Fractal

«Τι συνέβη και το φλουρί / το κέρδισε η αβεβαιότητα;»

Γράφει ο Γιώργος Φρέρης // *

 

Παναγιώτης Αργυρόπουλος, «Εμπύρετη επιμονή», εκδ. Ρώμη, Θεσσαλονίκη, 2017, σελ. 55

 

Η έκτη ποιητική συλλογή του Παναγιώτη Αργυρόπουλου, με τίτλο, Εμπύρετη επιμονή, μας αποκαλύπτει, μετά την ενασχόλησή του με τον πεζό λόγο, και συγκεκριμένα με το μυθιστόρημά του, Πέντε λεπτά πριν το ηλιοβασίλεμα (εκδ. Λιβάνη 2010) τον ευαίσθητο δημιουργό με το απέριττο ύφος του εύστοχου ποιητή που ξέρει να πλέκει αριστουργηματικά το βιογραφικό στοιχείο με το φανταστικό, το προσωπικό με το ποιητικό, το ενδόμυχο με το γενικό. Και σ’ αυτήν την ποιητική του συλλογή –προηγήθηκαν άλλες πέντε- καταφέρνει άψογα, να μας περιγράψει τη σημερινή πραγματικότητα, φαινομενικά αβίαστα, γιατί στην ουσία το ύφος του είναι καλοδουλεμένο, καλά επεξεργασμένο, με φροντίδα, με δουλειά και «μαεστρία», που ενδεχομένως ο αναγνώστης να μην το αντιλαμβάνεται, θεωρώντας την ποιητική του αφήγηση σαν μια φυσική ροή εξιστόρησης γεγονότων χωρίς επιτήδευση.

Διαβάζοντας τα σαράντα ένα ποιήματα που περιλαμβάνει αυτή η ποιητική συλλογή, διέκρινα την βιο-αντικειμενική προσέγγιση απέναντι σ’ ένα πάθος, σ’ έναν πυρετό για κάποια ιδανικά, σ’ ένα ιδεολογικά ανθρώπινο πλαίσιο, που τον κρατά εν εγρηγόρσει με μια «εμπύρετη επιμονή», αλλά και εμμονή θα πρόσθετα, που κάνει το έργο του να ξεχωρίζει από τις πολλαπλές ποιητικές συλλογές των ημερών μας και αναδεικνύοντας τον δημιουργό της, σ’ έναν ταλαντούχο εκφραστή της σύγχρονης ζωής. Μια ζωή απομυθοποιημένη από τον ξύλινο λόγο και τα ιδανικά του, απαλλαγμένη κι αδιάφορη από τον μεταμοντέρνο  νεοφερμένο τρόπο ζωής που σιγά σιγά καθιερώνεται χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τις αλλαγές που επιφέρει στην καθημερινότητά μας, μια ζωή με έντονα προβλήματα που παρουσιάζονται κι αναδεικνύονται χωρίς υψηλούς καταγγελτικούς τόνους, πιθανόν γιατί ο ποιητής έχει συνειδητοποιήσει πως ζει σε μια χώρα και σε μια εποχή, όπου όλα διαρκώς διακυβεύονται.

Στην Εμπύρετη επιμονή κυριαρχεί η έμμεση προσπάθεια να διαλευκανθούν οι συνθήκες που προκαλούν και επηρεάζουν τη ζωή του, όταν διαπιστώνει ότι δεν τρέφει πλέον καμιά προσδοκία, καμιά λυτρωτική κάθαρση, κανέναν κατευνασμό στην καθημερινή βασανιστική πραγματικότητα. Παρελθόν / μη μου χτυπάς στο τραπέζι / το χέρι με θράσος. / Εσύ δε μου συστήθηκες κάποτε  / μέλλον ελπιδοφόρο; (σ. 38). Ο ποιητής αρνείται να θεωρήσει ως ευτυχία την καθησυχαστική ξύλινη ρητορική της κοινωνίας, αρχή που τον προτρέπει να κατευθυνθεί σε μια ιδεολογία αγνή, χωρίς καταγγελίες και προτροπές επαναστατικές, να βιώσει ή να αποδεχθεί μια στάση ζωής που ο ίδιος αποδοκιμάζει. Γι’ αυτό το λόγο και με τρόπο ειρωνικό, περιγελά τη σύγχρονη επικρατούσα κοινωνική «κουτοπονηριά», την αποδομεί εύστοχα, χωρίς επαναστατικές ιαχές, αλλά με ήρεμη ανθρώπινη κατανόηση κι αποδοχή: Τι συνέβη και το φλουρί / το κέρδισε η αβεβαιότητα; (σ. 37) διερωτάται. Καθώς λοιπόν ο αναγνώστης περνά από το ένα ποίημα στο άλλο, σχηματοποιεί και συνθέτει το προφίλ των αναφορών του ποιητή για όσα επουσιώδη συμβαίνουν γύρω του, γεγονός που τον προτρέπει να διαμορφώσει την άποψή του στην αντιμετώπιση της παράλογης αδικίας, σε έναν αγώνα που δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια, αλλά ωστόσο διατυπώνεται κι εκδηλώνεται: Τότε για πρώτη φορά μου κατάλαβα / πως πρέπει να γίνω δέντρο / και να καρπίσω. (σ. 9)

Ωστόσο, τα στοιχεία που ξεχωρίζουν στην ποιητική αυτή συλλογή δεν είναι οι ποικίλες κοινωνικές διαστρεβλώσεις, τις οποίες αποδοκιμάζει, αλλά η τεχνική και το ύφος, δύο στοιχεία που η γλώσσα του Αργυρόπουλου αναδεικνύει, με τη συνδρομή της ειρωνείας και της αφηγηματικής αμεσότητας, γεγονός που συμβάλλουν ώστε ο αναγνώστης να συνειδητοποιήσει το «δράμα» του ποιητή, βιώνοντας με τη σειρά του, την «εμπύρετη επιμονή», προκειμένου να αποκαλυφτεί με τις μετά-κειμενικές αναφορές του, η αποδόμηση της σημερινής κατάστασης, σε πολλά επίπεδα:  Κατακράτηση ανθρώπινων ελπίδων / μολυσμένο αίμα από μίση τοξικά / τις τελευταίες χιλιετίες / τον γυροφέρνει κι η ίωση του έρωτα / αλλά αυτή θα περάσει / αφού κάνει τον κύκλο της (σ. 14) μας ομολογεί.

 

Παναγιώτης Αργυρόπουλος

 

Η αισθητική συγκρότηση της ποιητικής αφήγησης δημιουργείται, από τη μια, με τρόπο άμεσο και λιτό, καθώς υποστηρίζεται από ένα λεξιλόγιο κατανοητό, μη επιτηδευμένο, σύγχρονο, νεανικό χωρίς εκχυδαϊσμούς (φαινόμενο που συναντάται συχνά στις μέρες μας, πιθανόν προς εντυπωσιασμό), κι από την άλλη, με την προσήλωσή του στις βασικές αρχές και στην ψυχολογία του ποιητικού «εγώ», που κινούνται στα κοινωνικά σημερινά πλαίσια, η ποιητική αφήγηση δεν προκαλεί αλλά ελκύει τον αναγνώστη, δεν τον υποχρεώνει να «μετακινηθεί» σε άλλες σφαίρες, αλλά τον βοηθά να συνειδητοποιήσει τα όσα ζει, σε ποια κοινωνία κινείται και τι αντιμετωπίζει. Κι αυτό ανεξάρτητα αν το ποιητικό εγώ μονολογεί ή ταυτίζεται με τον αναγνώστη, κάνοντάς τον ενεργό κοινωνό, ή ακόμη όταν αναφέρεται γενικά σε τρίτο πρόσωπο, τεχνική που επιτρέπει στην απρόσκοπτη ταύτιση του αναγνώστη με τον ποιητή και τα ποιήματά του. Π.χ.: Το τραγικό είναι / πως συνέρχομαι πάντα / πριν προλάβω όλα αυτά / να τα κηδέψω (σ. 20).

Αυτός ο εκφραστικός τρόπος ενισχύεται από το ειρωνικό ύφος που συντελεί στην αποδόμηση κάθε αντιδεοντολογικής παρέμβασης «διδακτικών» ή άλλων σχολίων, από το ύφος των ποιημάτων απόλυτα προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις και στην πλοκή της σκέψης του ποιητή, αλλά και στην γλωσσική του διατύπωση: π.χ.: Δεν έχω θέμα / ν’ αναγνωρίσω αυτό το ποίημα. /Αλλά καλού κακού / ας γίνει τεστ πατρότητας. (σ. 22) ή Οι δυο μας μιλάμε τώρα / αγαπητή προς-ποίηση. (σ. 25) ή πάλι: Τι επαγγέλλομαι; / Άνεργος / Τρομάζουν, φαίνεται, οι εργοδότες / απ’ τ’ όνομά μου. (σ. 36).

Με στίχους σύντομους που διαγράφουν έντονες εικόνες και καταστάσεις καλά βιωμένες, με φράσεις που διατυπώνουν έννοιες, αρχές, και ιδέες που πυροδοτούν σε τελική ανάλυση την «εμπύρετη επιμονή» και προσφέρονται ως αποκάλυψη μιας νέας στάσης ζωής ή αντιμετώπισης της σημερινής κατάστασης, η γλώσσα του Αργυρόπουλου υποστηρίζει τον ρεαλισμό της ποίησης -που πολλοί την θεωρούν τέχνη της ουτοπίας- την αναβαθμίζει σε έκφραση και όπλο αντίστασης στη σύγχρονη βαρβαρότητα, κάτι που δεν κατατίθεται αλλά που ο υποψιασμένος αναγνώστης εισπράττει, διαβάζοντας τα 41 ποιήματά του, τα οποία αποτελούν μια μουσική σύνθεση με εναλλαγές στο χρόνο, στο ρυθμό, στην ένταση, με παύσεις και σιωπές, αλλά και με σύγχρονους εκφραστικούς σχηματισμούς.

Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Π. Αργυρόπουλος κατορθώνει να καταγράψει και να θίξει, μέσω του ποιητικού λόγου, τα προβλήματα της μικρό-κοινωνικής και οικονομικής καθημερινότητάς μας. Πιστεύω πως η ποιητική του συλλογή, Εμπύρετη επιμονή, θα καταλάβει μια δεσπόζουσα θέση στη λογοτεχνία σχετικά με την καταγραφή και την διατύπωσή της σημερινής κατάστασης, γιατί αν και δεν είναι αυτός ο σκοπός της λογοτεχνίας, ούτε της ποίησης, όμως, ο ποιητής-δημιουργός δεν παύει να είναι ον κοινωνικό, με ευαισθησίες και συναισθηματικές διακυμάνσεις που εξαρτώνται και από τον περιβάλλοντα κοινωνικό και χρονικό χώρο, τις οποίες γνωρίζει κι έχει τη δυνατότητα, ανάλογα με την τέχνη του, να τις εκφράσει.

 

 

* Ο Γιώργος Φρέρης υπηρέτησε ως Δάσκαλος Γαλλικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (1973-85) κι ως Καθηγητής Συγκριτικής Γραμματολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. (1985-2013). Δημοσίευσε επτά ποιητικές συλλογές και μετέφρασε στην ελληνική πολλούς γάλλους ποιητές και στη γαλλική έλληνες δημιουργούς.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top