Fractal

Το ευάλωτο του σώματος

Γράφει η Βίκυ Κατσαρού // *

 

Αλέξανδρος Στεργιόπουλος, «Ευστοχία υλικού» (εκδόσεις Ιωλκός, 2018)

 

Η «Ευστοχία υλικού» (εκδόσεις Ιωλκός, 2018), του Αλέξανδρου Στεργιόπουλου, ήρθε στα χέρια μου ένα απόγευμα του Ιουλίου. Καθόμουν σε ένα παγκάκι στα Εξάρχεια και περίμενα το λεωφορείο για να πάω σπίτι μου. Την ώρα εκείνη το φως του ήλιου είχε αρχίσει να υποχωρεί και η νύχτα έκανε δειλά τα πρώτα της βήματα. Μόλις διάβασα το πρώτο ποίημα για λίγο έμεινα μετέωρη. Το ξαναδιάβασα. Διάβασα το δεύτερο ποίημα. Ένα τσίμπημα στο στήθος. Και πάλι μετέωρη για λίγο. Το ξαναδιάβασα. Διάβασα το τρίτο ποίημα. Χαμογέλασα για τη συνειδητοποίηση της στιγμής. Μετέωρη ξανά για λίγο. Το ξαναδιάβασα. Κι έχοντας διαβάσει ξανά και ξανά το κάθε ποίημα, διάβασα το βιβλίο τρεις φορές. Και χθες πάλι το ξαναδιάβαζα. Δεν είναι κάποια υπερβολή. Όχι, δεν είναι κάποια υπερβολή. Η καλή ποίηση, η εύστοχη ποίηση είναι η ηχώ των σκέψεών μας, είναι ρητές συνειδητοποιήσεις που δεν εξωτερικεύουμε αλλιώς. Και η καλή ποίηση, με την κοφτερή αλήθεια της, λυτρώνει γιατί αποκαλύπτει τα σκοτεινά σημεία της ύπαρξης που επιμένουμε να αποφεύγουμε. Λυτρώνει και γλυκαίνει.

Η συλλογή αποτελείται από είκοσι πέντε ποιήματα. Τα ποιήματα είναι ολιγόστιχα με το μεγαλύτερο ανάμεσά τους να φτάνει τους οχτώ στίχους. Κι αυτή η εύστοχη οικονομία λόγου ταιριάζει στο συμπυκνωμένο νόημα ώστε η σκέψη να σκαλώνει σε κάθε στίχο για να τον επεξεργαστεί, να τον αφομοιώσει, να τον κάνει κτήμα της. Ο ήρωας είναι ανώνυμος περιηγητής σε μια πόλη που παρακμάζει (κι όταν γράφω  πόλη θα μπορούσε να είναι ακόμα κι ο εσωτερικός του κόσμος), ο οποίος παρατηρεί, καταγράφει, αισθάνεται και συναισθάνεται, απογοητεύεται και ελπίζει, ζει και πεθαίνει, σε μια προσπάθεια να αντέξει. Οι λέξεις που συνθέτουν το κάθε ποίημα είναι παράλληλα λυρικές και αιχμηρές. Ξαφνιάζουν μεμιάς τον αναγνώστη. Ραχοκοκαλιά τα ρήματα και τα ουσιαστικά.

Πρωταγωνιστικό ρόλο στα ποιήματα έχει το σώμα. Μόνο αυτό. Το σώμα μέσα σε όλη του τη θνητή αγιοσύνη και ευαλωτότητά του. Γι’ αυτό και το πρώτο ποίημα τιτλοφορείται «Μήτρα ζωής». Το σώμα αυτό είναι εκτεθειμένο στα μάτια του αναγνώστη, και γι’ αυτό γυμνό. Κρέμεται από μια κλωστή αναζητώντας την τόσο ποθητή ισορροπία, μια ισορροπία η οποία είναι επισφαλής στα χέρια άλλων. Το σώμα υποφέρει, μουδιάζει, χάνει τη φωνή του, χάνει τα άκρα του. Δεν ακούγεται. Το σώμα αυτό, ως φορέας ενέργειας, δίνει τον δικό του αγώνα να μην εκραγεί. Ή όχι. Να αντέξει. Ή όχι. Να μην αναφλεγεί άσκοπα αλλά να αντέξει και να πάρει φωτιά όταν βρεθεί σε συνθήκη ευστοχίας. Και σ’ αυτό το σημείο αποσαφηνίζεται και ο τίτλος της συλλογής. Ευστοχία υλικού, γιατί το γυμνό σώμα, αυτό το σάρκινο υλικό, καλείται να ορμήσει στη φλόγα της ζωής την κατάλληλη στιγμή. Το σώμα αυτό ακροβατεί ανάμεσα στον ουρανό και στη γη και ως υλικό που είναι, εύπλαστο υλικό από δέρμα, σάρκα και οστά, πότε τεντώνεται προς τον ουρανό και πότε σκύβει προς τη γη. Πότε γίνεται ευθεία και πότε επώδυνη γωνία. Και το σώμα αυτό ξέρει πώς να σέρνεται, αναγνωρίζει τα λάθη του και τα επαναλαμβάνει για να μπορέσει να συνθέσει στο τέλος τη δική του, κατάδική του αλήθεια.  Ακόμα και η φύση με τα ζωντανά της, τα στοιχειά της, άλλοτε επιτείνει την αγωνία του σώματος και άλλοτε θρηνεί μαζί του. Κι όταν το σώμα κουράζεται, καταλήγει κλεισμένο μέσα σ’ ένα δωμάτιο να φυσά τον καπνό του τσιγάρου ενώ αναστοχάζεται λόγια ποιητών. Κι έπειτα σβήνει το τσιγάρο και βγαίνει στους δρόμους της πόλης, κουρνιάζει σε παγκάκια και παρατηρεί άλλα σώματα αντιπαραβάλλοντας τη δική τους αλήθεια με τη δική του.

Στην «Ευστοχία υλικού», όμως, πέρα από το σώμα, σημαίνουσα θέση έχουν και το φως και το σκοτάδι. Κάθε πηγή φωτός από τα άστρα, μια λάμπα στο κομοδίνο, τους φανοστάτες, τη λάμψη στα μάτια όπως γυαλίζουν, τη φωτιά, τον ήλιο, το δειλό φως από το ξημέρωμα, την καύτρα από το τσιγάρο που σιγοκαίει. Στην «Ευστοχία υλικού» το φως έχει τη δική του σημασία. Το φως υπάρχει παντού, σε κάθε πτυχή της, μεταφορικά και κυριολεκτικά, και το σώμα προβάλλει στο φως αυτό το φως που τρεμολάμπει μέσα του, την πάλη του με το σκοτάδι. Το σκοτάδι εδώ συμπυκνώνεται στην πιο δυνατή εκδοχή του που είναι η νύχτα και στην πιο αδύναμη εκδοχή του που είναι οι χιμαιρικές σκιές. Μεγάλη σημασία στην ποιητική συλλογή έχει και ο χρόνος. Εξάλλου η μάχη του σώματος, η μεγαλύτερή του μάχη, είναι με τον χρόνο. Παρελθόν, παρόν και μέλλον γεννιούνται σε μια στιγμή και χάνονται σε μια στιγμή. Το υλικό του σώματος τρέφεται από το παρελθόν, αγωνιά στο παρόν και ορμά ελεύθερο στο μέλλον. Και ανάμεσά τους η επανάληψη. Γιατί οι άνθρωποι ως σώματα επιβεβαιώνουμε πολλές φορές την ύπαρξή μας από την επανάληψη ακόμα και του λάθους.

 

Αλέξανδρος Στεργιόπουλος

 

Συνδετικός κρίκος όλων των ποιημάτων πέρα από το δίπολο φως-σκοτάδι και το τρίπτυχο παρελθόν-παρόν-μέλλον είναι η γενική έννοια της υλικότητας. Στην συλλογή κυρίαρχη θέση έχει η υλικότητα αυτή καθαυτή. Η υλικότητα των συναισθημάτων και καταστάσεων.  Η εξαθλίωση επαιτεί, η υποκρισία και η αδιαφορία πίνουν καφέ. Το άδικο σφάζει. Η υλικότητα του σώματος, η υλικότητα του δέρματος που προσαρμόζεται στις συνθήκες της ζωής, η ευαλωτότητά του. Ακόμα και το φως και το σκοτάδι έχουν υλικότητα. Το φως τρέχει. Το σκοτάδι ελπίζει. Το φως τρέμει. Το φως αναπνέει. Το φως σβήνει. Το φως σέρνεται. Το σκοτάδι κρύβεται. Το σκοτάδι ακούγεται. Το φως κουράζεται. Υλικότητα έχει ακόμα και ο χρόνος. Ο χρόνος γεννιέται κάθε στιγμή όπως λέει ο ανώνυμος ήρωας. Ο χρόνος παγώνει.

Στην «Ευστοχία υλικού» ο άνθρωπος υψώνει το δικό του ανάστημα, εύφλεκτο υλικό μέσα στον κόσμο, στη ζωή, απέναντι στον χρόνο. Δίχως να έχει φτιαχτεί για να αντέχει ή να υπακούει οικουμενικές αλήθειες ή να επιδεικνύει θάρρος κρύβοντας τον φόβο του και την ευθραυστότητά του. Ο άνθρωπος δεν είναι υλικό για να αντέχει. Είναι υλικό για να φλέγεται. Ο άνθρωπος έχει φτιαχτεί για να καίγεται την κατάλληλη στιγμή, να καίγεται στην ομορφιά της ζωής.

 

 

* Η Βίκυ Κατσαρού είναι επιμελήτρια βιβλίων και ποιήτρια. Από τις εκδόσεις Ιωλκός θα κυκλοφορήσει  η ποιητική συλλογή της «Τα κεράσια της Εύας».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top