Fractal

«Είναι ένα πράγμα σαν κι εμένα από ατσάλι»

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

Ζίγκφριντ Κρακάουερ, Φρίντριχ Νίτσε «Η γραφομηχανούλα. Nietzche ex Machina», εκδ. Κίχλη, σελ. 88

 

«Προοδευτικά συνήθισα τη ζωή με τη μηχανούλα. Η συναναστροφή μας με εξευγένιζε. Κι αν παλαιότερα έγραφα με την επιθυμία να εκφράσω κάτι συγκεκριμένο, τώρα συνειδητοποιούσα ότι μόνον την πράξη της γραφής καθεαυτήν άξιζε να επιδιώκω. Σε μεγάλα φύλλα χαρτιού πάλλευκα χτυπούσα στήλες με αριθμούς και απεικονίσεις γραμμάτων, που δεν σήκωναν την παραμικρή υπόνοια νοήματος. Η άσκοπή μου δραστηριότητα δεν ήταν παρά ένας τρόπος τρυφερός να δείχνω τη λατρεία μου στην τελειότητα της μηχανούλας· και η ανταμοιβή μου υπήρξε ότι η μηχανούλα ήταν πάντοτε έτοιμη να με δεχτεί. Σύντομα απέκτησε για μένα μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι μια σύζυγος ή οι φίλοι…»

Σχεδόν άγνωστος –ως αμετάφραστος- στην Ελλάδα ο Ζίγκρφριντ Κρακάουερ (1889- 1966), θεωρητικός του κινηματογράφου και ανατόμος της αστικής καθημερινότητας, στη «Γραφομηχανούλα» του  που γράφτηκε για τη «Frankfurter Zeitung» το 1927 επισημαίνει με αριστοτεχνικό τρόπο το πάθος του ανθρώπου για τις μηχανές της γραφής. Ο αφηγητής του κειμένου ερωτεύεται κυριολεκτικά την πρώτη του γραφομηχανή. Τα στοιχεία της σχέσης τους, είναι τα καθαρά τυπικά: το πρώτο ξάφνιασμα και η πρώτη επαφή, ο ενθουσιασμός και η ερωτική μανία, η απομάγευση και μετά ο χωρισμός. Για αρκετό καιρό η διαδικασία της γραφής ήταν η μόνη επιδίωξη, αρκούσε να το τάκου- τάκου των πλήκτρων, «το σύστημα των στοιχειοφόρων ράβδων λεπτεπίλεπτο σαν τα πόδια των φλαμίνγκο», μόνο να τα άγγιζε, να έβαζε, να έβγαζε το χαρτί, δεν ήταν απαραίτητο να γράψει κάτι, το ελάχιστο αποκτούσε μοιραία σημασία, γινόταν αυτοσκοπός, δεν ήταν ανάγκη να υπάρχει ειρμός, στα όρια του μεταφυσικού η σχέση τους, τον απομάκρυνε από τους φίλους του, δεν χρειαζόταν τίποτα και κανένα, αρκούσε η παρέα του με την γραφομηχανή, ως την ημέρα που η γραφομηχανούλα του αρρώστησε και ένα πλήκτρο της έπαθε εμπλοκή. Ο τεχνικός που ήρθε να την γιατρέψει σαν εισβολέας αντεραστής, σκάλισε με κατσαβίδια και τανάλιες τα σπλάχνα της, «το ποδαράκι του φλαμίνγκο γιατρεύτηκε» αλλά ράγισε η μοναδική δική τους επαφή.  Ευχόταν σχεδόν, εφόσον η μηχανούλα ήταν εναλλάξιμη, επιτέλους να καταστραφεί. Για τον αφηγητή είναι και πάλι μια απλή μηχανή. Έτσι την αντιλαμβάνεται και μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο πια την χρησιμοποιεί.

 

Friedrich Wilhelm Nietzsche

 

Στο ίδιο ακριβώς πνεύμα του Κρακάουερ και η εμπειρία του Φρίντριχ Νίτσε γύρω στα 1882 όταν έχοντας χάσει σχεδόν την όρασή του, γίνεται κάτοχος μιας από τις πρώτες γραφομηχανές. Του την χαρίζει η αδελφή του, σχεδιασμένη από τον Mallingk Hansen η αποκαλούμενη και «γραφόσφαιρα» θα είναι η βασική του μέριμνα και αναφορά σε κάθε του επιστολή εκείνη την εποχή. Το καινοτόμο εργαλείο του θα γίνει «το αίνιγμα» και η σχέση τους σχεδόν υπαρξιακή: «Η γραφομηχανή με συναρπάζει περισσότερο απ’ όλα τα γραπτά», «Η γραφόσφαιρα είναι ένα πράγμα σαν κι εμένα από ατσάλι / κι ωστόσο εύκολα στραπατσάρεται κυρίως στα ταξίδια / Υπομονή και τακτ οφείλει να διαθέτει κανείς μπόλικα / και δαχτυλάκια λεπτεπίλεπτα, για να μας χειριστεί». Σ’ αυτήν σκαρώνει μια ποιητική συλλογή αλλά τον ακολουθεί σαν κουτάβι, γίνεται δύσθυμη όταν κι εκείνος δυσθυμεί, την πειράζει η υγρασία όπως πειράζει τα κόκαλά του.

Οι συμπτώσεις ανάμεσα στα δυο κείμενα καθιστούν την παράλληλη ανάγνωση λογοτεχνικό παιχνίδι και στροφή για σκέψη. Η μηχανή έχει μπει πια για τα καλά στη ζωή μας και δεν είναι αντικείμενο άψυχο αλλά σχέση ζωής ενίοτε για τον χειριστή.

Η εξαιρετική εισαγωγή του μεταφραστή Νικήτα Σινιόσογλου, βοηθά τον αναγνώστη να συνειδητοποιήσει πολιτιστικά και ιστορικά αυτή τη παθιασμένη συλλογιστική.

 

 

[Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο]

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top