Fractal

Γιώργος Βέης: “Θα έγραφα πάντα. Ίσως να είμαι καλός μόνο γι’ αυτό.”

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

veis-george

 

Με το βιβλίο του «Ασία, Ασία» βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Μαρτυρίας το 2002. Αλλά ως ποιητής καθιερώθηκε στην αντίληψή μας. Είναι κι αυτές οι επτά ποιητικές συλλογές του που δεν γινόταν, εξάλλου, να περάσουν απαρατήρητες.

Όπως και να ‘χει, ο Επιτετραμένος της Πρεσβείας μας στο Καμερούν Γιώργος Βέης, πρώην Πρόξενος στο Ντάτμουντ, πρώην Σύμβουλος στην Πρεσβείας μας στο Πεκίνο, πρώην Γενικός Πρόξενος στη Μελβούρνη και στο Κονγκ- Κόνγκ, έχει ενώσει ταξίδι και ποίηση στην γραφή του.

 

Αποδεικνύεται περίτρανα στα δυο καινούργια βιβλία που κυκλοφόρησαν σχεδόν ταυτόχρονα. Τις μαρτυρίες του από την Απω Ανατολή που εκδόθηκαν από τον Κέδρο με τον τίτλο «Στην Απαγορευμένη Πόλη» και την ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις «Ύψιλον» με τον τίτλο «Υστερογραφία Γης».

Τις μέρες που τα δυο βιβλία του έφταναν στων βιβλιοπωλείων τις προθήκες, ο συγγραφέας τους έπρεπε να μεταβεί για να αναλάβει καθήκοντα στο Γιαουντέ του Καμερούν.

Ακολουθώντας για ακόμα μια φορά την κοινή αφετηρία που διαθέτουν στη ρίζα τους ταξίδι και ποίηση: «την εμπέδωση, δηλαδή, του ονειρικού». Αλλά και κοινό πέρας: «την αλήθεια των φαινομένων», όπως ισχυρίζεται.

 

– Ποίηση και ταξίδι θεωρείτε πως είναι απολύτως συγγενικά, κύριε Βέη; Στη ζωή σας, τουλάχιστον, φαίνεται να βαδίζουν πλάι- πλάι. Και μάλιστα συμπίπτουν κάπου και… εκδοτικά. Το 1999 κυκλοφορούσε το ταξιδιωτικό σας «Ασία, Ασία» και η ποιητική συλλογή «Χρυσαλλίδα στον πάγο». Κατόπιν κυκλοφορεί το ταξιδιωτικό «Στην απαγορευμένη πόλη» και το ποιητικό «Υστερόγραφο Γης».

 

– Ταξιδεύω είναι ο τρόπος να μάθω, να προσεγγίσω στο μέτρο του δυνατού πάντα, την μακρινή συνήθως ετερότητα, ενώ η ποίηση, αντίστοιχα, είναι το ταξίδι, ο τρόπος μύησης στον Εαυτό. Άλλωστε «όλοι μας είμαστε – με τον τρόπο μας- ναυτικοί εκ ναυτικών και όλοι μας θαλασσινοί εξ απαλών ονύχων» επισημαίνει ο ημέτερος Ανδρέας Εμπειρίκος. Ποίηση και ταξίδι μάλιστα έχουν την ίδια υπόσταση και το ίδιο αίμα, μας διδάσκει ο γάλλος συγγραφέας Ιβ Μπονφουά, θυμίζοντάς μας ότι ο Μπωντλαίρ είναι εκείνος που τόνιζε ότι από όλες τις πράξεις τις δυνατές στον άνθρωπο, αυτές είναι οι μόνες ίσως χρήσιμες και οι μόνες σκόπιμες. Ό,τι δηλαδή κατέγραψε ο Ηρόδοτος μνημειώνοντας τον διάλογο του Σόλωνα με τον Κροίσο…

 

– Πέρα από το γεγονός της σύμπτωσης όσον αφορά την σχεδόν ταυτόχρονη κυκλοφορία, τα δυο βιβλία, παρουσιάζουν και άλλα κοινά;

– Η ποίηση που ενυπάρχει καταστατικά στο ταξίδι και το ταξίδι για την αναζήτηση της σωστής, της κρίσιμης λέξης, που χρειάζεται απαραιτήτως το ποίημα για να διασωθεί στη μνήμη μας, είναι όψεις του ίδιου εν τέλει νομίσματος.

Τα δύο αυτά βιβλία μου, που μόλις κυκλοφόρησαν, τα «Υστερόγραφα Γης» και «Στην Απαγορευμένη Πόλη» από τις εκδόσεις «Ύψιλον» και «Κέδρος» αντιστοίχως, υποστηρίζουν εμμέσως πλην σαφώς αυτή την συνάρτηση. Τόπος και χρόνος ανάγονται δηλαδή σε δεύτερο βαθμό θέασης.

 

– Πρωτογράψατε ποίηση μαθητής, πρωτοεκδόσατε σε ηλικία δεκαπέντε χρονών. Τι είναι για σας η ποίηση;

– Ανήκω σ’ αυτούς που πιστεύουν σταθερά ότι η ποίηση δεν είναι πάντα παιδί της εποχής της. Θέλω να πω ότι ως η κατ’ εξοχήν τέχνη του επαίοντος- να υπογραμμίσουμε εδώ τον οξυδερκή ορισμό του Wallace Stevens, του σημαντικότερου ίσως αμερικανού ποιητή του εικοστού αιώνα, Poety is the scholar’s art- η ποίηση θα συνεχίσει και στα χρόνια που έρχονται να εκλύει οραματική σοφία, αναδιοργανώνοντας και μετασχηματίζοντας τη σκληρή ύλη του πραγματικού. Ποίηση είναι, επίσης, μια δοκιμή απεξάρτησης από τη μιζέρια του προφανούς, από την απάτη της βεβαιότητας ότι ο κόσμος δεν έχει νόημα.

 

veis

 

– Το ταξίδι; Το πρώτο της ζωής σας ταξίδι ποιο ήταν;

– Τον Ιούνιο του 1983, σε ηλικία 28 ετών, ταξίδεψα για πρώτη φορά έξω από την Ελλάδα. Προορισμός, Νέα Υόρκη. Εκεί έζησα κι εργάστηκα, ως Πρόξενος, επί έξι χρόνια. Ήταν ένα ταξίδι αποκάλυψης από κάθε άποψη. Ο Νέος Κόσμος ήταν μια ακόμη φαντασμαγορία, μια απεικόνιση- προέκταση του Παλαιού. Είδα τις συνάφειες, τις αντιθέσεις και το αρμονικό, διαλεκτικό τους ξεπέρασμα μέσα ακριβώς από «την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών», όπως λέει ο Καβάφης. Να συμβαίνουν όλα αυτά, συχνότατα μπροστά στα μάτια μου- δεν ήταν μικρό πράγμα!

 

– Η διπλωματική σας καριέρα είναι αλληλένδετα συνδεδεμένη με το ταξίδι. Να αναφερθούμε εν τάχει σε αυτήν την παράμετρο της ζωής σας;

– Μετά την Αμερική, διορίστηκα Γενικός Πρόξενος στο Ντάρμουντ της Βόρειας Ρηνανίας- Βεστφαλίας, στον γερμανοβιομηχανικό βορρά δηλαδή, στη συνέχεια υπηρέτησα ως Σύμβουλος επί πολιτικών θεμάτων στην Πρεσβεία μας στο Πεκίνο, μετά Γενικός Πρόξενος στη Μελβούρνη, στο Χονγκ Κόνγκ και τώρα είμαι ο Επιτετραμμένος στην Πρεσβεία μας στο Γιαουντέ του Καμερούν. Είναι η πρώτη αφρικανική μου εμπειρία. Συναρπαστική, όπως αντιλαμβάνεστε.

 

– Ποιος ήταν ο τόπος που σας σημάδεψε, κύριε Βέη; Να υποθέσουμε η Κίνα;

– Η Κίνα ήταν και είναι ένα μεγάλο, ανοικτό Σχολείο γνώσης, αλλά και αυτογνωσίας. Ένα πέρασμα στο διαφορετικό και ένα ξεπέρασμα του «ίδιου». Μια θητεία οκτώ περίπου χρόνων στο πολύσημο σινικό τοπίο.

 

– Ένα ταξίδι είναι τόπος, άνθρωποι, παράδοση, νοσταλγία, αυτογνωσία…

– Και κάτι άλλο: όριο πνευματικής αναμέτρησης με το λεγόμενο «εξωτικό», το οποίο εν τέλει είναι το «άλλο». Ένα κομμάτι δηλαδή του Είναι (μας).

 

– Μονάχα φεύγοντας, απομακρυνόμενοι, δηλαδή, αντιλαμβανόμαστε το αληθινό μέγεθος των πραγμάτων;

– Το μέγεθος των πραγμάτων, όπως τα δεδομένα, τα γεγονότα, όλα αυτά είναι ο πρώτος βαθμός του πραγματικού. Ο δεύτερος είναι η ερμηνεία. Ο Νίτσε πήγε πιο μακριά, υποστηρίζοντας ότι μόνο οι ερμηνείες υπάρχουν, όλα τ’ άλλα είναι φευγαλέα απεικάσματα, τα φαντάσματα, μ’ άλλα λόγια, της περίφημης πλατωνικής σπηλιάς.

Φεύγοντας- επιστρέφοντας: μα πάντα είμαστε εδώ ή εκεί, στο ίδιο πάντα σημείο, δηλαδή, στη νοητική μας προαίρεση. Ουσιαστικά αμετακίνητοι, στο πάθος μας να τα μάθουμε όλα, περιδιαβάζοντας, είχε δίκιο ασφαλώς ο παράδοξος Ζήνων ο Ελεάτης. Ότι ο φτεροπόδαρος Αχιλλέας δεν θα προλάβει ποτέ την αργή χελώνα. Οι επιθυμίες μας δεν θα γίνουν ποτέ καρτ ποστάλ.

 

– Θα μπορούσε να είναι ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα. Πως γράφτηκε «Στην απαγορευμένη πόλη»;

– Όλοι μας γράφουμε το ίδιο βιβλίο. Όσο κοινότυπο κι αν ακούγεται αυτό, περιέχει μεγάλο ποσοστό αλήθειας. Όπως το «Ασία, Ασία» έτσι και «Η απαγορευμένη Πόλη» κλείνει το μάτι στον ποιητικό στοχασμό, στην συγκριτική εθνολογική μελέτη, στη γραμματική τοπίων, στον δοκιμιακό λόγο και φυσικά στο μυθιστόρημα. Το ότι συγκλίνουν όλα αυτά, παράγοντας το βιβλίο που έχετε σήμερα στα χέρια σας, σημαίνει ότι ο ενιαίος λόγος είναι όχι μόνο αναγκαίος, αλλά και υπαρκτός.

 

– Και από μια «Γεωγραφία κινδύνων» πως φτάσατε στα «Υστερόγραφα γης»;

– Τα «Υστερόγραφα Γης» διερμηνεύουν άλλα τοπία απ’ ό,τι η «Γεωγραφία κινδύνων», του 1994, ενώ υπομνηματίζει ορισμένες προσφιλείς θεματολογικές αφορμές, κοινές και στις δύο αυτές ποιητικές συλλογές όπως είναι η εξασφάλιση του Προσώπου, η διατήρησή του σε πείσμα των ποικίλων, ορατών και αοράτων εχθρών του. Από την άποψη αυτή τα «Υστερόγραφα Γης» είναι εγχειρίδιο αναβαθμισμένου βίου.

 

– Τα κεφάλαια του βιβλίου «Στην απαγορευμένη πόλη» διαβάζονται ως ποίημα. Στα «Υστερόγραφα γης» το τελευταίο κείμενο «Χωρίς ποδήλατο» είναι πεζό. Το τελευταίο κεφάλαιο του ταξιδιωτικού «Η κινούμενη άμμος» είναι προάγγελος ενός νέου βιβλίου… Το ένα είδος εμπεριέχεται στο άλλο, το καινούργιο αναδύεται από το παλιό. Και είναι η αέναη μεταμόρφωση, το ότι παντού είστε εσείς, η βασική ύλη που είναι ίδια… Δηλαδή, «επακόλουθα» μιας «θείας Ύλης»;

– Κάθε τοπίο, κάθε άνθρωπος, κάθε ανθρώπινη σχέση βιώνεται, διαβάζεται, διερμηνεύεται πολλαχώς. Αυτήν την καλειδοσκοπική, πολύ- πρισματική πραγματικότητα ανιχνεύουν, δοκιμάζουν να ανιχνεύσουν τα ομόκεντρα βιβλία μου. Η ποίηση είναι βέβαια ο συνεκτικός κρίκος, ο κατ’ εξοχήν σπόνδυλος.

 

– Ένα ταξίδι είναι ερωτήσεις ή απαντήσεις;

– Ταξιδεύω για να δω. Συνήθως δεν προλαβαίνω να διατυπώσω ούτε καν ερωτήσεις. Αργότερα στο γραφείο μου, αναδιανέμοντας όλο το σχετικό μνημονικό υλικό, προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω το ταξιδιωτικό μήνυμα. Η σημειολογία του ταξιδιού είναι από μια πλευρά η σημειολογία του Γίγνεσθαι.

 

– Ένα βιβλίο;

– Ένα βιβλίο είναι μια πρόταση αλλαγής, ή μια πρόταση συντήρησης. Εμείς οι αναγνώστες θα αποφασίσουμε αν θα σπάσει τον πάγο μέσα μας, για να παραφράσω εδώ τον Κάφκα.

 

– Το ποίημα; Αλήθεια, πως γεννιέται ένα ποίημα, κύριε Βέη;

– Τα δικά μου ποιήματα είναι σε γενικές γραμμές δοσμένα. Δεν πάω εγώ σ’ αυτά, έρχονται αυτά σε μένα. Είναι ασφαλώς μια μυστική διαδικασία. Ανήκει στο χώρο του άρρητου αυτή η παρότρυνση της ψυχής, ό,τι κινεί το χέρι δηλαδή να αρθρώσει, να βάλει σε τάξη το περιρρέον χάος. Η επεξεργασία του ποιήματος είναι άλλη υπόθεση. Είναι η πληρέστερη ανάδειξη της πρωταρχικής εκείνης ουσίας, της πρωτογενούς ποιητικής ύλης, που έρχεται κυριολεκτικά από τον χώρο των απολύτων, των Ιδεών, των κεκοιμημένων που θέλουν να αναβιώσουν, να κυκλοφορήσουν ανάμεσά μας.

 

– Το επίθετό σας στα κινέζικα σημαίνει δύναμη και χαμόγελο. Αλήθεια, πιστεύετε στη δύναμη των ονομάτων, κύριε Βέη;

– Έχω πάντα κοντά μου τον πλατωνικό «Κρατύλο». Την πρώτη δηλαδή απόπειρα στην Ευρώπη να ορισθεί προσφυώς το μαγικό ποιητικό έτυμον, η άλλη δηλαδή ουσία των ονομάτων. Παίζοντας με τα ονόματα οδηγούμεθα ενίοτε στο θείον. Όπως το είναι του ανθρώπου θεμελιώνεται στη γλώσσα (Χάιντεγκερ), έτσι και το όνομα καταυγάζει, αν το θελήσουμε, τη Στιγμή.

 

– Ένα ποίημα είναι η τοξίνη των λέξεων, ο ρυθμός, το νόημά του…

– Ένα ποίημα είναι η ανακεφαλαίωση, η περίληψη του πάθους. Ο τρόπος να ξεπεράσουμε τον τρόμο του όντος που βγήκε από την σπηλιά για να μπει στο κοσμικό Σπήλαιο. Όλα αυτά κάποτε μαζί, κάποτε χωριστά. Εξαρτάται από το συγκεκριμένο ποίημα.

 

– Ένα ποίημα είναι το παρελθόν μας ή το μέλλον μας;

– Είναι καθρέφτης όπου συγκλίνουν χώροι και τόποι. Εννοείται ότι τις περισσότερες φορές ο μαθηματικός χρόνος ακυρώνεται εκ των προτέρων. Συμπέρασμα: το ποίημα είναι η αποκρυστάλλωση, η αναφορά στο διαρκές, στο κατακλυσμικό παρόν.

 

– Θα γράφατε αλλιώς αν δεν είχατε ταξιδέψει, ή είχατε ταξιδέψει λιγότερο, κύριε Βέη;

– Θα έγραφα πάντα. Ίσως να είμαι καλός μόνο γι’ αυτό, για να δανειστώ εδώ και πάλι την ευφυή απάντηση του Μπέκετ.

 

– Υπάρχει έμμονη ιδέα γραφής; Δεδομένου του γεγονότος ότι υποστηρίζεται πως ένα βιβλίο γράφουμε όλη τη ζωή μας, μια μουσική ή έναν πίνακα; Και αν υπάρχει, οι δικές σας εμμονές, ποιες είναι;

– Μια εμμονή, πολυπρόσωπη όμως: να συναγωνιστώ ένα αγαπημένο μουσικό κομμάτι, αναπαράγοντας στο χαρτί την αίσθηση που μου έδωσε η πρώτη περιδιάβασή μου π.χ. στο Πεκίνο, ή όταν αντίκρισα για πρώτη φορά ένα καλά διατηρημένο τμήμα του Μεγάλου Σινικού τείχους.

Γίνεται κάτι τέτοιο; Μπορούμε να γράφουμε… μουσικοζωγραφιστά; Ιδού το ερώτημα- εμμονή!

 

– Ο χρόνος επιμηκύνεται ή συστέλλεται, ταξιδεύοντας;

– Αν όντως ο χρόνος είναι η κινητή εικόνα της αιωνιότητας, όπως μας έμαθε ο Πλάτων (τι ορισμός!), τότε κατ’ αναλογίαν ο ταξιδιωτικός χρόνος είναι η βεντάλια, το κινητό άλμπουμ των εικόνων ενός μικροχρόνου. Δηλαδή, η συστολή και η διαστολή του χρόνου είναι υπόθεση ταξιδιωτικών έξω – αντιλήψεων της συνείδησης. Ό,τι πιο υποκειμενικό γίνεται να αισθανθεί, να βιώσει κανείς.

 

– Γράφοντας; Είναι μια νίκη όσον αφορά τον αντίπαλο- χρόνο η ποίηση;

– Γνωρίζω ότι η ποίηση θα εξακολουθεί να ενεργεί παλίντροπα. Από τη μία θα έλκει και θα την ελκύει ο πόλος του πραγματικού και ό,τι αυτό μπορεί ενδεχομένως να σημαίνει κι από την άλλη θα την διεγείρει το φαντασιακό με όλη τη δυναμική του, με όλη την ισχύ του. Στο αναμφισβήτητο χάος που ανοίγεται καθημερινά μπροστά μας, χάος που υπονοούν, μεταξύ άλλων, και επαπειλούν με αφοπλιστική ειλικρίνεια οι πυρηνικοί εξοπλισμοί, έρχεται η ποίηση αυτών των καιρών να μας βοηθήσει να δούμε με καθαρότερο νου την τάξη στη θέση της αταξίας, τον ρυθμό στη θέση της αναλογίας και της αρρυθμίας, την ειρηνική συνύπαρξη στη θέση της εξόντωσης και του εξανδραποδισμού.

Η ποίησή μου θέλει να γράφεται όχι μόνο μαζί με τον χρόνο, αλλά και δια του χρόνου. Η ποίησή μου θέλει να παραμείνει σύγ- χρονη, με την ευρεία έννοια του όρου.

 

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:

Ο Γιώργος Βέης γεννήθηκε το 1955 στην Αθήνα, όπου σπούδασε Νομικά. Παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα στον τομέα των Διεθνών Σχέσεων του Columbia University της Νέας Υόρκης. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε επτά ευρωπαικές γλώσσες και στα κινεζικά. Από το 1976 ασχολείται με την κριτική της λογοτεχνίας.

Έχει γράψει μεταξύ άλλων:

Ποίηση:
<Φόρμες και άλλα ποιήματα 1970- 1973> Κούρος, 1974 – <Κι άλλη ποίηση>, Κούρος, 1976 – <Όλοι κοιμούνται στο καράβι>, Εγνατία- Τραμ, 1979, Υψιλον, 1983 και 1999 – <Ο δράκος του μεσημεριού>, Ύψιλον, 1983 και 1999 – <Παράφραση της νύχτας>, Ύψιλον, 1989 και 1999 – <Γεωγραφία κινδύνων>, Ύψιλον, 1994 – <Χρυσαλλίδα στον πάγο>, Ύψιλον, 1999 – <Υστερόγραφα Γης>, Ύψιλον, 2004

Ταξιδιωτικά:
<Ασία, Ασία>, Κέδρος 1999 και 2000 (Κρατικό Βραβείο 2000) – <Στην απαγορευμένη πόλη>, Κέδρος 2004

Δοκίμιο:
<Αλέξανδρος Μπάρας. Μια παρουσίαση>, Γαβριηλίδης <εκ νέου>, 2004

Επιστολές:
<Πιο μακριά δεν γίνεται>, Ελληνικά Γράμματα, 2003

Και έχει μεταφράσει:
<Το βιβλίο των Φανταστικών όντων> του Μπόρχες, <Η Κυρία της λίμνης> του Τσάντλερ, <Ποιήματα> του Κίννελ.

 

Υγ. Ξαναδιαβάζοντας τους Ποιητές και παλιές Συνεντεύξεις.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top