Fractal

Γιώργος Γιαννόπουλος: «Στο ποιητικό διάβημα αναδεικνύεται το αίτημα της αγάπης, δηλαδή η δωρεά αυτού που δεν έχει, η δωρεά της επιθυμίας»

Συνέντευξη στην συγγραφέα Πέρσα Κουμούτση //
Φωτογραφίες: Sonya Elcano //

 

eneken

 

«Το ΕΝΕΚΕΝ, μπορούμε να πούμε, προσπάθησε να είναι ένα συλλογικό «ημερολόγιο καταστρώματος» ή ένα συλλογικό μυθιστόρημα όπου εγγράφεται και εγγράφει την εποχή του που κρίνει και κρίνεται ουσιαστικά». Με αφορμή τα 20 χρόνια του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ, ο Γιώργος Γιαννόπουλος μιλά στο fractal για τα πάντα: το περιοδικό και την ποίηση, τον χρόνο, τον θάνατο, την Ιστορία, το διαδίκτυο και το ανθρώπινο δράμα. Και βέβαια πάνω απ’ όλα για την Ποίηση, γιατί «Η ποίηση εστιάζει στο βαθύτερο νόημα στο πλέγμα του λόγου, στην τραγικότητα της αλυσίδας των σημαινόντων».

 

-Πολυσχιδής προσωπικότητα, πολυδιάστατη, με πολλαπλές «ταυτότητες»: του εκδότη, του δημοσιογράφου, του μεταφραστή, του ποιητή, του πεζογράφου. Ποια από τις ταυτότητες υπερτερεί; Κύριε Γιαννόπουλε, με ποια ταυτίζεστε περισσότερο;

Επισημαίνετε μια πορεία. Θα έλεγα ότι πρόκειται για σχέσεις καθοριστικές που ανταποκρίνονται, αν και αυτό μπορεί να ακουστεί σχηματικό, στην επιθυμία –μια «παλιά» έγνοια και αγωνία– η σκέψη και ο τρόπος μας να προσανατολίζονται από το ειδικό στο γενικό, από το αποσπασματικό στο εν δυνάμει, στο άνοιγμα στην πολυπλοκότητα του κόσμου, στη συγκρότηση του νοήματος. Όλες αυτές οι δραστηριότητες συγκροτούν δράσεις στην κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα. Για να θυμηθούμε τους δασκάλους επιχειρούν σε ένα σύμπλεγμα «συγκοινωνούντων δοχείων».

 

-Ζήσατε σε τρεις διαφορετικούς τόπους, πριν εγκατασταθείτε μόνιμα στην Ελλάδα. Σε ποιο βαθμό επέδρασε η πολυπολιτισμική σας ταυτότητα κυρίως στη λογοτεχνική σας διαδρομή;

Σαφώς οι εμπειρίες αυτές διαμόρφωσαν και επηρέασαν τη σκέψη μου και οπωσδήποτε το «λογοτεχνικό» μου τραύλισμα. Το σημαντικότερο, πέρα από την επαφή, την επικοινωνία και τη ζύμωση με πνευματικά και κοινωνικά ρεύματα, θα έλεγα ότι ήταν ακριβώς αυτό το άνοιγμα, κυρίως μέσα από τη γλωσσική εμπειρία, στην πιο ουσιαστική της έκφανση που είναι η κοινωνική συμμετοχή, με τους προβληματισμούς και τις θεωρητικές της αναζητήσεις σε ένα διεθνές περιβάλλον. Σε ένα περιβάλλον που διατηρούσε ζωντανή και επίκαιρη την εμπειρία της πρωτοπορίας, σε μια συγκυρία δραματική η οποία ξεδίπλωνε τις επικείμενες αλλαγές, τις πτώσεις και την «μεγάλη παγωνιά» που ακολούθησε.

 

-Διαδρομή είναι ο τίτλος της πρώτης σας ποιητικής συλλογής. Κυκλοφόρησε το 2000. Το θέρος των βροτών είναι η δεύτερη, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε η νέα με τίτλο Λόγια Θανάτου και Αγάπης. Τι πραγματεύονται; Υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς μεταξύ τους; Για παράδειγμα στην ποιητική σας συλλογή Το θέρος των βροτών ο θάνατος μνημονεύεται πολλές φορές, ενώ η υπαρξιακή μοναξιά διαφαίνεται έντονα τους στίχους. Ο θάνατος υπάρχει και στον τίτλο της τελευταίας σας δουλειά. Τι ρόλο παίζουν αυτές οι δυο έννοιες στην ποίησή σας;

Τα δεκαπέντε χρόνια που μεσολαβούν από τη Διαδρομή έως το πρόσφατο Λόγια θανάτου και αγάπης είναι ένα σημαντικό διάστημα. Ουσιαστικό για την επεξεργασία και τον μόχθο που απαιτεί το ποιητικό διάβημα και σημαντικό γιατί η εμπειρία αποτιμάται και προσμετράται με τους όρους της ύπαρξης. Στη Διαδρομή επιχειρείται η συγκρότηση της ποιητικής έκφρασης στις εκδοχές του συμφωνικού ποιήματος, παραπομπές σε στον τρόπο του Ottorino Respihgi ή στην επεξεργασία του ποιητικού στοιχείου της ιστορίας όπως στο έργο του Σοστακόβιτς. Στο Θέρος των βροτών ο ποιητικός λόγος διερευνά τις φόρμες που έχουν διατυπωθεί στη ζωγραφική των φλαμανδών δασκάλων, στην διάρθρωση της προοπτικής, στην ποίηση του Auden, στις στάχτες του Έλλιοτ… Στην συλλογή Λόγια Θανάτου και αγάπης ανακαλείται το θραύσμα και ο ρυθμός της τραγωδίας, ανασύρεται η προβληματική της και δοκιμάζονται τα όρια του λόγου.

Οι αναφορές στη συνθήκη του θανάτου εκπορεύονται από τη θέση ότι το υποκείμενο συγκροτείται στην απώλεια, το υποκείμενο δηλαδή είναι υποκείμενο του λόγου, που συναρμόζει η επιθυμία και ο θάνατος. Έτσι η γλώσσα, η γλώσσα της ποίησης ή της λογοτεχνίας γενικότερα, που παραπέμπει στο πραγματικό του σώματος, στη ζωτική ενσάρκωση του υποκειμένου, διερευνάται στα όρια της ανθρώπινης συνθήκης, αυτό το είναι-προς-τον θάνατο, στη θεμελιώδη του διάσταση που είναι το τραύμα δηλαδή η ιστορία, η ταξική συνείδηση. Για να το διατυπώσουμε αναφορικά και με το ερώτημά σας: η ποίηση συνιστά μια εν δυνάμει πράξη φροντίδας, πράξη αγάπης αφού κάθε φορά που μας αποκαλύπτεται το «μηδέν», το «κενό» της επιθυμίας, κάθε φορά που λύνονται οι «δεσμοί και οι φαντασιώσεις» στη ζωτική τους σφαλερότητας, κάθε φορά που μας υπενθυμίζεται «το μηδέν κάθε καταγωγής», στο ποιητικό διάβημα αναδεικνύεται το αίτημα της αγάπης, δηλαδή η δωρεά αυτού που δεν έχει, η δωρεά της επιθυμίας του και του λόγου ενός υποκειμένου που δημιουργεί από αυτό που εκλείπει, από τη δίνη της απώλειας, η σπουδή και το βάθος του κοινωνικού. Η ποίηση εστιάζει στο βαθύτερο νόημα στο πλέγμα του λόγου, στην τραγικότητα της αλυσίδας των σημαινόντων.

 

-Δημιουργώντας ένα ποιητικό σύμπαν διευρύνονται τα όρια της ψυχικής και της ιστορικής εμπειρίας, είναι επίσης κι ένας τρόπος να χειριζόμαστε τη θλίψη μας για το αναπότρεπτο τέλος;

O θάνατος είναι η εκτός λόγου συνθήκη, ο εκτός συμβολισμού όρος. Η πορεία προς τον θάνατο είναι μια πορεία φρίκης, αποστροφής και ευδαιμονίας που ισοσταθμίζει η άγνοια. Επειδή ο θάνατος είναι πάντα μια υπόθεση του άλλου, κάθε σύστημα εγγράφει τον τρόμο και τη φρίκη στο πεδίο μιας ιδιαίτερης δοσοληψίας. Αυτό δηλώνεται για παράδειγμα στο πολιτιστικό φαινόμενο που είναι κατά βάση ταφική εμπειρία ή στις θρησκείες της ενοχής που καταλαμβάνουν το χώρο του κοινωνικού ή στη συνείδηση της συλλογικότητας που καλλιεργεί η θέα του πτώματος, φαινόμενα που συγκροτούν εκδοχές του περί θανάτου λόγου. Ίσως εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε το κατά πόσο η γνωστή ρήση ότι «η Τέχνη κι η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε: η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε να πεθάνουμε» – που διατυπώθηκε βέβαια σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο- περιγράφει την σύγχρονη ποιητική πραγματικότητα. Σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι η ποιητική έκφραση, ακριβώς επειδή θέλει να απαλύνει την φρίκη, την αγωνία ή τη «θλίψη» για το αναπότρεπτο τέλος, διολισθαίνει από τη μια σε μια συναλλαγή που σαφώς έχει και θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Πρόκειται ας πούμε για μια διαπραγμάτευση με την εξουσία, μια εκχώρηση καταφυγής- κι από την άλλη, κι αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά συνολικά την τέχνη- η συνδιαλλαγή αυτή υλοποιείται στην επικράτεια του εμπορεύματος: η εμμονή και η ζωτική ανάγκη του συστήματος για «εξανθρωπισμό» επιβάλλει στις συνειδήσεις την καμπύλωση της οπτικής έτσι ώστε η συγκυρία να εμφανίζεται ως συνθήκη, δηλαδή οι εμπορευματικές σχέσεις σαν εκτός ιστορίας, σαν ανθρωπολογική συνθήκη. Στην κοινωνική πραγματικότητα που συνθλίβεται κάτω από τον όρο της αγοράς πολλοί προτείνουν το βίωμα, δηλαδή το τραύμα, ως μέσο συνδιαλλαγής, το οποίο με το περιτύλιγμα της «ταυτότητας» έρχεται ως απάντηση στην προστακτική του λόγου του εμπορεύματος. Έρχονται στην αγορά με την ψευδαίσθηση του ιδιοκτήτη του τραύματός τους, με την αυταπάτη της μοναδικότητας του ψυχικού, ενώ το σώμα είναι η έκφραση, το υποκειμενικό αποτύπωμα της ιστορίας. Ας πούμε λοιπόν ότι η ποίηση δεν έχει ούτε έλεος ούτε παρηγοριά, αφού για να διέλθει στην εκτός λόγου συνθήκη αυτό το «θαυμαστό δημιούργημα», που είναι το ανθρώπινο σώμα πρέπει να του ασκηθεί βία τρομακτική. Η βία ακόμη και στην πιο ιδιωτική της εκδοχή αυτή της εντροπίας αποτελεί ουσιαστικά κοινωνική συνθήκη αφού η πρόσληψή της γίνεται δια του λόγου, και αυτή η εμπειρία συγκροτεί τον χρόνο της ιστορίας. Μια βία που αρχικά γίνεται αντιληπτή από το υποκείμενο στο «βλέμμα του αμνού», την ανάπτυξη του μαρτυρίου, για να θυμηθούμε τον W. H. Auden, και προς στο τέλος ή όταν ο άνθρωπος οικοδομεί τη γνώση, στο βλέμμα του θανάτου στον άλλο. Η ποίηση λοιπόν δεν μπορεί να λειτουργεί ως παραμυθία αλλά δια του λόγου, καταδεικνύοντας τα όρια του υποκειμένου, να δηλώνει την τραχειά επικράτεια της επιθυμίας και τον σημαντικό χαρακτήρα της σπουδής, του έργου.

 

-Ο ψυχαναλυτής, Γ. Βαϊτσαράς, στο ανέκδοτο κείμενό του, λέει για την ποίηση σας. «Η ποίηση του Γιώργου Γιαννόπουλου με συγκινεί, με γοητεύει. Είναι ποίηση που αφουγκράζεται τον άνθρωπο και την Ιστορία». Θα θέλατε να μας σχολιάσετε την άποψή του;

Η ιστορία είναι το σώμα μας, η ψυχοβιολογική μας υπόσταση είναι η διάρθρωση του ιστορικού φαινομένου, ο χρόνος, η συνθήκη και ο ορίζοντας της κοινωνικής πραγματικότητας. Αν στην συνήχηση της ψυχικής δομής «αυτό μιλάει» αφουγκραστούμε την προστακτική του εμπορεύματος, κατά πόσο δηλαδή οι πραγμοποιημένες σχέσεις άδουν την επιτάχυνση του κύκλου Χ-Ε-Χ, τότε μπορούμε να αντιληφθούμε τη σύγχρονη διάταξη του πολιτικού στον ψυχισμό των υποκειμένων. Για παράδειγμα όλη η περίοδος από τα τέλη του 20ού έως τις αρχές του 21ου αιώνα χαρακτηρίζεται από αυτή την ειδική αναδίπλωση της εμπλοκής του υποκειμένου στη διάχυση και την αναδιάταξη της αντίληψης για τον χρόνο. Μια επέκταση ποσοτικών και μετρήσιμων χαρακτηριστικών που με τις πολιτικές της ρευστότητας και της α-συνέχειας επιδιώκει να ακυρώνει τον σπασμό, το συμβάν, το σπάραγμα, το εξαίφνης και να το εξαφανίζει με την ταχυδακτυλουργία της πρόσβασης στη θέαση του ωκεανού της πληροφορίας, στο αστραφτερό της ετικέτας. Σαν τα σπλάχνα του εμπορεύματος να θέλουν να μας θαμπώσουν με την στιλπνάδα ενός φανταχτερού ακόρεστου που καλλιεργεί την αίσθηση μιας διαρκούς ταπείνωσης, ενός ασφυκτικού βασανιστηρίου. Αν η θέση μιας «γοητείας» έχει νόημα δεν πρόκειται βέβαια για τη σαγήνη που τρέφεται από την ευδαιμονία της άγνοιας ούτε βέβαια από τον λόγο το εμπορεύματος. Ο ποιητικός λόγος ως η επενέργεια της νόησης στην εκδήλωση του ψυχικού, στην αυθεντική του έκφραση είναι ένα πεδίο ενάσκησης της ελευθερίας δηλαδή της γόνιμης, απαλλαγμένης από τα φτιασίδια της εξουσίας, όσο και σπαρακτικής συμπλοκής του υποκειμένου με τη μοίρα του που είναι η ιστορική συνθήκη.

 

eneken2

 

-Ποια είναι εκείνα τα θεμελιώδη στοιχεία που θα πρέπει να διέπουν μια ποιητική δημιουργία προκειμένου να προσελκύσει τον αναγνώστη; Σας ρωτώ, γιατί βλέπουμε τον τελευταίο καιρό, και παρά την οξύτατη οικονομική κρίση, αμέτρητες συλλογές να εκδίδονται σχεδόν καθημερινά. Πολλές από τις οποίες είναι μέτριες ή εντελώς αδιάφορες.

Η μηχανική αναπαραγωγή του έργου τέχνης θέτει το ερώτημα του αυθεντικού, δηλαδή της διάλυσης του νοήματος, της εμφιάλωσης της αύρας του σπαράγματος. Αυτό είναι προφανές ας πούμε στη σύγχρονη εκδοτική λογοτεχνική δραστηριότητα. Ποίηση και αυθεντική λογοτεχνία δεν είναι βέβαια να εκδίδεις ποιητικές συλλογές, να συμμετέχεις σε παρουσιάσεις βιβλίων που εγκωμιάζουν, να ταυτοποιείσαι μέσα από κατηγοριοποιήσεις: «νέοι ποιητές», «ερωτική ποίηση», «γυναικεία ποίηση», «ποιητικές βραδιές», «γυμνή ποίηση» (sic), το λεγόμενο «ιστορικό» μυθιστόρημα κλπ., ούτε βέβαια οι αναρτήσεις στους ηλεκτρονικούς ιστοτόπους που συνοδεύουν κακόγουστες διαφημιστικές εικόνες, ούτε η πρακτική των εκδοτικών οίκων να γεμίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων με λογοτεχνικές ευτέλειες… ο συνδυασμός πώλησης οινοπνευματωδών συνοδεία μουσικών σχημάτων, οι «ημέρες» (sic) διεθνείς και εγχώριες ποίησης… όπου η δημοσιότητα και η επιθυμία προβολής λειτουργεί όπως το αίμα για τα σελαχίμορφα… Έχει ωστόσο, και σωστά, επισημανθεί η αντίφαση στο φαινόμενο. Αυτή η αντικειμενική δυνατότητα πρόσβασης στο έργο δημιουργεί τους όρους για την καλλιέργεια μιας συνείδησης που μπορεί να προσδώσει νόημα και περιεχόμενο. Η πρόκληση κατά τη γνώμη είναι να αντιστραφεί ο κατά βάση μη δημοκρατικός χαρακτήρας του ηλεκτρονικού μέσου, να καταδειχθούν οι επιφάσεις του για να αποκαλυφθεί ο ριζοσπαστικός χαρακτήρας της εργασίας, ως η ουσία των ανθρώπινων σχέσεων, και βέβαια μια από τις πιο συναρπαστικές της εκφάνσεις που είναι η ποίηση, το ίδιο το λογοτεχνικό έργο. Αυτή είναι η πρόκληση κάθε εποχής. Τα να γίνεται αντιληπτό είναι βέβαια μια αργόσυρτη και επίπονη διαδικασία. Η επιτάχυνση του ιστορικού χρόνου ωστόσο θέτει με τρόπο έντονο και σπαρακτικό την τραγικότητα των διλημμάτων, την κρισιμότητα των αποφάσεων. Επομένως η κρίση πρέπει, και το αίτημα έχει ζωτικό χαρακτήρα, να μετατραπεί σε κρίση του αυθεντικού. Αυτό ισχύει πρωτίστως και καίρια στο πεδίο του λόγου όπου η ποιητική έκφραση έχει καθοριστική σημασία. Οι πολλές συλλογές που εκδίδονται σήμερα, και σας μιλώ και με την εμπειρία του εκδότη, έχουν ως συνοδευτικό την απουσία αναγνωστών. Δηλαδή σήμερα έχουμε το παράδοξο να τυπώνονται περισσότερα βιβλία από όσα διαβάζονται. Αυτό συμβαίνει βέβαια γιατί η ανάγνωση είναι ουσιαστικά κοινωνική εμπειρία και η συγκυρία ωθεί στη συντριβή του κοινωνικού και στη διασπορά της επισφάλειας. Από την άλλη πολλά από τα πονήματα αυτά δεν συγκινούν. Είτε γιατί πολλοί απο τους «παλιούς», εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, έχουν φθαρεί στη συναλλαγή τους με την εξουσία -κάθε μορφή εξουσίας- και ο λόγος τους δεν πείθει για την ειλικρίνειά του, -η αθωότητα του ποιητικού λόγου δεν είναι θέμα λογοτεχνίας αλλά ζήτημα ζωής και θανάτου- είτε γιατί οι νέοι εμφανίζονται ήδη «προσαρμοσμένοι» και έτοιμοι από καιρό για την πραγματικότητα, δηλαδή αναζητούν ταυτότητα και θέση σε μια κοινωνία που σπαράσσεται από την καταστροφή του νοήματος, σημαντική έκφραση της οποίας είναι το φαινόμενο της ανεργίας. Στα πονήματά τους είναι έκδηλη η απουσία συγκίνησης, ο ανθρωπισμός, αφού το τραύμα στριμώχνεται για να αναγνωριστεί ως ταυτότητα σε ένα τοπίο όπου η απουσία της γλώσσας δίνει τον τόνο. Επιπλέον η απουσία μιας συνολικής, μιας σφαιρικής θεώρησης της ποιητικής πράξης, δείχνει ότι η πρόσληψη της ποίησης γίνεται μέσα από τα ειδικά χαρακτηριστικά της περιόδου, δηλαδή σε συνθήκες αναπαραγωγής της συγκυρίας. Το ζήτημα βέβαια είναι συνολικότερο και η κρισιμότητά του είναι στοιχείο καθοριστικό.

 

-Κατά την άποψη των σύγχρονων κριτικών λογοτεχνίας, η ποίηση αποτελεί έναν από τους στυλοβάτες της λογοτεχνικής παραγωγής στην Ελλάδα. Συμφωνείτε; Τι έχει να ζηλέψει η πεζογραφία από την ποίηση, κατά τη γνώμη σας, και vice versa;

Ας θέσουμε το ερώτημα στην ιστορική του προοπτική. Ποιοι όροι ευνοούν την παραγωγή λογοτεχνικού έργου; Ποιες συνθήκες καλλιέργησαν την τραγωδία, την αναγεννησιακή ποίηση, το σαιξπηρικό θέατρο, το γαλλικό μυθιστόρημα, τη ρωσική πρωτοπορία, τους υπερρεαλιστές κλπ.; Έχει νόημα να γράφει κανείς στην ελληνική; Νόημα ουσιαστικό με την έννοια της συμβολής. Ποια η σχέση του κριτικού λόγου, δηλαδή της φιλοσοφικής σκέψης, με την λογοτεχνία, ποίηση ή πεζό; Διατυπώνεται σήμερα στην ελληνική γλώσσα αυθεντική φιλοσοφική σκέψη; Σε μια χώρα με συγκεκριμένη θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας είναι δυνατή η καλλιέργεια μιας αυθεντικής σκέψης κι αν ναι υπό ποιους όρους; Είναι τυχαίο που σημαντικοί έλληνες διανοητές είτε στο πεδίο της λογοτεχνίας είτε της κριτικής σκέψης δεν ήταν «Έλληνες»; Ας αναφέρουμε ενδεικτικά τον Σολωμό, τον Κάλβο, τον Ροίδη, τον Καβάφη, τον Εμπειρίκο, τον Νικόλα Κάλλα, τον Τσίρκα, τον Χατζή, τον Αξελό, τον Παναγιώτη Κονδύλη ή τον Παντελή Πουλιόπουλο για να έχουμε μια αντίληψη του φαινομένου. Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα ισχύει ο νόμος της ανισομερούς και συνδυασμένης ανάπτυξης και η συνακόλουθη εμφάνιση πολιτικών ή καλλιτεχνικών πρωτοποριών, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, κι αν ναι πως αυτό εκφράζεται στη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή στη σχέση ποίησης-πεζογραφίας ή μυθιστορηματικού λόγου ή μήπως η επικράτηση της αγοράς έχει επιβάλλει την ομοιομορφία της κατανάλωσης; Μπορεί στη σύγχρονη ελληνική γλώσσα να υπάρξει αυθεντική λογοτεχνική έκφραση; Ουσιαστικά λοιπόν μιλάμε για τη μεταφορά, δηλαδή για την μετάφραση. Με ποιους όρους γίνεται αυτή σήμερα; Ιστορικά η ελληνική γλώσσα σε διάστημα εκατό ετών έχασε τουλάχιστον άλλες τέσσερεις γλώσσες με τις οποίες διατηρούσε σημαντική αναφορά. Πώς επέδρασε αυτό στη σύγχρονη ποίηση ή στην πεζογραφία; Ποια σχέση διατηρούν σήμερα οι ποιητές ή οι πεζογράφοι με τους άλλους λόγους; Ποιο είναι το ειδικό στη ανάδυση της «εθνικής ταυτότητας»; Όταν αναφερόμαστε σε σχέσεις πρέπει να έχουμε κατά νου τη δυναμική του Σολωμού, του Ροΐδη, του Παπαδιαμάντη, του Πουλιόπουλου, του Εμπειρίκου, του Ξενάκη, του Νάνου Βαλαωρίτη ή του Δημήτρη Δημητριάδη για παράδειγμα. Πως γίνεται η απόπειρα μετάφρασης του Προυστ ή της Βιρτζίνια ας πούμε στο μεσοπόλεμο από την λεγόμενη «Σχολή της Θεσσαλονίκης»; Πως μεταφράζει τον Χάμσουν ο Σκαρίμπας, πως μεταφράζεται ο Σάχερ Φον Μαζώχ, τι σημαίνει η διγλωσσία του Σαραντάρη, πως επηρεάζεται ο Νίκος Μπακόλας από τον Φιτζέραλντ και τον Φώκνερ και γιατί ο Ζάννας ολοκληρώνει τη μετάφραση του Προυστ σε μια φυλακή; Πώς μεταφράζει ο Σεφέρης τον Έλλιοτ και πως διαβάζει ο Ελύτης τον Ελυάρ ή τον Ζαν Ζενέ; Πως μεταφράζει ο Αλέξης Τραϊανός τους αμερικανούς ποιητές ή ο Γιάννης Λιβαδάς τον Κέρουακ; Πως έχει μεταφραστεί το φροϊδικό corpus στην ελληνική, πώς μεταφράζει ο Γιάννης Σταυρακάκης τον Λακάν, πώς μεταφράστηκε το χεγκελιανό έργο; Mε ποιο τρόπο συνδιαλέγονται οι σύγχρονοι ποιητές ή πεζογράφοι με άλλους δημιουργούς σε άλλες γλώσσες; Ποιες είναι οι διακειμενικές αναφορές όχι ως μίμηση ύφους αλλά ως ουσιαστική κατανόηση του γλωσσικού ιδιώματος, ως διατύπωση του τραγικού στο έργο τους; Αυτή η φαινομενική διάσταση που υπάρχει στη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή μεταξύ ποιητικού και πεζολογικού λόγου δηλώνει μια γόνιμη αντίφαση ή μια καθήλωση σε μια αρρυθμία όπου η λύση της πρέπει να αναμένεται από αλλού; Πως αναγνωρίστηκε η ποίηση των Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσου και γιατί; Υπάρχουν διαφορές και ποιες με την σημερινή συγκυρία; Σε ποια βάση αναπτύχθηκε η πεζογραφία ή το μυθιστόρημα και ποια συζήτηση έγινε ή γίνεται για τα είδη αυτά, εννοώ ουσιαστική συζήτηση όπως για παράδειγμα ο διάλογος Φλωμπέρ-Saint-Beauve για το ιστορικό μυθιστόρημα ή η απάντηση του Προυστ ή των ρώσων φορμαλιστών; Πως συζητήθηκε η αισθητική του Κούντερα ή οι θέσεις του Λούκατς για το ιστορικό μυθιστόρημα; Ποιες είναι οι αναφορές στην Αθλιότητα των Ποιητών, έργο σημαντικό για τον τρόπο τις αξίες της ποίησης;

 

-Φέτος συμπληρώνονται 20 χρόνια ΕΝΕΚΕΝ. Αν σας ζητούσα να αποτιμήσετε το σύγχρονο λογοτεχνικό τοπίο στην Ελλάδα, σε σχέση με εκείνο πριν από 20 χρόνια, τι θα μας απαντούσατε; Η λογοτεχνική παραγωγή των τελευταίων ετών σας ικανοποιεί; Τι έχετε να παρατηρήσετε;

Το ΕΝΕΚΕΝ είναι ένα συλλογικό εγχείρημα που στηρίζουν φίλοι και συνεργάτες και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στην πορεία του το περιοδικό δοκιμάστηκε σε κάποιες συγκεκριμένες παρεμβάσεις: α) έθεσε την προβληματική της εμφάνισης του νεοφασιστικού κινδύνου σε συνδυσμό με την κρίση του συστήματος και ασχολήθηκε με τις ιδεολογικές και πολιτικές εκδοχές του εθνολαϊκισμού β) στράφηκε στον πυρήνα της κρίσης στη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία που είναι η εμπειρία του Ολοκαυτώματος και διερεύνησε την πρόσφυση της ελληνικής λογοτεχνίας στη νεωτερικότητα αναφορικά με την ιστορική εμπειρία ενώ συζήτησε το ζήτημα της καταστροφής του νοήματος ως κεντρική πολιτική επιλογή του συστήματος γ) στόχευσε συνειδητά στην ανάδειξη του κριτικού λόγου με αναφορές στην φιλοσοφική σκέψη, στον ψυχαναλυτικό λόγο, στο πολιτικό δοκίμιο, στην αυθεντική λογοτεχνική έκφραση και τέλος με τις διεθνείς συνεργασίες που φιλοξενεί συνδιαλέγεται άμεσα με τα σύγχρονα ρεύματα. To εγχείρημα καταδεικνύει σε ένα βαθμό τις δυνατότητες που υπάρχουν στην ελληνική γλώσσα αν θεωρήσουμε ότι η ύπαρξη μιας ανεξάρτητης έκδοσης αποτελεί στοιχείο της κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό νομίζω που έχει ενδιαφέρον και ήταν και η «ιδιοτυπία» του ΕΝΕΚΕΝ είναι το γεγονός ότι προσπάθησε να αναδείξει και να φωτίσει τα συναρμόζοντα πεδία της λογοτεχνίας δηλαδή την κριτική σκέψη, τον φιλοσοφικό λόγο, την ψυχαναλυτική προσέγγιση κλπ. Να δει δηλαδή το λογοτεχνικό φαινόμενο σφαιρικά και συνολικά, γι’ αυτό και ο υπότιτλος «επιθεώρηση πολιτισμού». Το εγχείρημα αυτό που συνολικά καλύπτει ένα διάστημα είκοσι ετών, με τις ιδιομορφίες και τις αντιφάσεις του, αποτελεί στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, ένα σκαρίφημα για τις εξελίξεις και τις όποιες αλλαγές και στο χώρο της λογοτεχνίας. Νομίζω πως αν προσεγγίσουμε το φαινόμενο συνολικά και από τις συνδηλώσεις του μπορούμε να αντλήσουμε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα.
-Το περιοδικό «Ένεκεν», το οποίο διευθύνετε, επιχειρεί να συμβάλει στη διαμόρφωση του λογοτεχνικού μας γίγνεσθαι. Είναι μάλιστα από τα λίγα έντυπα περιοδικά που απέμειναν, αλλά που, ωστόσο, όχι μόνο αντιστέκεται στις «προκλήσεις» των καιρών (ίντερνετ, διαδικτυακοί ιστότοποι), αλλά τολμώ να πω ότι διατηρεί την απήχηση του, ίσως και την πρωτιά στο χώρο της κριτικογραφίας. Ποιο είναι το μυστικό αυτής της επιτυχίας;

Oι σκέψεις αυτές διατυπώνονται σε μια περίοδο καταστροφής αξιών. Αυτό εμπλέκει το σύνολο της κοινωνίας και βέβαια τον πολιτισμό. Στο ΕΝΕΚΕΝ προσπαθήσαμε το δύσκολο εγχείρημα της ανεξαρτησίας. Σε μια πραγματικότητα όπου κυριαρχούν οι σχέσεις έντασης κατανοεί κανείς πόσο το όλο εγχείρημα παραπέμπει συχνά σε ακροβασία σε τεντωμένο σκοινί. Αυτό βέβαια που είναι η αδυναμία των «μικρών» είναι ίσως και η «δύναμή» τους. Αναφέρομαι στις ιδέες που αντλούν το νόημά τους από την παρακαταθήκη της πολιτιστικής και πολιτικής κληρονομιάς και συμπυκνώνουν το βαθύ αίτημα του ανθρώπου για γνώση και ελευθερία. Από τη δύναμη και τον «πλούτο» λοιπόν των ιδεών καλλιεργείται η απαντοχή και το πείσμα να πλέει κανείς κόντρα στο ρεύμα και να αντιμετωπίζει με τρόπο κριτικό, δηλαδή να τονίζει ότι οι συνθήκες είναι στην ουσία σχέσεις ανθρώπων και η ταξική τους συναρμογή, τα επιφαινόμενα της συγκυρίας. Αυτό ισχύει και στο πολιτιστικό φαινόμενο, γιατί το ΕΝΕΚΕΝ αντιμετωπίζει τον πολιτισμό σφαιρικά στην κοινωνική συνθήκη. Η θέση αυτή εκφράστηκε στην πορεία μας αναφορικά με τις νέες τεχνολογίες, το έντυπο, το διαδίκτυο, τη σύγχρονη λογοτεχνική ή πολιτιστική πραγματικότητα και τα προβλήματα της ιστορικής περιόδου που διανύουμε. Το ΕΝΕΚΕΝ, μπορούμε να πούμε, προσπάθησε να είναι ένα συλλογικό «ημερολόγιο καταστρώματος» ή ένα συλλογικό μυθιστόρημα όπου εγγράφεται και εγγράφει την εποχή του που κρίνει και κρίνεται ουσιαστικά.

 

-Ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ένα έντυπο περιοδικό και με ποιους τρόπους ένας «παραδοσιακός» εκδότης μπορεί να «προστατεύσει» το δημιούργημά του;

Όπως είπαμε ζούμε σε περίοδο καταστροφής των μέσων παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι για να αντιμετωπίσει την κρίση υπερπαραγωγής και να διασφαλίσει την αναπαραγωγή του το σύστημα δεν έχει άλλο τρόπο από την εργαλειοποίηση της καταστροφής. Αυτό δεν του είναι ξένο ή ανοίκειο. Είναι ο τρόπος και η ταξική του τεχνογνωσία που την εμπλουτίζει από την πολιτική του εμπειρία και την προσαρμόζει στη συνθήκη. Ας αναλογιστούμε το φαινόμενο της ανεργίας. Τι σημαίνει αυτή η φρικτή πραγματικότητα; Ότι όπως στον πόλεμο έτσι και εδώ το σύστημα καταστρέφει την πηγή της παραγωγής, καταστρέφει δηλαδή την εργασία, και τον άνθρωπο που αποτελεί εκδήλωσή της. Δηλαδή προκαλεί πόνο και καταστροφή στην πλειοψηφία της κοινωνίας. Μπορεί αυτό να είναι χωρίς συνέπειες στον χώρο του πολιτισμού; Υπάρχουν ωστόσο και ειδικά χαρακτηριστικά στην σύγχρονη συγκυρία: η κρίση είναι αργόσυρτη, την καταστροφή των μέσων παραγωγής και της εργασίας δεν διαδέχεται η δημιουργία νέων και καινοτόμων που να απελευθερώνουν τον κοινωνικό χρόνο και άρα την ενασχόληση με τον πολιτισμό. Συνακόλουθα παρατηρείται η καταστροφή του νοήματος που ακυρώνει τις πρωτοπορίες και εθίζει τους πολίτες στην κατανάλωση των έργων «τέχνης», έχουμε μια ανησυχητική παλινδρόμηση, ενώ αναφύονται μορφές βαρβαρότητες που καθιστούν εκρηκτικές τις αντιφάσεις και στον χώρο του πολιτισμού. Το φαινόμενο δεν είναι νέο αλλά επαναλαμβάνεται με τρόπο ιδιαίτερα ανησυχητικό. Αυτά ισχύουν και επηρεάζουν τον χώρο των εκδόσεων και ειδικότερα βέβαια των πολιτιστικών εκδόσεων ή μιας περιοδικής έκδοσης όπως είναι το ΕΝΕΚΕΝ. Προσπαθώ λοιπόν να απαντώ στις ερωτήσεις που μου υποβάλλατε με τρόπο γενικό έτσι ώστε να φωτιστεί το φαινόμενο και να σταθεί αυτό αφορμή για συζητήσεις και έναν γενικότερο προβληματισμό. Κάτι που κατά τη γνώμη μου απουσιάζει και από την τρέχουσα επικαιρότητα.

 

-Κατά τη γνώμη σας, το διαδίκτυο έχει συμβάλει στην προώθηση και τη προβολή του καλού βιβλίου; Η καταιγιστική πληροφόρηση από τα ηλεκτρονικά μέσα βοηθά στην ενημέρωση ή περιπλέκει τον αναγνώστη περισσότερο; Πού υπερτερεί ως μέσο διάδοσης του πολιτισμού και πού όχι;

Το διαδίκτυο ως μέσο παραγωγής συναρμόζει δομικές αντιφάσεις η κυριότερη εκ των οποίων είναι η νομική, δηλαδή οι σχέσεις ιδιοκτησίας. Ας αναφερθούμε σε ένα ιστορικό παράδειγμα: ο σιδηρόδρομος γέννησε τη σύγχρονη φύση και τον κινηματογράφο, ας θυμηθούμε τους Γκρίφιθ, Τσάπλιν, Αϊζενστάιν. Κι όμως τα τραίνα αποτέλεσαν κεντρικό άξονα στην υλοποίηση του μεγαλύτερου εγκλήματος της ανθρωπότητας, το Ολοκαύτωμα. Να θυμηθούμε ότι το «Αγοράκι» που έσπειρε τον όλεθρο στη Χιροσίμα, φορτώθηκε με σιδηροτροχιές στο Enola Gay του Tibbets! Το διαδίκτυο ή οι νέες τεχνολογίες εκτύπωσης βασίζονται στην υψηλή οργανική σύνθεση κεφαλαίου και ταυτόχρονα αντλούν υπεραξία από την καταστροφή των κοινωνιών στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου – όπου με τη λεηλασία και τις νεοαποικιακές μορφές εκμετάλλευσης εξασφαλίζονται φθηνές πρώτες ύλες και χαμηλό εργατικό κόστος. Αυτό είναι το υλικό πλαίσιο που ορίζει το διαδίκτυο. Θυμίζει το αρχιτεκτονικό επίτευγμα των Πυραμίδων που αποτελούσε την συμβολική κορωνίδα ενός ιδιαίτερα ανεπτυγμένου για την εποχή του συστήματος γεωργικής παραγωγής και διαχείρισης του κοινωνικού πλεονάσματος. Οι τεράστιες δυνατότητες του διαδικτύου αποτελούν έκφρασης της εντυπωσιακής ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ακόμη και σε συνθήκες παγκόσμιας ύφεσης. Το διαδίκτυο ανοίγει τεράστιες δυνατότητες αποθήκευσης, διαχείρισης και μετάδοσης πληροφοριών. Και βέβαια το ζήτημα είναι το νόημά του, δηλαδή οι σχέσεις ιδιοκτησίας. Στο διαδίκτυο συνυπάρχουν με το ισοπεδωτικό θράσος του εμπορεύματος οι παραγωγές του Χόλλυγουντ, η πορνεία και η θρησκευτική της εκδοχή η πορνογραφία, η «εγκυρότητα» των ΜΜΕ, η φρίκη της ISIS, ταυτόχρονα με τα λογοτεχνικά ηλεκτρονικά περιοδικά και τη «λογoτεχνία» του Facebook, τους λουόμενους και τα ειδυλλιακά τοπία των θερινών διακοπών με τους πνιγμένους πρόσφυγες. Noμίζω λοιπόν πως και εδώ το αίτημα του νοήματος παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ. Η ταχύτητα και η αμεσότητα του μέσου να μετατραπεί σε αγγελιαφόρο του καλού,που είναι ο πυρήνας της γνώσης, κάτι που εγγραφέται σ το αίτημα της τραγωδίας. Το διαδίκτυο έχει ειδικά τεχνικά χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν από το βιβλίο. Δομικά το διαδίκτυο και τα «κείμενα» που διακινούνται είναι εικόνες σε ανάρτηση και ξέρουμε από την ανθρωπολογία ότι η εικόνα συνδέεται με τη χρήση της φωτιάς, ενέχει την ένταση, την έκσταση και την καθήλωση. Το έντυπο από την πλευρά του είναι η υλικότητα σε σχέση με το φως, η σκιά της πέτρας, η διαχείριση της απώλειας, το σημάδι, η διαλεκτική των σημαινόντων. Η γουτεμβέργια εκδοχή του παπύρου ή της πέτρας κατά τη γνώμη μου, συγκροτεί δομικό υλικό στην ψυχοβιολογική συγκρότηση του ψυχισμού κι έτσι το έντυπο, το βιβλίο, θα συνδηλώνει τον πόθο της ελευθερίας αυτή την κόκκινη γραμμή της αξιοπρέπειας που διατρέχει σαν πολύτιμο νήμα την ιστορία των πολιτισμών.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top