Fractal

Διήγημα: “Γεννήθηκα δυο φορές”

Της Αρετής Καμπίτση // *

 

 

 

Γεννήθηκα δασκαλοπαίδι. Μην το παίρνετε αψήφιστα. Το να γεννηθείς δασκαλοπαίδι εκείνα τα χρόνια τα παλιά δεν ήταν μικρή υπόθεση. Διδάχτηκα πως ένα κι ένα κάνουν δυο κι έτσι έμαθα να υπολογίζω τις χαρές μου και τις λύπες μου, τους ανθρώπους και όλες τις υποθέσεις μου. Ακόμα κι όταν έμεινα ένα ορφανό δασκαλοπαίδι, ούτε και τότε μπορούσα να ξεφύγω από αυτό το βάρος το ανελέητο που έπεφτε στις πλάτες μου. Έπρεπε να περισώσω την κληρονομιά του ονόματος, ένα όνομα που είχε να δείξει μορφωμένους και επιτυχημένους επαγγελματικά συγγενείς.

Σε ένα χωριό σαν το δικό μου, το να είσαι παιδί δασκάλου θεωρούταν μεγάλη υπόθεση. Το να είσαι δε, το μοναδικό παιδί τέτοιου είδους πρόσδιδε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Μα το να είσαι το ορφανό δασκαλοπαίδι ήταν άλλο πράγμα. Σαν εξωγήινος που εμφανίστηκε από το πουθενά κι έκατσε στο σβέρκο μας.

Δεν αντιλέγω. Έμοιαζα πράγματι με εξωγήινο αφού όλη μέρα διάβαζα και έγραφα, σπάνια έπαιζα με τα άλλα παιδιά κι αν καμιά φορά έβγαινα από το σπίτι για να ξεκουράσω το μυαλό μου από τις ιδέες που του έχωνα ακατάπαυστα με μανία, δεν έπαιζα. Μόνο παρακολουθούσα τα άλλα παιδιά να παίζουν. Οι χωριανοί υποστήριζαν πως ήμουν ντροπαλή αλλά εγώ ήξερα πως όλα αυτά τα έκανα επειδή βαριόμουν αφόρητα και δεν έβρισκα κανένα νόημα στο να χάνεις τον χρόνο σου σε κάποιο ανούσιο παιχνίδι. Το παραγεμισμένο μου μυαλό αδυνατούσε να αντιληφτεί την χρησιμότητα ενός παιχνιδιού. Έτσι έμαθα να λειτουργώ ατομικά και ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να εργαστώ ομαδικά. Τα υπόλοιπα παιδιά με κοιτούσαν με περιέργεια και ακόμα θυμάμαι πως είχα διδάξει την ώρα σε ένα από αυτά κι ύστερα ήρθαν κι άλλα για το ίδιο λόγο, μιας που ήμουν το μοναδικό παιδί που ήξερα να διαβάζω την ώρα, τους δείκτες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα.

Έτσι πέρασαν τα χρόνια. Σε μια λογική τετράγωνη, μονότονη, άγευστη. Ώσπου μια μέρα, στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών, άκουσα μια χωριανή να λέει στη μάνα μου πως δεν πρέπει να ανησυχεί για μένα, αφού ο θεός ορφανά κάνει μα άμοιρα δεν κάνει. Και τότε στράβωσα, θύμωσα πολύ καθώς ποτέ ως τότε δεν είχα πιστέψει πως κάποιος ή κάποιοι με θεωρούσαν άμοιρη. Περίεργη ναι συμφωνώ, αλλά άμοιρη; Σαν κάτι να έσκασε μέσα μου άρχισα να αλλάζω. Έπαψα σταδιακά να διαβάζω, δεν έγραφα πια και εν τέλει έχασα τα πρωτεία της καλύτερης μαθήτριας. Έφτασα μέχρι το σημείο να την κοπανίσω από το σπίτι, αν και αυτό το εγχείρημά μου δεν στέφθηκε με επιτυχία. Αλλά το φύλαγα και είπα μέσα μου, ορκίστηκα στον εαυτό μου πως μια μέρα θα φύγω. Κι έτσι έγινε. Δεκαοκτώ χρόνων και μιας ημέρας κι αφού μου είχα κάνει το μεγαλύτερο δώρο, που δεν ήταν άλλο από την ηθελημένη αποτυχία μου να εισαχθώ στο πανεπιστήμιο, έφυγα δια παντός από το σπίτι. Μόνη, με παρέα δεν έχει σημασία. Έφυγα χωρίς να πάρω τίποτα μαζί μου, τίποτα που να μου θυμίζει τον πρότερο μίζερο βίο μου και σε αντίθεση με την Σάρα την σύζυγο του Λωτ, εγώ δεν γύρισα να κοιτάξω ούτε μια στιγμή πίσω, φοβούμενη την κατάρα του θεού μην τύχει και πετρώσω και ριζώσω εκεί εις τους αιώνες των αιώνων.

Κι ένιωσα για πρώτη φορά μετά από δεκαοκτώ χρόνια ζωής ελεύθερη, σαν να γεννήθηκα ξανά κι άρχισα να κάνω τα πρώτα βήματα με πάθος και πόθο για την ζωή. Όχι όχι δεν έγινα σπουδαία, ούτε το όνομά μου το έβγαλα ασπροπρόσωπο, μα ουδεμία σημασία είχε πια γιατί μεταλλάχτηκα σε κάτι πολύ σπουδαιότερο κάτι πολύ μεγαλύτερο.

Ακόμα και τώρα εκείνη η φράση «ο θεός ορφανά κάνει μα άμοιρα δεν κάνει» ηχεί στο μυαλό μου κι όσο ηχεί τόσο με πεισμώνει και θέλω να γίνομαι κάθε μέρα πιο ευτυχισμένη, πιο ικανοποιημένη, γυναίκα ελεύθερη και ζωντανή.

 

 

 

* Η Αρετή Καμπίτση ζει και εργάζεται στα Χανιά. Έχει γράψει δύο μυθιστορήματα («Δύο κουταλιές ζάχαρη» και «Μικροί θεοί»). Είναι ερωτευμένη με το αδοκίμαστο και το αντιδραστικό και δεν παύει να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο. Στο facebook θα την συναντήσετε με το όνομα areti kampitsi.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top