Fractal

Το Συν της Μοναξιάς: Ένα λαμπρό παράδοξο

 

Η Ευαγγελία Γαλανάκη, Καθηγήτρια Αναπτυξιακής Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

Transparence

 Liane Abrieu, Transparence

 

Η μοναξιά, ως ουσιώδης ανθρώπινη συνθήκη, πηγάζει από την οδυνηρή συνειδητοποίηση ενός ελλείμματος στη διυποκειμενικότητα, μιας δυσκολίας ή αποτυχίας στο μοίρασμα. Ο μοναχικός παραπονείται ότι αυτό που λείπει ή πάσχει είναι το μεγάλο Συν, αυτό το προαιώνιο ανθρώπινο ζητούμενο, που συνήθως ονομάζουμε αγάπη. Ωστόσο, η παρουσία του άλλου εντός μας και δίπλα μας είναι το ίδιο ουσιώδης από τη γέννηση – και νωρίτερα. Αυτός ο άλλος ενοικεί στη μόνωσή μας.

Ψυχική υγεία σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι μπορούμε να νιώσουμε την πρωτογενή σχεσιακή συν-κίνηση της μοναξιάς, γιατί έχουμε υπάρξει μαζί με έναν πραγματικό συμπαθητικό άλλο από την αρχή της ζωής και γνωρίζουμε τις ηδονές της συντροφικότητας. Αναζητούμε έναν πραγματικό συμπαθητικό άλλο εξ αρχής, γιατί έχουμε υπάρξει μόνοι χωρίς αυτόν και γνωρίζουμε τον πόνο της μόνωσης. Αν πάσχει το μοίρασμα, η μοναξιά κάνει την εμφάνισή της. Τότε, η μοναξιά μπορεί να γίνει ένας τρόπος να μάθουμε την αξία του μοιράσματος. Και αυτή είναι μία όψη της ηθικής πολυπλοκότητας της μοναξιάς. Όσο περισσότερο μοιραζόμαστε, τόσο περισσότερο είμαστε προορισμένοι να νιώθουμε συνδεδεμένοι και μόνοι. Από το μοίρασμα αντλούμε την ηδονή και την οδύνη.

Νιώθουμε μοναξιά, άρα μοιραζόμαστε. Μοιραζόμαστε, άρα νιώθουμε μοναξιά. Η μοναξιά είναι κίνητρο, όμως αποκτά υπόσταση μόνο μέσα στις σχέσεις. Με αυτή την έννοια, είναι ηθική συγκίνηση. Οι ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι τέλειες και πάντα έχουν ένα τέλος – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Αλλά συνεχίζουμε να έχουμε την ελπίδα και την προσδοκία ότι, όσο πιο πολύ μοιραζόμαστε τη μοναξιά μας με τους άλλους, τόσο λιγότερο οδυνηρή θα είναι. Και αυτή είναι άλλη μία όψη της ηθικότητας της εμπειρίας. Η μοναξιά μοιράζεται. Ή, έχουμε την ευεργετική αυταπάτη ότι μπορούμε να τη μοιραστούμε.

Νιώθουμε μόνοι, αλλά είμαστε πράγματι ποτέ μόνοι; Εξαιτίας της μνήμης μας, ο διάλογος με έναν άλλον είναι πάντα παρών. Καλύτερα: αυτό που είναι πάντα παρόν είναι το κίνητρο για τον διάλογο με τον άλλον, το κίνητρο να συν-δημιουργούμε ιστορίες και αφηγήσεις πλήρεις πολιτισμικού νοήματος.

Θεωρούμε, λοιπόν, τη μοναξιά ως μια πολύπλοκη, δυναμική και αναγκαία σχεσιακή συγκίνηση, που «πλέει» ανάμεσα στα πρόσωπα, ή ένα «συναίσθημα για τον συνάνθρωπο», κατά την έκφραση του φιλοσόφου του 18ου αιώνα Adam Smith. Τον όρο σχεσιακή συγκίνηση εισήγαγε ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής και ερευνητής των βρεφών Daniel Stern, για να περιγράψει συγκινήσεις όπως το να μας αγαπούν, να μας εκτιμούν, να μας θεωρούν σημαντικούς, ξεχωριστούς ή να μας μισούν, καθώς και το να νιώθουμε ασφαλείς, δεμένοι με τον άλλον, ή μόνοι, απομονωμένοι, αποχωρισμένοι. Αν δεχτούμε ότι η μοναξιά είναι σχεσιακή συγκίνηση, τότε υποστηρίζουμε ότι είναι μία από τις αιτίες της συνείδησης. Είναι μια έκφραση του κοινωνικού εγκεφάλου, του εγγενούς προσανατολισμού μας προς τον άλλον, της αλλοκεντρικής μας αντίληψης, της έμφυτης διαλογικότητας του ανθρώπινου νου.

 

Ευαγγελία Γαλανάκη

Ευαγγελία Γαλανάκη

 

Προεκτείνοντας τη θεωρία της έμφυτης διυποκειμενικότητας και συντροφικότητας του ερευνητή των βρεφών Colwyn Trevarthen, υποστηρίζουμε ότι η μοναξιά είναι ένα έμφυτο διυποκειμενικό κίνητρο, ένα παρατηρήσιμο κίνητρο αναζήτησης ανθρώπινης επαφής και συνεργασίας. Κύριο συστατικό του ορισμού της μοναξιάς είναι ο πόθος για κάτι που λείπει. Μια συγκεκριμένη ή διάχυτη απουσία ή απώλεια είναι στη πηγή της. Η επιθυμία να ακυρώσουμε την απουσία και να αναπληρώσουμε την απώλεια είναι ίσως αυτό που διακρίνει τη μοναξιά από την κατάθλιψη. Στην κατάθλιψη, τα κίνητρα για ζωή και συντροφικότητα, αλλά και η ελπίδα για το μέλλον, πάσχουν. Η μοναξιά είναι ένα μέτρο της συντροφικότητας και όχι της ξέχωρης ύπαρξης, ένα κίνητρο για δεσμούς και συνδέσεις, μια «γέφυρα». Σε μία από τις σπάνιες απόπειρες άμεσης σύνδεσης της μοναξιάς με τη διυποκειμενικότητα, οι οποίες ανευρίσκονται στη διεθνή βιβλιογραφία, ο Daniel Stern την ονομάζει διυποκειμενικό άγχος.

Τα αναπτυξιακά ενδεχόμενα είναι ποικίλα. Μπορεί κανείς να είναι μόνος με την παρουσία του άλλου, αρχικά της μητέρας (στις πιο ευτυχείς εκβάσεις), όπως προσφυώς ανέπτυξε ο παιδίατρος-ψυχαναλυτής Donald Woods Winnicott· να νιώθει μόνος με την παρουσία του άλλου (σε λιγότερο ευτυχείς εκβάσεις)· ή να φοβάται να είναι μόνος μαζί με τον άλλο (στις πιο ατυχείς εκβάσεις). Είναι εμφανές το πολυπρόσωπο παράδοξο της μοναξιάς: Το να βιώνουμε αληθινή μοναξιά –και όχι τον τρόμο της μόνωσης– και να απολαμβάνουμε τη μόνωση είναι επιτεύγματα που γίνονται δυνατά μόνο μέσω των δεσμών και του αυθεντικού μοιράσματος. Η αμοιβαία αναγνώριση και το μοίρασμα της μοναξιάς στη δυάδα μητέρας – βρέφους είναι αυτό που οδηγεί σε μια υγιή σχέση. Ένα μέρος του απομονωμένου εαυτού επικοινωνεί με ένα άλλο μέρος του εαυτού. Ένα πλήθος συντρόφων κατοικούν στον χώρο και τον χρόνο της μόνωσης. Η αίσθηση ότι είμαστε ξέχωρες υπάρξεις, η απουσία και η απώλεια είναι προϋποθέσεις της συμβολικής σύνδεσης. Η προστασία ενός ιδιωτικού πυρηνικού εαυτού είναι αποτέλεσμα και προϋπόθεση των γνήσιων σχέσεων. Η εμπειρία ένωσης με τον άλλο ή με κάτι άλλο γίνεται δυνατή μόνον αν ο εαυτός είναι οριοθετημένος και απαρτιωμένος.

Στο ερώτημα που απασχολεί κατά καιρούς τις σχολές της Ψυχολογίας αν η αρχική ανθρώπινη κατάσταση είναι η μόνωση ή η σύνδεση, η μοναχική ή η δυαδική ύπαρξη, οι πρόσφατες ψυχαναλυτικές απόψεις, εμπλουτισμένες από την έρευνα στα βρέφη, απαντούν ότι είναι και τα δύο. Ισχυρές σύγχρονες προτάσεις στο πεδίο της ψυχανάλυσης θέλουν την απαρτίωση της φροϋδικής θεωρίας των ενορμήσεων με τις θεωρίες των αντικειμενότροπων σχέσεων. Αυτές οι προτάσεις είναι σύστοιχες με τη θέση που υποστηρίζουμε εδώ: ότι η μοναξιά είναι ανάγκη που εξυπηρετεί την αυτορρύθμιση και την ηδονή, αλλά και καταστροφή όταν αντιτίθεται στην εγγενή ετοιμότητά μας για σχέσεις. ότι η μόνωση είναι επώδυνη αποδέσμευση από τους ανθρώπους, αλλά και γνήσια και βαθειά κοινωνία, εγγύτητα και ανακάλυψη του άλλου.

Ικανότητα να είσαι μόνος, ικανότητα να αγαπάς, ικανότητα να πενθείς, ίσως και ικανότητα να πεθαίνεις – όλα αυτά σμίγουν και αναδύονται στην πανάρχαια ανθρώπινη εμπειρία της μοναξιάς. Η ατομική συνείδηση είναι έκφραση της μοναδικότητας και της μοναχικότητάς μας, αλλά πάντα σχετίζεται με τη συνείδηση των άλλων προσώπων, είναι συν-είδηση. «Το άτομο δε βαστάει παρά συνατομικά, κ’ η μόνη μας κοσμοσώστρα είναι η Αγάπη», έγραφε ο Γιάννης Ψυχάρης. Με αφορμή τη φράση «που κει συνδυό δεν περπατούν, συντρείς δεν κουβεντιάζουν» από το τραγούδι του Διγενή Ακρίτα, ο Κ. Π. Καβάφης στη μελέτη του για τα δημοτικά τραγούδια τονίζει την αξία του αρχαίου Συν για τη φιλολογική γλώσσα. Η Ψυχολογία και η Ψυχιατρική άργησαν πολύ να αναγνωρίσουν το μέγεθος της μικρής αυτής λέξης και να την εντάξουν στη διαλεκτική οπτική της ανθρώπινης μοναξιάς.

 

monaxia_galanaki

Ευαγγελία Γαλανάκη, Μοναξιά: Το παράδοξο της ανθρώπινης φύσης

(Πρόλογος: Γιάννης Κουγιουμουτζάκης), Αθήνα, εκδ. Gutenberg, 2014.

 

 

Η Ευαγγελία Γαλανάκη είναι Καθηγήτρια Αναπτυξιακής Ψυχολογίας και Διευθύντρια του Εργαστηρίου Ψυχολογίας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι συγγραφέας τριών βιβλίων και πολλών θεωρητικών και εμπειρικών μελετών σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά περιοδικά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top