Fractal

Διήγημα: “Ευθύνη αίματος”

Της Αθηνάς Τσάκαλου //

 

 

f12

 

-Πόσα κοκόρια σκότωσες σήμερα;

Ναι έτσι ακριβώς της το είπα και η είχε η φωνή μου κακία.

Σταμάτησε και γύρισε προς το μέρος μου. Τα χέρια της ήταν ματωμένα από το αίμα των μικρών κεφαλιών που κρατούσε στις χούφτες της κι έμοιαζαν τα χρωματιστά λειριά σαν πέταλα μεγάλων λουλουδιών.

-Τι στο καλό , της είπα γιατί το θέαμα μ’ έκανε να ανατριχιάσω, τι στο καλό τα κρατάς έτσι στις χούφτες σου και δεν τα βάζεις σε μια σακούλα;

-Πάω να τα θάψω, μου είπε. Και το ξέρεις πως δεν είναι η σωστή λέξη τα σκότωσα. Τα έσφαξα είναι η σωστή λέξη, τα έσφαξα και αναλαμβάνω την ευθύνη του αίματός τους, όχι για να μην λερωθούν τα χέρια των άλλων από το αίμα, αλλά για να σπάσει η αλυσίδα, η συνέχεια της ηδονής του εγκλήματος.

Δεν περίμενα να μου μιλήσει με τόσο παράξενα λόγια που ομολογώ ότι δεν τα κατάλαβα.

-Δεν καταλαβαίνω τι λες.

-Έλα μαζί μου και θα σου εξηγήσω. Εδώ λίγο πιο κάτω στη ρεματιά θα πάω.

Την ακολούθησα. Ήταν γύρω στα 70. Ζούσε στο νησί πάνω από 20 χρόνια για μας όμως τους ντόπιους ήταν πάντα η ξένη. Ψηλή, ξερακιανή φορούσε μακριά σκούρα φορέματα και τα καλοκαίρια σκούρα μαντήλια σαν τις παλιές χωριάτισσες. Είναι κάποιοι άνθρωποι που φτάνουν στη μέση της ζωής τους σε καινούργιο τόπο και κανείς δεν μαθαίνει ποτέ για το παρελθόν τους γιατί μένουν κάπως έξω σε μέρος μοναχικό, γιατί δεν είναι πια νέοι, ούτε ωραίοι, ούτε πλούσιοι, με λίγα λόγια δεν τους προσέχει κανείς. Έτσι ήταν και για τούτη τη γυναίκα.

-Ναι Ροβίνα με λένε, μου είπε σοβαρά και με ξάφνιασε. Πώς ήξερε ότι αυτό ετοιμαζόμουν να τη ρωτήσω γιατί ούτε το όνομά της δεν θυμόμουν. Άρχισα να νιώθω άβολα, μάλλον ανήσυχα, σαν να φοβόμουν. Κι ήταν η μέρα αλλόκοτη γεμάτη αφρικανική σκόνη και η ορατότητα χαμηλή, ούτε τη θάλασσα δεν έβλεπα.

Είχαμε κατεβεί στη ρεματιά. Ακουγόταν αδύναμος ο ήχος του λιγοστού νερού που έβγαινε από μια παλιά πηγή που κάποτε πότιζε τους κήπους του χωριού… Τώρα είχε τρεις μήνες να βρέξει.

-Άκου λοιπόν άρχισε να μου λέει, ενώ είχε ακουμπήσει σε μια πέτρα πέντε κεφαλάκια κοκοριών κι έσκαβε με τα χέρια της έναν μικρό λάκκο.

-Το έχεις προσέξει βέβαια πως εδώ και λίγους μήνες, εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης, έχουν γεμίσει οι αυλές των σπιτιών από κότες και κοκόρια. Μερικοί που έχουν μεγαλύτερες αυλές έχουν και αρνάκια και κατσικάκια. Και δεν είναι βέβαια από την ανάγκη να βρεθούν πιο κοντά με τα ζώα, αλλά είναι η κάλυψη του φαγητού. Και είναι τόσο όμορφα τα λαλήματα των κοκοριών νωρίς τα χαράματα και τα βελάσματα των αρνιών λίγο πριν βραδιάσει, αλλά αυτό είναι άλλη υπόθεση. Ίσως έχεις προσέξει πως τα κοκόρια ιδιαίτερα λαλούν και τα μεσημέρια, ίσως γιατί διαισθάνονται το γρήγορο τέλος τους και θέλουν τουλάχιστον να έχουν λαλήσει αρκετά στη σύντομη ζωή τους.

Έβαλε τα κεφαλάκια στον μικρό λάκκο και καθώς τα σκέπαζε με το χώμα κάτι μουρμούριζε, μου φάνηκε σαν να τους ζήταγε συγγνώμη.

-Εγώ μεγάλωσα σ’ έναν τόπο μακρινό που υπήρχε η συνήθεια τα κοκόρια να τα σφάζουν μόνο οι γριές, οι γυναίκες που δεν θα γεννούσαν πια παιδιά, για να σταματήσει η αλυσίδα της μνήμης του φόνου κι αυτό το αλλόκοτο ρίγος φρίκης και ηδονής που προξενεί ο τελευταίος χορός των ακέφαλων κοκοριών λίγο πριν πεθάνουν. Θα μου πεις παιχνίδια του μυαλού είναι όλα αυτά. Τίποτα δεν δείχνει πως οι άνθρωποι θα σταματήσουν κάποτε τους φόνους. Δεν ξέρω… Αλλά για κοίτα αυτή την παράξενη ομίχλη. Τη βλέπεις που κατακάθεται στα ρούχα μας, στα χέρια μας, στο πρόσωπό μας; Κάποτε η ομίχλη ήταν μόνο γεμάτη νερό. Μούσκευαν οι άνθρωποι που περπατούσαν στην ομίχλη. Τώρα αυτή η ξηρή σκόνη που έρχεται από την έρημο μοιάζει με θάνατο. Και δεν είναι αρκετές οι επιστημονικές εξηγήσεις, ίσως η γη να θέλει να μας πει κάτι άλλο. Ίσως βαρέθηκε όλο αυτό το αίμα, όλον αυτόν τον πόνο κι αν δεν αλλάξουμε το δρόμο μας, επιθυμεί να μας αφανίσει. Κι εγώ θέλω κάτι να προσφέρω στους ανθρώπους αυτού του μικρού τόπου και κάθε Σάββατο ή παραμονή γιορτών σφάζω τα κοκόρια τους. Έλα τώρα ας φύγουμε από δω, η σκόνη όλο πυκνώνει κι όπου νάναι θα νυχτώσει κι έρχεται η ώρα που απ’ τους μικρούς τάφους θ’ αρχίσουν να ακούγονται χαμηλά λαλήματα κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω για να σταματήσω αυτές τις φωνές.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top