
σαν μια αγάπη πάλλευκη αθώα ιδανική

Όμως δεν έχω πουκάμισο
σε σκονισμένο πράσινο
και παντελόνι απότιστο καφέ

Γι’ αυτό καρφώνω τη Σιωπή
ανεβαίνοντας…

 

Αρχιτέκτων η ποιήτρια, γνωρίζει καλά τη σημασία της δόμησης και σε όλους τους ποιητικούς κύκλους ηθελημένα ή αθέλητα ακολουθεί αυστηρή αρχιτεκτονική ποιητική. Κατορθώνοντας σχεδόν το ακατόρθωτο: να δώσει σχήμα, όνομα, δομή στο άδηλο και στο αδόμητο, να καθορήσει το άρρητο, να δώσει όνομα και στην πιο βαθιά πληγή.

«Η ηλικία της πέτρας» τελειώνει όπως αρχίζει: Ποίηση I και Ποίηση II. Δίνοντας και λύνοντας τον μεγαλύτερο γρίφο στον τίτλο, πέτρα είναι η σκλήρυνση της πληγής. Η ακαμψία του τραύματος. Ο Χρόνος, το απαραίτητο εκείνο στοιχείο για να επεξεργαστούμε την πέτρα που κουβαλάμε, να την λειάνουμε και να της δώσουμε κάποια μορφή. Αν επιθυμούμε πραγματικά να ελαφρύνουμε αυτό το φορτίο. Το αποτέλεσμα είναι η ηλικία μας κι αυτό η ποιήτρια το κάνει μια ζωή.

Το ποιητικό παρελθόν της «Στιχομυθία», «Το κοίλο της σιωπής», «Εκεί που τελειώνει» Ι και ΙΙ, «Για πάντα», βρίσκει στην «Ηλικία της πέτρας» το ύψιστο ποιητικό σημείο, την κατανόηση όσον αφορά το Νόημα και την αποδοχή.

Οι πέντε ενότητες της συλλογής «Το ποτάμι», «Ο έρωτας», «Η πέτρα», «Η έλξη της βαρύτητας» και «Ένα ελαφρύ βήμα» με τα ποιήματα «Ποίηση I» και Ποίηση ΙΙ» να σηματοδοτούν δομικά την αρχή και το τέλος αποτελούν ένα κύκλο ζωής. Με αρχετυπικά σύμβολα, εναλλαγή ρυθμών και το μεγαλείο ενός ρυθμικού ακριβούς εύθραυστου λόγου, αποδίδουν το τραύμα του έρωτα και το αβάσταχτο της απώλειας, το πάθος, το άλγος, τη φωτιά και το Φως της ύπαρξης, στην ποιήτρια δεν αρκεί η ζωή.

«Δεν είμαι ούτε παιδί ούτε νέα ούτε γριά

Έχω την ηλικία της πέτρας

Την τρυφερότητα ενός ευάλωτου νηπίου

Την ακαμψία ενός ζωντανού νεκρού

Στο βυθό του αίματος λουφάζει μια λαγνεία θανάσιμη-

το Έρεβος

-Καλύτερα να μην είχα γνωρίσει ποιος είμαι

Να μην είχα γίνει αυτό που μ’ έκανε η Πράξη

είπε η ο Μάκβεθ (σελ. 74-75).

Αλλά δεν υπάρχει ύψιστη γενναιότητα και ταπείνωση από την αποδοχή ενός πεπρωμένου, στο κάτω – κάτω δεν υπάρχει κατώτερο πεπρωμένο και για τα δύσκολα και τα δύσβατα μια ζωή είναι οι πιο δυνατοί.

 

Εύα Μοδινού

 

Η ποίηση της Εύας Μοδινού συνομιλεί διαρκώς με τις Γραφές και τα πατερικά κείμενα, με τον Σαίξπηρ, τον Λόρκα και με την ποίηση την δημοτική.

Η ζωή, ο θάνατος, το τραύμα, το θαύμα, το νόημα, ο έρωτας και ένας ματωμένος γάμος που διαρκεί. Το Κενό και το καινό.

Αφιερωμένο «σ’ εκείνους που φεύγουν περίλυποι έως θανάτου», εξάλλου «δεν μπορείς να ψηλαφήσεις το ακατάληπτο/ ούτε κι αν καείς στη φωτιά» παρ’ ότι «Ο Θεός σε κοιτάζει μέσα από τη διαύγεια του Αιώνιου/ μα εσύ γυρεύεις μια εξήγηση να μην σε πληγώνει» ο ποιητικός κύκλος της Εύας Μοδινού περνά απ’ τη φωτιά κι αγγίζει το φως και τη διαύγεια. Κι αν η εξήγηση παρηγορεί, η αλήθεια για όσους φλέγονται και το διακινδυνεύουν, λυτρώνει.

Ας κλείσουμε όπως αρχίσαμε και όπως η ίδια η ποιήτρια κλείνει:

 

Ποίηση ΙΙ

Έτσι γκρεμίζεται κάποτε η ζωή –
από μεγάλο ύψος ποτάμι δίχως όχθες
καταρράχτης

Κι ο έρωτας βαπτίζεται μες στο καμίνι του
ώσπου να γίνει μια σιδερένια αιχμή
σε τόξο μύστη
Τις αναμνήσεις τελεσίδικα καρφώνει
στις ξόβεργες του χρόνου σαν νεκρά πουλιά

Αρκεί λοιπόν ένα λάθος στην τροχιά
για να θρυμματιστεί αυτό το φίνα
λεπτουργημένο κέλυφος -η αιωνιότητά σου-

Εκείνο δηλαδή που θα μπορούσες να είχες γίνει
Κι ό,τι είσαι τελικά ένα χάσμα
Ανάμεσά τους μετέωρη δοκός το φως
Η ψυχή ακροβατεί

Ο ήλιος με γιγάντιο ρυθμό δρασκελίζει τη σιωπή
πυκνή χοή που πέφτει στα λόγια και στα έργα σαν
να’ ναι του βίου η χρεία όλη κτέρισμα ενός τάφου

Μετά από χρόνια αυτή η αδρή ηχώ – η Ποίηση
μες στη φωτιά των πράξεων βαπτισμένη
στο τέλος αποκτά τη συνοχή της

Γίνεται αράγιστο ραβδί καθώς βαδίζεις
στης ύπαρξης το μάγμα το ρευστό

Σκάβει του χρόνου τον κρατήρα
Ξεθάβει τα χνάρια του μεγάλου κυνηγού
Στην απεραντοσύνη ψηλαφεί
με αδιάσειστα στοιχεία τη ζωή

Προτείνει στη γυμνή ψυχή ένα σώμα∙
μια κιβωτό του ονείρου στη θέση εκείνου
του περιπαθούς του δοξασμένου που
Τώρα στο λίγο χώμα του χωνεύεται αργά –
λίπασμα μνήμης

Ποίηση βαθύτατα υπαρξιακή, αρχετυπική, αλληγορική, σπαρακτική, φιλοσοφική, αναστάσιμη και φωτεινή. Ποίηση- πέρασμα.

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top