Fractal

Γεράσιμος Δενδρινός [ ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ ΙΑ΄] – Από αδημοσίευτη συλλογή

 

Στην Ελένη Γκίκα και τους συνεργάτες του Fractal

 

af1

 

1.    Είμαι η θάλασσα της πατρίδας που έπνιξε παιδιά μεταναστών και τα κήδεψε στην παραλία, χωρίς να γράψει το όνομά τους πάνω στην ξύλινη πλάκα. Τώρα κηλιδωμένη από λάδια και πετρέλαια δεν μπορεί να δει το ωραίο σου πρόσωπο που γερνάει ο χρόνος. Αν δεν σπάσεις, έστω και λίγο, τον ναρκισσισμό σε νεαρή ηλικία, το ίδιο σπυρί θα παραμείνει στην πλάτη για να σε τρώει ίσαμε τα γεράματα. Και μόνο λίγο πριν κλείσεις για πάντα τα μάτια, θα γείρει κι αυτό ξερό για να παραδοθεί στη σήψη. Ούτε που φαντάζεσαι, μήτε πρόκειται ποτέ παραδεχτείς πόσοι υπέροχοι άνθρωποι πέρασαν από αυτή τη γη που σκόρπισαν άπλετα τον χρόνο για το καλό του απροστάτευτου κι αθώου πλήθους. Παράδειγμα ο Γκάντι. Ήταν απ’ αυτούς που πρόσφεραν απλόχερα την αγάπη τους στον υποταγμένο και εξαθλιωμένο λαό της Ινδίας. Εσύ κι εγώ, με μέτριες χειρονομίες και σοφιστείες παραμένουμε ακόμα πλήθος, κατώτεροι και από τα ζώα που χαρίζουν αγάπη, διδάσκοντας αρετή σε όποιον τα φροντίσει γιατί δεν κοιτάνε ποτέ ωραία πρόσωπα, φήμη και δόξα, παρά μόνο σέβονται κι εκτιμούν ευγενικές ψυχές κι σ’ αυτές πάντα υποτάσσονται.

 

2.    Η μνήμη καθημερινά σε ανασταίνει και η θλίψη μου σε ζει. Σε βλέπω σε δωμάτια και χώρους να κινείσαι συνεχώς. Στη γωνία με τον μεγάλο πλάτανο σταματάς για να πάρεις ανάσα. Είναι μακριά ο κήπος όπου έθαψες κάποτε την επιθυμία και την απόγνωση. Και στο εξής θα περιφέρεσαι με τα δεκανίκια που σου χάρισε ο Θεός.

 

3.    Οι υποσχέσεις που μου έδωσες πως θα ανταλλάξουμε απόψεις σε συζήτηση διαρκή και αίσια μοιάζει με τη σκηνή ενός πεινασμένου αδέσποτου, που στέκεται κάθε βράδυ έξω από ταβέρνα με παχύσαρκους πελάτες.

 

af2

 

4.    Το φως του ήλιου που πέφτει πάνω σου να το ευλογείς αν σε κάνει υγιή, ακόμη κι αν βάζει φωτιά ερήμην σου στις τραπεζιτικές σου καταθέσεις. Η οικονομική άνεση που έχεις είναι τα δάκρυα που κυλούν κάθε νύχτα από τα μάτια των αναπήρων της Βομβάης, που κουρελιασμένοι ζουν πλάι σε χωματερές και μολυσμένα, ακίνητα νερά.

 

5.    Η λογοτεχνία πάντα κόβει δρόμους, αλλά καμιά φορά ενώνει προσωρινά αυλές. Και οι επηρμένοι στέκονται κάτω από φώτα, που ένα χέρι υπηρέτη τα σβήνει πάντα για λογαριασμό τους. Η μοίρα του λογοτέχνη είναι να εκτίθεται σε ποικίλα σχόλια. Και αλίμονο σ’ αυτόν που νομίζει ως σπουδαία κείμενα αυτά που ξεχωρίζουν ως ψυχρά και τεχνηέντως άρτια. Για μας, ένα κείμενο αξίζει, αρκεί να έχει βηματισμό ψυχής και καλή γλώσσα. Και σ’ ένα απλό γράμμα μπορείς να το βρεις, σ’ ένα σημείωμα. Όλα τα υπόλοιπα είναι μια κουρτίνα που σε καλύπτει και να εύχεσαι να μην είναι διαφανής. Ίσως να κρύβει πρόσωπα που πάντα απορρίπτουν τη σκοτεινή παραλία για ν’ ανέβουν σε πανύψηλα, φωταγωγημένα τείχη.

 

6.    Εκτός από όσα βλέπουν ή είδαν τα μάτια σου, μην πιστεύεις σε τίποτε. Μια πεταμένη πολυθρόνα σε αλάνα Ασπροπύργου αξίζει πολλά, ίσαμε να την οικειοποιηθεί ένας αγροίκος και να την κάψει στη ξυλόσομπα του σπιτιού του, αδιαφορώντας για την παλιά της αίγλη σε μεγαλοπρεπή σαλόνια με επιφανείς επισκέπτες.

 

af3

 

7.    Οι επιστολές από το Θιβέτ και κάποια μικρά δέματα μου έρχονται με καθυστέρηση ενός μηνός, γιατί ανοίγονται από την κινέζικη κυβέρνηση. Αρώματα κάθε λογής από ξεραμένα άνθη σκορπίζονται στο δωμάτιο. Τα λιγοστά βότσαλα από τη λίμνη Νάμτσο σε νάιλον αφαιρέθηκαν από τους επιτήδειους ταχυδρομικούς υπαλλήλους του Πεκίνου. Το φως του μαγευτικού οροπέδιου της Λάσσα με λούζει, αλλά η εικόνα της καταρρέουσας μητέρας με βουρκώνει. 2017: Η ζωή τελικά ανήκει σε όλους μας και μόνο οι πιο ικανοί περνάνε την τάξη. Η σκηνή με τη μικρή αρκούδα που έχασε τη μητέρα της σε αυτοκινητόδρομο του Σίγκαστε και παίζει με τα σκυλιά και τις γάτες του μοναστηριού πάντα στο μυαλό μου. Αν θέλησα κάτι είναι να αγκαλιάσω τους πένοντες και τους νοσούντες, τα ζώα δίχως νοικοκύρη και τους περιπλανώμενους. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι, σαν τα αιώνια παγωμένα βουνά, δεν έχουν καμία θέση στα σκαλιά του ναού μου. Η ιδιοφυία ως προσωρινό βάλσαμο έρχεται, θαυμάζεται και φεύγει. Ο αέρας του χρόνου όλα τα σκορπά γιατί ζωή δεν είναι μόνο χαρά και το ανόητο ξόδεμα της μέρας, αλλά μία ανάμειξη στιγμών, επαναλήψεων και δεινής μνήμης.

 

8.    Να με βοηθήσει ο Θεός να πάω παρακάτω για να δω τι είναι αυτό το φως που βλέπω στο κατώι μας κάθε νύχτα. Μόνο όταν αγγίξεις τον βυθό έχεις πιθανότητα να αγγίξεις την αλήθεια.

 

9.    Υπάρχουν χειρότεροι από μας, αυτό είναι βέβαιο. Η σάλπιγγα του στρατώνα δεν αντηχεί πια για τα αθώα πρόσωπα της κωμόπολης, μαντρωμένα κι εντελώς άοπλα σε υγρά κι απόκοσμα κτήρια, αλλά για σκιασμένες κι αλλοτριωμένες όψεις του γειτονικού καφενείου, που συζητούν για πράγματα κοινά και τετριμμένα.

 

 

af4

 

10. Μη ζητάς ποτέ να σε εκτιμήσουνε άνθρωποι που τα μόνα που άγγιξαν στη ζωή τους ήταν το μαχαίρι, το πιρούνι και το κουτάλι. Μόνο όποιος κρατάει δρεπάνι και σκουπίζει τις λάσπες απ’ τις παλάμες του πάνω στα ρούχα του, εργάζεται σκυφτός χωρίς ανάσα και βαρυγκώμια, μπορεί να σε σεβαστεί και να κάνει παράμερα, για να αντικρίσεις τον χωματόδρομο της καθημερινής πίκρας.

 

11. Όσοι περιμένουν για ώρες να εξυπηρετηθούν μπροστά σ’ ένα γκισέ, είναι αυτοί που έχουν μάθει να υποδέχονται, ανεξαρτήτως εποχής, παλαίμαχους στρατιώτες απ’ τα ξένα.

 

12.  Στις ονομαστικές μας εορτές ενσαρκώνουμε τον άγιο που εγκαταλείψαμε από τότε που πήραμε το όνομά Του σε μια γωνία να αναμένει μάταια, έστω κι ένα νεύμα μας, μέσα στην αφόρητη πολυκοσμία.

 

af5

 

13. Στο σπίτι μου καθημερινά τελείται το ολοκαύτωμα των ασθενειών και του γήρατος. Εκτοπισμένος στο μέσα δωμάτιο, θρηνώ για την ζοφερή μου τύχη. Ναι, το αναγνωρίζω. Όταν απολέσεις τα πάντα, εκπέμπεις παντού εκείνη την ιδιαίτερη οσμή της ιερότητας.

 

14. Τα καλά ποιήματα οφείλουν να ξεσκεπάζουν πληγές, βλέμματα στοργής κι αγάπης. Η ταπείνωση της έκφρασης στην τέχνη κάνει τη ζωή ακόμα πιο ουσιαστική, έστω και  σκυφτή και υποταγμένη προς την ξερή γη που πάτησαν οι πάλαι ποτέ ένδοξοί μας πρόγονοι.

 

15. Στην επαρχιακή του πόλη είχε τη φήμη του σοφού και του σπουδαίου. Όταν μετακόμισε στην πρωτεύουσα με σιγουριά κι αυτοπεποίθηση, κατάντησε ένας κάδος στη γωνία μιας κεντρικής λεωφόρου με τις γάτες να μαλώνουν πάνω στον σωρό των σκουπιδιών για πεταμένες λιχουδιές και μισοφαγωμένες κονσέρβες.

 

af6

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top