Fractal

Γιώργος Λούκος: «Οι νέοι καλλιτέχνες χρειάζονται βοήθεια, σε μία χώρα με πολύ ταλέντο αλλά κανέναν κρατικό θεσμό που να το επιχορηγεί»

Από την Αντιγόνη Καράλη //
Φωτογραφία: Τάκης Σπυρόπουλος //

 

loukos

 

Ο Γιώργος Λούκος δεν είναι μόνο η ψυχή και το πρόσωπο του Φεστιβάλ Αθηνών. Είναι ο άνθρωπος που άλλαξε το τοπίο στα καλοκαιρινά δρώμενα της πόλης, ο καλλιτεχνικός διευθυντής που μας άνοιξε ένα παράθυρο στην Ευρώπη και τον κόσμο. Δέκα χρόνια έχει συμπληρώσει ως επικεφαλής του Φεστιβάλ Αθηνών, ενός Φεστιβάλ σύγχρονου, με ευρωπαϊκό προφίλ επί των ημερών του, με μετακλήσεις, συμπαραγωγές, σχήματα πρώτης γραμμής, που ανθεί ακόμα και στις ημέρες της κρίσης. Γιατί ο Γιώργος Λούκος δεν κατέβασε τον πήχη, σεβόμενος την εμπιστοσύνη του κοινού που έχει αγκαλιάσει το Φεστιβάλ.

 

Πολίτης του κόσμου, ζει στη Λυών, ταξιδεύει κάθε Σαββατοκύριακο στο Παρίσι, τουλάχιστον μία φορά τον μήνα στις Βρυξέλλες και σίγουρα πολλές φορές το χρόνο στην Αμερική. Για τρεις δεκαετίες είναι Διευθυντής των Μπαλέτων της Όπερας της Λυών όπου έχει προσκαλέσει τους μεγαλύτερους χορογράφους της εποχής μας, ενώ από το 1992 διηύθυνε το Φεστιβάλ Χορού στις Κάννες. Χορτάτος με δόξα και τιμές, αναγνωρισμένος στις μητροπόλεις του πολιτισμού, διηγείται με την ίδια φυσικότητα και γλαφυρότητα μια συζήτησή του σε ένα δείπνο με τη Σιλβί Γκιλλέμ αλλά και μία κουβέντα σε ένα φουαγιέ θεάτρου με θεατές του Φεστιβάλ οι οποίοι τον σταματούν και του λένε τις εντυπώσεις τους. Χαρισματικά επικοινωνιακός, με χιούμορ, αυθεντικός, με ευαισθησίες που δεν τις περιμένει κανείς από κάποιον που έχει κατακτήσει τόσα πολλά, ο Γιώργος Λούκος, από την εποχή που ξέσπασε η κρίση στη χώρα μας, δεν πληρώνεται για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, πράξη αρκετά… ηρωϊκή στις μέρες μας. “Δεν είναι ηρωϊκή” απαντά. “Κατανοώ τις δυσκολίες που ζούμε”.

Πάντως, μοιάζει να ξεχνάει τα δύσκολα όταν μιλάει για τις παραστάσεις που ξεκινούν την 1η Ιουνίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με τη Σιλβί Γκιλλέμ να έρχεται στην Αθήνα λίγο πριν κρεμάσει οριστικά τις πουέντ της ή καλλιτέχνες σαν τη Μαγκί Μαρέν, σχήματα όπως της Σαουμπίνε, το “Baxter Theatre Centre” και το “Νέο Θέατρο της Ρίγας”, για τις αναθέσεις που περιμένει να τις δει πραγματοποιημένες, για την ποικιλία των μουσικών εκδηλώσεων, για τις παραγωγές των Επιδαυρίων.

 

Δέκα χρόνια κρατάτε σταθερά το τιμόνι του Φεστιβάλ Αθηνών, ακόμα κι όταν η πραγματικότητα είναι δύσκολη, δυσοίωνη κι αβέβαιη. Κάνοντας έναν γρήγορο απολογισμό, πώς θα αποκωδικοποιούσατε αυτή τη δεκαετία;

Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η “Πειραιώς 260”. Η ατμόσφαιρα του χώρου κι η ενέργεια που εκπέμπει την ανέδειξαν στη νούμερο ένα σκηνή, την οποία προτιμούν κοινό και καλλιτέχνες, Έλληνες και ξένοι. Ιδιαίτερα οι ξένοι μιλούν για “υποδοχή και ενθουσιασμό από τους θεατές που δεν βρίσκουν σε άλλο θέατρο”. Επιπλέον, υπάρχει κινητικότητα, ενδιαφέρον για τις παραστάσεις, ενώ το Φεστιβάλ είναι κάτι που το περιμένουν χιλιάδες Αθηναίοι, όπως μαρτυρά, ευτυχώς και φέτος, η προπώληση των εισιτηρίων: μέσα σε δέκα μέρες υπάρχουν παραστάσεις που έχουν σχεδόν ξεπουλήσει! Γενικότερα, όλα αυτά τα χρόνια έγιναν παραστάσεις στο Τροχόσπιτο (στο Πεδίον του Άρεως και στο Θησείον), παραστάσεις σε μουσεία, ταράτσες κι αυλές, σε χώρους μη συμβατικά θεατρικούς οι οποίες κατέστησαν το Φεστιβάλ ζωντανό πυρήνα, ανοιχτό στην πόλη… Επίσης, πενταπλασιάστηκε ο αριθμός των θεατών (φτάσαμε τους 180.000-200.000), κατέβηκε ο μέσος όρος ηλικίας του κοινού κι απενοχοποιήθηκε ο στιλιστικός του κώδικας: χαίρομαι όταν βλέπω παιδιά να έρχονται στις παραστάσεις μετά από το φροντιστήριο, με τη βερμούδα. Κάποτε στο Ηρώδειο υπήρχε μία πιο αστική ενδυματολογική προσέγγιση….

 

Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή και ποια η πιο ευτυχισμένη στη διεύθυνση του Φεστιβάλ;

Ευτυχισμένες πολλές. Η πιο δύσκολη στιγμή ήταν τότε, πριν από δυόμιση χρόνια όταν δεν ήθελαν να μου ανανεώσουν τη θητεία μου, με αποτέλεσμα να ακυρώσω παραγωγές. Ήταν δύσκολο και για λόγους που δεν καταλάβαινα – επειδή κάποιος σύμβουλος δεν με ήθελε – κινδύνεψαν να τιναχτούν όλα στον αέρα. Επέστρεψα ύστερα από μία συνάντηση με τον τότε υπουργό Πολιτισμού, Κ.Τζαβάρα, ο οποίος υπήρξε ειλικρινής μαζί μου… Η δεύτερη πιο δύσκολη στιγμή είναι φέτος.

 

Γιατί;

Διότι δεν ξέρουμε πόσα χρήματα θα έχουμε και πότε. Δεν έχω εικόνα και έχω αγχωθεί. Οι ελληνικές παραστάσεις έχουν αρχίσει να προετοιμάζονται και οι συντελεστές που ζουν από την τέχνη τους θα πρέπει να πληρωθούν. Άλλες χρονιές, τέτοια εποχή είχαμε ήδη αγοράσει τα αεροπορικά εισιτήρια των ξένων ομάδων, είχαμε κλείσει τα ξενοδοχεία και προχωρούσαμε στις λεπτομέρειες των παραγωγών. Ο υπουργός Πολιτισμού, Νίκος Ξυδάκης, είναι θετικά προσκείμενος αλλά, πραγματικά, μιλάμε για μία εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία.

 

Πόσα είναι τα χρήματα που περιμένετε;

Μας χρωστούν τα έσοδα από τα Καζίνο που είναι 1,5 εκ. ευρώ, για πέντε μήνες (Δεκέμβριος 2014 έως Απρίλιος 2015) τα οποία πρέπει να μπουν στο ταμείο, για να ξεκινήσουμε. Κι ύστερα έχουμε το 1εκ. ευρώ της τακτικής επιχορήγησης το οποίο έχει προγραμματιστεί για τον Ιούλιο. Εάν εισπράξουμε αυτά, μαζί με τα έσοδα από τα εισιτήρια, είμαστε εντάξει.

 

Και οι χορηγίες δεν θα μπορούσαν να βοηθήσουν;

Ίσως είναι κάτι με το οποίο δεν έχουμε ασχοληθεί τόσο συστηματικά όσο θα έπρεπε.

 

Είχε εξαγγελθεί και η στήριξη της Περιφέρειας σε κάποιες από τις παραγωγές…

Βέβαια, υπήρξε ενδιαφέρον. Έχει γίνει η συζήτηση και οι πρώτες κινήσεις. Περιμένουμε να δρομολογηθεί η συμφωνία, να γίνει πράξη.

 

Υπήρξε στιγμή που μετανιώσατε που αναλάβατε την διεύθυνση του Φεστιβάλ;

Όχι. Γιατί, σε προσωπικό επίπεδο, με τη διεύθυνση του Φεστιβάλ Αθηνών άλλαξε η σχέση μου με την Ελλάδα. Αισθάνομαι πολύ περισσότερο Έλληνας. Παλαιότερα δεν ερχόμουν στην Ελλάδα τόσο συχνά. Όχι πως είχα πάψει να την αγαπώ. Αλλά τώρα κατάλαβα πως την αγαπούσα πιο πολύ από όσο νόμιζα.

 

Τι περισσότερο θα θέλατε να είχατε πετύχει ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ μέσα στη δεκαετία;

Περισσότερες συμπαραγωγές με ξένους θιάσους, κάτι που είχε γίνει τα πρώτα χρόνια τη θητείας μου. Αλλά μετά, λόγω της κρίσης, δεν μπορούσαμε να κάνουμε προγραμματισμό εγκαίρως. Επιπροσθέτως, σε ένα πρώτο σχήμα που είχε δημιουργηθεί, άλλαξαν οι διευθυντές των ευρωπαϊκών θεάτρων και δεν συνεχίστηκε η προσπάθεια. Ο οικονομικός παράγοντας είναι, δυστυχώς, καταλυτικός και για τον έγκαιρο προγραμματισμό μετάκλησης μεγάλων ορχηστρών. Στόχος μας παραμένουν οι συνεργασίες με φορείς, κάτι που στο εξωτερικό θεωρείται αυτονόητο αλλά εδώ είναι δύσκολο. Όνειρό μου είναι να ταξιδεύουν οι παραστάσεις μας σε φεστιβάλ κι αρχαία θέατρα της Ελλάδας αλλά και στο εξωτερικό.

 

Είχατε εξαγγείλει κι ένα Φεστιβάλ στο Παρίσι και στο Βερολίνο με ελληνικές παραστάσεις…

Έχουν γίνει κάποια βήματα. Είναι στα υπόψη.

 

Οικονομικά το Φεστιβάλ είναι στενάχωρο. Τι είναι αυτό που σας κάνει να μη χάνετε το κουράγιο σας;

Η πίστη του κοινού και η συμπεριφορά των Ελλήνων καλλιτεχνών. Φυσικά και οι νέοι καλλιτέχνες που χρειάζονται βοήθεια, σε μία χώρα με πολύ ταλέντο αλλά κανέναν κρατικό θεσμό που να το επιχορηγεί.

 

Χωρίς χρήματα πώς μπορείτε να οραματίζεστε παραγωγές, να σχεδιάζετε προγραμματισμό, να βλέπετε μπροστά;

Όταν είσαι τρελός, μπορείς! Όταν δεν υπάρχουν καθόλου χρήματα, τότε σταματάς. Δε νομίζω ότι θα φτάσουμε σε αυτή την κατάσταση, αν και η περίοδος που διανύουμε είναι εξαιρετικά δύσκολη… Είμαι φύσει αισιόδοξος. Μολονότι εκνευρίστηκα με τα ρουσφέτια κι όλα αυτά που γίνονται στην Ελλάδα, πιστεύω ότι στο βάθος υπάρχει κάτι σωστό. Κάπου πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Στη νέα γενιά υπάρχει καλύτερη και δικαιότερη αντιμετώπιση των πραγμάτων.

 

Το γεγονός ότι δε μένετε σε μόνιμη βάση στην Ελλάδα θα πρέπει να είναι κουραστικό για σας. Έπαιξε, ωστόσο, θετικό ρόλο σε κάτι;

Ίσως εάν ζούσα αποκλειστικά εδώ να είχα υποστεί πιο έντονα πολιτικές πιέσεις τις οποίες δεν υπέστην γιατί δε ζω εδώ. Στην αρχή είδα πώς λειτουργεί το σύστημα. Ο καθένας θέλει να πλασάρει το δικό του. Η Ελλάδα είναι η χώρα του ρουσφετιστάν. Μακάρι να αλλάξουν τα πράγματα. Εγώ, πάντως, δεν σκέφτομαι έτσι. Τώρα, πλέον, οι πιο πολλοί το γνωρίζουν. Ίσως εάν έμενα εδώ να ήταν διαφορετικά τα πράγματα, αλλά κι εγώ να ήμουν διαφορετικός. Να μην μπορούσα να αρνηθώ τις πιέσεις και το αλισβερίσι.

 

Κατά την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού υπήρξε έντονη η σκέψη για τη μετακόμιση του ΥΠ.ΠΟ. στην Πειραιώς 260. Σε ποια φάση βρίσκεται το σχέδιο αυτό σήμερα;

Έχει παγώσει η μετακόμιση. Ευτυχώς, γιατί επρόκειτο για πολύ κακή ιδέα: να μετατρέψουμε έναν ζωντανό χώρο πολιτισμού σε γραφεία.

 

Τι αισθήματα σας γεννιούνται βαδίζοντας, π.χ. στην Αθήνα ή ταξιδεύοντας στην Ελλάδα;

Αισθάνομαι πολύ ωραία εδώ. Η Αθήνα έχει κάτι το μοναδικό. Και όταν περπατάω ανακαλύπτω συνεχώς καινούργια πράγματα. Πρόσφατα έκανα μία βόλτα στην Πλάκα κι αισθάνθηκα συγκινημένος. Επειδή εργάζομαι συνέχεια, δεν προλαβαίνω να πάω διακοπές. Δεν παραπονιέμαι. Απλώς διαπιστώνω ότι υπάρχουν πολλά μέρη της Ελλάδας που θα ήθελα να γνωρίσω. Επιθυμώ να επισκεφτώ κάποιο νησί. Ακούω διάφορα ωραία πράγματα για τα νησιά από ξένους που έρχονται εδώ για διακοπές… Πέρυσι, ύστερα από επίμονη πρόσκληση του Τόμας Οστερμάγιερ (διευθυντή της βερολινέζικης Σαουμπίνε) πήγα τρεις μέρες στην Καρδαμύλη. Τρελάθηκα!… Αλλά και όταν με ξενάγησε ο πρόεδρος του “Διαζώματος”, Σταύρος Μπένος, στα αρχαία θέατρα της Νικόπολης, της Κασσιόπης, της Δωδώνης, τις Οινιάδες, μαγεύτηκα! Δεν έχουμε δυνατή στρατηγική για να αξιοποιήσουμε μία χώρα σπάνιας ομορφιάς, όπως είναι η Ελλάδα. Κάτι δεν κάνουμε καλά. Όταν σκέφτομαι ότι η Γαλλία έχει 80 εκ. τουρίστες κι εμείς μόλις 16 εκ….!

 

Είστε πολίτης του κόσμου. Πού αισθάνεστε περισσότερο σα στο σπίτι σας;

Αν και λείπω τόσα χρόνια, την Ελλάδα την αισθάνομαι πολύ “σπίτι” μου. Αλλά και στην Αμερική, όπου είχα ζήσει παλιά και ταξίδεψα πριν έλθω εδώ, μου φάνηκε παράξενο το πόσο οικεία αισθάνομαι.

 

Σκέφτεστε να μετακομίσετε οριστικά στην Ελλάδα;

Το σκέφτομαι συνέχεια. Κι όλο μου αρέσει περισσότερο η ιδέα, μολονότι η κρίση μεγαλώνει κι είναι όλα πιο δύσκολα. Μου αρέσει πολύ η ζωή στην Ελλάδα.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top