Fractal

Γιώτα Λαγουδάκου: “Ο μεταφραστής είναι το πρόσωπο του συγγραφέα στη γλώσσα – στόχο”

Συνέντευξη – επιμέλεια αφιερώματος: Πέρσα Κουμούτση //

 

g_lagoudakouΠώς ορίζεται το μετάφρασμα από τους ίδιους τους μεταφραστές; Πότε πετυχαίνει και πότε αποτυγχάνει να μεταφέρει αυτούσιο το έργο ενός συγγραφέα, τη φιλοσοφία του, τα υπόγεια όσο και φανερά μηνύματα του; Και πόσο δύσκολο είναι να αναμετρηθεί κανείς με το έργο ενός δημιουργού που έχει ξεπεράσει τα στενά σύνορα του τόπου του; Στα αλήθεια, τι απαιτείται από τον μεταφραστή, ώστε να είναι σε θέση να μεταφέρει επιτυχώς στη γλώσσα του ένα κείμενο χωρίς να προδώσει το πρωτότυπο έργο; Αλλά κυρίως, σε ποιο βαθμό ο μεταφραστής μετέχει ουσιωδώς σε αυτό; Στο πλαίσιο του αφιερώματος που ετοιμάσαμε, ρωτήσαμε καταξιωμένους μεταφραστές και είχαν την ευγενική καλοσύνη να μας καταθέσουν τις απόψεις τους. Στο σημερινό τεύχος δημοσιεύουμε τις απόψεις της διακεκριμένης μεταφράστριας Γιώτας Λαγουδάκου η οποία μεταφράζει εδώ και πολλά χρόνια από τη Γερμανική γλώσσα.

 

-Πώς θα ορίζατε, επιγραμματικά, το μετάφρασμα, κυρία Λαγουδάκου;

Το μετάφρασμα είναι το αποτέλεσμα της μεταφραστικής διαδικασίας/πρακτικής, η οποία συνίσταται στη μετάδοση ενός μηνύματος από μία γλώσσα-πηγή σε μία γλώσσα-στόχο με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια ή, αλλιώς, με τον μικρότερο δυνατό θόρυβο. Η ακρίβεια, ή η κατά το δυνατόν απουσία θορύβου, δεν αφορά μόνο την επιφάνεια του κειμένου, το σημαίνον αποκομμένο από το περικείμενο, την ενασχόληση με το κείμενο σε επίπεδο λέξεων, αλλά την υφολογική, πολιτισμική και αισθητική διάσταση του κειμένου. Στην πράξη όλα αυτά σημαίνουν ότι ο μεταφραστής, θεωρώ τη γνώση και των δύο γλωσσών, καθώς και τη θεωρητική κατάρτιση δεδομένες, πρέπει να είναι λίγο ψυχολόγος (ώστε να μπορεί να προσεγγίζει τους χαρακτήρες ενός κειμένου), λίγο σκηνοθέτης (ώστε να μπορεί να αποδίδει τις σκηνές του κειμένου), λίγο ηθοποιός (για να ξέρει ποιος θα είναι ο επιτομισμός μιας φράσης), λίγο ερευνητής (για να ξέρει πού θα ψάξει για να βρει διάφορα πραγματολογικά στοιχεία) – με δυο λόγια: λίγο απ’ όλα. Σε ό,τι αφορά τη γνώση της γλώσσας-πηγή, θα ήθελα να αναφέρω ότι αποτελεί αναγκαία μεν, όχι όμως και ικανή συνθήκη της μετάφρασης. Με άλλα λόγια, ξέροντας μια «ξένη» γλώσσα δεν σημαίνει ότι μπορείς και να μεταφράσεις. Εκείνο που έχει μεγαλύτερη βαρύτητα είναι να ξέρεις τη γλώσσα προς την οποία μεταφράζεις, τη μητρική σου δηλαδή, πράγμα καθόλου, μα καθόλου αυτονόητο – ώστε να μπορείς να ελιχθείς και, στις περιπτώσεις όπου η λεκτική, η γραμματική ή η συντακτική ισοδυναμία δεν είναι 1-1, να μπορείς να επιλέξεις την καλύτερη δυνατή εκδοχή, την εκδοχή εκείνη που μεταδίδει ορθότερα το μήνυμα του πρωτοτύπου.

 

-Άραγε οι μεταφραστές ενδίδουν ποτέ στον πειρασμό μιας «υπερερμηνείας», σε μια δηλαδή εξεζητημένη απόδοση του αρχικού κειμένου, όταν νιώθουν πώς αυτό αποκλίνει από τα δικά τους πρότυπα/ αισθητική/φιλοσοφία;

Η υπερερμηνεία αποτελεί πράγματι έναν από τους σοβαρούς σκοπέλους στη διαδικασία της μετάφρασης. Φυσικά δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους άλλων συναδέλφων μεταφραστών, ούτε να τοποθετηθώ γενικά στο θέμα. Θα περιοριστώ λοιπόν στην προσωπική μου εμπειρία. Είχα την τύχη να μην βρεθώ αντιμέτωπη με απόψεις που έρχονται σε αντίθεση με τη δική μου αισθητική και τη δική μου στάση ζωής και επομένως δεν έχω μπει σε τέτοιο πειρασμό – τουλάχιστον δεν το έχω συνειδητοποιήσει. Αν μου συνέβαινε όμως, εννοείται πως δεν θα «διόρθωνα» την άποψη που εκφράζει το πρωτότυπο κείμενο, καθώς ο μεταφραστής δεν έχει δικαίωμα να παρεμβαίνει σε αυτό που καλείται να μεταφράσει, έστω κι αν το κάνει με καλή πρόθεση και για το «καλό του κειμένου». Ο μεταφραστής στέκεται ένα βήμα πίσω από τον συγγραφέα, δουλειά του είναι να μεταφέρει στη γλώσσα-στόχο αυτό που δηλώνεται στη γλώσσα-πηγή. Τίποτα περισσότερο. Όταν αναλαμβάνει ρόλο επιμελητή του πρωτοτύπου, κάτι δεν έχει καταλάβει καλά. Ένας άλλος, εξίσου σοβαρός κίνδυνος, είναι η υπεραπλούστευση. Ο μεταφραστής δεν μαλακώνει το κείμενο, δεν το λειαίνει. Ένα δύσκολο κείμενο, ένα στρυφνό πρωτότυπο κείμενο πρέπει και μεταφρασμένο να διατηρεί αυτά του τα χαρακτηριστικά.

 

-Πότε το μετάφρασμα μειώνει το έργο και πότε το αναδεικνύει;

Βασική προϋπόθεση για να μεταφραστεί με επάρκεια ένα κείμενο είναι ο σεβασμός εκ μέρους του μεταφραστή. Αν δεν το σεβαστούμε, αν μπαίνουμε στον πειρασμό να προτάξουμε το εγώ μας, είναι βέβαιο ότι θα το μειώσουμε. Αν ένα κείμενο, για τον οποιοδήποτε λόγο, δεν σου αρέσει κι αν έχεις το περιθώριο να αρνηθείς, είναι προτιμότερο να μην το μεταφράσεις. Γιατί, ακόμα κι αν αυτό γίνεται άθελά μας, θα το μειώσουμε, γιατί το έχουμε ήδη αξιολογήσει αρνητικά μέσα μας. Αντίστοιχα, λοιπόν, όταν μεταφράζουμε με σεβασμό στο κείμενο και παράλληλα τυχαίνει και να μας αρέσει, τότε θα το αναδείξουμε. Ένας δεύτερος παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά τη μεταφραστική διαδικασία είναι ο φόβος απέναντι στο πρωτότυπο, ένας φόβος που θα φανεί αναπόφευκτα και στο μετάφρασμα, άλλες φορές με τη μορφή αμηχανίας, άλλες με τη μορφή γερμανισμών, αγγλισμών και πάει λέγοντας, άλλες πάλι με άκαμπτους και αφύσικους διαλόγους…

 

Πώς θα περιγράφατε τη σχέση συγγραφέα-μεταφραστή;

Ο μεταφραστής είναι το πρόσωπο του συγγραφέα στη γλώσσα-στόχο. Και δεν είναι βεβαίως δικά μου λόγια αυτά. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον Ίνγκο Σούλτσε σε μία συνέντευξη Τύπου στην Αθήνα που, όταν οι δημοσιογράφοι τού ζήτησαν να τους υπογράψει το βιβλίο το οποίο παρουσίαζε, εκείνος είπε, και μου ζήτησε και να το μεταφράσω για να το ακούσουν όλοι, ότι θα τα υπογράψουμε μαζί, αφού το βιβλίο του στα ελληνικά το είχαμε γράψει μαζί. Εννοείται ότι κατακοκκίνισα! Είτε υπάρχει η δυνατότητα προσωπικής επαφής με τον συγγραφέα είτε όχι, η οποία παρεμπιπτόντως δεν είναι καθόλου απαραίτητη, διαφορετικά θα έπρεπε να μεταφράζουμε μόνο τους συγγραφείς που είναι εν ζωή, η σχέση είναι δεδομένη. Πώς να μην σχετιστείς με έναν συγγραφέα, όταν τον έχεις μπροστά σου καθημερινά, και συχνά για μήνες, όταν προσπαθείς να καταλάβεις γιατί, παραδείγματος χάριν, επιλέγει τη συγκεκριμένη λέξη μέσα από μια ολόκληρη οικογένεια λέξεων, γιατί επιλέγει να ακροβατήσει μεταξύ σωστής και λανθασμένης χρήσης, όταν εν ολίγοις -κατά κοινή ομολογία- ο μεταφραστής είναι ο καλύτερος αναγνώστης του κειμένου που μεταφράζει; Επαναλαμβάνομαι αναπόφευκτα, αλλά και πάλι θα μιλήσω για σεβασμό. Κάνεις ένα βήμα πίσω και αφουγκράζεσαι τον συγγραφέα. Έχει τύχει να καταλάβω ποιος είναι ο μεταφραστής ενός κειμένου, επειδή απλούστατα αναγνωρίζω το ύφος του. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η μεταφραστική αλαζονεία: όταν ο μεταφραστής επιβάλει το δικό του ύφος, με αποτέλεσμα οι μεταφράσεις του να μοιάζουν λίγο πολύ μεταξύ τους, ενώ το ύφος του συγγραφέα έχει πάει περίπατο…

 

Είστε υπέρ της πιστής μετάφρασης ή της απόδοσης ενός κειμένου; Ποια η διαφορά;

Νομίζω ότι, όπως και στα περισσότερα διλήμματα άλλωστε, η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Τι θα πει «πιστή» μετάφραση; Πιστή είναι μια μετάφραση, όχι όταν ακολουθεί κατά πόδας το πρωτότυπο, αλλά όταν καταφέρνει να το αποδώσει στη γλώσσα-στόχο, όταν ο αναγνώστης του μεταφράσματος αντιλαμβάνεται ό,τι και ο αναγνώστης του πρωτοτύπου. Πιστή είναι μια μετάφραση, όχι όταν υπάρχει μία 1-1 δομική ισοδυναμία, αφού αυτό δεν το επιτρέπουν συνήθως οι γραμματικές και συντακτικές ιδιαιτερότητες των γλωσσών, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη γερμανική, την αγγλική και την ελληνική, για τις οποίες μπορώ να μιλήσω. Πιστή είναι μια μετάφραση όταν καταφέρνει να αποδώσει την ατμόσφαιρα και το ύφος, όταν ανάμεσα στις αράδες οι αναγνώστες και των δύο κειμένων, πρωτοτύπου και μεταφράσματος, διαβάζουν το ίδιο πράγμα. Όταν, στο όνομα της πιστής μετάφρασης, το αποτέλεσμα «μυρίζει μεταφρασίλα», για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση τής μεταφραστικής αργκό, τότε, στην προσπάθειά σου να παραμείνεις πιστός, μάλλον έχεις προδώσει το κείμενο.

 

-Είναι εύκολο να συμμεριστεί ο μεταφραστής το πνεύμα, τη φιλοσοφία του δημιουργού, όταν απέχει πολύ από την κουλτούρα του; Όταν δεν αντιλαμβάνεται επαρκώς το «πνευματικό» / πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργείται το πρωτότυπο έργο;

Όχι μόνο δεν είναι εύκολο, είναι κατά τη γνώμη μου αδύνατον. Πώς είναι δυνατόν να μεταφράσεις από μία γλώσσα της οποίας την κουλτούρα δεν ξέρεις; Όταν αντιλαμβάνεσαι πλήρως το σημαίνον, αλλά δεν κατανοείς το σημαινόμενο; Είναι κάτι που συναντάμε όταν ο μεταφραστής έχει μάθει τη γλώσσα από την οποία μεταφράζει ως «ξένη γλώσσα», όταν δεν έχει προσωπικά βιώματα από τη συγκεκριμένη χώρα και από το συγκεκριμένο πολιτισμικό περιβάλλον. Όσο καλά κι αν ξέρεις μια «ξένη γλώσσα», δεν παύει να είναι ξένη και επομένως, αν επιχειρήσεις να μεταφράσεις από αυτήν, η μετάφραση βέβαια δεν θα είναι κατ’ ανάγκη κακή, αλλά σίγουρα θα είναι ανεπαρκής.

 

Είναι κοινή η διαπίστωση ότι η μετάφραση που προέρχεται από ενδιάμεση γλώσσα μειώνει την αξία του πρωτοτύπου. Ποια είναι η δική σας άποψη και σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι «παραποιείται» το αυθεντικό κείμενο;

Πράγματι, όταν μεταφράζεις από μετάφραση κάτι χάνεται στη… μετάφραση. Έχει ήδη παρέμβει κάποιος άλλος στο κείμενο, έχει ήδη κάνει, εκούσια ή ακούσια, τις δικές του προσαρμογές, αλλαγές, τροποποιήσεις. Επομένως, μεταφράζεις τον προηγούμενο μεταφραστή και όχι τον συγγραφέα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, όπου κάτι τέτοιο είναι θεμιτό, και μιλάω από προσωπική μου εμπειρία. Αναφέρομαι στη μετάφραση των έργων του Ίμρε Κέρτες, όχι από τα ουγγρικά αλλά από τα γερμανικά – κάτι που θεωρητικά δεν είναι μεν θεμιτό, αλλά που διαφοροποιείται όταν έχεις τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα – ο οποίος, ως μεταφραστής και ο ίδιος και γνώστης της γερμανικής, ήταν σε θέση να κρίνει ότι η γερμανική μετάφραση ήταν ισάξια του πρωτοτύπου. Και, επειδή δεν θέλω να γίνομαι αφοριστική, θα προσθέσω ότι θεωρητικά κάτι τέτοιο μπορεί να αντιβαίνει στη μεταφραστική δεοντολογία, ωστόσο στην πράξη μπορεί και να συμβεί, υπό συνθήκες, και εν τέλει να μην είναι και τόσο… τραγικό.

 

 

Η Γιώτα Λαγουδάκου γεννήθηκε στη Γερμανία και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος του τμήματος Στατιστικής και Ασφαλιστικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς και του τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολείται επαγγελματικά με τη λογοτεχνική μετάφραση από το 1995 και έχει μεταφράσει μεταξύ άλλων έργα των Μ.Βάλζερ, Κ.Βολφ, Έ.Εσσε, Χ.Μύλερ, Ί.Σούλτσε,  Μ.Σούτερ, Στ. Τσβάιχ, Ε.Τ.Α Χόφμαν.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top