Fractal

Ποιός είναι ο “πρέπων” τρόπος γιορτασμού της 25ης Μαρτίου;

του Τάκη Κατσιμάρδου //

 

 

 

Διαχρονικός ο προβληματισμός.

Η εκατονταετηρίδα της Επανάστασης ήταν η αφορμή να γίνει πρώτη φορά μια δημόσια εκτεταμένη συζήτηση και να τεθούν πραγματικά ερωτήματα, καθώς οι εκδηλώσεις περιορίζονταν «εις ιεροτελεστίας, στρατιωτικάς παρατάξεις και εκφωνήσεις πανηγυρικών», ενώ η λαϊκή «συμμετοχή ήτο χλιαρά».

 

25 Μαρτίου 1924. Μια επέτειος διαφορετική από τις άλλες. Η κυβέρνηση Παπαναστασίου μπροστά από τα Παλαιά Ανάκτορα (το κατοπινό κτίριο της Βουλής). Έχει συνδυάσει την εθνική επέτειο με την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας.

25 Μαρτίου 1924. Μια επέτειος διαφορετική από τις άλλες. Η κυβέρνηση Παπαναστασίου μπροστά από τα Παλαιά Ανάκτορα (το κατοπινό κτίριο της Βουλής). Έχει συνδυάσει την εθνική επέτειο με την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας.

 

Διχογνωμίες και έντονες αντιπαραθέσεις έχει προκαλέσει η παρέμβαση της νέας κυβέρνησης σχετικά με το γιορτασμό της εθνικής επετείου. Το ζήτημα τόσο του περιεχομένου, όσο και της μορφής, με τις παρελάσεις δεν είναι νέο.

Έχει απασχολήσει, με τον ένα ή άλλο τρόπο, στις πιο διαφορετικές εποχές. Από τα χρόνια ακόμη των πρώτων γιορτασμών της 25ης Μαρτίου. Πρόκειται για ένα διαχρονικό θέμα, που σχετίζεται με την αναγκαία επετειακή επικαιροποίηση κάθε φορά των μηνυμάτων του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, αλλά και τη λαϊκή συμμετοχή στους γιορτασμούς.

Από την άποψη αυτή είναι πολύ χαρακτηριστικός ο προβληματισμός, που αναπτύχθηκε με αφορμή την εκατονταετηρίδα του Αγώνα. Καθώς πλησιάζει η επέτειος των 200 χρόνων από τον Αγώνα είναι πολλαπλά ενδιαφέρουσα η συζήτηση που αναπτύχθηκε τότε.

 

Χλιαρά συμμετοχή

Εκατό χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821, η επίσημη πολιτεία διαπιστώνει ξαφνικά ότι οι γιορτασμοί της εθνεγερτικής επετείου ως τότε είχαν «μονότονο» περιεχόμενο. Η λαϊκή «συμμετοχή ήταν χλιαρά» και οι εκδηλώσεις περιορίζονταν κατά κανόνα «εις ιεροτελεστίας, στρατιωτικάς παρατάξεις και εκφωνήσεις πανηγυρικών».

Λίγες ήταν οι εξαιρέσεις, όπως τα πρώτα οθωνικά χρόνια, όταν καθιερώθηκε η 25η Μαρτίου ως εθνική μέρα το 1838 ή εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 στην Αθήνα.

Το φαινόμενο θα καταντήσει διαχρονικό, αν και σε εξαιρετικές εθνικές στιγμές (ανακήρυξης της αβασίλευτης δημοκρατίας το 1924, περίοδο γερμανικής κατοχής, απελευθέρωση, δικτατορία 1967-1974) οι γιορτασμοί θα είναι πράγματι αντάξιοι του γεγονότος. Λίγες φορές οι Νεοέλληνες στις εθνικές επετείους «μεθούσαν με τ΄ αθάνατο κρασί του 21»…

 

 

 

 

Οι εργασίες για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μπροστά από τη Βουλή άρχισαν καθυστερημένα (1929). Έτσι το μνημείο δεν είναι έτοιμο για τους γιορτασμούς της εκατονταετηρίδας. Τα αποκαλυπτήρια θα γίνουν την 25η Μαρτίου 1932.

Οι εργασίες για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μπροστά από τη Βουλή άρχισαν καθυστερημένα (1929). Έτσι το μνημείο δεν είναι έτοιμο για τους γιορτασμούς της εκατονταετηρίδας. Τα αποκαλυπτήρια θα γίνουν την 25η Μαρτίου 1932.

 

 

Διπλό ερώτημα

Σε κάθε επέτειο της 25ης Μαρτίου -σε κάθε εθνική επέτειο όχι μόνο ελληνική- τίθεται συνήθως ένα διπλό ερώτημα: ποιο είναι το νόημά της για τους συγχρόνους και πώς πρέπει να γιορτάζεται; Το ερώτημα στα καθ΄ ημάς μάλλον επαναλαμβάνεται με τη συχνότητα της επετείου για πολλούς και διάφορους λόγους.

Μια γενική απάντηση, ως προς το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, είναι πως το νόημα-μήνυμα κάθε επετείου «χρωματίζεται» από τις πραγματικές ή και πλασματικές ανάγκες των διαφορετικών εποχών. Επιπλέον, το νόημα που δίνεται κάθε φορά δεν είναι κατ ανάγκην το ίδιο και για όλους…

 

Παρέλαση με εθνικές ενδυμασίες, ναύτες, φρακοφόρους με κράνη και ιεράρχες έφιππους την 25η Μαρτίου 1930, όταν γιορταζόταν η εκατονταετηρίδα της Επανάστασης. Η πομπή περνάει από τη Λ. Αμαλίας και θα καταλήξει στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Παρέλαση με εθνικές ενδυμασίες, ναύτες, φρακοφόρους με κράνη και ιεράρχες έφιππους την 25η Μαρτίου 1930, όταν γιορταζόταν η εκατονταετηρίδα της Επανάστασης. Η πομπή περνάει από τη Λ. Αμαλίας και θα καταλήξει στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

 

Όπως, για παράδειγμα, το 1921, όταν συμπληρώνονταν τα 100 χρόνια της Επανάστασης του 1821. Σημαντικός καθ όλα σταθμός, γι αυτό προσφέρεται για στοχασμούς χρήσιμους, ίσως, ακόμη και σήμερα.

Έτσι κι αλλιώς, η εκατονταετηρίδα της Επανάστασης ήταν η αφορμή να γίνει πρώτη φορά μια δημόσια εκτεταμένη συζήτηση για τον πρέποντα τρόπο γιορτασμού του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Το γεγονός από μόνο του έχει την ιστορική σημασία του.

Ο ιστορικός περίγυρος είναι γνωστός. Η Ελλάδα έχει εμπλακεί στην τυχοδιωκτική -τελικά- μικρασιατική εκστρατεία.

Ο Ελ. Βενιζέλος έχει χάσει τις εκλογές (Νοέμβριος 1920) και η Ελλάδα απομονωμένη διεθνώς κινείται στον βασιλικό αστερισμό του Κωνσταντίνου Γκλύξμπουργκ.

Καθώς την κυβέρνηση ανελάμβανε ο Δ. Γούναρης, τον Μάρτιο του 1921, ξεκινούσε η προέλαση σε μεγαλύτερο βάθος στη Μ. Ασία και στην ουσία άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση για την καταστροφή.

Κατά τα άλλα η ελευθερία και η δημοκρατία είναι περίπου εξόριστες από το ελληνικό βασίλειο.

Η ιδέα για την οργάνωση πανηγυρικού γιορτασμού της εκατονταετηρίδας κυκλοφορεί από την περίοδο διακυβέρνησης Βενιζέλου, αμέσως μετά τον διχασμό του 1916-17.

Το 1918 έχει συγκροτηθεί επιτροπή και ο ιστορικός Σ. Κουγέας, ως γενικός γραμματέας, έχει υποβάλει σχετική έκθεση.

Στη χώρα δεν υπάρχουν μνημεία για την Επανάσταση κι ακριβώς στην ικανοποίηση αυτής της ανάγκης στρέφονται οι προτάσεις της επιτροπής. Να θυμίσουμε ότι ακόμη δεν υπάρχει το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα, δεν έχει διαμορφωθεί το Πεδίον του Αρεως…

Η λογική για την ίδρυση μνημείων είναι πως αυτά «δεν θα αποτελούν μόνον τον οφειλόμενον φόρον τιμής και ευλαβείας προς τους άνδρας του 1821, αλλά θα χρησιμεύουν ως μέσα φρονηματισμού και διδασκαλίας των επιγιγνομένων, εις ους θα καταστώσι τα μεγάλα έργα των προγόνων όχι μόνον ακουστά αλλά και ορατά. Ούτω δε ζωντανά παρουσιαζόμενα, θα εισδύωσιν εις τα μυχαίτατα της ελληνικής ψυχής, ήτις εξ αυτών προ πάντων θα εμπνέηται τον ζήλον προς τα μεγάλα και υψηλά έργα…».

Τα δραματικά γεγονότα που ακολουθούν, με τη μικρασιατική εκστρατεία, «παγώνουν» τους γιορτασμούς. Η πολιτική αλλαγή του 1920 σημαίνει και την αλλαγή των προσώπων που συγκροτούν την επιτροπή της εκατονταετηρίδας. Το 1921 επικεφαλής της είναι ο οικονομολόγος και κατοπινά υπουργός Γ. Χαριτάκης.

 

Παράσταση στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ για την εκατονταετηρίδα της Επανάστασης

Παράσταση στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ για την εκατονταετηρίδα της Επανάστασης

 

Το αδύνατο του εορτασμού

Η επιτροπή αποφασίζει τότε ότι ο μεγαλοπρεπής γιορτασμός ήταν «αδύνατον δια το έτος 1921» και «απεφάσισεν όπως -εκτός του έτους 1921- καθορισθή και έτερον έτος ως εορτάσιμον συμπίπτον προς το πέρας της Επαναστάσεως». Αυτό ήταν το 1930 «επέτειος της αναγνωρίσεως της Ελλάδος ως ανεξαρτήτου κράτους».

Παραλλήλως, δίνει στη δημοσιότητα έκθεση για τον μελλοντικό γιορτασμό. Αυτή κινείται στο ίδιο γενικό πλαίσιο της προκατόχου της σε σχέση με την ανέγερση μνημείων.

Δεν μένει, όμως, μόνο στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα: «Η Επανάστασις του 1821 αποτελούσα περιφανή όντως σελίδα της ιστορίας μας και ηρωικήν εκδήλωσιν της ελληνικής ζωτικότητος, δυναμένην να παραβληθή προς τας μεγάλας δημιουργικάς στιγμάς της αρχαιότητος και του Βυζαντίου, δικαιούται να τύχη του αναλόγου εορτασμού».

Ο άξονας γύρω από τον οποίο κινείται ο γιορτασμός είναι απλουστευτικά: η αιώνια ελληνική ζωτικότητα από την αρχαιότητα ως το Βυζάντιο και το 1821 συνεχίζει σήμερα στη Μικρά Ασία!…

Πόσο επικίνδυνη και εθνικά ανεύθυνη ήταν η μυθολογία αυτή, θα αποδειχτεί πολύ γρήγορα, καθώς ο πόλεμος στη Μικρά Ασία γίνεται για τα συμφέροντα άλλων και η «απελευθέρωση» του εκεί Ελληνισμού σήμαινε τον ξεριζωμό του…

 

Η Εκατονταετηρίδα όπως τη φαντάζεται η φιλοβασιλική εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, με ...στυλοβάτη τον Κωνσταντίνο Γκλύξμπουργκ

Η Εκατονταετηρίδα όπως τη φαντάζεται η φιλοβασιλική εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, με …στυλοβάτη τον Κωνσταντίνο Γκλύξμπουργκ

 

Τρεις αντιλήψεις για την επέτειο

Κατά τη διάρκεια του 1921 έχει προκληθεί παντού ζωηρότατη συζήτηση για τον τρόπο γιορτασμού του 1821.

Στην ουσία συγκρούονται, όπως προκύπτει από τις πηγές της εποχής, τρεις αντιλήψεις:

1. Η βασιλική-συντηρητική, που προβάλλει τον γιορτασμό ως βήμα για την ολοκλήρωση της «Μεγάλης Ιδέας». Με την πολύ γνωστή ρητορεία του περασμένου αιώνα, όπου περισσεύει η μυθολογία για την Αγία Λαύρα, τα κρυφά σχολειά και… την πίστη του Χριστού την αγία.

2. Η βενιζελογενής, που εγκαταλείπει τον μεγαλοϊδεατισμό. Προσεγγίζει την επέτειο με ρεαλιστικούς όρους, στο πλαίσιο μιας ζητούμενης ακόμη αστικής ολοκλήρωσης και εκσυγχρονισμού. Η Επανάσταση εμπνέει τους συγχρόνους για ένα φιλελεύθερο κράτος κι όχι για να… φτάσουμε στην Αγια-Σοφιά.

3. Η πρώιμη σοσιαλιστική, που απορρίπτει συλλήβδην τους γιορτασμούς των «ψεύτικων ελευθεριών». Αυτοί δεν έχουν σχέση με τον λαό…

Από μια ορισμένη άποψη στον πυρήνα των κυρίαρχων αντιλήψεων η επέτειος, όπως και η ιστορία ευρύτερα, χρησιμοποιείται ως εργαλείο για διαφορετικούς σκοπούς.

 

Ο δημόσιος διάλογος

Καθώς γιορτάζονταν τα τριήμερα «Ελευθέρια», στα οποία είχε περιοριστεί το 1921 η εκατονταετηρίδα, λίγο πριν και μετά, αναπτύσσεται ένας ενδιαφέρων δημόσιος διάλογος. Χαρακτηριστικές είναι οι απόψεις που διατυπώνονται από γνωστές προσωπικότητες:

Κωνσταντίνος Άμαντος (ιστορικός): «Εν πρώτοις πρέπει να γραφή η ιστορία των αγώνων του 1821… Επειτα πρέπει να γνωρίσωμεν τους μεγάλους νεκρούς ακριβέστερον… διά να τους γνωρίσωμεν έπειτα και εις τους ξένους… Επειτα πρέπει να αποκτήσωμεν μίαν ιστορίαν των νεοελληνικών γραμμάτων… Ως βάσις και κορύφωμα πρέπει να γίνη η απογραφή της πνευματικής εργασίας της εκατονταετηρίδος…».

Φώτος Πολίτης (λαογράφος): Η μελέτη της εθνικής ζωής δεν πρέπει να έχει ως κύριο ελατήριο τη διαφήμιση της Ελλάδας στο εξωτερικό και την «ευπρόσωπον απέναντι των ξένων εμφάνισίν μας», γράφει. Οφείλουμε να εκφράσουμε την εθνική μας ζωή, «χάριν ημών των ιδίων διά μνημειωδών έργων». Αλλά και «προφανώς αποβλέπομεν προς την Ελληνικήν Επανάστασιν, όχι διά τα εξωτερικά της γεγονότα αλλά και διά το πνεύμα που τα περιέβαλλε και τα επροκάλει. Αποβλέπομεν προς αυτήν, διά την αναμφισβήτητον εμφάνισιν ενός μεγίστου, αρχικού εσωτερικού γεγονότος, της διαπλάσεως της ιδέας της ελευθερίας».

Δημήτριος Χατζόπουλος (δημοσιογράφος – συγγραφέας): Γράφει για την ανάγκη για τη φιλοτέχνηση «ενός γενικού ηρώου» στην Αθήνα «για να εκφρασθή το μεγαλείον των στρατιωτικών πατριωτικών αρετών εις συνέχειαν παραστάσεων, αποτελουσών επιβλητικόν σύνολον. Εις το μάρμαρον θα βιογραφηθή η ιστορία της Ελλάδος εις έναν αιώνα». Κάθε τόπος πρέπει να ανεγείρει τοπικό μνημείο και μουσείο. Να αποκτήσουν οι Ελληνες «ένα μέγα λεύκωμα των διαπρεπών του Αγώνος… Αι εικόνες των συνήθως είναι κακοτυπωμέναι και έχουν ελαχίστην σχέσιν προς τα σωζόμενα πρότυπα…».

Σωτήρης Σκίππης (λογοτέχνης): Επισημαίνει μια βασική πλευρά, που θεωρείται αυτονόητη, αλλά διαφεύγει ως σήμερα ακόμη: «Η εορτή πρέπει να έχη λαϊκόν χαρακτήρα… Τα ιερά και τα όσια των μεγάλων μας αγωνιστών θα έτριζον από αγαλλίασιν και ευφροσύνην εις τους τάφους των, εάν έβλεπον τους απογόνους των, διά την ελευθερίαν των οποίων έχυσαν το αίμα των, να χορεύουν χαρούμενοι εις τον ανοικτόν ορίζοντα… τους χορούς που εχόρευον και αυτοί εις τα λαγκάδια, τα δάση και τα βουνά…».

Διονύσιος Κόκκινος (ιστορικός): Εξηγεί την ανάγκη για την οργάνωση «μεγάλου μουσείου της Επαναστάσεως… διά τον πλουτισμόν του οποίου πολύτιμα αντικείμενα να προσφέρουν όλοι όσοι κατέχουν τοιαύτα ως ιδιοκτήται…».

Σίμος Μπαλάνος (νομομαθής): Προβάλλει την ανάγκη για τη συγκέντρωση και καταγραφή όλων των έργων, που έχουν γραφεί από Ελληνες και ξένους σχετικά με την Επανάσταση. «Επειδή το έργον της Επαναστάσεως και των κατ αυτήν δρασάντων ανδρών δεν είναι επαρκώς γνωστόν ούτε εις τον λαόν ούτε εις τους λογίους, να αναλάβη σύλλογός τις την διεξαγωγήν σειράς διαλέξεων».

Γιάννης Πετσόπουλος (εκδότης-δημοσιογράφος): «Εκατό χρόνια επαναλαμβάνεται στερεοτύπως η κωμωδία αύτη και ψάλλονται ύμνοι προς την ελευθερίαν… Δεν έχει τι να εορτάση ο ελληνικός λαός εις την σημερινήν εορτήν… Ο αρχόμενος δεύτερος αιών ελευθέρου πολιτικού βίου της Ελλάδος ευρίσκει τας λαϊκάς μάζας ετοιμαζούσας το πυρ νέου 1821 και γαλουχουμένας ουχί εις τα μοναστήρια και εις τα βουνά, αλλά εντός των εργοστασίων και των χωρίων…».

 

Η πρόταση Βλαχογιάννη

Τις προτάσεις του για την εκατονταετηρίδα καταθέτει και ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο κατεξοχήν ιστοριοδίφης του Αγώνα. Ηδη έχουν συγκροτηθεί τα Γενικά Αρχεία του Κράτους με πρωτοβουλία του, και η γνώμη του είναι βαρύνουσα λόγω του έργου που παράγει.

Προτείνει την έκδοση των δημόσιων και ιδιωτικών εγγράφων του Αγώνα «ακέραια και άνευ περικοπών».

Τα έγγραφα που έχει ήδη συλλέξει και επεξεργαστεί, σε πρώτη φάση, υπολογίζει σε 30 τόμους (!). Στην ουσία πρόκειται για τα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, που θα δουν το φως πολλές δεκαετίες αργότερα. Τη συλλογή είχε έτοιμη και η επιτροπή έχασε την ευκαιρία να γράψει ιστορία.

Βροχή πέφτουν οι προτάσεις. Οπως για παράδειγμα η εισαγωγή της δημοτικής-λαϊκής μουσικής στα σχολεία, ώστε να «δυνάμεθα εντός δεκαετίας να ξεκολλήσωμεν τον ελληνικόν λαόν από την κατάστασιν του αραβικού αμανέ…». Ελάχιστα όμως θα γίνουν.

 

Το εξώφυλλο έκδοσης της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Επαναστάσεως με τις απόψεις και τις προτάσεις για το γιορτασμό το 1921

Το εξώφυλλο έκδοσης της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Επαναστάσεως με τις απόψεις και τις προτάσεις για το γιορτασμό το 1921

 

 

Τι έγινε εννιά χρόνια αργότερα

Η εκατονταετηρίδα αντί για το 1921 θα γιορταστεί το 1930. Στην εξουσία βρίσκεται ο Ελ. Βενιζέλος και οι εκδηλώσεις καλύπτουν όλο τον χρόνο. Από όσα είχαν προγραμματιστεί, λίγα θα έχουν πραγματοποιηθεί. Τα περισσότερα μνημεία θα περιμένουν ακόμη.

Το περιεχόμενό της δίνει ο πρωθυπουργός στα αποκαλυπτήρια του μνημείου του Κολοκοτρώνη: «Αι νεώτεραι γενεαί είμαι βέβαιος ότι θα δειχθούν αντάξιαι και των εθνικών προγόνων και των εθνικών ηρώων, ων την μνήμην τιμούμεν σήμερον… ότι θα εργαστούν σταθερώς και με όλας των τας δυνάμεις διά την δημιουργίαν Κράτους εντελώς συγχρονισμένου, εξασφαλίζοντας εις τους πολίτας την μεγαλυτέραν καθ ημέραν δικαιοσύνην και μεγαλυτέραν ευημερίαν…»

Οι καιροί είχαν αλλάξει από το 1921. Η μεγάλη ιδέα, που είχε καταπλακωθεί στα μικρασιατικά ερείπια, δεν θα ήταν πλέον το «νόημα» της επετείου, όπως μέχρι τότε…

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top