Fractal

Έπεα Πτερόεντα;

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

 

epea«Έπεα Πτερόεντα;» της Αμαλίας Ρούβαλη, εκδόσεις «Τυπωθήτω», σελ. 109

 

«Η ειλικρίνεια έχει χρώμα που δακρύζει
Στρίβει από τη γωνιά
και εγώ καταπλακώνομαι
από γρανιτένια κρύσταλλα
ψέματος.»

Με αυτό το σύντομο, «επιγραμματικό» σχεδόν ποίημα επιλέγει να μας εισάγει στο ποιητικό της σύμπαν η ποιήτρια Αμαλία Ρούβαλη στη συλλογή της που τιτλοφορείται «Έπεα Πτερόεντα;» 1977-2009. Μια συλλογή που αποτυπώνει τη βιωμένη εμπειρία, την ιδεολογία της, τη φιλοσοφική της θεώρηση σχετικά με έννοιες που την απασχολούν, την ίδια τη ζωή μέσα στην πορεία του χρόνου. Προβάλλοντας τους στίχους αυτούς ίσως και ως μότο ή ως σύνθημα της ποιητικής και προσωπικής της διαδρομής, της έμπνευσης, αλλά και της στάσης ζωής που εκφράζει ανοικτά, συχνά με τη συνέργεια μιας γλώσσας μεταφορικής, συμβολικής. Στην πραγματικότητα οι ποιητικές μεταφορές μπορούν να ανιχνευτούν σε όλο το φάσμα των ποιημάτων της, εξακτινώνονται στο μεγαλύτερο μέρος του κορμού της ποίησής της αναπαριστώντας, μετενσαρκώνοντας και προσωποποιώντας τα νοήματα, τις σκέψεις, τα δρώμενα, τα συναισθήματα της. Εγκαλώντας συνάμα τον αναγνώστη της σε μια δημιουργική φαντασία μαζί της. Κι όλα αυτά τα εγκιβωτίζει με μια λεπταίσθητη, συναισθηματική φόρτιση που συγκινεί. Όπως και οι στίχοι της που παραθέτονται πιο κάτω.

«Έπεα πτερόεντα είν’ οι ζωές μας
Έπεα πτερόεντα είν’ οι ψυχές μας
Έπεα πτερόεντα οι ιδέες
και οι αντοχές μας
Σε κινούμενη άμμο το παρόν μας
Αβυσσαλέο βάραθρο τα μελλούμενα μας.
Όλα παρασέρνονται
φύλλα, σωρός υπερίπτανται
από το σήκωμα του αγέρα…»

Όλα λοιπόν είναι λόγια του αέρα, λέγονται και έπειτα παρασύρονται από τον άνεμο για να χαθούν στη λήθη… Πρωταγωνιστική μορφή στα ποιήματα της είναι ο ίδιος ο «συλλογισμός» για την παραδοξότητα της ζωής, συνυφασμένη πάντα με το χρόνο, την απατηλή του σύσταση, που μας διαφεύγει κι όλο θα μας διαφεύγει. Η απατηλότητα/ η πλάνη και η συνειδητοποίηση της αλήθειας σχετικά με τα καίρια ζητήματα της ζωής είναι αλληλένδετες έννοιες ή καλύτερα, άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, κι αποτελούν το κεντρικό άξονα αλλά και την αφορμή, το εφαλτήριο για αυτή τη συλλογή.. Αλλά έπειτα μας αιφνιδιάζει με έναν ανεπιτήδευτο λυρισμό:

«Έφυγες πριν έρθει το πρωί
και δεν είπες ν αφήσεις πίσω σου
ούτε μια ρανίδα από εσένα
έτσι, για να σε θυμάται
ο χώρος».

Στίχοι απέριττοι με λεπταίσθητες αποχρώσεις συναισθημάτων, αφήνουν πίσω τους μια γλυκόπικρη γεύση, άλλοτε ανακατωμένοι με τη μελαγχολία της θύμησης, κι άλλοτε με το παράπονο της λησμονιάς, του πριν και του μετά, του ενθουσιασμού του έρωτα αλλά και του πόνου, της απάρνησης και της επαναφοράς στην τάξη.

Πολυσημία.

«Προσπαθώ να αγγίξω τον χρόνο
ξεφεύγει απαλά
απ’ τα ακορδάκτυλα μου
σε ίσιες γραμμές
Μαύρο
προσπαθώ να αιχμαλωτίσω τον χρόνο
στην αγκαλιά μου
Γλιστράει σε άσπρο μαύρο
με σινική και πενάκι
τεθλασμένες οι ευθείες
σβήνει στο βάθος του ορίζοντα
αχλύ στα μάτια μου
Κλαίω;»

Κι αν Χρόνος παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ποίηση της Αμαλίας Ρούβαλη, διεκδικώντας ή ανταγωνιζόμενος το ενδιαφέρον της μαζί με εκείνο της ζωής, η διάψευση διεκδικεί επίσης τα πρωτεία ειδικότερα, στο δεύτερο μέρος της συλλογής το οποίο η ποιήτρια αποκαλεί «Κύκλος μικρός, ερωτικός και ανεπίδοτος». Σε αυτό το μέρος η συνειδητοποίηση, η απογοήτευση για ό,τι προηγουμένως αποτελούσε μιαν άλλη αλήθεια, η αποθάρρυνση παίρνουν και πάλι σάρκα και οστά και υποδύονται αμείλικτα τους ρόλους τους, άλλοτε ανεξάρτητα και ξεχωριστά ο ένας από τον άλλο. Άλλοτε πάλι σε απόλυτη συνεργασία, υπογραμμίζοντας πάντα την αδυναμία του ανθρώπου να αξιολογήσει το αληθινό, την τάση του να παρασύρεται από το φτηνό, το ψεύτικο, το επιφανειακό, τρομαγμένος και συγκεχυμένος όπως είναι, όπως υπήρξε ανέκαθεν.

Η διάψευση

«Συνειδητά απέφυγε τον πόνο.
όλες οι λογικές στην υπηρεσία μου
Παλίρροιες συναισθήματα
λογική ραπισμένη
προτού πνιγώ.…»

Και, βέβαια, όπως πάντα, και σε αντίστιξη με ό,τι συνιστά τη ζωή και τον έρωτα, ο θάνατος. Πανταχού παρόν, φορώντας την ξεφτισμένη αμφίεση του, τυραννικός- αν και κουρασμένος από την πολυκαιρία του, αγωνιά να διατηρήσει την ηγεμονία του- τρέχει να προλάβει τις υποχρεώσεις του, επιδιδόμενος στην ανεξάντλητη κούρσα του.

«Σπασμένος καιρός
στα κατάβαθα τη ιστορίας
ρηγματώνεται ο χρόνος μου
πρέπει να τρέξω γρήγορα
τ’ άλογα, η κούρσα παραείναι αργή
ο δρασκελισμός του Χάροντα
ανάσα στο λαιμό μου».

Η φύση, επίσης, κατέχει ιδιαίτερη θέση στην ποίηση της Αμαλίας Ρούβαλη, Εικονοποιώντας τη με αναπαραστατικότητα και προσδίδοντας της τα δικά της συναισθήματα γίνεται η δεύτερη φύση της, ο καθρέφτης της, μετουσιώνοντας σε αυτή την ψυχική της κατάπτωση, την απογοήτευση, τον μαρασμό. Κι είναι μια φύση που ακούει, που συντροφεύει, που ζηλεύει, που σκυθρωπάζει, που ρυτιδιάζει και που απουσιάζει όταν το αποφασίσει.

«Χτες πήρα τη Θάλασσα αγκαλιά
και κάτσαμε έτσι,
με τη γκρίζα της παρέκει.
ένας χλωμότατος ήλιος
ξάσπριζε απ τη ζήλεια του στα σύννεφα
σβήστηκε
Σήμερα βρέχει
η θάλασσα ρυτίδιασε
κρυώνουμε και ο δυο
ο ήλιος εννοείται
απουσιάζει σε άλλες εργασίες».

Η Αμαλία Ρούβαλη συνδιαλέγεται με τον αναγνώστη της. Θα έλεγα, μάλιστα, πως βρίσκεται σε συνεχή διάλογο μαζί του σαν να περιμένει τις δικές του απαντήσεις για τα ζητήματα που την απασχολούν. Και το πετυχαίνει με τη συνέργεια μιας εναργούς και ταυτοχρόνως αμφίσημης γλώσσας που αντικαθρεπτίζει τα νοήματα και τα θέματα που επιλέγει: Ο ποιητικός στοχασμός, η εναλλαγή τρυφερότητας και ειρωνείας, (ο σαρκασμός διακρίνεται εντονότερα στο «Ό,τι σπείρεις, θερίζεις» και στον «Αργόσχολο πόνο»), το ερωτικό στοιχείο που υποβόσκει σε όλο το φάσμα της ποίηση της συμφύρονται συνεχώς με την υπαρξιακή αλήθεια, τη μοναξιά, το ανεκπλήρωτο, την αποδοχή μιας πικρής πραγματικότητας. Στίχοι απέριττοι, που φανερώνουν τη βαθύτερη επιθυμία ενός ανθρώπου που θέλει να μιλήσει ανοικτά, – παρότι νιώθει άβολα όταν μιλά για τον εαυτό του. Στη συλλογή αυτή η ποιήτρια αποτιμά την ποιητική της διαδρομή, αλλά και την ίδια της τη ζωή επιστρατεύοντας μια γλώσσα απλή και σύνθετη μαζί, συμβολική, μεταφορική, συχνά με μια ανεπαίσθητη χλεύη, που σε κάποιους στίχους γίνεται εντονότερη, άλλοτε πάλι με ένα δυσδιάκριτο παράπονο. Χωρίς όμως να μας παρασύρει σε γογγυσμούς, ούτε μεμψιμοιρίες. Μας ξεναγεί στο ποιητικό της κόσμο, στην ιδεολογία της, μετατρέποντας εντέλει, το ατομικό σε συλλογικό, τουλάχιστον για τους ομοϊδεάτες και τους συνθιασώτες της.

Justitia Sumum

«Όταν όλα θα έχουν παρέλθει
και τα νηπενθή θα έχουν μαραθεί
ακαριαία
θ’ αναδυθώ,
όχι ως Αφροδίτη
αλλά ως άγγελος Τιμωρός
στα λογοτεχνικά σινάφια
στα γληναφλήματα πονημάτων
που διεκδικούν αδυσώπητα
να καρπωθούν τις Ω! επικερδείς!
δημόσιες διακρίσεις.
να ορθώσω την αρετή
δαμόκλειο σπάθη
και τότε θα αστράψει ο ουρανός
κατακεραυνώνοντας την πείνα των αχρήστων
εγώ θα καγχάζω από μια μικρούλα γωνιά
διεκδικώντας το τίποτα
Η δικαιοσύνη σπορά αθώων .
θα έχει πάλι θριαμβεύσει
Θα μπορέσω πια
να αποσυρθώ εγώ
εν γαλήνη
Justitia Sumum».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top