Fractal

Ερωτικό παραλήρημα

Του Νίκου Τσούλια //

 

 

 

Πια είσαι δικιά μου. Γείρε πλάι μου με τα’ όνειρό σου.
Δουλειές, αγάπη, πόνος, ώρα να κοιμηθούνε.
Θα πλέεις, θα πλέουμε αντάμα μες στα νερά του χρόνου.

Νερούδα Π., Εκατό ερωτικά σονέτα

Πώς ερωτευόμαστε; Κανένας δεν ξέρει και ίσως ποτέ κανένας να μην μάθει. Ίσως γιατί πρωταρχική αιτία των πραγμάτων είναι ο έρωτας, ίσως γιατί είναι αρχέγονη η προέλευσή του και στην ιστορία της ανθρωποποίησής μας, ίσως γιατί πάντα φευγαλέο είναι το φτερούγισμά του στη σκέψη του ανθρώπου και δεν το συλλαμβάνει. «”Ο Έρωτας είναι θεός μεγάλος”, αποφαίνεται ο Φαίδρος, χωρίς πατέρα ούτε μητέρα ενώ μόνο το Χάος δημιουργήθηκε πριν από αυτόν»[i]. Την ίδια άγνοια αντιλαμβανόμαστε και στη δική μας, στην προσωπική μας περίπτωση: από πού ξεπηδάει όλη αυτή η ορμή και ο πόθος; Η απορία είναι κοινή σε όλους τους ερωτευμένους. “Το πιο καταπληκτικό στο πάθος του έρωτα είναι το πρώτο βήμα – πρόκειται για την εξωφρενική αλλαγή που γίνεται στο μυαλό ενός άνδρα[ii].

 

      Όσοι άνθρωποι είναι τυχεροί και έχουν Μούσα στη ζωή τους βιώνουν την απόλυτη ευτυχία. Γεύονται τα αγαθά της ζωής με ιδανικό τρόπο. Ανακαλύπτουν τους χυμούς του εαυτού τους. Ακόμα και η πιο ταπεινή πράξη τους, η πιο τυπική και συνηθισμένη λειτουργία τους αποκτά μια αίγλη γλυκύτητας και φωτεινότητας. Ζουν τα ίδια γεγονότα με τους άλλους, αλλά βιώνουν μια πολύ διαφορετική, μια άλλη και όμορφη πραγματικότητα.

      Ζουν μια κατάσταση διαρκούς διέγερσης και έντασης. Δεν έχουν καθόλου ησυχία. Βρίσκονται σε μια παραληρηματική διάθεση. Η εξήγηση έχει δοθεί από πολλές πηγές. «Ο έρωτας όταν εμφανίζεται στον ορίζοντα, αναστατώνει όσο τίποτε άλλο, ανατρέπει, ταράζει, οδηγεί στην τρέλα καθώς γεμίζει αυτόν που ερωτεύεται με αντιφατικά συναισθήματα. Και βέβαια τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα όταν ο έρωτας αποχωρεί»[iii]. Παρόλα αυτά ο ερωτευμένος με πάθος, ο «λογοτεχνικά ερωτευμένος» ποτέ δεν θα επιλέξει να φύγει από τη φλόγα που τον φωτίζει και τον καίει.
………………

Τη σκέπτομαι συνέχεια. Η μορφή της, το βλέμμα της είναι μπροστά από τα μάτια μου κάθε στιγμή. Τη γνωρίζω καλύτερα από τον εαυτό μου. “Κουβεντιάζω μαζί της” χωρίς σταματημό. Μόνο στον ύπνο μου που χάνω τη συνείδησή μου είναι απούσα. Είναι η πηγή της έμπνευσής μου. Μού επινοεί κάθε στοχασμό μου. Είναι η πηγή για κάθε συναίσθημά μου. Ζω σε ένα μυθιστόρημα, που το πλάθω καταπώς εγώ θέλω. Δεν μπορώ καν να φανταστώ το πώς θα ήταν ο κόσμος μου χωρίς αυτή. Είναι το πεπρωμένο μου. Αναλογίζομαι το συλλογισμό του Καμύ “δεν φτάνει να ζει κανείς, χρειάζεται ένα πεπρωμένο και όχι να περιμένει το θάνατο” και τρελαίνομαι στην ιδέα ότι μπορεί να υπάρξει στιγμή που δεν θα την έχω. Ξέρω ότι δεν θα προλάβω να τη χορτάσω όσα χρόνια και αν ζούσα μαζί της. Ναι, είναι ανεκπλήρωτος έρωτας. Πώς θα μπορούσαμε να ζούμε σε μια τυπική, σε μια συνηθισμένη ζωή – να πηγαίνουμε στη δουλειά, να κάνουμε την “άλφα” ή τη “βήτα” υποχρέωση – αφήνοντας κατά μέρος τον έρωτά μας; Και οι δυο ζούμε με τις σκέψεις μας να συναντιούνται κάθε στιγμή, κάθε λεπτό. Και επειδή δεν μου φτάνει ο χρόνος που είμαι μαζί της, της γράφω και της ξαναγράφω ανεπίδοτα γράμματα. Εκεί συναντάω το μεγάλο κουβάρι που δεν ξεμπλέκεται. Ο Μπαρτ βρίσκει την αιτία του προβλήματος. «Θέλω να γράψω τον έρωτα, σημαίνει έρχομαι αντιμέτωπος με τον κυκεώνα της γλώσσας»[iv]. Της ζητάω να αναπνέουμε μαζί, να παίρνουμε την ίδια στιγμή την ίδια ανάσα. Αναρωτιέμαι μήπως δεν είμαι στα καλά μου. Μήπως όλα αυτά είναι μια νεύρωση, μια ψύχωση, ένα κλειστό σύμπαν των δυο μας.

      Μου χαρίζει ο έρωτάς της νεότητα, μου δωρίζει ένα διαρκές μέλλον, ένα μέλλον με ανοικτούς ορίζοντες. Το παρόν μου είναι πληθωρικό. Η ζωή μου είναι γεμάτη φως, γεμάτη παραστάσεις και φαντασιώσεις. Τα όνειρά μου είναι ουράνια και γήινα μαζί, αξεχώριστα. Κάθε στιγμή θέλω να ταυτίζομαι μαζί της. Ο έρωτάς μου είναι παραληρηματικός, είναι τρελός. Κάπου συναντάω τον Μπρετόν και ησυχάζω προσωρινά. «Μακάρι η απόλυτη αφοσίωση ενός όντος σ’ ένα άλλο, που δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την αμοιβαιότητά του, νάναι στα μάτια όλων η μόνη φυσική και υπερφυσική γέφυρα που έχουμε ρίξει στη ζωή»[v].

      Φοβάμαι που είμαι τόσο τυχερός. Φοβάμαι μη χάσω αυτόν τον κόσμο. Θα είμαι απόλυτα χαμένος μετά. Δεν θα μπορώ να ζήσω ούτε για μια ανάσα. Είναι πολλές οι στιγμές που υποφέρω απ’ αυτή τη σκέψη. Ο πόνος μου είναι υπαρκτός και είναι ανάλογος με τον έρωτά μου. Το ξέρω, όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις, τόσο πιο οδυνηρή είναι η πτώση. Την ίδια στιγμή που νιώθω απόλυτα ελεύθερος, νιώθω ότι είμαι εγκλωβισμένος από το φόβο και την αβεβαιότητα. Αν χάσω αυτό τον μοναδικό έρωτα, θα έχει τελειώσει η ζωή μου. Πώς θα μπορώ να σταθώ όρθιος; Το τίμημα της γήινης ευτυχίας είναι ακριβό. Αλλά ξέρω, ότι δεν μπορώ να επιλέξω. Θα βαδίσω το δρόμο του Μπρετόν: “Δεν αρνιέμαι ότι ο έρωτας συγκρούεται με τη ζωή. Λέω πως οφείλει να νικήσει και γι’ αυτό να υψωθεί σε μια τέτοια ποιητική αυτοσυνειδησία ώστε, ο,τιδήποτε συναντά αναγκαστικά εχθρικό να τήκεται στην εστία της ίδιας του της δόξας”».[vi]

Η νύχτα στο νησί

Ίσως πολύ αργά
τα όνειρά μας ενώθηκαν
στο ύψος ή στο βάθος,
ψηλά σαν τα κλαδιά που τα κουνάει ο ίδιος ο άνεμος,
κάτω σαν ρίζες κόκκινες που ακουμπάνε μεταξύ τους.

Νερούντα Π., Ερωτικά ποιήματα


[i] Lancelin, A., Lemonnier, M. (2011), Οι φιλόσοφοι και ο έρωτας, Αθήνα: Πατάκης, σ. 21

[ii] Stendhal (2008), Περί έρωτος, Αθήνα: Πατάκης, σ. 68

[iii] Lancelin, A., Lemonnier, M. (2011), Οι φιλόσοφοι και ο έρωτας, Αθήνα: Πατάκης, σ. 30

[iv] Μπαρτ, Ρ. (1977), Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου, Αθήνα: Ράππας, σ. 119

[v] Μπρετόν, Α. (1999), Ο τρελός έρως, Αθήνα: ύψιλον, σ. 112

[vi] Μπρετόν, Α. (1999), Ο τρελός έρως, Αθήνα: ύψιλον, σ. 155

Lynn Noelle Rushton – Trust — Lovers series, 2007

 

Οι υπόλοιπες φωτογραφίες των πινάκων είναι από το “Google”: “paintings for lovers”

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top