Fractal

Προσωπικές σκέψεις πάνω στον ήρωα του βιβλίου του Γιάννη Σκαρίμπα “Το Θείο Τραγί”

Γράφει η Βιβή Γεωργαντοπούλου //

 

 

«Το θείο Τραγί»,  Γιάννης Σκαρίμπας , εκδ Νεφέλη

 

 

Αυτόκλητος δικαστής και τιμωρός,δολιοφθορέας των κοινωνικών συμβάσεων,περιπλανώμενος τιμητής της αλήθειας που γυρεύει να λιανίσει την πουλημένη ψυχή όποιου συναντάει στο διάβα του, γίνεται στο περιλάλητο για την γλωσσική του διατύπωση -και όχι μόνον γι αυτήν- βιβλίο του Σκαρίμπα “Το Θείο Τραγί”,ο τρομερός ήρωάς του, ο Γιάννης.

Με τα παλαβά,στα μάτια των διαβιούντων εντός των κανόνων, καμώματά του,είτε αυτοί είναι τα αφεντικά είτε οι δούλοι,δεν χάνει ευκαιρία να ορμάει με μανία πάνω στην τακτοποιημένη σύμφωνα με την τάξη που ανήκουν ζωούλα τους και να τους χαλάει την υπαρκτή ή ψευδεπίγραφη βολή τους.
Ξέρει καλά τα χούγια τους γιατί ήταν ένας απ΄αυτούς και τώρα τα πολεμάει με τον παράδοξο τρόπο του,σίγουρος ότι από την σκλαβιά αυτή εκείνος έχει απαλλαγεί.Συντρίβει τη ματαιοδοξία την τρυπωμένη στα πλούσια ή στα φτωχικά σπίτια τους χωρίς διάκριση,δεν μπαίνει καν στον κόπο να ασχοληθεί με τα βάσανα ή τις χαρές τους,δεν τον αγγίζουν.

Άπλυτος,αγνώριστος,καταπονημένος από το ατελείωτο περπάτημα και τον όπου γης και πατρίς βίο του,αλλαγμένος σε εμφάνιση και μυαλά ξεμύτισε από το ιδιωτικό πουθενά του ανακατεύοντας τους πάντες χωρίς να τον παίρνουν χαμπάρι. Έχει διαλέξει να είναι ο σύμφωνα με τα δικά τους και κάποτε και δικά του μέτρα και σταθμά,τελευταίος των τελευταίων και κάτι ακόμα:διασκεδάζει τσιγκλώντας συνεχώς την υποκρισία τους με το να είναι ο γραφικός τρελός,ο τιποτένιος,αυτός που οι κάθε τάξης και σειράς γνωστικοί τον αποφεύγουν και τον φοβούνται συνάμα.

Δεν έχει σ΄αυτόν πέραση η όποια ηθική και καλοσύνη Ό,τι γι΄αυτούς είναι καλό κι ενάρετο και κάποτε ήταν και για εκείνον,τώρα έχει αποκαλυφθεί ότι δεν ισχύει και τις κοινωνικές συνήθειες τις βλέπει σαν μπελά που δεν έχει θέση στην τωρινή ζωή του.Πάνε αυτά,τα πέταξε,όπως βεβαιώνει και κολακεύει τον εαυτό του,στα σκουπίδια,εκεί που θεωρεί,ότι ανήκουν όλα κι όλοι κι ας μη το παραδέχονται.

Όσο προχωράει η ανάγνωση,σελίδα σελίδα,καταλαβαίνω ότι δεν είναι τρελός,κάτι συγκλόνισε αυτόν τον εγγράματο άνθρωπo –φροντίζει επιμελώς ο συγγραφέας να μου αποκαλύψει την πτυχή ετούτη του ήρωά του- και αγωνιώ να μάθω τι να έπαθε και γύρισε η καρδιά του εντελώς ανάποδα και βρίσκει τον πιο πιστό σύμμαχο όχι στο φωτισμένο και επαναστατημένο πνεύμα του αλλά στην βρώμα του κορμιού και στο δηλητήριο της διάνοιάς του.

Διότι μόρφωση,τίτλους,δουλειά,περίγυρο,λεφτά,αδελφή,αρραβωνιαστικιά,ιδέες,τίποτα πια δεν (ανα) γνωρίζει.Διότι πήρε τους δρόμους και γυρεύει ένα και μόνο:να τιμωρήσει ανθρώπους,όλους(μα όχι και τον εαυτό του,όπως θα καταλάβουμε πιο κάτω)για την Υποκρισία:των αλλονών,καθώς αυτή συνεχίζεται αμείωτη,συγκαλυμμένη από ωραίους κανόνες και μεγάλα λόγια μα και την πρότερη δική του,που την αποκήρυξε σιωπηρά,εντός του -διότι δεν μίλησε ποτέ σε κάποιον άλλο,δεν μοιράστηκε την θλίψη και την οργή του,εντός του ράγισαν όλα κι έμειναν μέσα του ραγισμένα και μοναχικά- κι έχει γίνει τώρα η σιωπή οργή κι η οργή με την σειρά της έγινε το όπλο που στρέφει καταπάνω στους εχθρούς του. Ποιοί είναι οι εχθροί του; Μα… όλος ο κόσμος!

Η  αρραβωνιαστικά που τον πούλησε για να πουληθεί με την άνεσή της στον πλούσιο.Η αδελφή, που δεν καταλαβαίνει τι στο καλό έγινε μέσα του κι αναποδογύρισαν όλα και τον λυπάται,όταν σε ένα διάλειμμα της περιπλάνησής του γυρνάει για λίγο στα μέρη του και πάει κι από το πατρικό του, εκεί που μάνα δεν υπάρχει πια και κείνη -παντρεμένη τώρα,τακτοποιημένη– του βάζει ένα πιάτο φαΐ,τον συμπονάει και τον σιχαίνεται μαζί,αλλά μέχρις εκεί.Του λέει μερικά λόγια της σύνεσης,τον νουθετεί, τον μαλώνει κάπως γλυκόπικρα,αλλά κυρίως από το χρέος της συγγένειας,θέλει να απαλλαγεί απ΄ αυτόν και τις παλαβομάρες του.Αυτός ο μανιασμένος άνθρωπος,βουβός σαν αγρίμι,καταπίνει τις μπουκιές από το φαΐ της φιλανθρωπίας,οριστικά μη θέλοντας να ακούσει τα λόγια καμιάς αδελφής, μη θέλοντας να έχει κανένα γυρισμό.

Ποιος να ξεχωρίσει λοιπόν αν αυτό που θέλει είναι κάτι σωστό κι ότι δεν του έχει στρίψει όντως, γιατί ο ίδιος για τρελός θέλει διακαώς να περνιέται:για να εκδικείται τους πάντες γελώντας που τον αποστρέφονται από το πύον στις πληγές που του αφήνει η φοβερή ταλαιπωρία κι η απλυσιά από την ατέλειωτη περιπλάνηση,διασκεδάζοντας με την αποστροφή, που προκαλεί η μπόχα των ρούχων του και περιφρονώντας έτσι ανενόχλητος,ό,τι κάποτε υπηρετούσε ή πάντως αποδεχόταν σαν τρόπο ζωής. Μετατρέπει το μέσα του σε φωλιά μίσους.Αυτά που κάνει είναι ακραίες πράξεις/δράσεις αντίδρασης απέναντι σ΄ένα πλέγμα νόμων και κανόνων που δεν αναγνωρίζει -έχοντας αναμφίβολα δίκιο ως προς την υποκρισία που τους διέπει- και η συμπεριφορά του υπαγορεύεται από σφοδρότατο μίσος.

Αναρωτιέμαι έντονα για την αιτία που προκάλεσε το μίσος,ώστε να κατανοήσω το αποτέλεσμα,που περιγράφεται ομολογουμένως συγκλονιστικά.

Με τα πολλά φτάνει στο πυργόσπιτο,εκεί που είναι κυρά η πρώην αρραβωνιαστικιά του. Πρωτογνω ρίζεται με τον αρχιδούλο του σπιτιού,και να που και σε τούτο το σημείο της ιστορίας κι αυτός τον λυπάται και κάνει το χριστιανικότου καθήκον,μα πού να΄ ξερε πως ο βρωμερός αυτός Γιάννης,που δεν τον πιάνει το χορτασμένο μάτι του,τον σιχαίνεται πιο πολύ για την δουλική του και καθωσπρεπί στικη συμπόνια,που τα καλά της όμως -τρελός ξετρελός- τα αποδέχεται,γιατί έχει τον σκοπό του.

Μπαίνει στην δούλεψη του πλούσιου,σαν σταβλίτης.Τρελαμένος του φάνηκε και του αφεντικού, με το καλημέρα –καλημέρα,πού έχασε,ποιος,την καλημέρα για να την πει ή να την ακούσει ο Γιάννης, δεν την ξέρει την λέξη,καμιά λέξη με το συνθετικό καλός δεν αναγνωρίζει- αλλά σαν βλέπει ο πλούσιος ότι ο “τρελός” καταλαβαίνει από άλογα,επειδή τον χρειάζεται,τον κρατάει.

Οι μήνες περνάνε,φιλία κι ανθρώπινη σχέση δεν δημιουργεί με κανέναν.Το αντίθετο,ανοίγει μέτωπα. Μόνο τα άλογα αξίζουν την προσοχή του. Τους συναδέλφους -συνάδελφοι;όχι δα-τους περιφρονεί, τους εξαπατά όσο μπορεί και χαίρεται,ναι,χαίρεται διπλά και φχαριστιέται όταν τον εξαπατούν και κείνοι και την ίδια στιγμή,που κοιτάνε να του την φέρουν,τον φοβούνται και τον σιχαίνονται.

Η οικοδέσποινα τον αναγνωρίζει κάποτε.Εδώ ακριβώς καταλαβαίνω κι εγώ,βλέπω πολύ καθαρά τα κίνητρα,που ήδη περνούσαν από τον νου μου,τους λόγους της οργής και της ιδιότυπης τρέλας του.Η σφοδρότητα τότε της διατύπωσης μου φαίνεται περιττή.Η απογοήτευσή μου ομολογητέα.

Ερωτική απόρριψη έχει προκαλέσει την ανείπωτη,ορμητική,ασίγαστη φουσκοψυχιά του σκαριμπικού ήρωα!Παρατώντας τον η αρραβωνιαστικιά για να παντρευτεί τα λεφτά ενός άλλου,απέκτησε όντως πλούτη και μεγαλεία,όμως παιδιά δεν μπόρεσε να κάνει και τώρα ζώντας σε χρυσό κλουβί τι μπορεί να πει και σε ποιόν από τους δυο,τον ρακένδυτο τρελό ή τον πλούσιο άντρα;Τον φοβάται.Τον φοβάται ή υπάρχει κάποιο απομεινάρι πόθου ανασυρμένο από ποταπό ένστικτο,ανακατεμένο με σιχασιά για την αλλαγή του μα και μύχια δική της μετάνοια και δολιότητα που περιμένει ύπουλα να διορθώσει το κενό,το γιατί τόσα πλούτη αυτής δεν της κάρπισαν;

Δεν θα το μάθω ποτέ.Ο αφηγητής δεν την βάζει στην ιστορία του παρά ελάχιστα και σαρκικά. Είναι μια ασήμαντη,χάρτινη φιγούρα,δεν τον ενδιαφέρει η ψυχή της,αν έχει ή δεν έχει ψυχή και πώς και γιατί έφτασε στην εξαγορά ή στην προδοσία.

Όταν φτάνει ο κατά την κρίση τού Γιάννη κατάλληλος καιρός μπαίνει φανερά-κρυφά στο δωμάτιό της και εκείνη δεν βγάζει μιλιά,όταν την βιάζει.Ο αφηγητής περιγράφει τον βιασμό τουλάχιστον σαν τον ιδεολογικό θρίαμβο,σαν το επιστέγασμα όλης της περιπλάνησης ψυχικής και οδοιπορικής που προηγήθηκε!Η υπηρέτρια,μας λέει καμαρώνοντας για την πράξη του,θα είχε ξεσηκώσει τον πύργο στο ποδάρι. Αυτή όμως, η κυρά,δεν βγάζει άχνα.Ακράτητος από την χαρά του για το… σπουδαίο του κατόρθωμα στα σκοτάδια ενός δωματίου υπαινίσσεται κιόλας ότι αυτή το ήθελε. Καμία περαιτέρω ασχολία μαζί της,η γυναίκα εδώ δεν είναι παρά μαριονέτα που χρησιμοποιήθηκε για την αισχρή επισφράγιση του μίσους .

Όλα τα ανθρώπινα τα κοροϊδεύει και τα περιφρονεί ο σκαριμπικός Γιάννης,το γενετήσιο ένστικτό του όμως όχι,ιδού,εξαιρείται,ως προς αυτό μπορεί ωραιότατα να παραμένει ες αεί όμοιος με τα δίποδα ζώα που μας διαβεβαίωνε ως τώρα ότι περιφρονεί κι επικύρωνε τους ισχυρισμούς του με σκληρές πράξεις ,που στρέφονταν και εναντίον του παλιού του εαυτού.

Παραλίγο να με είχε πείσει ο σκαριμπικός Γιάννης για το δίκιο του,για την μεταστροφή του,για τον δίκαιο πόλεμό του απέναντι στην υποκρισία,για την σχεδόν αναρχική γενναιότητα της δονκιχωτικής, μοναχικής,ασκητικής και τραχιάς του πορείας.

Αυτή η ταπεινωμένη γυναίκα θα αποκτήσει αργότερα το παιδί του,όταν εκείνος θα έχει,πάλι, φύγει.Ο επίσημος σύζυγος -ένας μικροδυνάστης,μικρομεταπράττης εξουσίας σ΄έναν πέρα και πάνω από κάθε άλλη ταξική διαίρεση ανδροκρατούμενο κόσμο,ένας βλάκας με λεφτά και πύργους και δούλους- που δεν θα γνωρίζει την κατά Σκαρίμπα αλήθεια και θρίαμβο του τρελού πάνω στην υπέρτατη ιδιοκτησία, την γυναίκα του,θα αναθρέψει το παιδί,σπόρο αλήτη κι όχι δικό του.

Ο Γιάννης του Σκαρίμπα,το Θείο Τραγί θα έχει,έτσι πιστεύει,τιμωρήσει.Τους πάντες στον μίζερο περίγυρό του και όλους στον κόσμο νοερά.Ατομικιστικά σ΄όλες τις παραλλαγές εκδίκησης,ξέχειλος από προσωπικό, ιδιοτελές μίσος,αν δεχτούμε ότι τρέφεται και ανιδιοτελές μίσος στις λογής κακές συγκυρίες που βιώνουν οι άνθρωποι.

Ο Γιάννης του Σκαρίμπα,το Θείο Τραγί,θα αισθάνεται ευτυχής,δικαιωμένος,ελεύθερος.

Ο Γιάννης του Σκαρίμπα,το Θείο Τραγί,θα έχει νικήσει,έτσι θα νομίζει,σε έναν ακήρυχτο πόλεμο,τον εντός του εχθρό και για την πάρτη του.

Αναρωτιέμαι, γιατί όλα αυτά;

Επειδή μια δειλή στον έρωτα και στην αγάπη γυναίκα,ανθρωπάκι κι αυτή του συρμού,όπως δεκάδες και δεκάδες,τον παράτησε για τα πλούτη ενός άλλου;Αυτός ήταν ο περιβόητος ομφάλιος λώρος, που κόπηκε μαχαίρι;Η ερωτική αποτυχία ήταν η περιβόητη αιτία που τον έστρεψε στην ακραία και τρομερή αντι-θεώρηση του βίου του,καλά του δικού του,μα και του βίου όλων των άλλων;

Αν δεν ήταν η ερωτική προδοσία της λιγωμένης για λεφτά γυναίκας στη μέση -και αυτό πάλι εκείνος το αφηγείται- μήπως δεν θα γίνονταν οι δυο μαζί, ό,τι αυτός μίσησε κι άρχισε να το κοροϊδεύει; Ένα κοινό,κοινότατο ζευγάρι ανθρωπάριων σαν τα πολλά που είναι ο κόσμος γεμάτος και που αν δεν μεσολαβούσε η προσωπική του απώλεια ποτέ δεν θα τα έπαιρνε εμπαικτικά και ανελέητα στο κυνήγι;

Μια σκάρτη ερωτική σχέση μπορεί είναι η αιτία για τον προσωπικό πόλεμο ενός με την κοινωνία -καλή,στραβή,δίκαιη,άδικη- ολόκληρη;Κι αν ναι,αξίζει να προβάλλεται σαν κυρίαρχη αιτία σε ένα τέτοιο μεγαλόστομο και φιλόδοξο βιβλίο;

Καταιγιστικό βεβαίως σαν γραφή το”Θείο Τραγί” κι όλα όσα έχουν ειπωθεί γι αυτό,από τότε ακόμα που πρωτοεκδόθηκε ,είναι πολύ ενδιαφέροντα και συμφωνούμε οι πάντες νομίζω στην μοναδικότητα του κειμένου ακόμα κι εκείνοι που τυχόν ενοχλήθηκαν από την νεοτερικότητά του.

Πέρα όμως από την σαφή και αδιαπραγμάτευτη διάκριση της πολυεπίπεδης όντως ιδιαιτερότητας του βιβλίου φιλολογικώς,το “Θείο Τραγί” με απογοήτευσε -εμένα,για μένα μπορώ να μιλήσω μονάχα- απερίγραπτα ως προς τον ήρωά του,επειδή προτάσσει επίμονα το ατομικό και μόνον αυτό,το επαινεί σαν φιλοσοφία,το εκθειάζει ως φυγή.

Ο (αντι)ήρωας του Σκαρίμπα μου φάνηκε δειλός και θλιβερός ατομιστής,ένα ύπουλο αρσενικό,που δεν συμμερίζομαι τις τελικές θριαμβικές πράξεις του κι αφού τον έκρινα τέτοιον κι ούτε αυθεντικό, ούτε ωραία και μεγαλόψυχα λούμπεν,ούτε ασυμβίβαστο, ούτε γενναίο,ούτε ανατρεπτικό τον θεώρησα δεν έχω να πω καλά λόγια γι αυτόν.

 

Ο ίδιος ο Σκαρίμπας,στο “Θείο Τραγί”,υπεραμύνεται βεβαίως του ατομιστή ήρωά του.Τον βάζει  να τολμάει να μιλήσει για την μη ανύψωση των ανθρώπων και την ισχνότητα της ηθικής τους, που την θυσιάζουν στην λογής ματαιότητα,του δίνει άπλετο χώρο να βγει μπροστά από όλους τους άλλους. Οι προφάσεις για να τον φτιάξει μοναδικό και να τον αμολήσει κυρίαρχο στις σελίδες είναι άπειρες κι εκλεκτές,διαδέχονται η μια την άλλη με ευφυία και μαστοριά,μα ο ήρωάς του όση από την δική του συγγραφική αίγλη και να του προσθαφαιρέσει παραμένει στα μάτια μου φυγόμαχο ανθρωπάκι.

Γιατί;Μα επειδή από την αρχή τον απενοχοποιεί,πολύ σύντομα τον αθωώνει και στο τέλος τον φορτώνει και με επιβραβεύσεις:μπορεί το θείο τραγί,συγγραφική αδεία,να πιστεύει όσο θέλει ότι ελευθερώθηκε και ότι πέταξε -δίκην Σκαρίμπα ανώτερος όλων των άλλων- από πάνω του όλα τα σαθρά κοινωνικά δεσμά,αφού ο δημιουργός του τον βγάζει θριαμβευτή από τις πολλαπλές πράξεις τής μη επαρκώς εξηγούμενης βίας,που ασκεί σε όποιον βρεθεί μπροστά του.

Όμως,λέω,με τι τρομερό και τερατώδες αναμετρήθηκε ο Γιάννης κι άσκησε τόση βία;Με τον ανόητο πλούσιο που καταχθόνια και πισώπλατα κορόιδεψε;Τον αγράμματο μεροκαματιάρη που αλαζονικά περιφρόνησε;Την λιγόψυχη γυναίκα που εκδικούμενος βίασε;Τον φαντασμένο,εγωτικό εαυτό του που ανακήρυξε κριτή όλων των άλλων μα όχι της συνείδησής του;Την αδελφή του και την μάνα του που πρώτος τις παράτησε για τον χαμένο έρωτά του;Κοροϊδεύει και οικτίρει την αδελφή του γιατί παντρεύτηκε όταν κι αυτός το ίδιο σκόπευε να κάνει αλλά δεν μπόρεσε;

Πού είναι η προσωπική οδύνη,ο σπαραγμός των καταστάσεων ,το συναισθηματικό του μερίδιο στην προδοσία,γιατί να δεχτώ ότι έχει δίκιο,όταν τελικά διαπιστώνω ότι είναι σαν κι αυτούς που αρνιέται, όταν βλέπω ότι πορεύεται με το ένστικτο του ζώου,όπως ακριβώς αυτοί που περιφρονεί;Κι αυτός ο προσωπικός πόλεμος,ο ντόρος,όλα όσα έκανε,τα έπραξε για να δικαιώσει την ερωτική χολή του για μιαν ωραία Ελένη;

Δυσκολεύομαι να βρω στοιχεία που θα ήθελα διακαώς να κρατήσω,συναισθηματικά και ιδεολογικά απ΄αυτό το οπωσδήποτε φρενήρες,εξαιρετικό γράψιμο ενός λατρεμένου λογοτέχνη,ενός θρυλικού βιβλίου,που ίσως για άλλους βιβλιόφιλους διακίως αντέχει και ενθουσιάζει και σήμερα,μα εγώ το σιχάθηκα όσο λίγα -μπορώ νομίζω,ε;- βρίσκοντάς το και αντιδραστικό και ιδιαίτερα μισογύνικο αν και μεγίστου φιλολογικού ενδιαφέροντος.

Δεν μας φτάνει που ζούμε κανονικότατα σε έναν μονίμως φασιστικό,αντρικό κόσμο,που εντός κι εκτός βιβλίων,όπου βρεθεί κι όπου σταθεί,γαμάει και δέρνει,εκδικείται μονομερώς ό,τι του χάλασε την προσωπική ταξούλα πραγμάτων και μετά αποχωρεί,αναχωρεί,την κάνει,αδιαφορεί,δεν έχει ιδέα και δεν θέλει να έχει κτλ κτλ κτλ να τονδιαβάζουμε κιόλας,υπό την πίεση της a priori αποδοχής των υπεράνω κάθε αμφισβήτησης σπουδαίων λογοτεχνικών αρετών του χαρισματικού συγγραφέα….

Ευχαριστώ,δεν θα πάρω μέρος στους κανονιοβολισμούς κι ας είναι όχι ο Σκαρίμπας στρατηγός αλλά ο Θεός πανηγυρικά και αυτοπροσώπως…

ΥΓ. Αφιέρωμα στον Γιάννη Σκαρίμπα,εδώ.Κι εδώ μια και το προηγούμενο (της παλιάς Καθημερινής με τίτλο “7 μέρες”,στήλη με φοβερά αφιερώματα, κρίμα που δεν έχουμε πρόσβαση πια)δεν υπάρχει, ελπίζω να το επαναφέρουν.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top