Fractal

Ο δρόμος της αγιότητας περνάει από την ερήμωση

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //
 

«Η δύναμις και η δόξα» του Γκράχαμ Γκρην, Μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, Εκδ. «Πόλις», σελ. 360

 

grax1Ποια έρημος πιο αδιάβατη; Ποιος τόπος πιο τραχύς και αφιλόξενος; Ποια ζωή σαν θάνατος στιβαρός;

Κοντά 80 χρόνια από εκείνο το ταξίδι στο Μεξικό που ενέπνευσε στον Γκράχαμ Γκρην το μυθιστόρημα «Η Δύναμις και η Δόξα», το έργο στέκει θαλερό. Όχι σαν απόφωτο κάποιου μακρινού παρελθόντος, αλλά ως λογοτεχνικός «δακτύλιος» που μεταφέρει ανθρώπινους ήχους – τους πιο σκληρούς της κλίμακας.

Ο Γκρην έφτανε σε σημείο βρασμού όταν του έλεγαν πως είναι ένας καθολικός συγγραφέας που ασχολείται -στα περισσότερα βιβλία του- με το φάσμα της πίστης, της αμφιβολίας, της ενοχής και της λύτρωσης. Τούτα τα εσωτερικά ελατήρια, αν μη τι άλλο, έχουν σχέση με τον καθολικισμό (με το θρησκευτικό περιβάλλον, εν γένει), αλλά δεν κρούονται μόνο από αυτόν. Ο Γκρην συνήθιζε να απαντάει πως είναι ένας «αγνωστικιστής καθολικός» – ένας συγγραφέας που κεντρώνει την οπτική του στους εσωτερικούς βόμβους του ανθρώπου που παλεύει για την πίστη του. Είναι τούτο καθολικό; Ναι, καθολικά ανθρώπινο.

«Η Δύναμις και η Δόξα» δεν είναι ένα μυθιστόρημα για τη θρησκεία ή από την θρησκεία εκπορευόμενο (καίτοι ο βασικός χαρακτήρας είναι ένας πολλάκις μεμφόμενος ιερέας), αλλά ένα εποπτικό έργο πάνω στην ανθρώπινη μοίρα. Την αδυναμία της να ξεφύγει από τα στενά της όρια, της ατέρμονης διαπάλη της να απομακρυνθεί από την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει. Το στοιχείο της διαχρονικότητας που διαθέτει με αμετάβλητη ισχύ τούτο του έργο, έχει να κάνει με το γεγονός ότι ξεπερνάει την εξωτερική στιβάδα των δεδομένων του (πρόσωπα, τόπος, καταστάσεις, γεγονότα) και λαμβάνει το χαρακτήρα συμβολικού φορτίου. Από την άλλη, όμως, η ιστορία ως έχει, δεν μπορεί παρά να αφήνει μια ανάρια άχνα δονούμενης λογοτεχνίας στο σημερινό αναγνώστη. Άλλωστε, έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα που σε πλείστες όσες λίστες έχει τοποθετηθεί ανάμεσα στα 100 καλύτερα έργα του 20ου αιώνα.

Η δράση μεταφέρει στο Μεξικό, στις αρχές της δεκαετίας του ’30, όταν η τότε επανασταστική κυβέρνηση εξαπέλυσε ένα απηνές πογκρόμ εναντίον των κληρικών (πόλεμος των Cristeros). Πάρα πολλοί συνελήφθησαν και θανατώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Άλλοι κάμφθηκαν με αποτέλεσμα να πάψουν –ουσιαστικά- να είναι ιερείς, να παντρευτούν και να γίνουν λαϊκοί που μέσα τους έκρυβαν, με αμαρτωλή αυτοπειθαρχία, το ιερατικό τους σχήμα. Άλλοι, όπως ο παπαμέθυσος του μυθιστορήματος, κατέληξαν να γίνουν φυγάδες, ή, άλλως πως, μελλοθάνατοι της πίστης τους.

Το μυθιστόρημα ακολουθεί το τρεμάμενο φευγιό του εν λόγω ιερέα από χασιέντα σε πολίχνη και από ερημότοπο σε βάλτους και γκρεμούς, μόνο και μόνο για να ξεφύγει από τους διώκτες του και κυρίως από τον επικεφαλής των διωκτικών αρχών που έχει αναλάβει προσωπικά το έργο της «εκκαθάρισης».

Η αντιπαραβολή του κακού με το καλό δεν είναι το κέντρο βάρους του μυθιστορήματος – τουλάχιστον όχι με την ευλογοφανή μορφή του. Οι «γραμμές» των ηρώων δεν είναι καθαρές και η λογοτεχνική απεικόνισή τους ακολουθεί το προοπτικό βάθος ποικίλων αποχρώσεων. Έτσι, δεν έχουμε να κάνουμε με έναν σεπτό ιερέα που προσπαθεί παντί τρόπω να διατηρήσει ζωντανή τη θρησκεία του έναντι των υλιστών της εξουσίας, αλλά με έναν άνθρωπο που φλέγεται από τα πάθη του. Ο παπαμέθυσος, όπως χαρακτηρίζεται, είναι ένας παθολογικός πότης, έχει εξώγαμο παιδί, αυτοοικτίρεται καθώς θεωρεί πως έχει περιπέσει στο αμάρτημα της αμφιβολίας, της λαγνείας και της αλαζονείας. Είναι, δε, σε τέτοιο βαθμό η αυτομαστίγωση που επιβάλλει στον εαυτό του που θεωρεί πως δεν αξίζει να υπάρχει ούτε καν ως μάρτυρας – δεν μαρτυρεί προς χάριν της θρησκείας του, αλλά για την αίσθηση απώλειας που ολοένα και περισσότερο φουντώνει μέσα του και τον περικλείει.

 

grax

 

Μα, και ο σκληροτράχηλος διώκτης του, ο οποίος αυτόκλητα έχει αναγορευτεί σε ελευθερωτής των απλών ανθρώπων από τα δεσμά της θρησκοληψίας, είναι ένας υλιστής δίχως συναισθηματική ψίχα που δεν διστάζει να σκοτώσει τους ομήρους που κρατάει για να υποχρεώσει τους χωρικούς να αποκαλύψουν που βρίσκεται ο ιερέας. Ακόμη κι αυτός, όμως, σε κάποιες αμυδρές στιγμές εμφανίζει ένα μικρό ρήγμα συναισθήματος που ξεφεύγει από την ιδεοληπτική ιδιοσυστασία του.

Στο ενδιάμεσο αυτού του κυνηγητού, στέκει ο τόπος, ο χώρος, οι άνθρωποι και οι σκιές. Η ανάπλαση του περιβάλλοντος γίνεται από τον Γκρην με τρόπο τελετουργικό. Σαν να κατεβαίνεις –σελίδα τη σελίδα- τα σκαλοπάτια μιας κόλασης. Παντού έρημος και θάνατος. Παντού πείνα, εξαχρείωση και εξανδραποδισμός. Για ένα κόκαλο, ο ιερέας παλεύει με ένα χτικιασμένο σκυλί. Τα όρνεα είναι πανταχού παρόντα. Είναι η σκιά και το σύμβολο της χώρας. Η ωραιότητα των παιδιών είναι κακόσχημη – γερνούν πριν από την ώρα τους. Οι υπόλοιποι είναι περιβεβλημένοι με ένα αλλότροπο και εκφοβιστικό σκοτάδι – σκέτα φαντάσματα. Υπάρχει διάχυτη η αίσθηση της απώλειας, του επικείμενου τέλους, του μη περαιτέρω, της στάχτης που έχει καλύψει όλη τη γη, του θανάτου που επικρέμαται πάνω από τα κεφάλια ανθρώπων και ζώων. Πρόκειται για εικόνες τις οποίες ο Γκρην μεταφέρει με περισσή οικονομία, αλλά και με αλογόκριτο φόβο που μετατρέπεται σε δόνηση μέσω των λέξεων.

Το μυθιστόρημα δεν είναι καν η διαμάχη, εν μέσω καταδίωξης, ανάμεσα στον παπαμέθυσο και τον διώκτη του. Όχι, πρωταγωνιστής και ουσιαστικός υποκινητής της εσωτερικής δράσης είναι αυτός ο αλλοπρόσαλλος ιερέας με τις αντιφάσεις και τις εσωτερικές έριδές του. Διότι πριν τον κυνηγήσει η εξουσία, στέκει απέναντί του η δύναμις και η δόξα του Κυρίου και κριτή του. Με ευθείες ή πλάγιες αναφορές στην Καινή Διαθήκη και ιδιαιτέρως στην πορεία προς τη Σταύρωση, αφού έχει προηγηθεί η προδοσία του Ιούδα. Μόλις στο τέλος, έχοντας, ήδη, περάσει διά πυρός και σιδήρου, ο ιερέας αποκτάει την αχλή της αγιότητας. Μια επώδυνη μεταστοιχείωση που συντελείται εντός του και ανεξάρτητα από το αν έχει συνελήφθη ή πρόκειται να εκτελεστεί.

Η παρούσα έκδοση διαθέτει τρία σημαντικά στοιχεία που την καθιστούν κάτι παραπάνω από ολοκληρωμένη. Η μεταφραστική δουλειά της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου αναδεικνύει όλα τα ζωτικά στοιχεία της γραφής του Γκρην, ενώ υπάρχουν ακόμη η εμβριθής εισαγωγή του Τζον Απντάικ που ήταν από τους πρώτους που τάχθηκαν αναμφίλεκτα υπέρ του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, καθώς και ένα αρκετά εμπεριστατωμένο επίμετρο από τον Σταύρο Ζουμπουλάκη.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top