Fractal

Ποιητική συλλογή: “Επί του έρωτος ομιλία”

Του Κωνσταντίνου Γυπαράκη // * 

 

 

b6

 

 

1. Αβυσσαλέα ματιά η ακόρεστη γύμνια σου προκαλεί αχαλίνωτο πόθο σε αδαείς πελταστές οι οποίοι αγνοούν την ελλοχεύουσα στύση δήγματος του λίκνου παραληρηματικού έρωτα αγκάλης του ισοσκελούς τριγώνου ομορφιάς σου.

2. Καθρέπτης ήλιος η απόχρωση της φλέβας του ουράνιου τόξου λύρας καθώς μακροβουτάς για να εμβαπτιστείς γαλάζια ηλεκτρισμού έξαψη από τον χρωστήρα ενός πενταγράμμου ζωγράφου.

3. Νυχοπατώντας στο αλαργινό της θύμησης μετάξι του κορμιού σου αναζητούσα τρόπο να γίνει φλοίσβος έρωτας η ανάσα μου να σε θωπεύει ώστε να μην λιποψυχώ υπό το άλγος της ιμερτής σου ομορφιάς αλλά να νείρομαι στο διηνεκές ακρογιαλιάς ματιών σου.

4. Αγρεύοντας απήνεμο αγκυροβόλι για ενός εαυτού τον εγωισμό καράβι προσάραξα σε ύφαλο από κοράλια, τα μάτια σου, και περικοκλάδες άλικες οι πλεξούδες σου στης θάλασσας χωράφι του προορισμού μου. Όστρια διάταξη ο εαυτός μου κόντρα στου ιστίου εγωισμού πηδάλιο. Βούτηξα εκτός, κολυμπώντας προς το απάγκιο έμπλεο έρωτα βλέμμα σου.

5. Εμπύρετος ζώνη απαγόρευσης στύσεως το κορμί σου μολονότι διακεκαυμένη λαλιά η αγκάλη ματιάς σου στις νότες καταφεύγω υπεισέρχομαι κι ελλοχεύω να μην διαισθανθείς μια μαρμαρυγή διαστολής δίκην του κάλλους σου αλλά και της αδυναμίας μου να μεταμορφωθώ σε μουσική της διαπασών αρμονίας σου.

6. Έκλεισες τα μάτια σου, ντύθηκες αμπώτιδος γύμνια, διεσταλμένη αιδώς αιδοίου, κι άνοιξες τα δικά μου απασφαλίζοντας τις κόρες από το άγος των χιτώνων ώστε να καταδυθούν στο νόστιμον κορμιού ήμαρ της παρουσίας σου εν απουσία μου.

7. Σε είδα να ονειρεύομαι περπατώντας στα ίχνη σου. Δίχως σταματημό η αναφιλητό σε σχεδίασα στους άδειους ασπρόμαυρους δρόμους του ξημερώματος φιλιού σου. Βάδιζα στα ίχνη που άφησε το κορμί σου στο όνειρο βλέμμα μου. Κάθε μου βήμα βάμμα δακρύων μέθης μίτος στον έρωτα ίλιγγο σου. Οι ώρες της νύχτας στους δρόμους της άδειας πόλης έγιναν η πυξίδα προσανατολισμού για την κάθε σου πτυχή της μορφής εικόνας του ονείρου μου. Ξημέρωσε και περπατώντας σε είχα ζωγραφίσει. Χιλιόμετρα βάδην το πινέλο μου.

8. Συνειρμός, αφού έβρεξε εκεί, γιατί το ουράνιο τόξο βγήκε όπου έχουμε πάει περπατώντας στεγνοί ;

9. Χορεύεις απογυμνώνοντας το βλέμμα μου από την ενδυμασία χρωμάτων σου ώστε να επικεντρωθώ στο γυμνό φιλί των ομματιών σου της κλίμακας του πενταγράμμου ασπρόμαυρης κορμοστασιάς συγκοινωνούντων αισθήσεων. Πάρε με αγκαλιά να γίνω νότα του ιδρώτα χοροεσπερίδας εξάψεως σου.

10. Πυθαγόρειο θεώρημα η αιώρα της αγκαλιάς σου αλλά μόνο ποιητές κατανοούν τα μαθηματικά της Σφίγγας κλίνης σου.

11. Μην με κοιτάς, μου είπες, ντυμένη μοιάζω χάντρες παιχνιδιού πόθου σου, κλείσε τα μάτια, θα κοιτάξω μέσα σου, θα διεισδύσω πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες γνώσης σου του κορμιού μου, θα χαρτογραφηθώ με αστρολάβο τον αντρισμό Προμηθέα σου και μετά θ’ αποκαλύψω την γύμνια μου αετό.

12. Αναμένοντας του αφέτη το λάκτισμα στον αγώνα έρωτα δρόμου αντοχής αναπνοής κορμιού σου οραματίστηκα τον κότινο νίκης φροντίδι τροχιοδεικτικού πυρός ενός αναμέλποντος οίστρου ερεθισμένου τυφεκίου ενισχυμένου με διόπτρα φωταγωγήσεως της ερήμου που έγιναν οι προηγούμενοι εραστές σου. Έκθετη ανοίξεως ανθέων, πλέον, περίμενες τον τερματισμό χειμώνα.

13. Σκοποβολή κατά ριπάς με σφαίρες εμπλουτισμένες ουράνιου βλέμματός σου ενώ προσπαθώ να απαγκιστρωθώ της κεντρομόλου ηβικής αγκάλης χώρας ανεξαρτησίας μου επικαλούμενος ακαταλόγιστο είναι έρωτα διάνυσμα.

14. Μάτια χρωστήρας με ακινητοποιούν ζωγραφίζοντας κλειδαριές χέρια καθιστώντας με ενδεδυμένο πάθους μοντέλο σου κρύβοντας την ένδεια προσαρμογής μου στην οιμωγή εγκλωβισμού κορμιού σου στην υφαλοκρηπίδα σπουδή μελέτης αλαλάζοντος βλέμματός μου ενώπιος του καβαλέτου ελεγχόμενης μεταξένιας γύμνιας σου.

 

* Ο Κωνσταντίνος Γυπαράκης γεννήθηκε το 1963 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στα Δυτικά προάστια, στην Πετρούπολη, όπου και πλέον κατοικεί. Σπούδασε ελαιοχρωματισμούς με τον πατέρα του κι αργότερα μπήκε στη Νομική Σχολή να βρει πάτημα για την απελευθέρωση των χρωμάτων από τα δοχεία και τα εμφιαλωμένα γενικώς. Μετά πέρασαν τα χρόνια κι άρχισε να γράφει. Από τότε πήρε μια απόφαση. Να γδύνεται. Οπότε. Γδύνεται χριστουγεννιάτικο δέντρο, ανάβει τα λαμπιόνια του, κι ίπταται των φιλοδοξιών του ευχόμενος αυτή την φορά, την κάθε φορά, να πετύχει τον στόχο του. Να πάψει να λέει είναι, και να πει είμαι… και ταπεινά να ξεφουσκώσει και να πέσει σαν καραβάκι πια στη γη τραγουδώντας ή ψιθυρίζοντας…

«Εμπόλεμη κατάσταση, εμπόλεμη ζώνη…μύρισε καμένο…ευτυχώς βρέχει κι επέρχεται μια ισορροπία στις μυρωδιές…έξω ψιχαλίζει, κάνει κρύο ψυχών, συνθήκες αντιπαράθεσης, λιγοστά αυτοκίνητα, φαίνεται έχουν επιστρατευτεί τα υπόλοιπα, όπου νάναι θα κάνω διάγγελμα. Που είμαι; Λύκε-Λύκε είμαι εδώ; Ποιος είμαι; Ή μάλλον ποιος ζει;»

 

Ετικέτες: ,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top