Fractal

Ένα παλιό ερώτημα που έρχεται και ξανάρχεται: Γνώριζαν και τί οι Γερμανοί πολίτες ;

του Γιώργου Σιακαντάρη // *

 

zoi_kai_thanatos_sto_trito_raix_1“Ζωή και θάνατος στο Τρίτο Ράιχ” του Πήτερ Φρίτσε, μετάφραση: Βασιλεία Αβραμίδου, Κώστας Δεσποινιάδης, εκδ. “Θύραθεν”, σελ. 352

 

Η πλειονότητα των Γερμανών όχι μόνο ανέχθηκε αλλά και ακολούθησε τον ναζισμό και το φυλετικό του σχέδιο «εθνικής ανανέωσης». Σχέδιο που αποτέλεσε βασικό ιδεολογικό άξονα και μάλιστα στη νικηφόρα για τη Γερμανία περίοδο του πολέμου

Ο πολύ γνωστός στο ελληνικό κοινό ιστορικός και μελετητής της βιογραφίας του Χίτλερ και της ιστορίας του ναζισμού Ιαν Κέρσοου στο βιβλίο του «Ο Χίτλερ, οι Γερμανοί και η τελική λύση» (από τις Εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση Ουρανίας Παπακωνσταντοπούλου) υποστήριζε, αντίθετα από ό,τι πιστεύεται, ότι ο αντισημιτισμός δεν κατείχε κεντρική θέση στη ναζιστική προπαγανδιστική μηχανή. Το μεγάλο ζητούμενο για τον Χίτλερ ήταν η κυριαρχία της Γερμανίας σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω και της εκδίκησης εναντίον όσων είχαν δήθεν προκαλέσει το περίφημο «πισώπλατο κτύπημα» το 1918. Ενας άλλος αμερικανός ιστορικός, ο Κρίστοφερ Μπράουνινγκ θεωρούσε τον ναζιστικό αντισημιτισμό αποτέλεσμα κοινωνικών και ψυχολογικών περιορισμών και λιγότερο ιδεολογική επιλογή. Ο βρετανός ιστορικός Ρίτσαρντ Εβανς συμφωνεί με τον συνάδελφό του Ιαν Κέρσοου ότι «ο δρόμος για το Άουσβιτς χτίστηκε από το μίσος, αλλά στρώθηκε με την αδιαφορία των πολιτών».

-Χάινριχ Χάινε : «Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε και ανθρώπους»…. (  Στην πλατεία , μπροστά στο κτίριο του Πανεπιστημίου Humboldt,    βιβλία στην πυρά στις 10 Μαΐου 1933)

-Χάινριχ Χάινε : «Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε και ανθρώπους»… (Στην πλατεία , μπροστά στο κτίριο του Πανεπιστημίου Humboldt, βιβλία στην πυρά στις 10 Μαΐου 1933)

Ο Πίτερ Φρίτσε (Ζωή και θάνατος στο Τρίτο Ράιχ , μετάφραση: Βασιλεία Αβραμίδου, Κώστας Δεσποινιάδης, εκδ. Θύραθεν), από τους σημαντικότερους μελετητές της ανόδου και της πτώσης του Ναζισμού, βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της θεώρησης. Αυτός, όπως και ο Σαούλ Φριντλέντερ («Η ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι», Εκδ. Πόλις σε μετάφραση της Ηλια Ιατρού), θεωρεί ότι ο «φυλετικός ευπρεπισμός», του οποίου η πιο σημαντική πλευρά ήταν ο αντισημιτισμός, αποτελεί τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο κινήθηκε η ναζιστική ιδεολογία και πρακτική. Έναν άξονα που είτε από φόβο είτε από πεποίθηση είτε από την ανάγκη προσαρμογής και λόγω εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων ακολούθησε η μεγάλη πλειονότητα των Γερμανών.

 

-Ο Χίτλερ και οι υπόλοιποι ναζιστές ηγέτες την είχαν «προβλέψει» την τελική λύση πριν από τον πόλεμο. Από εκεί μέχρι τους φούρνους του Άουσβιτς η απόσταση δεν ήταν μεγάλη

-Ο Χίτλερ και οι υπόλοιποι ναζιστές ηγέτες την είχαν «προβλέψει» την τελική λύση πριν από τον πόλεμο. Από εκεί μέχρι τους φούρνους του Άουσβιτς η απόσταση δεν ήταν μεγάλη

Μαρτυρίες μικρών ιστοριών

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Είθισται όταν ένα βιβλίο είναι καλογραμμένο και γλαφυρό να συνιστάται η ανάγνωσή του με μια ανάσα. Αυτό το βιβλίο είναι και καλογραμμένο και γλαφυρό και καλά μεταφρασμένο, αλλά όποιος το πάρει στα χέρια του, μάλλον θα πρέπει να συνηθίσει στην ιδέα ότι διαβάζεται μόνο με κομμένη την ανάσα. Γιατί αυτά που περιγράφονται σε αυτό το βιβλίο, αυτά δηλαδή που υπέφεραν οι Εβραίοι της Ευρώπης, παρότι είναι πλέον ευρύτερα γνωστά, ποτέ δεν θα πάψουν να αποτελούν τη μελανότερη κηλίδα της ανθρώπινης ιστορίας.

Σε αυτό το βιβλίο μπλέκεται η μεγάλη ιστορία με την ιστορία και τις πεποιθήσεις απλών ανθρώπων, όπως αυτές αποκαλύπτονται μέσα από τα ημερολόγια και τις σημειώσεις δεκάδων απλών πολιτών, Γερμανών και Εβραίων. Το πιο σωστό θα ήταν να πω ότι αυτό το βιβλίο αποτελεί ένα παζλ που το συνθέτουν οι μαρτυρίες μικρών ιστοριών. Μαρτυρίες που συνθέτουν την εικόνα της μεγάλης ιστορίας, όπως αυτή καταγράφεται στις αποφάσεις και στις πρακτικές των ηγετικών ομάδων. Είναι όμως και μια κραυγή κατά της ναζιστικής βίας, η οποία δεν συγκρίνεται με καμία άλλη βία. Όχι γιατί δεν υπήρχαν καθεστώτα που προκάλεσαν περισσότερα θύματα από όσα οι Ναζί, αλλά γιατί η βία των Ναζί στηρίχτηκε στην απεχθέστερη υπαρκτή ιδεολογία, αυτήν του εθνικιστικού φυλετισμού. Για τους Ναζί μερικοί άνθρωποι ήσαν καταδικασμένοι, απλά και μόνο γιατί δεν ήσαν «φυλετικά ευπρεπείς», γιατί δεν ανήκαν στην «αρία» φυλή. Ο γερμανικός αντισημιτισμός απέδειξε ότι ο άνθρωπος, όταν εμπνέεται από ιδεολογίες φυλετικής καθαρότητας, μπορεί να γίνει το πλέον απάνθρωπο ον.

Ο Φρίτσε υποστηρίζει ότι ο εθνικοσοσιαλισμός αναπτύχθηκε μέσα από μια δυναμική που υπήρχε στη γερμανική πολιτική από το 1914. Για τον Εβανς, αυτή μάλιστα προϋπήρχε, ήδη από την εποχή του Μπίσμαρκ. Όπου όμως και να αναζητήσει κανείς τις απαρχές του ναζισμού, κατά τον Φρίτσε έχει σημασία το γεγονός ότι μετά το 1933, ολοένα και περισσότεροι Γερμανοί συμμετείχαν, άλλοι ολόθερμα, άλλοι δειλά και άλλοι από ανάγκη, στο ναζιστικό φυλετικό σχέδιο εθνικής ανανέωσης. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει τη σημασία των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων για την άνοδο και την εδραίωση του ναζισμού, αλλά δίνει έμφαση στην ιδεολογία. Μια ιδεολογία που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συγκίνησε την πλειονότητα των Γερμανών. Η φυλετική καθαρότητα θεωρήθηκε ως ο πλέον κατάλληλος δρόμος για την εθνική αναγέννηση και αυτό δεν το πίστευαν μόνο οι Ναζί.

Ράιχ 6Η αρχή έγινε με τα «φυλετικά» διαβατήρια και το τέλος γράφτηκε στα στρατόπεδα των αερίων. Είναι βέβαιο, υποστηρίζει, ότι τα σχέδια των Ναζιστών για τον τρόπο επίλυσης του «εβραϊκού προβλήματος» άλλαζαν ανάλογα με τη ροή του πολέμου. Η άμεση απέλαση των γερμανών Εβραίων αναβάλλονταν λόγω των δυσχερειών του πολέμου στη Σοβιετική Ένωση και λόγω του ότι η επιστροφή από τα εδάφη της Ανατολικής Ευρώπης των γερμανών μειονοτικών προκαλούσε πρόσθετα προβλήματα. Υπήρχαν πολλές παλινδρομήσεις από την απέλαση στην εξόντωση. Η ουσία όμως είναι ότι η «τελική λύση» δεν ήταν ένα τυχαίο αποτέλεσμα, το οποίο προέκυψε λόγω του πανικού που προκάλεσαν οι ήττες στο Στάλινγκραντ και στην Αφρική. Η «τελική λύση» δεν ήταν μόνο στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας, αλλά αποτελούσε και την προϋπόθεση για την αναζωογόνηση του έθνους. Ο Χίτλερ και οι υπόλοιποι ναζιστές ηγέτες την είχαν «προβλέψει» πριν από τον πόλεμο και οι ίδιοι επαλήθευσαν τις προβλέψεις τους.

Εδώ πρέπει να τονιστεί η ενδιαφέρουσα παρατήρηση του συγγραφέα ότι η τελική λύση πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό το 1942- 43, όταν ακόμη οι Γερμανοί πίστευαν ότι τελικά θα επικρατήσουν και όχι την τελευταία περίοδο του πολέμου, όταν έβλεπαν πλέον την ήττα να πλησιάζει. Το Ολοκαύτωμα δεν ήταν έργο των πολιορκημένων γερμανικών στρατιών, αλλά των νικηφόρων δυνάμεων των Ες- Ες.

 

- Σύμφωνα με τον Φίτσε  μετά το 1933, ολοένα και περισσότεροι Γερμανοί συμμετείχαν, άλλοι ολόθερμα, άλλοι δειλά και άλλοι από ανάγκη.

– Σύμφωνα με τον Φίτσε μετά το 1933, ολοένα και περισσότεροι Γερμανοί συμμετείχαν, άλλοι ολόθερμα, άλλοι δειλά και άλλοι από ανάγκη.

Η μετάλλαξη του εθνικισμού

Σε όλη αυτή την περίοδο υπήρχε, όπως προκύπτει και από τα ημερολόγια και την αλληλογραφία των γερμανών αλλά και των εβραίων πολιτών, επαρκής γνώση για το τι συνέβαινε. Οι πάντες έβλεπαν την αστυνομία να μαζεύει τους Εβραίους, έβλεπαν, άκουγαν ή διάβαζαν για τα κλειστά τρένα, τις μαζικές δολοφονίες των Εβραίων στην Ανατολική Ευρώπη, τις «απομακρύνσεις» των γερμανών Εβραίων. Κάποιοι λίγοι προσπάθησαν να αντισταθούν (σελ. 250-260), αλλά οι περισσότεροι Γερμανοί, υποστηρίζει ο Φρίτσε, δεν ήσαν καν απλοί θεατές. Ακόμη και μετά την ήττα στο Στάλινγκραντ δεν υπήρξε αμφισβήτηση της νομιμότητας του καθεστώτος. Και αυτό συνέβη γιατί αυτό το καθεστώς, ακόμη και στα μάτια των αντιναζιστών πολιτών, ταυτιζόταν με την ιδεολογία της αναγκαίας αναγέννησης του έθνους. Αναγέννηση που για τους Ναζιστές, για τη δήθεν αθώα Βέρμαχτ, αλλά και για τους κρυπτόμενους αντιναζιστές ξεκινούσε από το 1933 και την αμφισβήτηση της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Δεν είμαι σε θέση να αμφισβητήσω ότι οι Γερμανοί είδαν να έρχεται μια εθνική αναγέννηση μέσα από το ναζιστικό τσουνάμι, δεν θα αμφισβητήσω ότι πολλοί Γερμανοί είδαν τις προσδοκίες τους για καλύτερη ζωή να περνούν μέσα από τα παραληρήματα του Χίτλερ. Θα περίμενα όμως από τον συγγραφέα να διευκρινίσει σαφέστερα ότι όλα αυτά οφείλονταν στην επικράτηση του πνεύματος του εθνικισμού και όχι λόγω κάποιας κακής ενδογενούς γερμανικότητας. Στη θέση των Γερμανών θα μπορούσαν να είναι και άλλοι λαοί μολυσμένοι από το μικρόβιο του εθνικισμού. Γιατί το μεγάλο μάθημα που μπορούμε να πάρουμε από τη ναζιστική Γερμανία είναι ότι τελικά ο μεγαλύτερος εχθρός της ανθρωπότητας δεν είναι κάποιοι λαοί, αλλά οι εθνικισμοί των λαών. Εθνικισμοί που από προοδευτικό πρόταγμα για τη φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία στον 18ο και 19ο αιώνα μετατράπηκαν τον 20ό αιώνα σε βρόχους για το πνεύμα του Διαφωτισμού.

Αυτά είναι απαραίτητα να τα θυμόμαστε και να τα διαβάζουμε για να κατανοούμε και να προλαβαίνουμε το κακό. Να αφουγκραζόμαστε το ουρλιαχτό του κακού, όπως ο Hans Winterfeldt άκουγε πολύ πριν το ακούσουν οι περισσότεροι άνθρωποι στη Γερμανία, το ουρλιαχτό της μητέρας του, όταν το 1939 η αδελφή του απομακρυνόταν με το τρένο από τον επερχόμενο ναζιστικό όλεθρο. Μέχρι τότε υπήρχε ο ζόφος, αλλά ελάχιστοι τότε προέβλεψαν τον όλεθρο. Πόσο μεγάλες είναι τελικά οι ιστορίες των «μικρών» ανθρώπων;

 

* Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, πρώην αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του Ιδρύματος Στρατηγικών Μελετών «Ανδρέας Παπανδρέου»

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top