Fractal

Γεράσιμος Δενδρινός: “Τα περιφρονημένα”

 

Πεζοτράγουδα, στίχοι για μουσική ή ποιήματα περιφρονημένα από την καθιερωμένη νεφοσκεπή, ανερμάτιστη, και, πάντα βραβευμένη, ποίηση της Λογοτεχνικής Πατρίδας

 

dend4

 

1. ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΟΥ

 

Σε φτηνές παρέες διέσυρα έκτοτε το όνομά μου,

κάτω απ’ τον ουρανό σου δέχτηκα βροχή,

κι ούτε ένα νεύμα παρήγορο της φυγής σου,

της αιώνιας, που με συντρίβει και πάντα με πονεί.

 

Χανόσουν εδώ και χρόνια σε απάνεμα λιμάνια,

λόγια ανυπόστατα για μένα διέδιδες παντού,

τις παλιές μου εμμονές στα ζοφερά σκοτάδια,

στους δρόμους, στις πλατείες, τον σαλεμένο μου νου.

 

Κι αν στέκομαι ακόμη στην ίδια γέφυρα και σε προσμένω,

ούτε τ’ αλλεπάλληλα καλέσματά μου προξένησαν επιστροφή,

έφυγα με το τρένο για την πόλη που σε ανασταίνω

με παράπονα, μουρμουρίσματα, μια σιωπηλή ιαχή.

 

 

2. ΠΡΟΒΟΛΕΙΣ ΒΥΘΟΥ

 

Νέα κόπια

 

Η γνωριμία τους δεν άντεχε να μένει μόνο

στ’ αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα αργά τη νύχτα —

χώρια τη μεγάλη απόσταση

ανάμεσα στην πόλη του

και στο γραφικό χωριό της.

 

Για τη συνάντηση στην πρωτεύουσα του νομού,

εκείνη βάφτηκε κάπως άτεχνα,

αλλά τ’ ακριβά της ρούχα,

ειδικά ο συνδυασμός των χρωμάτων,

τα πολλά κοσμήματα,

φανέρωναν γούστο νεόπλουτης.

 

Στην απόμερη καφετέρια του ραντεβού,

γεμάτη από νεαρόκοσμο, η μουσική ήταν δυνατή,

οι φωνές των θαμώνων εκνευριστικές.

Κάθισαν αντικριστά

κι όλο έσκυβαν για να μιλήσουν,

λες και συνωμοτούσαν για κάτι.

 

Όταν τα βλέμματά τους έγιναν πιο έντονα

και οι στιγμές φάνταξαν, παρ’ όλη τη φασαρία,

αποκλειστικά δικές τους, της πρότεινε

να περάσουν μαζί τη νύχτα.

 

Του είπε πως προτιμούσε ξενοδοχείο

πρώτης κατηγορίας, δωμάτιο προσβάσιμo

σε προσωπική πισίνα με προβολείς βυθού

και αναπαυτικές ξαπλώστρες.

 

Όταν βγήκαν στον δρόμο, η ζέστη επέμενε.

Προτού φτάσουν στον προορισμό τους,

ένιωσε να τον διαπερνά η ερημιά

της επαρχιακής πόλης.

 

Ενώ άναβε τσιγάρο κι εκείνη είχε σταθεί

σε μια βιτρίνα με πορσελάνινα σκεύη,

νόμισε πως την είδε να ξεβοτανίζει

το ίδιο μεσημέρι στο μποστάνι του σπιτιού της,

φέρνοντας ολοένα την παλάμη στο μέτωπο

για ν’ αφαιρέσει πρόχειρα τον ιδρώτα.

 

dend

 

3. ΣΤΙΧΟΙ ΚΑΙ ΣΤΙΧΟΙ

 

Γνωστό βιβλιοπωλείο της συμπρωτεύουσας

διοργάνωσε μέσα στον χειμώνα εκδήλωση

για νέους ποιητές. Κόσμος πολύς κατέφθανε

στην αίθουσα, θιασώτες κυρίως αυτής

της τέχνης, για την οποία το τυχαίο και το αυθόρμητο

παίζει καταλυτικό ρόλο στη δημιουργία.

 

Διαβάστηκαν ποιήματα από πρόσφατες

συλλογές, αποκλειστικά δημιουργήματα του νου,

στίχοι εξεζητημένα ακατάληπτοι.

Το ακροατήριο, μέσα στη σαστιμάρα και την ανία του,

χειροκροτούσε – σημάδι πως οι περισσότεροι

από τους παρόντες ήταν φίλοι,

γνωστοί ή συγγενείς του καλλιτέχνη.

 

Κάποια στιγμή, σηκώθηκε μια συμπαθής φοιτήτρια,

με ευγενή χαρακτηριστικά και ζήτησε

να διαβάσει ποιήματα από την πρώτη,

ανέκδοτη συλλογή της.

 

Στα ποιήματά της πρωτοστατούσε το συναίσθημα,

κι ένα πλήθος από περιστατικά της ζωής

καταγράφονταν με τρόπο σαφή και ολοκληρωμένο.

Η ατμόσφαιρα της γραφής, ξεκάθαρη και ειλικρινής.

Οι στίχοι καταπιάνονταν με καθημερινά

γεγονότα που ποτέ δεν λύτρωναν, αλλά η ατμόσφαιρα

των θεμάτων που καταγράφονταν ταπεινά,

νότιζε βαθιά την τυραννισμένη ψυχή των ακροατών

προσφέροντας μια αμυδρή ελπίδα απαλλαγής.

 

Στο τέλος, αντί να χειροκροτήσουν την κοπέλα,

την κοιτούσαν κατασυγκινημένοι χωρίς να μιλούν.

Την είδαν να σηκώνεται απ’ τη θέση της,

και ν’ αποσύρεται στο πίσω μέρος της αίθουσας.

Όταν όμως οι παρόντες επικέντρωσαν

ξανά τα βλέμματά τους επάνω της,

εκείνη κινήθηκε γρήγορα προς την έξοδο.

 

Βγαίνοντας στην Πλατεία Αριστοτέλους, πήρε βαθιά

ανάσα, λες και ήθελε να τινάξει από πάνω της

την εμπειρία της πρώτης επαφής της με κοινό.

 

 

4. ΑΥΤΟΑΝΟΣΑ

 

Από παρουσίαση σε παρουσίαση

περιέφερε την τέχνη του

σαν την ανήμπορη μητέρα του

από το ένα νοσοκομείο στο άλλο.

 

Σχετίστηκε με κυνηγούς ονείρων,

μια επηρμένη σύναξη

που αντάλλασσε φιλοφρονήσεις,

πότε δειπνώντας σε πολυτελή εστιατόρια

ή σε υπόγεια καταγώγια με λαϊκή μουσική.

 

Ως εκεί η επικοινωνία μονάχα,

ως εκεί οι ευχές.

 

Κι όταν ένα βράδυ,

μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού με τις εικόνες

που ευωδίαζαν βασιλικό και λιβάνι

η μητέρα πέθανε στα χέρια του,

και πρόλαβε μέσα στο ψυχορράγημα

και στις κοφτές ανάσες

να του δώσει την ευχή της,

αναγνώρισε επιτέλους για πρώτη φορά

τι σημαίνει στοργή και τι αγάπη.

 

dend2

 

5. ΑΡΓΑ

 

Σπανίως έχανε παρουσίαση βιβλίου

μήτε αρνήθηκε ποτέ κοσμική εκδήλωση –

ευκαιρία για ανώδυνες, δημόσιες σχέσεις.

Δήλωνε συνάμα ποιητής, κι ας μην είχε

εκδώσει ούτε ένα βιβλίο.

 

Ξόδευε τη ζωή του ανέμελα και προκλητικά,

βασιζόμενος στα επενδυμένα χρήματα της οικογενείας του

στο χρηματιστήριο και σε ακίνητα,

αποκτημένα με αρπαγή της περιουσίας των Εβραίων,

στα χρόνια της Κατοχής.

 

Λησμονώντας όμως εδώ και καιρό

τα ποιήματά του σε συρτάρι του γραφείου του,

(σε επιταγμένο διαμέρισμα τρίτου ορόφου

από την Βέρμαχτ την περίοδο της Βέρμαχτ 1941-44

επί της λεωφόρου Τσιμισκή),

έπεφτε να κοιμηθεί χαράματα με το μυαλό

γεμάτο σκηνές κεφιού και ξεφαντώματος

που λησμονούσε όταν ξυπνούσε το μεσημέρι.

Νιώθοντας τότε βαριά ανησυχία

έπινε απανωτά ποτά, μήπως και διώξει

από δίπλα του φωνές,

ζωντανούς εφιάλτες και ίσκιους.

 

Ωστόσο κάποια απόγευμα,

ξεκλειδώνοντας το συρτάρι του,

κι έξω η κίνηση είχε περιέργως κοπάσει,

αντίκρισε και πάλι ύστερα από τόσον καιρό

στις σελίδες του ντοσιέ τα διεγραμμένα ποιήματα,

με μουντζούρες και πετυχημένα σχόλια

ενός καταξιωμένου ποιητή που δέχτηκε

να δει τη μοναδική κι ανέκδοτη συλλογή του.

 

H καλύτερη εκδίκηση για την πολυετή

και προκλητική σπατάλη της ζωής του,

ο κομπασμός και η απάτη ενάντια στην ποίησή του,

για την οποία, όπως δεν παρέλειπε ποτέ να διαδίδει,

είχε δήθεν ταχθεί και κοπιάσει τόσο,

όσο κανένας στη ζωή, έστω κι αν αρνιόταν

επίμονα να την δημοσιεύσει.

 

dend3

 

5. ΠΡΩΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΠΙΣΤΑ

 

Στις διοργανωμένες συναυλίες σε χωριά και πόλεις

τον συνόδευε πάντα η όμορφη γυναίκα του.

Το πρώτο τραπέζι πίστα σ’ αυτήν παραχωρούνταν,

όπου ολομόναχη, πρόσεχε μην πλησιάσουν

οι θαυμάστριες, διεκδικώντας τον έστω και λίγο,

μ’ εκείνα τ’ αυθόρμητα αγκαλιάσματα και τα φιλιά,

απαθανατισμένα με τα κινητά τους.

 

Στις συναντήσεις με συνθέτες, παραγωγούς,

και τα υπόλοιπα μέλη της ορχήστρας πρωτοστατούσε,

διεκδικώντας λίγη από τη δόξα του συζύγου της

που δικαίως μεγάλωνε με τα χρόνια

στα αστικά κέντρα των νομών,

στην πρωτεύουσα, αλλά και στο εξωτερικό.

 

Στις φωτογραφίες εκείνος έδειχνε πάντα μελαγχολικός

και κάπως συντετριμμένος. Δεν ήταν γεννημένος

για τέτοιες επιτυχίες – ένα ταπεινό χωριατόπαιδο ήταν

που έμαθε κατ’ ανάγκη την τέχνη

του συχωρεμένου θείου του –

κι αυτό ήθελε να παραμείνει.

 

Με τον καιρό, και το καθημερινό μάντρωμα,

άρχισε ο ίδιος να συρρικνώνεται.

Η ψυχή του πονούσε βαθιά.

Απ’ τη μια, η μεγάλη επιτυχία, και απ’ την άλλη,

η καταιγιστική παρουσία της γυναίκας του.

Κάτω από τα πανάκριβα αναμμένα πολύφωτα

και μέσα σε μεγάλους καθρέφτες του σαλονιού,

οι πόζες της φάνταζαν ολοένα πιο μεγαλοπρεπείς.

Η οικονομική άνεση ήταν γι’ αυτή

τα μεγαλεία που ανέκαθεν επιζητούσε,

για να τα επιδεικνύει παντού ως επιτυχημένη

κι ανώτερη από όλες.

 

Κάποια στιγμή αυτός δεν άντεξε

το βάρος των υποχρεώσεων.

Καταπονημένος από τα πάντα,

αποφάσισε να μείνει μοναχός του και να ησυχάσει.

Ο γάμος, σε συνδυασμό με την επιτυχία,

κατάντησε θηλιά και βράχος.

Ζήτησε ήρεμα να τον κατανοήσει και να τον αφήσει.

Μα εκείνη δεν κατάλαβε – άγνωστα και γνωστά

πρόσωπα γυναικών, μέχρι και συγγενισσών

της σκοτείνιασαν τον εκδικητικό της νου.

 

Σαλεμένη, βγήκε στο μπαλκόνι και φώναξε στο χωριό

πως άλλη υπήρχε, κάποια παρατρεχάμενη αντίζηλος

που αναμφίβολα τον κορόιδευε,

αφού δεν ήθελε αυτόν,

παρά τη δόξα και τα πλούτη.

 

Στο ξέσπασμά της αυτό, εκείνος,

διέφυγε από την πίσω πόρτα,

και, χωρίς να κοιτάξει πίσω,

έτρεξε γρήγορα προς το βουνό,

στο ασφαλές καταφύγιο

της παιδικής του ηλικίας.

 

Κανείς δεν τον είδε από τότε –

για μήνες και χρόνια υπέθεταν χίλια δυο.

 

Κάποτε έφτασε η φήμη πως δούλευε

στα Ναυπηγεία Περάματος.

 

Με φόρμα γεμάτη λεκέδες από χρώματα,

έβαφε κρεμασμένος και δεμένος με χοντρά σκοινιά

πάνω σε καγκελωτή βάση

τα σκουριασμένα σκαριά

των δεξαμενόπλοιων.

.

Όποτε έκανε διάλειμμα

για φαΐ, τσιγάρο ή ποτό, αποσύρονταν

δίπλα σε μπάζα από σπασμένα μπετά,

μάρμαρα, θρυμματισμένα πλακάκια

και σάπια ξύλα.

 

dend5

 

6. ΣΕ ΒΗΜΑ ΠΑΡΕΛΑΣΕΩΣ

 

Από παρουσίαση σε παρουσίαση

σ’ όλη τη ρημαγμένη επικράτεια,

μπροστά σε βιβλιόφιλους που προτιμούν το διάβασμα

με αναμμένο το πορτατίφ πριν τον ύπνο,

ευτελίζοντας τη τέχνη του με την τόση επιτυχία,

απόψε θα παρουσιάσει για δέκατη πέμπτη φορά

το τελευταίο του πολυσέλιδο μυθιστόρημα

σε πολυπληθές ακροατήριο

γνωστού βιβλιοπωλείου της συμπρωτεύουσας.

 

Με τον καιρό, απέκτησε θαυμαστές και υποτακτικούς

(κάθε χρόνος και βιβλίο, κάθε φίλος και κριτικός),

είναι το σύνθημα και το παρασύνθημα,

η τακτική μιας κουστωδίας λογοτεχνών,

που παραμορφώθηκαν με τον καιρό τα πρόσωπά τους

υπό το μουντό φως της λάμψης του νέον,

εκφράζοντας συχνά για τα βιβλία των άλλων

μονάχα καταλαλιά, στιγματισμό και άρνηση.

 

Το δράμα όμως παραμένει κρυφό και υποδόριο:

έστω κι αν σφαλίζει καλά τις νύχτες την πόρτα του –

δεν το κάνει λόγω του φόβου των κλεφτών,

αλλά από τον αυτόκλητα προσκεκλημένο,

που του μίλησε κάποτε για της ψυχής το ξεπούλημα

και του χρήματος τον αυτοσκοπό –

με αυτές τις τύψεις τραβάει πάντα

επάνω του βίαια το πάπλωμα,

μήπως και κρύψει την αγωνία της νύχτας,

τους εφιάλτες που καραδοκούν,

τις συμπαγείς σκιές που απειλούν

την επιτυχία ενός ονόματος

κατακτημένου με τόσο βάναυσο τρόπο,

αλλά που τρέμει ο ίδιος,

μήπως καταρρεύσει κι αυτό κάποτε

σαν τον παγετώνα,

μέσα στην κρύα κι αβαθή θάλασσα

της ανωνυμίας.

 

dend6

 

7. ΟΛΟΦΩΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

 

Ομολογουμένως έγραφε καλά ποιήματα,

πήρε εγκωμιαστικές κριτικές,

έκανε παρουσιάσεις, έδωσε συνεντεύξεις,

πάσχιζε όσο τίποτε να γίνει γνωστός

στην ντόπια λογοτεχνική πιάτσα.

 

Στα χρόνια που πέρασαν,

κι άλλα βιβλία προστέθηκαν στον κατάλογό του.

Είδε να επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία,

ένιωθε πια σαν βασιλιάς, αλάνθαστος σύμβουλος

για τους νέους λογοτέχνες.

 

Και μια μέρα, που έμεινε μονάχος σπίτι,

ενώ είχαν από καιρό σιγήσει τα τηλέφωνα

και οι στενοί φίλοι είχαν απομακρυνθεί πια,

ξαναδιάβασε τα πετυχημένα του βιβλία.

 

Έκπληκτος διαπίστωσε τις κακοτεχνίες του λόγου,

την εκφραστική φτώχεια, τα συνηθισμένα θέματα.

Τα ποιήματα στο σύνολό τους φάνταζαν

αποτυχημένα κι εντελώς ρηχά.

 

Πλησιάζοντας τότε το παράθυρο,

αγνάντευε για ώρα την πολυσύχναστη λεωφόρο,

σαν ν’ αντίκριζε για πρώτη φορά

τη σκηνή αυτή τόσο ζωντανή

κι επιτηδευμένα φωτισμένη.

 

 

8. ΣΚΙΑΣΜΕΝΟ ΒΛΕΜΜΑ

 

Άριστος μαθητής. Επίκεντρο των συνελεύσεων,

ερωτικός στόχος για τις μαθήτριες,

ηγέτης του δεκαπενταμελούς, εισηγητής των εκδρομών

και πρωτοστάτης των καταλήψεων,

που, λόγω της επιμονής και της αυτοπεποίθησης,

θα διακρινόταν σίγουρα μεθαύριο

σε τομείς του δημοσίου βίου –

αυτό μου έδειχναν τα αιωνίως κομμένα μάτια του

απ’ τους μελανούς κύκλους.

 

Ως καθηγητής της τάξης προκλητικά με αγνοούσε,

γιατί πάντα προτιμούσα τ’ ανέκφραστα

ταπεινά παιδιά, τ’ αφανή,

που, όσο κι αν πάσχιζαν, μετά βίας κατάφερναν

να περάσουν τη χρονιά.

Ο κόσμος της αδυναμίας τους με μάθαινε

τη σημασία της συντριβής και της σεμνότητας,

δίνοντάς μου συγχρόνως την επιβεβαίωση

πως θα έρθει κάποτε ο καιρός

κι αυτό το είδος ανθρώπων

θα κυριαρχήσει σ’ αυτόν τον κόσμο.

 

Οι σπουδές στο εξωτερικό του έδωσαν

θέση, αξιώματα και χρήμα. Παντρεύτηκε μια

ευκατάστατη κοπέλα, αλλά δεν αγόρασε σπίτι

στα βόρεια προάστια. Προτίμησε τη συνοικία του,

ως δείγμα τάχα ταπεινοφροσύνης,

έστω αν στις βόλτες με όλη την οικογένεια

στα πολυσύχναστα στέκια της πόλης,

πάντα μιλούσε σε γνωστούς κι αγνώστους,

ως μέλλων υποψήφιος δήμαρχος

και ίσως στη συνέχεια και βουλευτής.

 

Κάθε φορά που έβγαζε λόγο στην κεντρική πλατεία,

με τον στόμφο εκείνου που μαγνητίζει τους αδαείς,

ήξερα καλά πως το βλέμμα του με είχε ήδη ξεχωρίσει

στο ίδιο απομονωμένο τραπέζι της καφετέριας,

δίπλα στο κατάξερο παρτέρι με τ’ αδέσποτα,

που διατηρώ τα τελευταία χρόνια ως μόνιμο στέκι.

 

Ουδέποτε με πλησίασε· κι εγώ έκανα το ίδιο.

 

Με τα χρόνια οι μελανιές σκιές κάτω από τα μάτια του

είχαν κατά πολύ βαθύνει. Εκεί που συνέκλιναν

με την άκρη των φρυδιών, χάριζαν,

παρόλη του την επιτυχία,

στο ύφος του προσώπου του

κάτι το υποχθόνιο και το σάπιο.

 

* Ο Γεράσιμος Δενδρινός (1955), σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει εκδώσει: 1) Ένα πακέτο Άρωμα, διηγήματα, Ρόπτρον 1992 και Κέδρος 1995³, 2) Χαιρετίσματα από το νότο, μυθιστόρημα, Οδυσσέας 1994³ και Κέδρος 2003, στο οποίο βασίστηκε το σενάριο της ταινίας του Δημήτρη Μακρή, Χαιρέτα μας τον πλάτανο, που διαγωνίστηκε το 2004 στο 54ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, 3) Ματίας ντελ Ρίος – Ημερολόγια, ταξιδιωτικό κείμενο, Οδυσσέας 1995 και Κέδρος 2006, 4) Απέραντες συνοικίες, μυθιστόρημα, Κέδρος 2001, 5)  Άλκης, νουβέλα, Μεταίχμιο 2003, 6) Φραγή εισερχομένων κλήσεων, μυθιστόρημα, Μεταίχμιο 2006 και 7) Άβατοι Τόποι, ποιήματα, (.poema..) εκδόσεις, Κορώνη 2015. Από το 2004 είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top