Fractal

Η σκόνη της εποχής

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

enoikiastes_cover«Οι ενοικιαστές» της Σάρα Γουότερς, Μετάφραση: Χριστιάννα Ελ. Σακελλαροπούλου, Εκδ. Α.Α. Λιβάνη, σελ. 756

 

Στο Λονδίνο του 1922 μετά τον πόλεμο επιλέγει να στήσει το σκηνικό η πολυβραβευμένη Σάρα Γουότερς για την καινούργια της ανορθόδοξη ερωτική ιστορία. Με ανυπέρβλητα εμπόδια και σύγκρουση πολλαπλή: ταξική, οικονομική, φύλου και εποχής. Μια κοινωνία που είχε βιώσει ευμάρεια και τις μεγάλες ιδέες μετρά τα αποκαϊδια της μετά τον πόλεμο και μια άλλη δίχως υπόβαθρο αλλά με κέφι και χρήματα ανατέλλει. Το καινούργιο που γεννιέται και το παλιό που αργοπεθαίνει, η σύγχυση και η σκόνη του χρόνου. Κι ανάμεσά τους η Φράνσις που προσπαθεί να αφουγκραστεί το καινούργιο που ανατέλλει. Με ενοχές και επιθυμίες. Με τόλμη, πάθη και λάθη. Με τις προσδοκίες που πρέπει μέσα στο χρόνο, όταν η ιστορία αλλάζει πλευρό, κι εκείνες να αλλάζουν.

«Από πού στην ευχή ερχόταν τόση σκόνη; Ήταν θαρρείς και την παρήγε το ίδιο το σπίτι, όπως το δέρμα παράγει ιδρώτα. Μπορούσε να χτυπάει και να χτυπάει ένα χαλάκι ή ένα μαξιλάρι, και πάλι αυτό να έχει σκόνη».

Λονδίνο 1922 μετά τον πόλεμο. «Οι βετεράνοι βλέπουν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται, οι άνεργοι απαιτούν αλλαγή». Και σε ένα αριστοκρατικό σπίτι στα νότια της πόλης, οι ιδιοκτήτριες, η Φράνσις και η μητέρα της, η χήρα Ρέι, μετά τον θάνατο των δυο αδελφών και του πατέρα, αναγκάζονται να βάλουν ενοικιαστές. Προηγουμένως έχει αλλάξει η ζωή τους. Χωρίς κοινωνικές εξόδους, δίχως χρήματα και δίχως υπηρέτρια, η Φράνσις βιώνει μια καινούργια άγνωστη πραγματικότητα.

Η άφιξη της Λίλιαν και του Λέοναρτ Μπάρμπερ, ενός νεαρού ζευγαριού της μικροαστικής τάξης, αρχικά θα δώσει ζωή στο σιωπηλό αρχοντικό. Οι ανοιχτές πόρτες θα μοιάζουν με ανοιχτές πόρτες στο μέλλον. Η αναπόφευκτη συνάφεια θα επιφέρει πολλά: γέλια, καθημερινή χαρά, πικνίκ στην εξοχή, βόλτες με τα πατίνια και έναν έρωτα. Την διαπίστωση ότι αυτό που ζει η Φράνσις και η Λίλιαν  πια δεν αρκεί:

«”Συγχωρέστε με, κυρία Μπάρμπερ. Δε θέλω να παριστάνω τη μυστηριώδη. Ούτε να μεμψιμοιρώ μου αρέσει. Το μόνο που προσπαθώ να πω μάλλον είναι ότι αυτή η ζωή, η ζωή που έχω τώρα, δεν είναι…” Δεν είναι η ζωή που προοριζόμουν να ζήσω. Δεν είναι η ζωή που θέλω: “Δεν είναι η ζωή που νόμιζα πως θα είχα”, ολοκλήρωσε την πρότασή της».

Κι όλο αυτό είναι σαφές, τουλάχιστον όσον αφορά αρχικά την Φράνσις. Η παρέα τους, θα μεταφέρει την κοινωνική ασφυξία και στην Λίλιαν: «Ένιωσαν ανακούφιση βγάζοντας τα πατίνια, αλλά ταυτόχρονα λυπήθηκαν που τα επέστρεφαν στο γκισέ, που αντάλλασσαν την κίνηση, την ταχύτητα και τη μαγεία, με την ασφάλεια και τα άνετα παπούτσια».

Έτσι, συν τω χρόνω, η επαναλαμβανόμενη φράση «Συνήθισα τον ρόλο μου», δεν αρκεί. Στο μεταξύ, τριγύρω, κοινωνικά μοιάζει να έχει ξηλωθεί και καταρρεύσει το σύμπαν. Όσοι πήραν μέρος στο μεγάλο πόλεμο θα παραδεχθούν:

«Όμως, παραδόξως, μερικές φορές πιάνω τον εαυτό μου να νοσταλγεί εκείνη την εποχή. Βλέπετε, υπήρχαν πράγματα που έπρεπε να γίνουν, και δεν είχες άλλη επιλογή από το να τα κάνεις. Ανακάλυψα ότι αυτό είναι σημαντικό. Έχοντας επιστρέψει εδώ τώρα που τέλειωσαν όλα… να, δεν υπάρχουν και πολλά να κάνει κανείς. Πολλοί φίλοι έχασαν τη ζωή τους. Και δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας για άντρες σαν εμένα. Τις προάλλες έπεσα πάνω στον ανθυπολοχαγό μου. Γυαλίζει παπούτσια στο σταθμό της Βικτόρια! Άλλοι γνωστοί μου από το μέτωπο γυρίζουν εδώ κι εκεί κάνοντας δουλειές του ποδαριού. Κανείς μας δεν καταφέρνει να στεριώσει κάπου. Κι εγώ είμαι σε μια κατάσταση παραζάλης. Κεϋλάνη, Νότια Αφρική… Δεν θα καταφέρω ποτέ να πατήσω το πόδι μου εκεί. Ή, αν τα καταφέρω, απλώς θα σκοτώνω το χρόνο μου, όπως ακριβώς κάνω εδώ. Για να είμαι ειλικρινής μαζί σας, ζηλεύω τον απλό εργάτη. Ούτε αυτός έχει δουλειά, αλλά τουλάχιστον έχει τον μπολσεβικισμό».

Η αποδοχή, δύσκολη: «Πρέπει να αλλάξουμε τις προσδοκίες μας. Τα μεγάλα πράγματα δε μετρούν πια- μιλάω για τα ιδεώδη με κεφαλαία γράμματα που κόστισαν τη ζωή σε τόσους ανθρώπους της γενιάς μας. Όπως αυτό κάνει τα μικρά πράγματα πιο σημαντικά από ποτέ, έτσι δεν είναι;»

 

Σάρα Γουότερς

Σάρα Γουότερς

 

Η ιστορία γυρίζει σελίδα πάντοτε με τρόπο τραγικό όσον αφορά την μικρή ανθρώπινη ιστορία. Κι έτσι ένας φόνος, αυτός του Λέοναρτ Μπάρμπερ, θα είναι η κορφή του παγόβουνου, το σημείο της αναμέτρησης και της σύγκρουσης, τίποτε πια στις ζωές τους δεν θα είναι το ίδιο.

Μυθιστόρημα λεπτών αποχρώσεων που κατορθώνει να ζωντανέψει αριστοτεχνικά: την εποχή, τις μεγάλες αλλαγές, την ανασφάλεια και το επικίνδυνο του έρωτα, τις εσωτερικές συγκρούσεις, την επισφάλεια της επιθυμίας, τις ενοχές. Με πρώτο επίπεδο μια σχεδόν αστυνομική ιστορία. Με σημασία στη λεπτομέρεια, χαρακτηριστικό μιας τάξης που εκπίπτει και μιας άλλης που ανατέλλει, με έμφαση στην ποίηση της καθημερινής ζωής. Με ευαισθησία και τρυφερότητα που μεταλλάσσονται σε πάθος, σκληρότητα και εγκληματική βία. Αρκεί μια στιγμή. Για όλα τα υπόλοιπα ανεπαισθήτως έχει φροντίσει πιο πριν, η ιστορία.

Η Σάρα Ουότερς γεννήθηκε το 1966 στο Νέιτον του Πέμπροουκσαϊρ. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Καντέρμπουρι. Ήδη με το πρώτο της μυθιστόρημα, “Tipping the Velvet” (1998), προκάλεσε το ενδιαφέρον του κοινού και της κριτικής. Με το δεύτερο μυθιστόρημά της, “Affinity” (1999), η “Sunday Times” την ξεχώρισε ως καλύτερη νέα συγγραφέα της χρονιάς. Με το τρίτο της μυθιστόρημα, “Fingersmith” (2002), βρέθηκε στην τελική εξάδα για το Βραβείο Μπούκερ, θέση στην οποία βρέθηκε και με το τέταρτο μυθιστόρημά της, το “The Night Watch” (“Ξαγρυπνώντας”, 2006). Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Ξαγρυπνώντας» (Καστανιώτη, 2007), «Η κλέφτρα» (Αλεξάνδρεια, 2007), «Χείλη σαν βελούδο» (Καστανιώτη, 2009), «Ανήλικος επισκέπτης (Καστανιώτη, 2011), «Οι ενοικιαστές» (Α.Α. Λιβάνη, 2015).

 

enoikiastes_ex

 

* Δημοσιεύθηκε στο ethnos.gr

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top