Fractal

Για το βιβλίο «Ερωτικές μεταμορφώσεις» της Άντειας Φραντζή

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

erwtikes-metamorfwseisΆντεια Φραντζή, «Ερωτικές μεταμορφώσεις», Εκδόσεις Γαβριηλίδης, σελ. 70

 

Η Άντεια Φραντζή καταθέτει τη δική της ανάγνωση  για το αισθαντικό έργο της ποιήτριας Μάτσης Χατζηλαζάρου. Σημειώσεις για το ποιητικό της σύμπαν και από πού αυτό εκκινεί. Ο έρωτας ως βίωμα χύνεται μέσα στους στίχους της. Το βίωμα καθορίζει τις λέξεις. Το βίωμα γίνεται λέξεις. Η Φραντζή κάνει λόγο για «επαναστατική ρήξη της ποιήτριας με την παραδοσιακή θέαση του κόσμου για να αναδείξει με το έργο της την άρρηκτη σχέση της ζωής της με την ποίηση». Είναι εμφανής η σωματικότητα των ποιημάτων, η δημιουργία μιας δικής της προσωπικής ποιητικής πραγματικότητας που κουβαλά το στίγμα της. Μιας πραγματικότητας όμως που καταλήγει να αφορά κάθε ερωτευμένη αναγνώστρια και συνεπώς αποκτά καθολική ισχύ. Επεξεργασία των ερωτικών αισθήσεων, μετασχηματισμός της ερωτογενούς ζώνης της γράφουσας σε ποιητική εικόνα που ξυπνάει τις αισθήσεις και έλκει τον συναισθηματικό κυρίως κόσμο  των αναγνωστών, που είναι γένους θηλυκού κυρίως.(«Η ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου έχει γένος γιατί κυοφορεί διαρκώς το ποίημα. Το γεννά και το ξαναγεννά κάθε φορά για να το κάνει πλήρες. Το οφείλει στο ανδρικό σπέρμα, μα το ορίζει ως γυναικεία φύση. Κι όταν το ποίημα αποσπάται από το σώμα δεν διαχωρίζεται από τους πόνους της γέννας του κουβαλά πάντα κομμάτια από τη σάρκα της και το αίμα περισσεύει», σημειώνει η Φραντζή).Τολμηρή φωνή εμπνευσμένη από τη γόνιμη συνύπαρξη με τον ποιητή (αρχικά ψυχαναλυτή της) Αντρέα Εμπειρίκο κυρίως, με τον οποίο όμορφα και παραγωγικά διασταύρωσε σώμα και συναίσθημα.

Νιώθω ότι η Άντεια Φραντζή είναι πολύ κοντά σε αυτό που η ποιήτρια διαδηλώνει με την γραφή της, η ανάγνωσή της κερδίζει το διανοητικό μου αίσθημα. Είναι το «σωστό βλέμμα», είναι το «σωστό φως». Η «λυρική μελάνη» της ποιήτριας ζωντανεύει ξανά για να υπενθυμίσει κάτι που πάντα οφείλουμε να έχουμε στο μυαλό, ώστε να έχουμε μια αυθεντική ζωή (και γραφή), ότι δηλαδή «Η ποίησή μας είναι η ζωή».

 

«Tην πιο ηδονική αφή την έχει το σταφύλι το πρωί,
σαν είναι δροσερό και σκεπασμένο με κείνη την άχνη

τη λεπτή. Πιάνω την κοιλιά σου, με τα τρία μου δάχτυλα,
και μου γεννιέται πάλι η εικόνα της δροσιάς του αμπελιού.»

(Π.Μ.,15)

 

Άντεια Φραντζή

Άντεια Φραντζή

H Mάτση Χατζηλαζάρου ελεύθερα αφομοιώνει, μεταπλάθει και αξιοποιεί την υπερρεαλιστική της μαθητεία, «παίζει» και επικοινωνεί ποιητικά και σε άλλες γλώσσες πέραν της ελληνικής, σταδιακά κλιμακώνει την σχέση της με τη φύση, κατασκευάζει εύθραυστες εικόνες, αφορμάται από ερωτικές συνευρέσεις, περνάει με χάρη από ήχους σε εικόνες και από εικόνες σε αισθήσεις. Τα κείμενα  που χορεύονται, τα ποιήματα/αισθητικά δοκίμια, τα «τσαλακωμένα ποιήματα» («δεν είναι ένα ποίημα «άψογο»),ο έρωτας του έρωτα, η επιμονή στη «λέξη», οι μονόλογοι, οι αντίστροφες αφιερώσειs. Για όλα αυτά τα στοιχεία καταθέτει σκέψεις η Φραντζή και θέτει θέματα, που θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς για τον αναγνώστη, αναφορικά πάντα με την ερμηνεία του έργου της ποιήτριας. Θεωρεί ότι το έργο της αποτελεί εξαίρεση στη νεοελληνική γραμματεία ακριβώς γιατί: «η ποίηση αυτή δεν μπορεί να αυτονομηθεί πάνω στη σελίδα του βιβλίου’ είναι ένα όλον πυκνό με έντονα τα γνωρίσματα του γένους και της γέννας του».

«H Mάτση είναι η ίδια το σπάραγμα που γράφει και  ομιλεί», λέει η Φραντζή. Είναι το ομιλούν ποίημα, το συχνά ανολοκλήρωτο και γοητευτικό που «παίζει» και συνομιλεί με ό,τι κάθε φορά αισθάνεται το κορμί και η ψυχή της και την ταλανίζει. Δίνει το δικό της νόημα και ορισμό στον έρωτα μέσω μιας ποίησης στην οποία κυριαρχεί η τρυφερότητα, η απέραντη, ατέρμονη τρυφερότητα, η λαχτάρα για τον «άλλο», η αναζήτηση της γνήσιας απόλαυσης των αισθημάτων.

 

[…]

σε ληστεύω από αλλουνού τα χέρια

σε ακούω από δω και από κει

σε σιωπώ μες στην απέραντη τρυφερότητα

(Π.Α.,181)

 

Τραγουδά με ελευθερία και ελευθεριότητα  τον έρωτα συνιστώντας την δική της ποιητική με τόλμη και ευαισθησία. Θέλει έναν στίχο έξω από καλούπια, ένα στίχο κατά προτίμηση όχι «διανοητικό» και στεγνό, να ρέει και να γλιστρά ως τα βάθη του ερωτισμού που ταλανίζει την ύπαρξή μας.

 

[..]

θα ‘θελα μα πόσο θα ‘θελα ναι θα ‘θελα αμέσως τώρα 

τώρα θέλω να ξεμαλλιάσω λίγο τη σύνταξη για να σε 

τραγουδήσω όπως έμαθα στο Παρίσι.

(Π.Α.,180)

 

Στην αρχή του βιβλίου η Φραντζή μας μιλά για την γνωριμία τους και την εντύπωση που της έκανε η ποιήτρια. Και ακολουθώντας κατά κάποιον τρόπο τα βήματα της Χατζηλαζάρου με τρυφερότητα, αλήθεια και πνεύμα ανοιχτό η ίδια αντιμετωπίζει το θέμα της, δίνοντας το ελεύθερο στον αναγνώστη να «κρίνει».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top