Fractal

Ποιητικό σύμπαν από εκρήξεις και σιωπές

Γράφει η Κατερίνα Καριζώνη //

 

Tάσος Κουράκης «Επί σωμάτων λέξεων», ποιήματα, εκδόσεις Ιανός, 2016

 

Ο Τάσος Κουράκης  είναι δόκιμος και καθιερωμένος ποιητής. Γράφει και εκδίδει ποιήματα από το 1995,-ήδη έχει στο ενεργητικό του εφτά ποιητικές συλλογές: «Ιχνηλατώντας το παρόν» 1995,  «Η λίμνη Βικτορία» 1997, «Λέξεις λάμνουν αεί θάλλουν» 2002, «ΙΕΡΩΤΙΚΟΝ» 2009,  «67%» 2012, την δίγλωσση στα Ελληνικά και Γαλλικά «Το έαρ αναβάλλεται μέχρι νεοτέρας» 2015, καθώς και μία συλλογή με δοκίμια «Τα παρεκκλίνοντα» το 2002. Πολυδιάστατη προσωπικότητα με ακαδημαϊκό έργο στον τομέα της Γενετικής και πολυκύμαντη συνδικαλιστική και πολιτική δράση, κατέχει σήμερα υψηλό κυβερνητικό αξίωμα, χωρίς όμως αυτό να επισκιάζει την σχέση του με την τέχνη της ποιητικής γραφής. Αντίθετα τα φαινομενικά αντιφατικά μεταξύ τους  πεδία, στα οποία δραστηριοποιείται, φαίνεται να μετουσιώνονται στο ποιητικό του έργο και να εκφράζονται με μια πολυσυλλεκτική αισθητική, όπου το προσωπικό φιλτράρεται μέσα απ’ το κοινωνικό, ο εσωτερικός ποιητικός λόγος  συνδιαλέγεται με την αγωνία του συλλογικού και τους συμβολισμούς του. Πολύ χαρακτηριστικοί στίχοι αυτής της αμφίσημης ποιητικής γλώσσας είναι οι εξής:

 

«Όταν τα κορμιά του έρωτα

 ανασμιλεύονται

Οι λεγεώνες της ιστορίας

 αποδομούνται .»

 

Η τελευταία συλλογή του «επί σωμάτων λέξεων» είναι χωρισμένη σε τέσσερεις θεματικές ενότητες που τις ονομάζει: δαχτυλοαφές, του ανα-στοχασμού, οι μετασεισμικές δονήσεις, Pause. Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει ερωτικά ποιήματα. Κι εδώ όμως το ποιητικό εγώ συναντιέται με το συλλογικό και απενοχοποιείται, όπως δηλώνει ρητά και ο ίδιος. «Η μόνη θεμιτή έκπτωση συλλογικότητας είναι ο έρωτας», ενώ αλλού αναφέρει: «Ο έρωτας ως η λαθραία οδός  ανακατάληψης του οδοφράγματος, πριν απολεσθεί οριστικά η αθωότης μας.» Το δίπολο εγώ-εμείς αποτελεί λοιπόν, τον κεντρικό άξονα σκέψης και γραφής του Τάσου Κουράκη και στοιχειοθετεί  την δική του ιδιαίτερη και αναγνωρίσιμη ταυτότητα. Πρόκειται για μια εξωστρεφή ποιητική γλώσσα που όμως διϋλίζεται μέσα απ’ τον εσωτερικό κόσμο του ποιητή και τα προσωπικά του βιώματα, ίσως και τραύματα. Τα ποιήματα είναι διαυγή, κατανοητά ακόμα κι όταν χρησιμοποιούν συμβολισμούς. Δεν υπάρχει σκοτάδι πουθενά, παρά μόνο ο άχρονος χρόνος του έρωτα και «οι στιγμές που είναι τα δαχτυλικά αποτυπώματα της αιωνιότητας» για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του ίδιου του ποιητή. Τα ποιήματα του Τάσου Κουράκη διακρίνονται επίσης και από μια διάχυτη φιλοσοφική διάθεση που τείνει να γίνει υπαρξιακή αναζήτηση και βαθύτερος στοχασμός. Τρυφερά, παιγνιώδη και εύστροφα περνούν εύκολα από το ερωτικό συναίσθημα και τις αλληγορίες του, στις κοινωνικές προεκτάσεις και τους προβληματισμούς.

Το ερωτικό σώμα είναι το εφαλτήριο για να αναρριχηθούμε στο όνειρο, στο άρρητο και στο μη ορατό, ταυτόχρονα όμως ο ποιητής συνδέει το σώμα με τις λέξεις και τις λέξεις με την ποίηση για να φωτίσει την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο έρωτας –θάνατος δεν υπάρχει ως αίσθηση στους στίχους του, αντίθετα δια του έρωτος καταργείται ο θάνατος και πραγματοποιείται η μαγική υπέρβαση στο φως. Tην δεύτερη ενότητα των ποιημάτων του ο Τάσος Κουράκης την ονομάζει του ανα-στοχασμού.

 

«Δεν ξέρω αν κηπουρός καθώς ήμουνα,

Εγώ έδινα ζωή στα λουλούδια

Ή εκείνα σε μένα

Ίσως πάλι έθαβα τους βολβούς

Βαθιά στο χώμα

Σαν τους αγαπημένους μας νεκρούς

Μην και μπερδευτεί η φύση και

Αναστήσει κι εκείνους»

 

Τα ποιήματα αυτής της ενότητας θα τα χαρακτήριζα περισσότερο εγκεφαλικά, καθώς καταπιάνονται  με φιλοσοφικά ζητήματα, εξ ου και ο τίτλος. Ο ποιητής ανα-στοχάζεται, αποδέχεται και διατυπώνει συμπεράσματα μέσα από μια συνολική εποπτεία ζωής. Είμαστε αυτό το «σχεδόν σαν τον άλλο» που όμως μας κάνει μοναδικούς κι ανεπανάληπτους, λέει χαρακτηριστικά, συνδέοντας πάλι το ποιητικό εγώ με την κοινωνική ολότητα και επικεντρώνοντας τους στοχασμούς του στις ανθρώπινες προσδοκίες, στα λάθη «που γίνονται τα σκαλοπάτια που ανεβαίνουμε», στους ρόλους μας που αλλάζουν απροσδόκητα, στην ουτοπία που μας κάνει να ισορροπούμε μέσα στην  αβεβαιότητα της λογικής. Διαλεκτικός στη σκέψη και στη γραφή ανιχνεύει τη διπλή όψη των πραγμάτων και συνοψίζει μέσα από ένα πρωτότυπο ποιητικό ιδίωμα, τα φιλοσοφικά του συμπεράσματα για τα ορατά και τα αόρατα της ύπαρξης. Ωστόσο δεν ξεφεύγει ποτέ απ’ το πεδίο του κοινωνικού δέοντος, το οποίο παραμένει απ’ ό,τι φαίνεται,  η πρώτη ύλη της ποίησής του.

 

Tάσος Κουράκης

 

Στην τρίτη ενότητα που ονομάζεται οι μετασεισμικές δονήσεις κυριαρχούν ο καθαρός πολιτικός λόγος, η αμφισβήτηση, η εξέγερση, το εύφλεκτο υλικό της επανάστασης- άλλωστε κι η ποίηση είναι από μόνη της ανατροπή και επανάσταση των λέξεων, των εννοιών και των συμβόλων-.

 

«Κι εμείς θα συνεχίσουμε μέχρι να καούμε, γιατί

Ποτέ αγώνας δεν ηττήθηκε

Καμιά φωτιά ποτέ δεν κάηκε»

 

Ο ποιητής ακολουθεί το νήμα της ποιητικής παράδοσης της αριστεράς, όπως αυτή διαμορφώθηκε με την ποίηση του Αναγνωστάκη, του Κλείτου Κύρου, του Πάνου Θασίτη και άλλων ποιητών της πόλης και όχι μόνο. Η ιδεολογία γίνεται ποίηση, η πολιτική μεταστοιχειώνεται σε στίχους, το μπουκάλι με το τζίνι στο πέλαγος μετατρέπεται σε βόμβα μολότοφ του έρωτα και της επανάστασης, όπως μας δηλώνει ο ίδιος. Ο Τάσος Κουράκης επιλέγει να μας μιλήσει σ’ αυτή την ενότητα με μια ποίηση της αμφισβήτησης που όμως δεν φέρει τα χαρακτηριστικά της ήττας και των χαμηλών τόνων των προαναφερθέντων ποιητών, αλλά την αισιοδοξία όσων δεν σταμάτησαν να διεκδικούν, να μάχονται και να ελπίζουν. Ποίηση που  γίνεται συχνά καταγγελτική, άλλοτε επική κι άλλοτε θυμίζει σύνθημα γραμμένο στον τοίχο και επίγραμμα.

 

«‘Υπηρετούμε τον δρόμο που μας δίδαξαν μόνο

Σαν βγαίνουμε έξω από αυτόν

Γιατί κι ο δικός τους δρόμος «άνοιξε δρόμο» μόνο

Όταν ξέφυγε απ΄την πεπατημένη.»

 

Πρόκειται για μια μεικτή τεχνική που μας αφηγείται εύγλωττα την περιπέτεια της ποιητικής γραφής, όταν αυτή διαπνέεται απ’ τα κοινωνικά οράματα και τους αγώνες για την κατάκτησή τους.

Στην τελευταία ενότητα που ονομάζεται Pause ο ποιητής κλείνει την συλλογή του με έναν στίχο που επιβεβαιώνει την παραπάνω διαπίστωση «Τα ποιήματά μας συνθήματα στον τοίχο του ασυνειδήτου….». Στην ενότητα αυτή έχουμε μια σύνοψη σκέψεων και αισθημάτων, διαδρομών και περιπλανήσεων. Οι τόνοι καταλαγιάζουν, η στιγμή παγώνει και διαστέλλεται, οι λέξεις μπαίνουν στο τραπέζι και η ποίηση ξαναγυρίζει στον έρωτα, στην απουσία και στην μοναξιά, ακόμα κι αυτή όμως μέσα απ’ το πρίσμα της κοινωνικότητας. «Η μοναξιά» γράφει, «για να υπάρξει ως τέτοια χρειάζεται να κοινωνηθεί». Ίσως το Pause να είναι το συμβολικό τέλος του έρωτα, καθώς σ’ αυτά τα ποιήματα οι σιωπές πληθαίνουν, οι λέξεις ποτίζονται στο συναίσθημα, ο στίχος  γίνεται χαμηλότονος, το βλέμμα βυθίζεται στον εσωτερικό κόσμο. Για πρώτη φορά ο πόνος ομολογείται και κατονομάζεται, οι πληγές αναδύονται ανάμεσα στις ποιητικές λέξεις, οι  παύσεις πολλαπλασιάζονται. Ο ποιητής αναζητά το ατέλειωτο τώρα, ίσως του έρωτα, ίσως του ίδιου του χρόνου. Το «ατέλειωτο τώρα» που είναι η αιωνιότητα, το άφθαρτο του σώματος και του συναισθήματος. Επιχειρεί την αναστολή του τέλους δια των λέξεων που οδηγούν στην ποίηση, αυτό άλλωστε κάνουν όλοι οι ποιητές. Ξορκίζουν τον χρόνο και το θάνατο γράφοντας ποιήματα. Ξορκίζουν το τέλος του έρωτα με το μελάνι των λέξεών τους. Επί σωμάτων λέξεων τιτλοφορείται και η εν λόγω συλλογή συνδέοντας υπαινικτικά το ερωτικό σώμα με την ποιητική μέθεξη. Μ’ αυτό το βιβλίο του λοιπόν, ο Τάσος Κουράκης μας ξεναγεί στο ιδιόμορφο ποιητικό του σύμπαν που είναι φτιαγμένο από εκρήξεις και σιωπές, από σώματα και όνειρα, από λέξεις και αποσιωπητικά, από το μέρος και το όλον, από το εγώ και το εμείς, από το μέσα και το έξω του ποιητή και του κόσμου. Η ποίησή του είναι βιωματική, κοινωνική, εξωστρεφής και πρωτότυπη. Ο έρωτας είναι διάχυτος όχι μόνο ως προς τα πρόσωπα, αλλά και ως προς τις ιδέες και τα κοινωνικά ζητούμενα. Το βιβλίο κοσμείται από σχέδια της εικαστικού Χαρούλας Αδαμοπούλου που συμπληρώνουν την αισθητική των ποιητικών κειμένων, ενώ εξαιρετική είναι και η επιμέλεια των εκδόσεων Ιανός.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top