Fractal

Πέντε ποιήματα

Του Αντώνη Κηπουρού // *

 

 

 

ΑΙΣΘΗΣΗ ΘΑΝΑΤΟΥ

 

Πάλι για κείνα θα σου πω

Που καίνε και πονάνε

Τον φόβο για τον θάνατο

Και πώς τον πολεμάνε

 

Θα πω γι αυτή την αίσθηση

Την του κυνηγημένου

Του ζώου στην παγίδα του

Επί του προκειμένου

 

Όσα υποκατάστατα

Κι αν έχουμε εφεύρει

Ο προαιώνιος φόβος μας

Πάντα μας κυριεύει

 

Στις εκδηλώσεις της ζωής

Είναι σαν το εμβόλιο

Μια δόση αναμνηστική

Που δεν σηκώνει σχόλιο

 

Μια σκέψη τελεσίδικη

Τόσο μακριά στο χρόνο

Φωτίζει με τη λάμψη της

Τον φόβο και τον πόνο

 

Δεν αντιμετωπίζεται

Το ανεξίτηλό της

Με οποιαδήποτε αλλαγή

Με όποια άλλη δράση

 

Είναι το αναπόφευκτο

Το προκαθορισμένο

Αυτή να είναι κυνηγός

Με θήραμα δοσμένο

 

Είναι μια μάχη του μυαλού

Το να αντιμετωπίσεις

Ο,τι χρόνια σε τρόμαζε

Ίσως να το φοβίσεις

 

Γεμάτοι είναι οι καιροί

Από μάχες χαμένες

Οι ικεσίες των νεκρών

Σαν μάννες πικραμένες

 

Βάση κοινή για όλους μας

Είναι η κοινή μας μοίρα

Όχι τόσο σε εξέλιξη

Οσο η κατάληξή μας

 

Η συνειδητοποίηση

Του όποιου πεπερασμένου

Που είναι το ίδιο για όλους μας

Αυτό του πεπρωμένου

 

Ψάχνει ο καθένας να πιαστεί

Ψάχνει για να ξεχάσει

Αυτό που όσο κι αν προσπαθεί

Ποτέ του δεν θα χάσει

 

Στο δρόμο του κυνηγητού

Διαλέγεις καταφύγιο

Είτε θρησκείας κάλυμμα

Η άλλη ιδεολογία

 

Ένα τριβόλι του μυαλού

Σαράκι στην κρυψώνα

Γιατί να είναι μόνο αυτή

Η λύση στον αιώνα

 

Κάποιος που απερίσκεπτα

Τολμήσει ν’ αψηφήσει

Αυτό που μοιάζει μακρινό

Από την πλευρά της νιότης

 

Η από τρέλα της στιγμής

Πει ότι δεν φοβάται

Ασφαλισμένος νιώθοντας

Μα έξω από το μυαλό του

 

Τον βλέπω να λιποψυχά

Όταν θα πλησιάζει

Στον τελικό προορισμό

Με ναύλο από τη μοίρα

 

Κι άμα για μένανε ρωτάς

Πως θα τα καταφέρω

Σ΄ άλλους ιδέες έδωσα

Τι να σου πω , δεν ξέρω .

 

 

 

 

 

Έλα να παίξουμε

Μαζί να τρέξουμε

Στους ίδιους δρόμους

Στα ίδια μέρη

 

Έλα να παίξουμε

Κι όσο αντέξουμε

Αύριο τι γίνεται

Κανείς δεν ξέρει

 

Έλα να παίξουμε

Να μπερμπαντέψουμε

Κι ας ανατρέψουμε

Το παρελθόν μας

 

Έλα να παίξουμε

Και να λαθέψουμε

Ίσως γιατρέψουμε

Το λογικό μας

 

Έλα μην κρύβεσαι

Και μην αφήνεις πια

Τους φόβους σου, να

Σε κουμαντάρουν

 

Πάρε το χέρι μου

Γίνε το αστέρι μου

Το κλεφτοφάναρο

Μέσ’ το σκοτάδι

 

Έλα να φτύσουμε

Τον εγωισμό μας

Καλό να κάνουμε

Στο ριζικό μας

 

Πάρε το χέρι μου

Να σχεδιάσουμε

Τη διαδρομή μας

Και όπου φτάσουμε.

 

 

ΜΥΡΤΩ

 

Είδα την καρυάτιδα

Να βγαίνει στο σεργιάνι

Το κόσμημά της τα μαλλιά

Σφιχτοδεμένα πίσω

Ο αλαβάστρινος λαιμός

Τ΄ αυτάκι σαν κοχύλι

Τα μάτια τ’ αμυγδαλωτά

Με το γαλάζιο βλέμμα

Και τ’ όμορφο μουτράκι της

Ζάχαρη και κανέλα

Η θεά Κάλι ζήλεψε

Τα δυο της χέρια μόνο

Που τ’ όργανο κρατούσανε

Να κελαηδούν τ’ αηδόνια

Το φόρεμά της το μακρύ

Που ντύνει το κορμί της

Ριχτός χιτώνας παλιακός

Ποδήρης και μεσάτος

Που να ψηλώνει το κορμί

Από απάνω ως κάτω

Κολόνα κορινθιακή

Με το κιονόκρανό της

Με κρίνα και με λούλουδα

Να διατρέχει η χάρη

Την όμορφη κορμοστασιά

Τα σμιλεμένα δάχτυλα

Ντυμένα στα σανδάλια

Τη λυγερή περπατησιά

Τα βλέμματα που παίρνει

Και που τα σέρνει στη γωνιά

Να βλέπουνε πώς φεύγει .

 

 

 

Έρωτες καλοκαιρινοί

Της εποχής τα φρούτα

Θρεμμένοι με ανεμελιά

Αστέρια και λαγούτα

 

Ξέρουν πως δεν κρατούν πολύ

Στου χρόνου το μετρίδι

Μα θα κρατήσουν πιο πολύ

Στης μνήμης το παιγνίδι

 

Είναι καλάδα στα ρηχά

Μικρά ψαράκια πιάνει

Για να φτουρήσει το γιαπί

Θέλει γερό χαρμάνι

 

Τα σχέδια που κάνουνε

Σβήνουνε ένα- ένα

Μα τα φιλιά που δίνονται

Είναι ονειρεμένα

 

Οι υποσχέσεις, οι ματιές

Τα χέρια τα πλεγμένα

Οι όρκοι τους θα ξεχαστούν

Θα παν στα περασμένα

 

Πώς να συμπτύξουν ψάχνουνε

Τον χώρο με τον χρόνο

Να μην τελειώσει τ’ όνειρο

Να ‘ναι η αρχή του μόνο

 

Κι αν ίσως ένας στους πολλούς

Τύχει και προχωρήσει

Ίσως θα ‘ναι η εξαίρεση

Που θα καρποφορήσει

 

Σαν το αστέρι της αυγής

Που σβήνει με τη μέρα

Αργοπεθαίνει ο έρωτας

Που σκότωνε σαν σφαίρα

 

 

Απόκληρος και παραπεταμένος

Δεν έχεις από πού να κρατηθείς

Στη δόλια την πατρίδα νοιώθεις ξένος

Στα ξένα ίσως σε βλέπουν απειλή

 

Σε τύλιξε μια άγρια συγκυρία

Σε πέταξε σε άγνωστα νερά

Κανείς δεν νοιάζεται ποιόν έχει δίπλα

Κανέναν δεν διαλέγει η χαρά

 

Αδέσποτου σκυλιού ίδια η μοίρα

Ποιος σε λογιάζει τώρα για ζωή

Ο,τι κι αν είχες , όλα σου τα πήραν

Σε πρόσβαλαν, σου πήραν την τιμή

 

Ποτέ σου πριν δεν είχες συνηθίσει

Να σου ταιριάζουν άλλοι τη ζωή

Μα κοίταξε πώς τα ‘φερε η ζήση

Να ζεις όπως δεν ήθελες να ζεις

 

Παράτολμο το σχέδιο που βρήκες

Έξω εντελώς από τη δική σου λογική

Απόγνωση τη λένε την πυξίδα

Με ρότα που θα βγάλει η στιγμή

 

Σκληροί κι αδίστακτοι κοντραμπαντζήδες

Ανέλαβαν την διεκπεραίωση

Να στρώσουν της δουλειάς το νιτερέσο

Αδιάφορο ποια θα ‘ναι η έκβαση

 

Ακούμπησες στου κόσμου τη συμπόνια

Κάπως να σου γιατρέψει την πληγή

Μα φαίνεται στα μάτια η καταφρόνια

Το χέρι σαν απλώνεις στην πηγή

 

Παράτυπο σε είπαν και λαθραίο

Αυτούς τους τίτλους έχει η τιμή

Ίσως σε πουν κι αποδιοπομπαίο

Γιατί χαλάς στρωμένη συνταγή

 

Ρακένδυτος, ξυπόλητος και πένης

Η πείνα σου σαλεύει το μυαλό

Εσένα που δεν έμαθες να κλέβεις

Φοβάσαι πια μη σ’ εύρει το κακό

 

Κατάκοπος, κοιμάσαι όπου να ‘ναι

Ελπίζεις σε μια στάλα λησμονιάς

Σε βρήκανε σε μια γωνιά του δρόμου

Απόκοσμες κουβέντες να πετάς

 

Σε ξένες δημοσιές τώρα γυρίζεις

Σε καίνε οι αναμνήσεις στα παλιά

Ποιο πρώτ’ απ’ όλα τρέχεις να φροντίσεις

Ποια βάση έχεις, τι σε κυβερνά.

 

 

 

* Ο Αντώνης Κηπουρός του Εμμανουήλ γεννήθηκε στη Θεσ/νίκη 29 Μαίου 1950, μεγάλωσε στις Σέρρες, πήρε πτυχίο Ιατρικής από το Α.Π.Θ, ειδικότητα Ουρολογίας, παντρεύτηκε την Μαρία Ζαχάκη, απέκτησαν τρία παιδιά την Βασιλική, την Ηλέκτρα και τον Μανώλη, συνταξιοδοτήθηκε το 2012 και έκτοτε γράφει.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top