Fractal

H ανοιχτή πόρτα της ποίησης

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

«Ποιήματα/ 1943-2008» του Γιώργη Παυλόπουλου, σελ. 296, Εκδ. Κίχλη

 

Έχουμε ανάγκη τον Γιώργο Παυλόπουλο. Έχουμε ανάγκη τους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, διότι σε αντίθεση με την αδέξια λογική που δηλοί ότι έχουμε διαφύγει από τη στενωπό εκείνων των χρόνων, άρα ελάχιστη σχέση (αισθητική, πολιτική, κοινωνιολογική ακόμη και ποιητική) μπορούμε να έχουμε με τους εκπροσώπους της, στην ουσία, η ποίηση (όπως και συνολικά οι τέχνες) διαθέτουν τη στιβαρή επάρκεια να δρουν σε παρόντα χρόνο ακόμη και αν έχουν εκκινήσει από πολύ παλιά.

Η αυταξία της ποίησης δεν διατρανώνεται από τη συγχρονικότητα, αλλά από την απλόχωρη μνήμη της που μπολιάζει την εν σπέρματι στεγνή μνήμη των ανθρώπων. Έχουμε ανάγκη τους δημιουργούς εκείνης της γενιάς που βγήκε πολλαπλά καψαλισμένη από έναν σκληρό πόλεμο κι από έναν απηνή Εμφύλιο. Έχουμε ανάγκη τον Αναγνωστάκη, τον Λειβαδίτη, τον Αλεξάνδρου, τον Κατσαρό, τον Σινόπουλο, τον Καρούζο, τον Σαχτούρη και πλείστους άλλους.

Μα, έχουμε ανάγκη τον Γιώργη Παυλόπουλο που έφυγε αδόκητα το 2008. Ίσως διότι ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του ελάσσονα ποιητή. Να έκρυβε, άραγε, αυτή η αξιολογική κρίση ένα ισχυρό πνεύμα γεμάτο μετριοφροσύνη; Ή, μήπως, αυτή η «οπισθοχώρηση» να συνιστούσε μια καθοριστική –και τακτική- πράξη ελευθερίας κινήσεων; Ο Παυλόπουλος, χαμηλών τόνων, αβρός, λεπταίσθητος, μα και στιβαρός στην απελπισία της ποιητικής του, δεν διέφυγε ποτέ από τον κανόνα που ο ίδιος όρισε στον εαυτό του. Να βρει τη «φωνή» του και να την ακολουθήσει παντί τρόπω. Δίχως να είναι ακραιφνώς «πολιτικός» ποιητής, αλλά ούτε και νεοϋπερρεαλιστής, διαπέρασε με την ποίησή του, με τρόπο ήπιο, βαθύ και ουσιαστικό, όλες τις κατηγοριοποιήσεις. Μήπως δεν διατρέχει την ποιητική του σκέψη το ρήγμα που άνοιξε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή και η Εμφύλιος;

Οι πρώτες συλλογές του είναι διαποτισμένες από τον πόνο, την αρπάγη του θανάτου και τους κακότροπους ανέμους που έπληξαν τη χώρα. Ακόμη και στις ύστατες συλλογές του, εκεί όπου πλέον η στροφή της θεματικής του είναι ευδιάκριτη, συχνά πυκνά η καταφυγή του σε εκείνα τα δίσεκτα χρόνια δεν είναι αναθηματική, αλλά  εμποτισμένη από ένα κέντρισμα απέθαντης θλίψης. Τη στιγμή, μάλιστα, που συχνάκις επικαλούνταν τον Χάρο, συνομιλούσε με τους «κατοίκους» του κάτω κόσμου, που γινόταν μέρος τους, που κατέβαινε και ανέβαινε την κοιλάδα του Αχέροντα με βλέμμα τελετουργικό.

Ο Παυλόπουλος είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα δημιουργού που δεν στηρίχθηκε στην δελεαστική πιθανότητα ενός μνημειώδους στίχου. Αυτό ενδεχόμενα του αφαίρεσε τη δυνατότητα της εύκολης προβολής, αλλά του προσέφερε την άπλα να δουλέψει στο ύφος, την έκφραση, τον τροπισμό. Να για ποια ελευθερία μιλούσαμε πιο πάνω.

Ναι, ο Παυλόπουλος είναι ένας ποιητής του τρόπου, δίχως το εκπεφρασμένο από αυτόν να ήταν ήσσονος σημασίας. Το ότι εμφανίστηκε στα γράμματα με διηγήματα και όχι με ποίηση μπορεί να εξηγήσει τη μεθυστική δύναμη του μύθου που έχουν κυριεύσει όλα του τα ποιήματα. Η περιώνυμη αφηγηματικότητα της ποίησής του δεν είναι πενία στο να αποδώσει στα της ποίησης αυτά που την ορίζουν. Αντιθέτως, ο Παυλόπουλος δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο από ποιητής. Όμως άσκησε την ικανότητά του στους αφηγηματικούς τρόπους με τέτοια επιδεξιότητα που τα ποιήματά του, ακόμη και τα πιο κρυπτικά, διατηρούν με στιλπνότητα κάθε κόκκο μύθου από τον οποίο εκπορεύονται.

 

Γιώργης Παυλόπουλος

 

Αίφνης, ο τόπος και ο χρόνος, η ύλη, η γενέθλια φύση, τα ενύπνια συνιστούν υφολογικά σημεία στα οποία ακούμπησε ο Παυλόπουλος. Ένα δέντρο, μια σκάλα, ένα έρημο σπίτι, τα πουλιά, οι ρίζες και κάμποσα άλλα στοιχεία της πραγματικότητας, στη δική του ποιητική εκδοχή μετατρέπονται σε στροβιλιστικές εικόνες δίχως όπως να οδηγείται στον υπερρεαλισμό και την εκτίναξη των στίχων σε ένα ακρότατο μεταίχμιο. Παραμένει πάντα παρηγορητικός, σιωπηλός στην απόγνωσή του, φιλοσοφημένος στη χαρά του – εντέλει ένα ανάβρυσμα ανθρωπισμού.

Η στροφή του προς μιαν οντολογική οπτική στην οποία ο έρωτας και ο θάνατος μετέχουν ενεργά, έκανε την ποιητική του ακόμη πιο ουσιαστική και ώριμη. Ο Σεφέρης, βεβαίως, πάντα θα τον ακολουθεί ή εκείνος δεν θα επιτρέψει ποτέ στον εαυτό του να αποτινάξει τη σκιά του Ποιητή.  Παράλληλα, όμως, και από τη συλλογή σε συλλογή, ο Παυλόπουλος, ενώ δεν ξεφεύγει από τον πυρήνα του, τον εμπλουτίζει με νεωτερικά στοιχεία που δεν γίνεται να μην σημειωθούν. Τα ποιήματα ποιητικής (έχει γράψει αρκετά τέτοια) δείχνουν έκδηλα έναν άνθρωπο που δρα, σκέφτεται και λειτουργεί μέσα στην ποίηση. Δεν μπορεί να ζήσει μακριά από αυτό το γόνιμο και μοιραίο άχθος. Η ζωγραφική με την οποία ασχολήθηκε θα προσδώσει στην ποίησή του μια εικαστική ματιά που θα ενεργοποιήσει ακόμη πιο έντονα τα αφηγηματικά και «μυθοποιητικά» στοιχεία των ποιημάτων του. Η δεδομένη λιτότητα των μέσων του θα αποκτήσει μια δραστική πυκνότητα στα χαϊκού που θα γράψει, τα οποία, όπως και το σύνολο του έργου του, είναι εμποτισμένα από τον άνθρωπο και τη φύση (του). Για τον Παυλόπουλο, η ποίηση είναι μια πόρτα πάντα ανοιχτή. Μα, το ίδιο είναι και για εμάς που βλέπουμε, μέσω των στίχων του, αυτά που είδε στα ενδότερα.

Η παρούσα έκδοση είναι ένα «δώρο» εκδοτικό και ποιητικό. Συνάζει το έργο ενός πολύ σημαντικού ποιητή και καθίσταται αντικείμενο ουσιαστικής μελέτης και ανάγνωσης. Για εκείνους που τον γνώριζαν, αλλά και για τους άλλους που τώρα τους δίδεται η ευκαιρία να τον μάθουν. Ναι, τον Γιώργη Παυλόπουλο τον έχουμε ανάγκη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top