Fractal

Ένας μικρός στόχος κάθε φορά

Γράφει η Μαριάννα Κρητικού //

 

Τζούλια Γκανάσου «Γονυπετείς – Μια πορεία προς την αρχή» Εκδ. Γκοβόστη, 2017

 

Είναι δύο οι φορές που ξυπνάει η πόλη της Τήνου μες στη μέρα. Η πρώτη, με το φως της ανατολής. Η δεύτερη, με τη σφυρίχτρα του πρώτου πλοίου λίγο πριν το μεσημέρι. Και τότε το λιμάνι γεμίζει με αυτούς που προς Τήνο κινούν, δηλαδή με προσκυνητές. Ικέτες, γονυπετείς. Άλλοι κάτι να ζητήσουν, άλλοι για κάτι να ευχαριστήσουν. Οι πρώτοι με δάκρυα στα μάτια ανάβουν λαμπάδες, οι δεύτεροι με δάκρυα στα μάτια κρεμάνε αφιερώματα στα καντήλια. Κάτω από τις μικρές φλόγες κουνιούνται λαμπυρίζοντας τάματα, εικόνες με σπίτια και μικρά παιδιά, καράβια και μέλη σωμάτων, πάνε και έρχονται ευχές και προσευχές και κρυφές ελπίδες. “Την πάσα ελπίδα μου εις Σε ανατίθημι Μήτηρ του Θεού, φύλαξόν με υπό τη σκέπη σου. ” Και έτσι, οι κάτοικοι του νησιού γίνονται μάρτυρες θαυμάτων καθημερινής αθανασίας.

Πριν φύγω δεν αποχαιρέτησα κανέναν. Τώρα πλέον το μετανιώνω.

Το πλοίο φτάνει στο λιμάνι. Μια γυναίκα ξεκινάει μια ανάβαση στα τέσσερα για να πραγματοποιήσει ένα τάμα. Η Τζούλια Γκανάσου με αφορμή ένα ταξίδι της στην Τήνο γράφει τους “Γονυπετείς”. Μια πορεία προς την αρχή. Ένα ταξίδι προς τα πάνω.

Δεν υπάρχει ιδανικό σημείο εκκίνησης.

Προηγείται το εσωτερικό γονάτισμα και ακολουθεί η στήριξη του σώματος στα γόνατα. Είναι η κόπωση, η εξάντληση, η ψυχική κατάπτωση, η βαθιά υπόκλιση από σεβασμό.

“Δεύτε κλίνομεν το γόνυ στην Παρθένο ταπεινώς, ευλογίες να μας δίδει δεηθώμεν ευλαβώς.”

Παλάμη μπροστά, γόνατο μπροστά και πάμε πάλι. Ένας μικρός στόχος κάθε φορά.

Κάθε άνθρωπος έχει ένα μυστικό το οποίο δεν τολμάει να εξομολογηθεί ούτε στον εαυτό του. Είμαι βέβαιη ότι συμφωνείτε με αυτό. Και εγώ δε λέω απολύτως την αλήθεια. Ως εκ τούτου δεν απαλάσσομαι από το πιο καίριο βάρος, το φορτίο της ευθύνης, το μερίδιο της εγκάρδιας ενοχής.

Και ενώ ψηλά στην ανηφόρα υπάρχει κάποιος ναός που περιμένει την ηρωίδα και ενώ το πρώτο μέρος του βιβλίου έχει τον τίτλο υπέρ πίστεως, και ενώ μπορεί να ακούμε στο βάθος τους μικροπωλητές να φωνάζουν λαμπάδες, τάματα, αφιερώματα, μπουκαλάκια για αγίασμα, φωνές που μπλέκονται με τις καμπάνες που χτυπούν σε κάθε παράκληση και ψαλμωδίες από γυναικεία χείλη, “υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς”, το βιβλίο της Τζούλιας δεν είναι θρησκευτικό. Ή τουλάχιστον δεν είναι μόνο αυτό.

Γιατί δε φάγαμε πιο πολύ παγωτό; Γιατί δεν αντισταθήκαμε σε όσα μας έμαθαν ότι πρέπει να γίνουν; Γιατί δε μελετήσαμε τα αστέρια τις νύχτες; Γιατί δεν αντιμετωπίσαμε τους γονείς με ειλικρίνεια; Γιατί δε φιληθήκαμε έως ότου να μουλιάσουν τα χείλη; Δεν έχω συνηθίσει να μιλάω για προσωπικά ζητήματα μπροστά σε τόσο άγνωστο κόσμο.

Μια γυναίκα ξεκινάει μια ανάβαση στα τέσσερα για να πραγματοποιήσει ένα τάμα. Είναι σύζυγος και μητέρα. Έχει δυο κεφάλια, το ένα σκέφτεται λογικά, το άλλο επιθυμεί, φαντάζεται, φαντασιώνεται, ονειρεύεται. Έχει ένα σώμα που διψά για ζωή, για ηδονή, για σεξουαλική ευχαρίστηση. Γνωρίζει έναν γίγαντα που τη σπρώχνει και ξεπερνά κάθε όριο και κάθε σωματικό φραγμό. Αλήθεια, έχει το σώμα φραγμούς; Αλήθεια, υπάρχουν γίγαντες; Στο δρόμο της και άλλοι. Συνοδοιπόροι. Γονυπετείς. Ανταγωνιστές. Συνένοχοι. Ομοούσιοι. Με την ίδια ανάγκη για ζωή.

Μαμά, υπάρχει τρόπος να δω πώς θα είμαι όταν μεγαλώσω;, είπε ο γιος μου κοιτάζοντας τις φωτογραφίες από όταν ήταν μωρό.

Όχι, αγάπη μου. Ποτέ δεν ξέρουμε πώς θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε.

Κρίμα, γιατί αν κάτι δε μου αρέσει, θέλω να το αλλάξω από τώρα.

Μια γυναίκα στα τέσσερα σε μια εσωτερική ανηφόρα. Με σκέψεις, κριτική, αναμνήσεις, αμφιβολίες, αυτοκριτική. Και με μια τεράστια πίστη. Σε μια εσωτερική ανηφόρα προς έναν ναό-πηγή, αναζητά δροσιά. Μια πορεία προς την αρχή, τη μήτρα που φιλοξενεί και θρέφει αυτό το μικρό έμβρυο που κουβαλάμε νυχθημερόν. Το θέλω μας να ζήσουμε για πάντα.

Αλήθεια εσείς τί προτίθεστε να δώσετε για να μείνετε ακόμα μια μέρα ζωντανοί;

Δε σας είπα να θυμάστε τα ευχάριστα;

 

Τζούλια Γκανάσου

 

Η γυναίκα συνομιλά με τον εαυτό της. Ακούει φωνές, μεταφέρει διαλόγους με τον καρκινοπαθή άνδρα της, ή μιλά για το παιδί της, το οποίο χαρακτηρίζει ως παιδί του σωλήνα. Μοιάζει να παραληρεί αλλά ίσως είναι μια στιγμή ειλικρίνειας με το είναι της. Σαν να παρουσιάζεται στον εαυτό της, σαν να αυτοσυστήνεται και να γδύνεται σιγά σιγά ξεκινώντας από μέσα προς τα έξω.

Εντάξει…Θυμόμαστε ένα πρωινό μπάνιο σε ήρεμη θάλασσα. Τη σπονδυλική στήλη που μεγάλωνε μες στο σωλήνα. Την πρώτη γουλιά ζεστού καφέ το απόγευμα. Το νεογέννητο που έβρισκε με κλειστά μάτια τον δρόμο ως τη ρόγα. Την τελευταία φορά που περπατήσαμε στα 2 πόδια.

Υπέρ ερεύνης και άλλων υποσχέσεων.

Δε μας ρώτησε κανείς πόσο καιρό προσευχηθήκαμε ή πόσες φορές πιστέψαμε με πάθος.

Ο Θεός σας ανταποκρίνεται άμεσα όταν τον έχετε ανάγκη; Ο Θεός σας ανταποκρίνεται άμεσα; Ο Θεός σας ανταποκρίνεται;

Από τις σκέψεις στο σώμα. Στην επιθυμία, σε ό,τι είναι σαρκικό. Σε ό,τι προσφέρει ευχαρίστηση. Η στάση και η επαφή με το χώμα, με το έδαφος ξυπνάνε κάθε ηδονή και ερωτική απόλαυση, τα ζωώδη ένστικτα.

Τα δάχτυλά του κινούταν ανεξέλεγκτα. Κάθε άγγιγμα κινητοποιούσε μοχλούς που ξεσήκωναν πρωτόγνωρους τόπους στο σώμα, ανεξερεύνητους. Τα χέρια γραπώθηκαν επάνω στα καπούλια και εγώ έκανα επίκυψη ως το κέντρο της γης και τότε έβρεξε εκ νέου στον ήλιο, στο φεγγάρι και όπου υπήρχε αμυχή.

Θέλω να κάνω και εγώ το σταυρό μου, θέλω να πω μια προσευχή από τις ιδιαίτερες που γνωρίζουν μόνο οι οικείοι, όμως ξάφνου δε θυμάμαι τίποτα άλλο εκτός από…

Τελικά, να ακολουθήσουμε τη λογική και την πραγματικότητα ή να αφεθούμε στο παράλογο στο τρελό, στο φαντασιακό; Γύρω της ο χορός των συνοδοιπόρων, των εκμεταλλευτών, των άλλων, απλά υπενθυμίζουν ότι δεν είμαστε μόνοι. Ή μάλλον δεν είμαστε οι μόνοι.

Υπέρ αυτού που προσπαθεί, που ελπίζει, που συγχωρεί, που ανακαλύπτει, που έχει πίστη, που έχει όραμα, που αναζητεί, που κοιτάζει μακριά, που απολαμβάνει το τώρα, που αγαπά, που έχει τη διάθεση για περιπέτεια, για κυνήγι, που αφήνεται να αγαπηθεί, που δε διστάζει, που προκαλεί. Υπέρ του όντος που το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία.

Υπέρ έρωτος. Υπέρ επιθυμίας, υπέρ θαυμάτων, υπέρ ονείρων, υπέρ προσδοκιών, υπέρ του καλύτερου, υπέρ χρόνου, χαμένου και κερδισμένου, υπέρ σκέψεων, και πρώτων και δεύτερων και αυτών που μας κρατούν ξύπνιους το βράδυ, υπέρ αγάπης, υπέρ μπροστά, υπέρ προχωράμε, υπέρ ζωής.

Υπέρ ανθρώπου.

Μια γυναίκα ξεκινάει μια ανάβαση στα τέσσερα για να πραγματοποιήσει ένα τάμα, διεκδικώντας τη ζωή. Ο δρόμος προς τη χάρη Της, ξετυλίγεται σαν ομφάλιος λώρος, ο σωλήνας που θρέφει και διαμέσου του οποίου γίνεται η ανταλλαγή ουσιών. Παροχή και επεξεργασία της ουσίας αλήθεια. Διαφορετικής για τον καθένα.

Ένα μονάχα δε θα ρωτήσω, με ποιον εχθρό πολέμησε ο καθένας και από ποιανού λαβώθηκε κοντάρι.

Η Τζούλια Γκανάσου γράφει ένα ζεϊμπέκικο, μια αναζήτηση για την ένωση του πνεύματος με το σώμα, του θεού με τον άνθρωπο, μια εξομολόγηση με κίνηση δερβίσηδων. Μια εξομολόγηση με τα χέρια ανοιχτά. Όλα περιστρέφονται και το ανθρώπινο πλάσμα ζει μέσω της κυκλικής περιστροφής του αίματος, των κυκλικών εναλλαγών της ζωής. Η γυναίκα στα τέσσερα, και μαζί με αυτή και εμείς, κινείται/κινούμαστε μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ επίγειων απολαύσεων και επουράνιων επιθυμιών, για να επιλέξει, για να επιλέξουμε τελικά το ανάμεσα. Κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα και στο εξώφυλλο του βιβλίου, της εικαστικού Ρένας Τσαγγαίου. Το αποτύπωμα, αυτό που δείχνει ότι κάποιος πέρασε από εκεί. Που δείχνει την ομορφιά που μπορούμε να φτιάξουμε με τα δυο μας χέρια. Το ίχνος ότι υπήρξαμε και ζήσαμε. Είναι η πίστη ο σπάγγος που κάνει τη μαριονέτα να κινείται, πάντα προς τα εμπρός. Η πίστη στον εαυτό μας. Όλα τα υπόλοιπα έπονται.

 

 

  1. Τα πλάγια γράμματα είναι αποσπάσματα από το βιβλίο της Τζούλιας Γκανάσου, «Γονυπετείς».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top