Fractal

«Το θαύμα της πόλης»

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

  

 

«Η Αμερικανική Σχολή Κρήτης» (1837-1843) Από το κίνημα του τσαγιού στον πρώτο πόλεμο του οπίου», Αγγελική Καραθανάση, εκδόσεις Γρηγόρη

 

Τα ιστορικά γεγονότα καθώς εξελίσσονται λειτουργούν σαν ντόμινο· η Κρήτη, ένα μικρό τουβλάκι στο παγκόσμιο ντόμινο του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, θα δεχθεί με κάποιο τρόπο τις συνέπειες τους.

Έτσι ξεκινάει η Αγγελική Καραθανάση τον Πρόλογο στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο της που αφορά την επί έξι χρόνια λειτουργία της Αμερικανικής Σχολής στην Κρήτη. Ακριβώς επειδή ισχύει η παραπάνω διαπίστωση, δόθηκε η ευκαιρία στην Κρήτη, στα Χανιά συγκεκριμένα, να γνωρίσουν μια εκπαιδευτική προσπάθεια πολύ σημαντική – κυρίως εκείνα τα χρόνια που επικρατούσε σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού ο αναλφαβητισμός. Φυσικά η πρωτοβουλία αυτή ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιεραποστολική δραστηριότητα της προτεσταντικής εκκλησίας με σκοπό τη στροφή του χριστιανικού πληθυσμού στο δόγμα της. Ωστόσο, καμιά φορά τα πράγματα δεν εξελίσσονται κατά τον αρχικό σχεδιασμό. Έτσι, αποκτά ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον η όλη υπόθεση.

Η Αγγελική Καραθανάση έγραψε μια εμπεριστατωμένη μελέτη πάνω στο θέμα. Γνωρίζει πως στο ιστορικό γίγνεσθαι πρέπει να εκτιμώνται οι συνθήκες όχι μόνον του κοντινού, σύντομου χρόνου, που φαίνεται να οδηγούν στο προς εξέταση γεγονός, αλλά να ερευνάται και ο μακρός χρόνος, που αδιόρατα στην αρχή και πιο ξεκάθαρα κατόπιν επιδρά και διαμορφώνει το κατάλληλο περιβάλλον του ιστορικού γεγονότος. Μας οδηγεί, λοιπόν, αρχικά στο κίνημα εναντίον της υπερφορολόγησης του τσαγιού στις αγγλικές αποικίες της Αμερικής (τον Δεκέμβριο του 1773 στη Βοστόνη), που αποτέλεσε την αφορμή για το ξέσπασμα του πολέμου, την Αμερικανική Επανάσταση και τη συνακόλουθη ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών. Φαίνονται αυτά τα γεγονότα να είναι πολύ μακρινά για την Ελλάδα και την Κρήτη, όμως η αυτονόητη πλέον αυτονόμηση της Εκκλησίας της Αμερικής από την αγγλικανική καθώς και η συγκρότηση της Προτεσταντικής Επισκοπικής Εκκλησίας της Αμερικής, έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη ιεραποστολικού έργου. «Παρθένες» περιοχές κίνησαν το ενδιαφέρον των ιεραποστολών και μέσα σ’ αυτές το 1828 και η τουρκοκρατούμενη Κρήτη (από το 1830 αιγυπτιοκρατούμενη) και σε εκκρεμότητα (για τον κρητικό λαό που διακαώς το επιθυμούσε) το θέμα της ενσωμάτωσης στο ελληνικό κράτος.

Το ζεύγος Τζον και Φράνσις Χιλλ ήταν ο απαραίτητος ανθρώπινος παράγοντας που, μαζί με τις ικανές συνθήκες που αναφέρθηκαν,  συναποτέλεσαν τον κινητήριο μοχλό της ιστορίας. Αν και το ενδιαφέρον του ζεύγους Χιλλ αρχικά προσανατολιζόταν σε άλλες περιοχές του κόσμου με «έγχρωμο» πληθυσμό, τελικά στράφηκε προς την Ελλάδα. Επρόκειτο για τους πρώτους ιεραποστόλους (μαζί με το ζεύγος Ρόμπερτσον) που έστειλε στην Ελλάδα η D.F.M.S. (η ιεραποστολική εταιρεία της επισκοπικής Εκκλησίας της Αμερικής). Έτσι ξεκίνησε τη λειτουργία της η Σχολή Χιλλ στην Αθήνα του 1831. Για την περίπτωση της Σχολής στην Κρήτη η επιλογή ήταν ο αιδεσιμότατος Τζορτζ Μπέντον, που και ζήλο διέθετε αλλά και ήταν γνώστης των θεμάτων της ιεραποστολής. Μαζί με τη γυναίκα του, Καρολίνα Σπένσερ Μπέντον, και με την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια του ζεύγους Χιλλ ανέλαβε το δύσκολο έργο της δημιουργίας σχολείου, μέσα σε ένα περιβάλλον απογοητευτικό για το χαμηλό γνωστικό επίπεδο του πληθυσμού αλλά και μάλλον εχθρικό, καθόσον

[…] κάποιοι φοβήθηκαν ότι μπορεί να υπήρχε ένας κρυμμένος στόχος προτεσταντικού προσηλυτισμού πίσω από την εκπαιδευτική δράση των ιεραποστολικών εταιρειών.

Η σχολή άνοιξε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1837 για τα παιδιά των Εβραίων, των Τούρκων, των Ευρωπαίων και των Ελλήνων υπηκόων.  Η μικρόνοια, η καχυποψία και η απειλή αφορισμού από την Εκκλησία άφησε στην αρχή έξω από τη μόρφωση τα παιδιά των Κρητών ραγιάδων. Με την πάροδο του χρόνου η φήμη της σχολής ήταν τέτοια που ξεπεράστηκε και αυτό το εμπόδιο. Άλλωστε ο Μπέντον που τη διηύθυνε επιδίωκε να έχει ένα καλό προφίλ ως προς τις σχέσεις του με τους περισσότερους κληρικούς της Κρήτης και ταυτόχρονα προσπαθούσε να μη βγαίνει στην επιφάνεια κάποιο ίχνος προσηλυτισμού· αντιθέτως τονιζόταν η εκπαιδευτική εικόνα της σχολής, η σταδιακή δηλαδή επαφή όλο και περισσότερων παιδιών με τα γράμματα. Όπως δηλώνει ο ίδιος σε έκθεσή του:

Το σχολείο μας είναι το θαύμα της πόλης και σχεδόν καθημερινά όλο και κάποιος έρχεται να το δει. Εδώ δεν μπορώ να μην παρατηρήσω την εξαίρετη μεταστροφή των ελλήνων ιερέων για μας· κι αν τα θέματα προχωρήσουν με τον ίδιο τρόπο, φαίνεται πως οι πάντες συνηγορούν υπέρ ημών με την ίδια δύναμη που μας πολεμούσαν.

 

Αγγελική Καραθανάση

 

Η Αγγελική Καραθανάση έχει συγκεντρώσει πληθώρα τεκμηρίων για το έργο της σχολής, έχει ανατρέξει σε πολλές και σημαντικές πηγές, ώστε να δώσει το θέμα της με άριστο τρόπο. Αριθμοί φοιτώντων μαθητών, δάσκαλοι, σχολικά εγχειρίδια, μαθήματα, ωράρια. Όλα με πίνακες, με εικόνες, με παραπομπές σε πρωτογενείς πηγές και σε βιβλιογραφία. Παράλληλα παρουσιάζει και πλευρές της ζωής των ανθρώπων που έδεσαν τη ζωή τους αυτά τα χρόνια με την εκπαιδευτική προσπάθεια, γιατί κάθε σημαντικό βήμα έχει πίσω του ιδέες και γνώσεις αλλά έχει και προσωπικές στιγμές, συναισθήματα, συγκρούσεις, φιλίες και έχθρες, την ανθρώπινη διάσταση δηλαδή ενός έργου.

Η σχολή όμως δεν επρόκειτο να ζήσει για πολύ. Μόλις έξι χρόνια. Κι εδώ παρουσιάζεται πάλι ένα γεγονός που φαίνεται καμία σχέση να μην έχει με τα διαδραματιζόμενα στην Κρήτη, ωστόσο βάρυνε στην απόφαση για το κλείσιμο της σχολής. Ο πρώτος πόλεμος του οπίου και η υπογραφή της συνθήκης του Νανγκίνγκ, το 1842, άνοιξε τον δρόμο προς την Κίνα για τις ιεραποστολές, οπότε στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων η Κρήτη και η σχολή της ήρθαν σε δεύτερη μοίρα. Το γεγονός συνδυάστηκε με τη χρεοκοπία της ιεραποστολικής εταιρείας, η οποία άλλωστε δεν είχε δει και σπουδαία αποτελέσματα στον πρωταρχικό σκοπό για τον οποίο είχε έξι χρόνια πριν ξεκινήσει την όλη επιχείρηση· ελάχιστα περιθώρια είχαν οι προτεστάντες ιεραπόστολοι για να στρέψουν ο θρησκευτικό φρόνημα των μαθητών προς την επισκοπική εκκλησία. Αποκαλύφθηκε, έτσι, και το πραγματικό κίνητρό τους, που ήταν ο προσηλυτισμός και όχι η εκπαίδευση και διαφώτιση των αναλφάβητων παιδιών. Το έργο όμως είχε δώσει και καρπούς.

Παρά τις βαθύτερες ιδιοτελείς προθέσεις των προτεσταντών ιεραποστόλων, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι με την ίδρυση της Αμερικανικής Σχολής στην Κρήτη περιορίστηκε ο αναλφαβητισμός των παιδιών της σχολικής ηλικίας και βελτιώθηκαν οι  γενικές γνώσεις τους, οι θρησκευτικές κυρίως, και η συμπεριφορά τους· […]Το σπουδαιότερο όμως όφελος ήταν η συνειδητοποίηση της επιτακτικής ανάγκης για συνεχή φροντίδα μιας οργανωμένης από την κοινότητα εκπαίδευσης όχι μόνο των αγοριών αλλά και των κοριτσιών.

Η Αγγελική Καραθανάση στον Πρόλογό της θέτει τους δύο στόχους της μελέτης αυτής. Αφενός να δείξει μέσα από τα αδιάσειστα τεκμήρια των πηγών τα κίνητρα (πολιτικά, θρησκευτικά) της αμερικανικής αποστολής στην Κρήτη και αφετέρου να δώσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή η σχολή λειτούργησε. Αυτός ο δεύτερος στόχος την οδήγησε να καταγράψει με γλαφυρό τρόπο την κοινωνία που πλαισίωνε τα γεγονότα, τις ιδέες, τις αντιπαλότητες, τις συμμαχίες, όλα τα στοιχεία που σκιαγραφούν την εποχή, τον χώρο και τον χρόνο, και να εντάξει ομαλά το συγκεκριμένο γεγονός μέσα στο ιστορικό του  πλαίσιο. Με τον τρόπο που παρουσιάζει το όλο θέμα κατορθώνει να κάνει το βιβλίο της ελκυστικό όχι μόνο για τον μελετητή της ιστορίας αλλά και για τον μέσο αναγνώστη. Κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Ένα βιβλίο που ήρθε να καλύψει το κενό της πληροφόρησης γύρω από την Αμερικανική Σχολή της Κρήτης (ήταν μια ξεχασμένη εν πολλοίς υπόθεση) αλλά και ένα απολαυστικό ανάγνωσμα.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top