Fractal

Διήγημα: «Ακίνδυνη απειλή»

Του Γιάννη Βενιαμάκη // *

 

5ab

 

Κοίταζε το πρόσωπο της κοπέλας του στη φωτογραφία τη μέρα που πήρε το σπαθί από τον πρόεδρο της δημοκρατίας στη σχολή Ικάρων. Τα μάτια της έλαμπαν, ή έτσι έμοιαζε, καθώς το φόρεμα της ζάρωνε εκεί που την κράταγε σφιχτά. Το δικό του χαμόγελο του έκανε εντύπωση. Γιατί δεν είναι πια το ίδιο, αναρωτιόταν, τι έχει συμβεί. Ο κόμπος που ένιωθε να υπάρχει μέσα του άλλαζε θέση πότε στην καρδιά και πότε στο λαιμό, δε γέλαγε πια το ίδιο στ’ αστεία που έκανε με τους άλλους χειριστές. Θυμήθηκε που ξύπνησε ιδρωμένος από το όνειρο που είδε το προηγούμενο βράδυ στο οποίο πάλευε με τα κύματα σ’ ένα μισοβυθισμένο σκάφος προσπαθώντας να το σώσει, αλλά ένα κύμα πλάκωσε τον ίδιο και το σκάφος παρασέρνοντας τον κάτω από την επιφάνεια του νερού. Χαιρόταν την πτήση σε ύψη, ελιγμούς και ταχύτητες που ήταν πάντα εκτός των δοσμένων ορίων από τους κανονισμούς. Δεν ήταν λίγοι οι Ίκαροι που είχαν υποστεί υποβιβασμό, μετάταξη ή στέρηση άδειας πτήσεων για ανυπακοή στα όρια. Για αυτό στο μυαλό του η συνθήκης της μάχης είχε εξιδανικευθεί.Η απόλυτη ελευθερία σε ταχύτητα και ύψος. Να φέρεις το αεροπλάνο στα όρια του, να νιώθεις την άτρακτο να τραντάζεται και το πηδάλιο να τρέμει στα χέρια σου ενώ καταδιώκεις τον αντίπαλο και όλα τα όργανα σου “φωνάζουν” να αλλάξεις ύψος και ταχύτητα, έλεγε στους φίλους του.

Αυτά σκεφτόταν όταν τινάχτηκε απ’ την καρέκλα τη στιγμή που άκουσε το συναγερμό, λίγο πριν τα μεσάνυχτα.Έβαλε τη φωτογραφία στην τσέπη του στήθους κι άρπαξε το κράνος. Σήκωσε το φερμουάρ της φόρμας και σαν υπνωτισμένος σχεδόν βγήκε έξω στο κρύο μαζί με την υπόλοιπη ομάδα, το όχημα μεταφοράς προσωπικού τους πήγε στο υπόστεγο. Ο βοριάς έσπρωχνε τα σύννεφα να κρύψουν το φεγγάρι που έδυε. Το κρύο του Μάρτη, σκέφτηκε, είναι από τα χειρότερα του χρόνου ενώ προσπαθούσε να θυμηθεί την πρόγνωση καιρού. Ο κόμπος επέστρεψε στο λαιμό καθώς επιθεωρούσε μηχανικά τα σημεία της ατράκτου τότε που μάθαινε τις ιδιαιτερότητες του μαχητικού που χρεώθηκε. Ανέβηκε στο κόκπιτ και ενεργοποίησε τα όργανα ελέγχου. Ο κινητήρας άρχισε να ανεβάζει αργά στροφές καθώς τραβούσαν το αεροπλάνο προς τα έξω. Ο μηχανικός του έκανε νόημα να προχωρήσει, δεν πρόκειται για άσκηση ακούγεται στ’ ακουστικά του η φωνή του αρχηγού. Εικόνες αφρισμένης θάλασσας του έρχονται στο νου, ένα όχημα με σμηνίτες κατευθύνεται προς τα αντιαεροπορικά πυροβόλα της βάσης και τα πυροσβεστικά παίρνουν τις θέσεις τους. Τροχοδρόμησε προς τον διάδρομο απογείωσης νιώθοντας το κούνημα της ατράκτου από τον δυνατό άνεμο.

Ο ουρανός σκοτείνιασε εντελώς, τ’ άλλα αεροσκάφη μπροστά του άφηναν το έδαφος. Πληροφορίες ανέμου απ’ τον ασύρματο, το βλέμμα του πέφτει πότε στα μαύρα σημάδια του διάδρομου μπροστά και πότε στα όργανα, στα δεξιά ο πύργος ελέγχου του δίνει άδεια να ξεκινήσει. Άφησε τα ποδοστήρια, έσπρωξε τη μανέτα με το αριστερό χέρι και έσφιξε το πηδάλιο με το δεξί. Η επιτάχυνση τον κόλλησε στο κάθισμα και σε λιγότερο από λεπτό άρχισε να χάνεται στο σκοτάδι του ουρανού. Η μοναξιά του πολεμιστή αποκτούσε νόημα στο μυαλό ενώ παρατηρούσε τη μονοτονία του σκοταδιού να σπάει από τις ενδείξεις των οργάνων. Επανέλαβε νοερά στα γρήγορα ελιγμούς μάχης. Άφησε πίσω του τη βάση της Σούδας με κατεύθυνση την Πάτμο. Η ανάσα του έγινε βαθύτερη μόλις είδε στο ραντάρ ότι πλησιάζει τους δικούς του. Το μαύρο της νύχτας τρύπησαν για λίγο οι αστραπές στο βάθος αριστερά του. Καταιγίδα πάνω από τη Λέρο υπέθεσε. Οι φωνές απ’ τον ασύρματο ειδοποιούσαν να κατευθυνθούν βόρεια της Ρόδου. Άφησε για λίγο τα μανέτα και έψαξε να βρει τον ξύλινο σταυρό, που του είχε χαρίσει η γυναίκα του λίγες μέρες πριν χωρίσουν, στην πλαϊνή τσέπη της φόρμας. Σφίγγει για λίγο το πολύτιμο αντικείμενο και μουρμουρίζει μια προσευχή προσπαθώντας να με διασπαστεί από τις φωνές του ασυρμάτου.

Ένα Τουρκικό σμήνος φάνηκε στα ραντάρ τους πάνω από την Κάσο. Κλειστή στροφή δεξιά και ανοδική πορεία για να βρεθεί πάνω από τους άλλους. Ο επικεφαλής του ελληνικού σχηματισμού άρχισε να καλεί τους Τούρκους να βγουν εκτός του εναερίου χώρου. Η πορεία των εχθρών προς το μέρος τους σαν σε εικονική μετωπική σύγκρουση τόνιζε τη σιωπηλή θρασύτητα. Οι Τούρκοι δεν έκαναν νυχτερινή εκπαίδευση, είχε ακούσει, και καθώς τους έβλεπε να πλησιάζουν άστραψαν τα επιθετικά πυρά στο βάθος, γύρισε το πηδάλιο προς τα κάτω και διάλεξε στόχο. Ήξερε ότι είχαν να κάνουν με έξι αντιπάλους όταν στον ασύρματο ακούστηκε ότι δεύτερο Τουρκικό σμήνος πέρασε πάνω από το Καστελόριζο. Η εμπλοκή ξεκίνησε. Το σώμα του ταυτίστηκε με την άτρακτο και η αδρεναλίνη έγινε το δικό του καύσιμο. Εφάρμοσε τη μάσκα στο πρόσωπο και κατέβηκε χαμηλότερα. Άρχισε να κυνηγάει τον Τούρκο πάνω από τις ακτές της ανατολικής Κρήτης. Πέρασε πάνω από ένα φάρο που μόλις ξεχώριζε ανάμεσα στα κύματα που έσκαγαν επάνω του. Κλειστή στροφή στ’ αριστερά, ελαφρύ black out καθώς το αίμα του εγκατέλειπε αργά το κεφάλι, το βλέμμα καρφωμένο στα όργανα σκόπευσης, το δάχτυλο στη σκανδάλη –ξέρει ότι δεν έχει εντολή για να ρίξει. Ο εικονικός εγκλωβισμός λέγεται αναχαίτιση, αυτός την έλεγε ακίνδυνη απειλή. Νόμισε ότι έπεφτε η ισχύς του κινητήρα για λίγο, ενώ αναρωτιόταν πως γίνεται να είναι τόσο ταχύς ο αντίπαλος.

Πλησίαζε τη Ρόδο απ’ τα δυτικά παίρνοντας συνεχώς ύψος όταν τα ηχητικά σήματα που τον ειδοποιούν ότι έγινε στόχος ακούστηκαν. Πάγωσε για δέκατα του δευτερολέπτου και αμέσως σήκωσε το ρύγχος για ανάποδο κυκλικό ελιγμό. Άρχισε να περιστρέφεται αψηφώντας την απώλεια στήριξης, σταθεροποιήθηκε και ολοκλήρωσε τον κύκλο για να βρεθεί πίσω από τον αντιπάλου. Έμπειρος σε μάχες ο Τούρκος, συμπέρανε ο Μάριος, μόλις τον είδε να παίρνει πολύ κλειστή στροφή δεξιά και να παίρνει ύψος. Ήταν η σειρά του να τον λοκάρει. Όμως ο Τούρκος εκτόξευσε επιθετικό πύραυλο. Ύστερα έγειρε πάλι δεξιά και βυθίστηκε με κατεύθυνση τη Σύμη. Νόμισε ότι είδε αστραπή μπροστά απ’ τον εχθρό αλλά βλέποντας τα φλεγόμενα κομμάτια να χάνονται κάτω από τα σύννεφα κατάλαβε. Ένας απ’ τους δικούς του δεν θα γύριζε απόψε πίσω. Απασφάλισε τον διακόπτη των πυραύλων του και συνέχισε να καταδιώκει την ουρά του τουρκικού μαχητικού. Είχε περάσει ήδη εκτός ελληνικού εναέριου χώρου όταν άκουσε τον αρχηγό να τους καλεί να επιστρέψουν. Το ίδιο φάνηκε να κάνουν και οι Τούρκοι.

Σφίγγοντας τα δόντια έβριζε τον Τούρκο κι έστριψε με κατεύθυνση την Κω και ύστερα τη Σούδα. Ένιωθε τον ιδρώτα να κυλά στην πλάτη και αναζητούσε σημείο να χτυπήσει τη γροθιά του. Τα σύννεφα από κάτω φώτισαν για μια στιγμή προειδοποιώντας για τους κεραυνούς που κρύβουν μέσα τους. Στο βάθος έβλεπε τα φώτα πορείας των δικών του να κινούνται όπως κι αυτός πάνω απ’ την καταιγίδα. Τους πλησίασε κι έψαξε ξανά για το σταυρό του, τον βρήκε και τον κράτησε σφιχτά με το αριστερό χέρι ώσπου να νιώσει την παλάμη του να τρυπιέται, ύστερα έστρεψε το ρύγχος προς τα κάτω και ρίχνοντας μια ματιά στα αστέρια κατέβηκε κάτω απ’ τα σύννεφα για προσγείωση. Όμως αντί για τη Σούδα έστρεψε την άτρακτο προς το σημείο που πίστευε ότι έπεσε ο χτυπημένος χειριστής. Δεν ήθελε να φύγει έτσι. Ο αρχηγός τον κάλεσε να γυρίσει κι εκείνος τον αγνόησε. Πλησιάζοντας τη Ρόδο είχε κατέβει αρκετά χαμηλά, ριπές ανέμου τον κούναγαν. Έψαχνε, κι ας ήξερε πως ήταν μάταιο, για σημεία ζωής από τον χτυπημένο χειριστή. Θυμήθηκε τον αγιορείτη καλόγερο που ανέμιζε τη σημαία κάθε που πέρναγαν πάνω από τον Άθω σε άσκηση παλιότερα. Τι θα είχε να πει τώρα, αναρωτήθηκε. Προειδοποιητικοί ήχοι τον έβγαλαν από τις στιγμιαίες σκέψεις του. Αύξησε ταχύτητα, πήρε ύψος και στράφηκε ξανά προς τη Σούδα για προσγείωση. Το κινητό του διαλύθηκε στον τοίχο όταν πληροφορήθηκε την επόμενη μέρα, από συναδέλφους, ότι ο χαμός του συναδέλφου χαρακτηρίστηκε ως ατύχημα από τους πολιτικούς. Υπόγραψε την παραίτηση του χωρίς τύψεις για τον κόπο και τα χρόνια που πέρασαν προσπαθώντας σκληρά για το βαθμό του ανθυποσμηναγού. Οι φίλοι του τον θυμούνται να τους χαρίζει φωτογραφίες, καρφίτσες , εμβλήματα και τα συλλεκτικά βιβλία του με διάφορα γνωστά μαχητικά αεροσκάφη λίγες μέρες πριν ανέβει στο τραίνο, με ελάχιστα χρειώδη, αξύριστος με μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι.

 

* Ο Γιάννης Βενιαμάκης γεννήθηκε στην Κρήτη και ζει στην Αθήνα. Είναι υπάλληλος υποδοχής σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top