Fractal

Η έξοδος του Άρη Σφακιανάκη

Γράφει η Μαρία Τσαγκαράκη // *

 

Άρης Σφακιανάκης «ΕΞΟΔΟΣ», εκδ. Κέδρος, σελ. 344

 

Συνήθως στο εσωτερικό των βιβλίων υπάρχει ένα σύντομο βιογραφικό του συγγραφέα, το οποίο εδώ έχει αντικατασταθεί από τη λακωνική φράση “Ο Άρης Σφακιανάκης ζει (;) στην Αθήνα.”Το ερωτηματικό αυτό σε καμία περίπτωση δεν υπονοεί βεβαίως ότι ίσως και να ζει σε κάποια άλλη πόλη, αλλά είναι νομίζω ένα υπαρξιακό ερώτημα, αν είναι ζωή αυτή που σήμερα βιώνουμε ως Έλληνες στην Αθήνα ή όπου αλλού. Αυτή η υπαρξιακή αγωνία ώθησε τον Σφακιανάκη να αλλάξει ρότα συγγραφική, να εγκαταλείψει τη γνωστή θεματολογία των αυτοβιογραφικών του συνήθως  εξιστορήσεων και να στραφεί σε κάτι εντελώς διαφορετικό, στη συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος.

Ως θέμα, λοιπόν, επιλέγει τις τελευταίες ημέρες της τρίτης πολιορκίας του Μεσολογγίου και την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων στις 10 Απριλίου 1826, από την οποία και ο τίτλος του βιβλίου Έξοδος. Η επιλογή δεν είναι τυχαία. Πάλι ο ίδιος (ο συγγραφέας) θα ομολογήσει στη σελίδα 78 “όποτε μελετάω την ιστορία του 1821 με πιάνει μια θλίψη αβάσταχτη…. Αυτά τα πράγματα με βασανίζουν τούτο το διάστημα. Κι αν δεν γράψω γι΄ αυτά δεν γλυτώνω.”

Προφανώς για να γραφτεί ένα ιστορικό μυθιστόρημα, χρειάζεται πολλή έρευνα, μελέτη αρχειακού υλικού και διασταύρωση πηγών. Και είναι  ολοφάνερο ότι ο Άρης Σφακιανάκης δούλεψε και έψαξε πολύ, με κύρια πηγή τα Στρατιωτικά ενθυμήματα του Νικόλαου Κασομούλη. Πέρα όμως από την ιστορική αλήθεια και τις ιστορικές πληροφορίες τον ενδιέφερε η ατμόσφαιρα της εποχής (σελ.14) και η εμπειρική εξιστόρηση, τα βιώματα των πολιορκημένων. Κι εδώ ο συγγραφέας θα καταφύγει σε ένα πολύ έξυπνο τέχνασμα, θα μεταφερθεί μέσα από μια σκουληκότρυπα, από μια ρωγμή του χρόνου, στο πολιορκημένο Μεσολόγγι του 1826 λίγο πριν την έξοδο και θα μας αφηγηθεί τα γεγονότα ως ένας από τους συμμετέχοντες.

Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη, γι΄ αυτό και πάρα πολύ ζωντανή, το κείμενο ρέει αβίαστα και εμείς παρακολουθούμε με αγωνία την έκβαση της εξόδου, λες και δεν ξέρουμε το ιστορικό αποτέλεσμα. Πολλές φορές έπιασα τον εαυτό μου να εύχεται να γλυτώσουν οι πολιορκημένοι, σαν να μπορούσε κανείς να αλλάξει το παρελθόν.

Ο Σφακιανάκης συνδυάζει εκπληκτικά την ιστορία με τη δημιουργική φαντασία του. Ο συγγραφέας-ήρωας, μεταβαίνοντας στο παρελθόν έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά από προβλήματα: πρέπει να απαλλαγεί από τα τζιν και τα αθλητικά παπούτσια, να φορέσει φουστανέλα, τσαρούχια και φέσι, να χειριστεί το γιαταγάνι, να αντιμετωπίσει την πείνα. Πολύ γρήγορα ενσωματώνεται στον κοινωνικό περίγυρο και τα αντιμετωπίζει με ευφάνταστο χιούμορ. Αφού ντύθηκε φουστανελάς με όλα τα εξαρτήματα (κατάλοιπα από κάποιον σκοτωμένο) σχολιάζει (σελ. 96): Τα ρούχα μύριζαν μπαρούτι και ιδρώτα. Ωστόσο μου ταίριαζαν γάντι. Το ίδιο και τα τσαρούχια. Θα έδινα πολλά να έβλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Πάντα ήθελα να δω αν μου πηγαίνουν οι φούστες. Και λίγο πιο κάτω θα πει: προχωρούσα με καμάρι, λες και ήμουν τσολιάς στα Ανάκτορα.

Το χιούμορ διατρέχει όλο το βιβλίο και ελαφραίνει το βαρύ κλίμα της πολιορκίας. Είναι σπαρταριστοί οι διάλογοι, όταν πρωτοαντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται στο Μεσολόγγι και θεωρεί ότι βρίσκεται σε παραγωγή του Κουτσομύτη για την τηλεόραση ή όταν συγχέεται ο Νέος Κόσμος που δίνει ως τόπο κατοικίας στους Μεσολογγίτες με την Αμερική, τον τότε γνωστό Νέο Κόσμο.

Η περιγραφική ικανότητα του Σφακιανάκη απογειώνεται είτε πρόκειται για μια απλή ταξιδιωτική περιγραφή, ή για την περιγραφή μιας γυναίκας ή ενός σκόρδου είτε γι’ αυτή καθεαυτή την έξοδο του Μεσολογγίου. Για παράδειγμα η συνοπτική περιγραφή της κωμόπολης του Αιτωλικού στη σελ.35, η περιγραφή της Λένιας, της αρραβωνιαστικιάς του Κίτσου Τζαβέλα στη σελ. 92, η περιγραφή μιας σκελίδας σκόρδου που του προσφέρουν, μετά από μια μεγάλη περίοδο στέρησης τροφής στη σελ. 177 και τέλος η εξαιρετική περιγραφή για τις γυναίκες-χελώνες που προσπαθούν να μεταφέρουν το βιος τους κατά την έξοδο, στη σελ. 281.

Και η φαντασία του οργιάζει. Ακόμη κι αν δεν διασώζονται μαρτυρίες για τις καθημερινές σκηνές της ζ ωής στο Μεσολόγγι, ο Σφακιανάκης τις επινοεί και τις αναπαριστά με αληθοφανή ρεαλισμό, όπως η περιγραφή της επιτροπής της πόλης, όταν για πρώτη φορά παρουσιάζεται μπροστά τους (σελ. 105), ή η αναπαράσταση της δίκης του Καραϊσκάκη (σελ. 62-66), από τις καλύτερες σελίδες του βιβλίου, με τολμηρή καταγραφή της αθυροστομίας του Καραϊσκάκη, χωρίς να τον μειώνει, με ανάδειξη της ακεραιότητάς του.

 

Άρης Σφακιανάκης

 

Ο συνδυασμός μυθοπλασίας και ιστορίας ενέχει πολλούς κινδύνους αλλά ο Σφακιανάκης ισορροπεί επιτυχώς τη μυθιστορηματική πλοκή με την ιστορική αλήθεια. Από τη μια τα απλά και τα καθημερινά, η έκβαση των μεμονωμένων ιστοριών και από την άλλη η ιστορία και η τύχη του συνόλου. Ο Σφακιανάκης καταφέρνει να φωτίσει τον ρόλο της ελληνικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Μεσολογγίου, να καυτηριάσει τον διχασμό των αγωνιστών, να αποδοκιμασία τον λουφέ, τον μισθό που ζητούσαν οι πολεμιστές από την κυβέρνηση, να αναφερθεί στους φιλέλληνες και να προσπαθήσει να εξηγήσει την κάμψη του Φιλελληνισμού πριν την πτώση του Μεσολογγίου (σελ.118, 227), να περιγράψει με τον πιο γλαφυρό τρόπο το βάσανο της πείνας. Πέρα όμως από τα προβλήματα αυτά, μεγάλο κατόρθωμα του Σφακιανάκη είναι η ανάδειξη ηρώων και πολεμιστών του 1821, με τα θετικά τους και τα αρνητικά τους, με ανθρώπινη και φιλεύσπλαχνη οπτική. Ο Καραϊσκάκης, στον οποίο έχουμε ήδη αναφερθεί, ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Νότης Μπότσαρης, ο γραμματικός Νικόλαος Κασομούλης, ο φιλέλληνας και εκδότης των Ελληνικών Χρονικών Μάγερ, ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, ο μπουρλοτιέρης Χρήστος Καψάλης είναι μερικοί από τους πολιορκημένους στο Μεσολόγγι, με τους οποίους θα συμβιώσει ο συγγραφέας κατά τη μετάβασή του στο παρελθόν, θα διαλεχθεί μαζί τους, θα συναποφασίσει και γι’ αυτό θα τους θαυμάσει και θα φροντίσει να τους παραδώσει στην αθανασία μέσα από τις σημειώσεις που θα κρατήσει, όσο θα βρίσκεται στο Μεσολόγγι.

Σ’ αυτή την άλλη ζωή, ο συγγραφέας μας θα είναι ο δυσεύρετος γραμματιζούμενος και θα μπει στην υπηρεσία του Κίτσου Τζαβέλα ως γραμματικός. Γραμματιζούμενος είναι ο Σφακιανάκης και στην παρούσα ζωή και η εγγραμματοσύνη του αυτή είναι ανάγλυφη σε όλο το μυθιστόρημα με αναφορές στην Πείνα του Κνουτ Χαμσούν, στο Περί έρωτος του Σταντάλ, στις Παλιές αγάπες του Καρκαβίτσα, στη Μάνη του Πάτρικ Λη Φέρμορ, στη Ζωή εν τάφω του Μυριβήλη, στους Αλανιάρηδες του Δημοσθένη Βουτυρά, στο Εγκλημα και τιμωρία κ.λ.π. Γι αυτό δεν θα διστάσει να  χλευάσει την πρωτοεμφανιζόμενη ποιήτρια που θέλει να ονομάσει την ποιητική της συλλογή Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, αγνοώντας τον Διονύσιο Σολωμό (ο ίδιος θα παίξει με τη φράση: άκρα του τάφου σιγή σε. 216 και άκρα του τάφου σιωπή σελ.310). Είναι ένα σκληρό σχόλιο για όσους επιδιώκουν συγγραφικές περγαμηνές. Όμως ταυτόχρονα θα αναγνωρίσει τη χρησιμότητα των λογοτεχνών, όταν θα απαντήσει στον Τζαβέλα, που τον ειρωνεύεται ότι δεν ξέρει να ρίχνει: Άλλοι ρίχνουν με βόλια, άλλοι ρίχνουν με λόγια. Προτιμώ τους δεύτερους.

Το παράλογο της συνύπαρξης ενός σύγχρονου Έλληνα με τους αγωνιστές του 1821 θα το συνοψίσει στη φράση: Εγώ πάλι ένιωθα σαν ήρωας από σελίδες του Σκαρίμπα. Και πράγματι ο ήρωας-συγγραφέας, όχι τυχαία χωρίς όνομα, πολύ συχνά θα βρεθεί σε δύσκολη θέση από τη γνώση του μέλλοντος που κατέχει. Δεν μπορεί να αποκαλύψει στον φίλο του Κασομούλη ότι θα διασωθεί της εξόδου και θα παντρευτεί την αγαπημένη του και οπωσδήποτε θα αποκρύψει από τον Μάγερ ότι θα χαθεί κι αυτός και όλη του η οικογένεια κατά την έξοδο. Οι προβλέψεις του για την Αθήνα ως πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους και οι αναφορές του στον Όθωνα, προκαλούν θυμηδία στη Λένια, η οποία τα ακούει σαν κορακίστικα. Το παιγνίδι του χρόνου, παρελθόν-παρόν, είναι γοητευτικό και ο Σφακιανάκης το χειρίζεται με μεγάλη δεξιοτεχνία.

Οι έρωτες που διατρέχουν όλο το μυθιστόρημα, αγαπημένο θέμα του Σφακιανάκη από τα παλιά, έχουν απολύτως λειτουργικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. Η Αλεξία, με την οποία δεν είναι πια ερωτευμένος, θα γίνει η πρόφαση για  να ξεκινήσει το ταξίδι στον μαρτυρικό τόπο του ιστορικού μυθιστορήματος. Η Ιωάννα από το Αιτωλικό θα γίνει το μέσο για να φτάσουν οι σημειώσεις του, το ημερολόγιο που κρατούσε σε όλη τη διάρκεια της πολιορκίας, στον εκδότη του. Ο έρωτάς του για την Λένια είναι ο λόγος που θα αναβάλει την έξοδό του από την πύλη του χρόνου στο παρόν, σε μια  απέλπιδα προσπάθεια να την σώσει, σε πείσμα της ιστορίας.

Στην αρχή του μυθιστορήματος, μια κάποια Χρυσούλα, τυχαία συνάντηση του συγγραφέα μας στο Αιτωλικό, μιλάει απαξιωτικά για το Μεσολόγγι: (σελ.74) Τι ήταν τότε το Μεσολόγγι…..  Ιερή πόλη! Από πού κι ως πού; Τι ιερό έχει;……..

Ο Σφακιανάκης θα επικυρώσει και θα προσδώσει πανηγυρικά την προσωνυμία Ιερή πόλη στο Μεσολόγγι, με τον τρόπο που θα περιγράψει την έξοδο σε παραπάνω από 50 σελίδες. Θα μας περιγράψει λεπτομερώς τις ετοιμασίες, από το πρωί μέχρι το σούρουπο της τελευταίας πριν την έξοδο ημέρας, θα μας ενημερώσει για το ακριβές σχέδιο της φυγής, θα τονίσει την αποφασιστικότητα όλων, πολεμιστών και απλού λαού, αλλά κυρίως θα τονίσει το υψηλό φρόνημα των συμμετεχόντων και την αίσθηση ότι πορεύονται σε γιορτή. Στο τελευταίο κεφαλαίο με τίτλο «Έξοδος» θα πορευτούμε και εμείς σιωπηλά με τους Μεσολογγίτες και θα βιώσουμε πραγματικά τη μεγάλη ιστορική στιγμή της εξόδου. Εξάλλου αυτό ήταν από την αρχή το σχέδιο του Άρη Σφακιανάκη, να γράψει ιστορικό μυθιστόρημα βιωμένο και από τον συγγραφέα και από τους αναγνώστες. (σελ. 317-319)

Σε συνέντευξή του, ο Σφακιανάκης έχει πει ότι ένας ακόμη λόγος που αποφάσισε να γράψει ιστορικό μυθιστόρημα ήταν για κρίνει το σήμερα μέσα από το χθες. Δεν ξέρω αν υπονοεί την προσδοκώμενη έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, αν προμηνύει ένα επώδυνο τέλος ή αν θέλει να μας νουθετήσει. Ο ίδιος πάντως, ως συγγραφέας, παρόλο που ο μυθιστορηματικός του ήρωας αγνοείται στα γρανάζια του χρόνου, κατάφερε να βγει από το τέλμα και να μας  χαρίσει ένα απολαυστικό ανάγνωσμα.

 

* Η Μαρία Τσαγκαράκη είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Μεσσηνίας

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top