Fractal

Η κοφτερή λύπη και το ποθητό πράσινο

Γράφει η Κούλα Αδαλόγλου // *

 

Περσεφόνη Τζίμα «Γαλάζιο μελανό», εκδ. Κεντρί, 2017

 

Το κινούμενο ερωτηματικό βγήκε/ όπως πάντα για καφέ στη Ζώγια./ Δύσκολο να απαρνηθεί τις καθημερινές/ συνήθειες αφού ως γνωστόν το αφιόνισμα/ είναι γενικώς καθησυχαστικό. («Σμίκρυνση και μεγέθυνση», σ. 9)

Το ποιητικό υποκείμενο προσπαθεί να χωρέσει τις ελπίδες στην κούπα με τον αχνιστό καφέ. Και η διάψευση να έρχεται γρήγορα, αφού, με δεύτερη ματιά, βλέπει γύρω της την πραγματικότητα που την πληγώνει, αλλά και μέσα της τις προοπτικές που δεν απαίτησαν την εκπλήρωσή τους

Στη συλλογή Παλινδρομήσεις (1996) το ποιητικό υποκείμενο οσμίζεται την αμφιβολία στον έρωτα και στη διάρκεια των σχέσεων, και την προϊούσα φθορά στην πολιτική-κοινωνική κατάσταση. Στην πρόσφατη συλλογή Γαλάζιο μελανό οι αμφιβολίες βαθμηδόν μετατρέπονται σε βεβαιότητες και το ποιητικό υποκείμενο «μιλά» για τις βιωμένες ματαιώσεις και απώλειες, προσπαθεί να διαμορφώσει τη νέα οπτική και τη συνακόλουθη ποιητική έκφραση.

Η Περσεφόνη Τζίμα κοιτάζει βαθιά μέσα της, αλλά ρίχνει και ένα οξύ κριτικό βλέμμα στη σύγχρονη πραγματικότητα. Yπάρχουν δύο ενότητες: «Συνθέσεις π.Χ.» και «Συνθέσεις μ.Χ.». Η διάκριση αυτή σηματοδοτεί οπωσδήποτε μια χρονική διαφοροποίηση, το παλαιότερο και το νεότερο ή το πριν και το μετά από κάποιο γεγονός. Θα προσπαθήσουμε να διακρίνουμε αν υπάρχουν νοηματικές διαφορές ανάμεσα στα ποιήματα που εντάσσονται στην κάθε ενότητα. Στην πρώτη ενότητα διακρίνεται η υποψία, η αμφιβολία, η ταλάντευση του ποιητικού υποκειμένου για τη σταθερότητα και τη δύναμη των διαπροσωπικών σχέσεων. Για τον έρωτα, κυρίως, για τις συνθήκες που διαβρώνουν μια σχέση, που την υπονομεύουν, τη φθείρουν.

Τώρα ξεχειμωνιάζει η θλίψη/ στον πληγωμένο ρευστό εαυτό/ υποκύπτοντας στα οικεία/ με άμεσο στόχο/ την αλίευση πιστών. («Πτώση σε σημείο μηδέν», σ. 25)

Και

Θα αυτοκτονούσαν από θλίψη/ γιατί δεν έχουν αυτό που έχουμε/ έλεγες περήφανα./ Κι όταν εγώ δεν σ’ έχω,/ ν’ αυτοκτονήσω δυο φορές/ ή αιθεροβάμων/ να αναπαυθώ/ στις δάφνες; («Άτιτλο ΙΙ», σ. 16)

Μολονότι η φθορά και η απώλεια μιας προσωπικής σχέσης είναι κεντρικό σημείο στην ποιητική συλλογή, εντυπωσιάζει η προσεκτική, συγκρατημένη, μεταφορική συχνά, έκφραση των συναισθημάτων. Η οδύνη γίνεται η μελαγχολία που διαποτίζει όλη τη συλλογή, καθώς το ποιητικό υποκείμενο αναζητά στηρίγματα, για να συνεχίσει τη ζωή του. Έτσι, ταυτόχρονα γεννιέται και η αφορμή για στοχασμό αλλά και για σαρκασμό.

Στο κοινωνικό σκέλος ανιχνεύεται κατ’ αρχάς περισσότερη αισιοδοξία. Σταδιακά, οι βεβαιότητες κλονίζονται όλο και περισσότερο, ο σκεπτικισμός μεγαλώνει. Η ειρωνεία και ο αυτο-σαρκασμός εντείνονται. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα τελευταία ποιήματα της πρώτης ενότητας έχει τον τίτλο «Πτώση σε σημείο μηδέν»:

Η λευκότητα της κάμαρας/ βάλθηκε να καταπραΰνει την κοφτερή λύπη της./ Την απόθεσε προσεκτικά στον καναπέ/ μην τύχει και διαλυθεί/ περήφανη που έπαιξε εν ου παικτοίς. (σ. 25)

Η δεύτερη ενότητα αρχίζει με το ποίημα «Γαλάζιο μελανό». Όπου η θεραπευτική επενέργεια του γαλάζιου προσπαθεί να ισορροπήσει τη θλίψη, την απογοήτευση, την αγωνία, το τραύμα. Είναι εκείνες οι στιγμές που το άτομο ζητά παραμυθία από τη φύση, βλέπει, αφήνεται και στοχάζεται:

 Το άπειρο θαλασσινό γαλάζιο/ λουτρό και ίαμα ψυχής.[…]

Η παλιά πληγή μετουσιώθηκε αξιοθαύμαστα σε μία αξιοπρεπή ουλή.

Όμως

Οι μελανές προθέσεις/ των δυνατών/ ρίχνουν σε φουρτούνες/ το ταλαίπωρο σκαρί της πολιτείας.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν το λευκό γαλάζιο θα γίνει πέταγμα γλάρου ή θα καταποντιστεί/ στο σκούρο κυανό/ του απροσμέτρητου βυθού. («Γαλάζιο μελανό», σ. 28-29)

Το προσωπικό με το κοινωνικό, σε ένα απαιτητικό, ισορροπημένο συνταίριασμα. Σε κοντινή συσχέτιση θα πρότεινα να διαβαστεί και το επόμενο ποίημα της συλλογής «Το ποθητό πράσινο». Και πάλι η φύση και το «ποθητό πράσινο» και η επιζητούμενη ψυχική χαλάρωση: ο σοφός χρωστήρας της φύσης/ φιλοτεχνεί την ανάπαυλα/ του καταπονημένου εντός μου.

Εδώ περισσότερες εικόνες της φύσης, ζωντανές και εναργείς, και το ποιητικό υποκείμενο στοχάζεται για την πορεία του ανθρώπου στη ζωή, χρησιμοποιώντας λόγο μεταφορικό: Φορώντας το χρώμα/ του χειμωνιάτικου καφέ/ δεν τολμούν να ονειρευτούν/ την Άνοιξη. (σ. 30, 31)

Το ποίημα «Ευτυχής απάτη» μπορεί να θεωρηθεί κομβικό της συλλογής. Με το πρόσχημα της συνομιλίας με την Ευτυχία, την προσωποποίησή της, το ποιητικό υποκείμενο βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για πολλά από όσα το απασχολούν: για όνειρα, διαψεύσεις, προσωπικές και γενικότερες, για τη γλυκιά απατηλότητα, για την παγωνιά της επίγνωσης.

Η γνώση μας που χτίστηκε / με βασανισμένη πείρα/ και απώλειες σε αύξοντα ρυθμό/ σε έδιωξαν για πάντα κι ανεπιστρεπτί. (σ. 59)

Το ατομικό με το γενικό δένονται σφιχτά. Και ακολουθεί και άλλος απολογισμός. Είναι σκληρή η επίγνωση για το ποιητικό υποκείμενο πως η ανιδιοτέλεια και η προσφορά συχνότατα δεν γίνονται αποδεκτές, ούτε καν κατανοητές, οι αποδέκτες δεν ήταν έτοιμοι ή μάλλον ήταν αλλού στραμμένοι κι αλλιώς έπαιζαν το παιχνίδι της ζωής:

Κι έτσι το χάσμα βαθαίνει σθεναρά/ χωρίς καμιά ελπίδα άμεσης γεφύρωσης/ μια που οι γέφυρες απαιτούν πολύ κόπο/ κι επιστήμη να χτιστούν. (σ. 61)

 

Περσεφόνη Τζίμα

 

Οι αναφορές στον αρχαίο κόσμο από την ποιήτρια γίνονται υπαινικτικά. Δεν αφηγείται δηλαδή ιστορίες από τη μυθολογία ή την ιστορία, με τον δικό της τρόπο, αλλά χρησιμοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις ως σύμβολα, ως αναλογικές συγκρίσεις για σύγχρονα βιώματα της ψυχής, της καθημερινότητας, της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Η Κίρκη, ο Πλάτωνας με το σπήλαιο, την Ακαδημία και τη Στοά, ο Προμηθέας, ο Σίσυφος, η Ύβρις και η Νέμεση, ο Αχέροντας, ο Νάρκισσος, ο Έρωτας, η Πηνελόπη, ο Οδυσσέας και οι μνηστήρες γίνονται κέντρα τέτοιων μεταφορών και αναλογιών.

Σαν άλλος Προμηθέας κι εσύ/ καρτερικά άντεξε την αετό γλώσσα/ / εσύ, ένα τοσοδά συννεφάκι/ άτρωτο στην άυλη ανυπαρξία του. («Η απομυθοποίηση», σ. 14)

Ο αυτό-σαρκασμός, η κριτική διάθεση του ποιητικού υποκειμένου προς τον περίγυρο, αλλά κυρίως προς τον εαυτό του. Δεν ρίχνει αποκλειστικά τις ευθύνες στους άλλους, μετρά τις δικές του αντοχές και ψηλαφεί τη στάση του. Στοχασμός, στοχαστική ποίηση.

Θέλω να κάνω μια ιδιαίτερη αναφορά στο τελευταίο ποίημα της συλλογής στη «Δωδεκάχρονη Οδύσσεια». Είναι η μοναδική ίσως φορά που γίνεται κοντινότερη αναφορά στον μύθο. Το ποιητικό υποκείμενο, μιλά σε γ΄ ενικό πρόσωπο για τον Οδυσσέα, αλλά απευθύνεται σε β΄ ενικό στην Πηνελόπη, σε έναν διαλογικό μονόλογο, αφού η απάντηση δεν υπάρχει. Ή, σαν καλυμμένα να μιλά το ποιητικό υποκείμενο στον εαυτό του. Σαρκαστικά ανατρεπτικό το τελευταίο τετράστιχο, αντιπροσωπευτικό δείγμα της ποίησης της Τζίμα, ένα κατάλληλο κλείσιμο-επίγνωση μιας συλλογής.

Ίσως ο μνηστήρας Αντίνοος ακόμα κι ο Ευρύμαχος/ σου πρέπουν πιο πολύ, Πηνελόπη,/ μιας και ο ήρωάς σου και να επιστρέψει/ ένας ξένος θα σου είναι. (σ. 74)

Τα στοιχεία που επισημάνθηκαν (συνοψίζω: ο προσωπικός τόνος, το δέσιμο του ατομικού με το γενικό, οι κοινωνικές και πολιτικές αναφορές σε σχέση με το ποιητικό υποκείμενο, ο στοχασμός, το χιούμορ-σαρκασμός) συνιστούν τον προσωπικό λυρισμό της Φόνης Τζίμα. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις αναφορές στον αρχαίο κόσμο, θέλω να επισημάνω ότι φέρνουν έντονα στο μυαλό την αρχαία λυρική ποίηση. Στο ύφος του λυρισμού λοιπόν, σε μια παράδοση που ξεκινά αιώνες πριν.

Σχετικά με τη δομή των ποιημάτων, να σημειώσω ότι πολύ συχνά τα ποιήματα, ή ένα μέρος τους, μπορεί να βασίζονται σε φαινομενικά ρητορικά ερωτήματα. Τα οποία πιθανότατα αναιρούνται από μια αναπάντεχη απάντηση. Θέση και άρση.

Γιατί η νωπή απουσία να με κρατάει/ και τα αλαλάζοντα κύμβαλα να είναι ευτυχή;/ Γιατί τη νύχτα κατακλύζουν το στερέωμα/ επίμονα αστέρια κι ούτε ένα πεφταστέρι; […] Γιατί τόση σιωπή να συγκρατεί τη λάβα του μυαλού σου;/ Γιατί κυλάς το βράχο του Σίσυφου. («Άτιτλο Ι», σ. 15)

Ή μπορεί να έχουν την οργάνωση ενός μικρού συλλογισμού, με υπερκείμενες και συμπέρασμα.

Αν εγχειρίσω την καρδιά μου/ θα σε βρω εκεί/ σαν βασικό κύτταρο/ σαν βαλβίδα ασφαλείας./ Αν σε βγάλω από εκεί τι θα απομείνει./ Οι λεπτές εγχειρίσεις τραυματίζουν επικίνδυνα/ ας τις αποφύγουμε λοιπόν. («Άτιτλο ΙΙ», σ. 16)

Αυτή η προσεχτική οργάνωση που περιγράφουμε συμπληρώνεται από τη λιτότητα της γλώσσας. Το ποιητικό υποκείμενο κοιτάζει το γεγονός σαν από απόσταση, κι αυτό δίνει ένα ιδιαίτερο χρώμα στην ποίηση της Περσεφόνης Τζίμα.

Κάποτε, ενώ το υποκείμενο αναμένεται να είναι έμψυχο, εμφανίζεται ένα άψυχο στη θέση του. Η σύνταξη αυτή δίνει δύναμη στο κείμενο αλλά και την απόσταση από τα τεκταινόμενα, τη συναισθηματική αποστασιοποίηση.

Όπως πρόσταζε το αναμενόμενο/ τα ηχητικά κείμενα τα πήρε ο άνεμος/ κι ανάγκασε τα καλώδια να σιγήσουν. («Παραλλαγή ασυμβατότητας ΙΙ – Αλλότριες φωνές δε σμίγουν», σ. 65) 

Ενδεχομένως να μπορεί να θεωρηθεί επίδραση της Δημουλά – η Τζίμα έχει ασχοληθεί με την ποίησή της – αφομοιωμένη επίδραση βέβαια. Εντούτοις, με δεδομένο ότι η Τζίμα κάνει την επιλογή αυτή νωρίς στην ποίησή της (στη συλλογή Παλινδρομήσεις, 1996), μπορεί να υποστηριχτεί πως είναι γνώρισμα της δικής της ποιητικής ιδιολέκτου.

Επανήλθε το οικείο στοιχείο/ στην κανονική του θέση. («Οικοδόμηση επί ματαίω», σ. 51, Παλινδρομήσεις)

Η ποιητική έκφραση κινείται σε ένα ευρύ φάσμα της γλώσσας, σε διάφορα επίπεδα λόγου: καθημερινό, πιο επίσημο, λόγιο. Χωρίς ακρότητες. Ακόμη και για να εκφραστούν τα πιο προσωπικά συναισθήματα. Σε τόνο ελεγειακό, εντυπωσιακή η συγκρατημένη έκφραση, ο ελεγχόμενος πόνος, οι μεταφορές και οι εικόνες, για να αποδοθεί το συναίσθημα.

Αλλότριες φωνές δε σμίγουν τεχνητά/ μα ακολουθούν βίους παράλληλους/ όπως οι παράλληλες γραμμές που/ ποτέ δε συναντιούνται στον ίδιο τόπο/ αφού παρεμβάλλονται παράσιτα/ και μίλια αποξένωσης.  («Παραλλαγή ασυμβατότητας ΙΙ – Αλλότριες φωνές δε σμίγουν», σ. 65) 

Εντυπωσιακά δουλεμένη ποιητική γραφή, που δεν καταφεύγει σε μελοδραματισμούς, που, ενώ ελέγχει το συναίσθημα, αγγίζει τον αναγνώστη με τον στοχασμό και το χιούμορ, και τον οδηγεί στη συναίσθηση.

 

Θα τη βρω την ποιήτρια Περσεφόνη Τζίμα ή τα ποιητικά υποκείμενα-περσόνες της εκεί, στη Σβώλου με Πατριάρχου Ιωακείμ ή Βενιζέλου και Μητροπόλεως γωνία, και πάνω από μια κούπα αχνιστό καφέ θα στοχαστούμε για τις σμικρύνσεις και τις μεγεθύνσεις του χρόνου, θα σχολιάσουμε τις Πηνελόπες μας κι εκείνο το τοσοδά συννεφάκι, το άτρωτο στην άυλη ανυπαρξία του. Και, ίσως, αυτή τη φορά να χωρέσουν οι νέες προοπτικές μας μέσα στην κούπα αυτή.

 

 

* Η τελευταία ποιητική συλλογή της Κούλας Αδαλόγλου έχει τίτλο «Εποχή αφής», Σαιξπηρικόν, 2016.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top