Fractal

Θυμίζοντας κλασικά αριστουργήματα

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Ιαν Μακ Γιούαν «Έμμονη αγάπη», Μετάφραση: Έλλη Έμκε, εκδ. Νεφέλη, σελ. 300

 

«Κλείνω τα μάτια μου κι ευχαριστώ τον Θεό μεγαλόφωνα, που σου επιτρέπει να υπάρχεις, που μου επιτρέπει κι εμένα να υπάρχω στον ίδιο χώρο και χρόνο με σένα και που αφήνει να ξεκινήσει αυτή η παράξενη περιπέτειά μας. Σήμερα το πρωί ξύπνησα και, στον τοίχο πλάι στο κρεβάτι μου, ο ήλιος είχε σχηματίσει έναν τέλειο φωτεινό δίσκο και Τον ευχαρίστησα, που το ίδιο αυτό ηλιακό φως πέφτει και πάνω σε σένα!»  (Τζέντ Πάρι προς τον Τζο)

 

Με τη λεπτολόγο εξιστόρηση ενός τραγικού γεγονότος στην αγγλική εξοχή, που στάθηκε αφορμή να ενεργοποιηθεί ο παραλογισμός ενός θρησκόληπτου φονταμεταλιστή ενάντια στις θεωρίες ενός θετικού επιστήμονα, ο Μακ Γιούαν συναρπάζει τον αναγνώστη, διαβαθμίζοντας ανοδικά την αγωνία του από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.

Ο Τζο και η Κλαρίσα επανασυνδέονται μετά χωρισμό δύο μηνών και προτίθενται να απολαύσουν κάποιες ιδιωτικές στιγμές σ’ ένα πικ νικ, στους λόφους Τσίλτερν έξω από το Λονδίνο.

Ένα απρόσμενο γεγονός με διαφαινόμενο κίνδυνο απώλειας ζωών, τους αναγκάζει να εγκαταλείψουν τα σχέδιά τους. Ο Τζο μαζί με άλλους που αντιλήφθηκαν το περιστατικό, προσπαθούν να σώσουν ένα παιδί εγκλωβισμένο σ’ ένα αερόστατο, καθώς ο παππούς του, στο έδαφος, παλεύει να ξεμπλοκάρει το πόδι του μέσα από τα σχοινιά.

Μεταξύ των διασωστών ο γιατρός Τζον Λόγκαν, και ο Τζέντ Πάρι, ένας περίεργος εμμονικός τύπος, που κρατάει τον ρόλο του τρίτου πρωταγωνιστή στο συναρπαστικό βιβλίο του Μακ Γιούαν.

Διακριτικός λυρισμός στις εξαιρετικές περιγραφές της φύσης και  λεπτομέρειες που αφορούν εκτός από τις αγωνιώδεις κινήσεις, την ψυχολογική κατάσταση των συμμετεχόντων στην αποσόβηση του διαφαινομένου δράματος ανεβάζουν στα ύψη την αδρεναλίνη του αναγνώστη.

Η τραγική κατάληξη του συμβάντος γίνεται αφορμή να εκφράσει  ο Τζεντ Πάρι, (ένας θρησκόληπτος άνεργος, που κληρονόμησε κάποια σεβαστή περιουσία ), με απίθανη, παράλογη εμμονή, μία δίπολη τάση θρησκευτικού  προσηλυτισμού και παθιασμένου έρωτα προς τον Τζο.

Ο Τζο Ρόουζ  θετικός επιστήμων μετά μία επαγγελματική αποτυχία γίνεται δημοσιογράφος – αρθρογράφος επιστημονικών θεμάτων. Κατά καιρούς, κυρίως σε φάσεις ψυχολογικής πίεσης, όπως αυτή που του προκαλεί η πιεστική πολιορκία του Πάρι, καταλαμβάνεται από την επιθυμία να επανέλθει στο γνωστικό επιστημονικό του πεδίο.

Η Κλαρίσα Μέλον πανεπιστημιακή καθηγήτρια λογοτεχνίας, με ιδιαίτερη  αγάπη για τον Τζον Κητς, στοργική μεγαλόψυχη, με προβλήματα στον εργασιακό της χώρο, αμφισβητεί την ψυχική κατάσταση του Τζο, όταν εκείνος αρχίζει ν’ ασχολείται επίμονα με την διερεύνηση της ψυχολογικής και πνευματικής κατάστασης του Πάρι.

Το «Έμμονη αγάπη» είναι ένα βαθύ ερωτικό – ψυχολογικό δράμα.

Ο Τζο δέχεται αλλεπάλληλες εκβιαστικές παρενοχλήσεις από τον Τζεντ Πάρι. Έχει καταλήξει μετά από μελέτη, ότι ο Τζέντ πάσχει από το σύνδρομο ντε Κλεραμπό, όπως αυτό περιγράφεται από μία πλειάδα ειδικών, χωρίς να είναι βέβαιη η επιστημονική του οντότητα. 

«Μια ψευδαισθησιακή πεποίθηση του ασθενούς ότι είναι ερωτευμένος μ’ ένα άλλο άτομο και το άτομο αυτό ανήκει σε πολύ υψηλότερη κοινωνική στάθμη, ήταν το πρώτο από τούς δύο που ένιωσε το ερωτικό σκίρτημα και το πρώτο που έκανε την πρόταση στον άλλο, η αρχή εμφανίζεται ξαφνικά, το αντικείμενο της ερωτικής ψευδαίσθησης παραμένει αμετάβλητο, ο ασθενής δίνει κάποια εξήγηση για τη συμπεριφορά του αντικειμένου, που την θεωρεί παράδοξη, η κατάσταση είναι χρόνια, ο ασθενής χάνει την επαφή του με το περιβάλλον και δεν παρατηρείται νοητική ανεπάρκεια».

 

«Διαισθάνθηκα τον βασανιστή μου να με κυκλώνει, λίγο προτού τον ακούσω να προφέρει τ’ όνομά μου, με φωνή που κυμαινόταν μεταξύ κραυγής και λαρυγγισμού ”Τζο, Τζό!” Διαπίστωσα ότι έκλαιγε με λυγμούς.” Εσύ ήσουν. Εσύ το άρχισες αυτό, εσύ το έκανες να συμβεί. Παίζεις παιχνίδια μαζί μου όλη την ώρα και προσποιείσαι…” Δεν κατάφερε να ολοκληρώσει. Τάχυνα πάλι το βήμα μου και διέσχισα τον επόμενο δρόμο τρέχοντας. Σε κάθε βήμα, το κλάμα έβγαινε κυματιστό. Ένιωθα αηδιασμένος και φοβισμένος. Πέρασα απέναντι και κοίταξα πίσω. Με είχε ακολουθήσει και τώρα στεκόταν παγιδευμένος στη μέση του δρόμου περιμένοντας να σταματήσει κάποια στιγμή η ακατάσχετη ροή των οχημάτων. Υπήρχε μια πιθανότητα να σκοντάψει και να πέσει μπροστά στις ρόδες κάποιου περαστικού αυτοκινήτου, πράγμα που το ευχόμουν με μια παγερή ένταση, που δε μου προκάλεσε έκπληξη ούτε ντροπή».

   

   Ο Τζέντ Πάρι συνεχίζει να παρενοχλεί μ’ έναν επιταχυνόμενο παραλογισμό τον Τζο και εν συνεχεία την Κλαρίσα, μετερχόμενος απειλές και όχι μόνο, κατά της ζωής  και των δύο, ενώ η αστυνομία παραμένει αμέτοχη παρά τις καταγγελίες του Τζο.

 

Οι ενδόμυχες σκέψεις του Τζο αποκαλύπτονται σε μια προσπάθεια αυτογνωσίας, χωρίς να απουσιάζει ο αυτοσαρκασμός, αλλά και η αίσθηση του προσωπικού ”δικαίου”, που ηθελημένα, κατά την άποψή του, δεν συναισθάνεται η σύντροφος του.

Πως εξελίσσεται η σχέση τους μετά το ψυχρό γράμμα της Κλαρίσα;

«Τι σχέση είχε αυτό με το να ”μοιραστούμε”  τα συναισθήματά μας;΄Οσο για τους χαρακτηρισμους του κατευθυνόμενου, μονομανή και ασεξουαλικού, ποιος δε θα ήταν όλα αυτά , κάτω από τέτοιες συνθήκες; Εδώ είχα να κάνω με μία αρρωστημένη ύπαρξη που διεκδικούσε φορτικά ν’ αγκιστρωθεί πάνω στη δική μου. Δε ζήτησα να είμαι μόνος, κανείς δεν ήθελε να με ακούσει. Εκείνη και η αστυνομία μ’ έσπρωξαν στην απομόνωση».

 

Την ίδια αίσθηση απουσίας ενσυναίσθησης εκ μέρους του συντρόφου της  αντιμετωπίζει και η Κλαρίσα, που νιώθει ότι ο Τζο προτάσσει τους προβληματισμούς και τις   εμμονές του αγνοώντας τα δικά της προσωπικά όρια. Η σκιά της αμφισβήτησης παίρνει απρόβλεπτες διαστάσεις.

«Η Κλαρίσα νιώθει να χτυπάει την καρδιά της μια μικρή παγερή γροθιά, όπως κάθε φορά που γίνεται στόχος θυμού. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, συνειδητοποιεί ότι έχει κάνει ακριβώς εκείνο που ήθελε ν’ αποφύγει. Έχει αφήσει τον εαυτό της να παρασυρθεί στον ψυχικό κόσμο του Τζο, στα προβλήματα, τα διλήμματα, τις ανάγκες του. Μολονότι δεν ένιωθε καλά όταν γύρισε σπίτι, όλα αυτά ξύπνησαν μέσα της τη στοργή. Οι προσεγμένες ερωτήσεις είχαν σκοπό να τον βοηθήσουν, αλλά εκείνος αντιδρά με επιθετικότητα, ενώ οι δικές της ανάγκες περνάν απαρατήρητες».

 

Ο Μακ Γιούαν υπερτονίζει την ενδοσκόπηση των διαπροσωπικών σχέσεων των ηρώων του, με  χρόνο και συμπεριφορές να αλλοιώνουν την ποιότητα  αλλά και  τεχνάσματα που προκαλούν την αναζωογόννησή τους, ίσως με μία νέα μορφή.

Κεντρικοί άξονες δημιουργίας του συγγραφέα, οι ερωτικές σχέσεις, δοσμένες με αρκετή δόση ρεαλισμού, κάτω από ασυνήθεις συνθήκες, όπως αυτές που  συχνά  φέρνει στη ζωή στο πέρασμα του χρόνου. Η προσπάθεια επιβολής του ”εγώ” στις διαπροσωπικές σχέσεις, μεταξύ ψυχικά υγιών και πασχόντων ψυχικά ατόμων, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός και οι εμμονές του. Η κινηματογραφική  πλοκή, οι εκτός συμβατών ορίων αντιδράσεις των ηρώων, η βαθιά ψυχογραφική διάθεση του συγγραφέα, κρατούν σε εγρήγορση και αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Φαντάζομαι ότι ο Μακ Γιούαν δεν είχε την πρόθεση να γράψει ένα θρίλερ, αλλά να περιγράψει με σαφήνεια, στο πολυεπίπεδο αυτό μυθιστόρημα που συνδυάζει σαγηνευτική αφήγηση και ευρηματική πλοκή, τις ανθρώπινες αντιδράσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις κάτω από συνθήκες άγχους, κινδύνου, κλονισμού ερωτικού πάθους, παθολογικών εμμονών. Η ιδιαιτέρως λεπτολόγα, βερμπαλιστική αλλά άκρως ενδιαφέρουσα γραφή του συγγραφέα προσφέρει στον αναγνώστη συναισθηματική εγρήγορση, ταξίδι φαντασίας, καταβύθιση στην επιστημονική έρευνα και στην ενδιαφέρουσα ψυχολογική ανάλυση. Ο Μακ Γιούαν θέτει τους ήρωές του κάτω από τη βάσανο ηθικών διλημμάτων, αυτοθυσίας ή προφύλαξης της προσωπικής ζωής, μεγαλοψυχίας  ή επικράτησης του ”εγώ”.

Τι ωθεί κάποιον σε πράξεις ύψιστης μεγαλοψυχίας που φθάνει στην αυτοθυσία; Πως εκλαμβάνεται η αυταπάρνηση του εαυτού προκειμένου να σωθεί μια ζωή; Γιατί η Τζιν Λόγκαν υποπτεύεται άλλα κίνητρα και που αποσκοπεί η μετάθεση της πηγής θλίψης της; Ποιές οι αντιδράσεις των παιδιών για την απώλεια του πατέρα ; Μπορεί η αγάπη τρίτων να λειάνει τις οξείες της θλίψης;

Ο Μακ Γιούαν δεν περιορίζεται στις αναλύσεις αυτών και πολλών παρόμοιων ερωτημάτων που αυτόματα τίθενται μέσα από την συναρπαστική αφήγηση της ιστορίας του. Επεκτείνεται σε πλείστα άλλα, χρησιμοποιώντας τον ευφυή, αναλυτικό ήρωά του, για να τα διατυπώσει, διακόπτοντας τη ροή του μύθου. Είναι ο τρόπος του να μεγεθύνει την αγωνία του αναγνώστη για την εξέλιξη, βομβαρίζοντάς τον με εξαιρετικά ερεθιστικές πληροφορίες για ποικίλα συναφή θέματα.

Ο σημαντικός συγγραφέας, μας παραδίδει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα  ζωγραφίζοντας με λεπτό πινέλο τις ψυχολογικές διακυμάνσεις που υφίστανται οι Τζο και Κλαρίσα, μετά την ενοχλητική, παρεμβατική συμπεριφορά του Τζέντ  διανθίζοντας το κείμενό του με ενδιαφέρουσες φιλοσοφικές σκέψεις για τις διαπροσωπικές σχέσεις, για την ομοφυλοφιλία για το θρησκευτικό φονταμενταλισμό, στοιχεία που προφανώς τον απασχολούν ιδιαίτερα και στα οποία επανέρχεται με ανανεωμένο τρόπο  στο μεταγενέστερο εξαιρετικό επίσης μυθιστόρημά του «Νόμος περί τέκνων».

 

 

Ο Ίαν Μακ Γιούαν γεννήθηκε το 1948, σπούδασε στα Πανεπιστήμια Sussex και East Anglia και δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, με τίτλο “Fist Love, Last Rites”, το 1975, αποσπώντας μάλιστα το βραβείο Somerset Maughman, και τη δεύτερη με τίτλο “Between the Sheets”, το 1977. Το 1987 κέρδισε το Whitbread Award (και το Prix Femina Etranger, έξι χρόνια μετά), για το μυθιστόρημά του “Child in Time”. Έχει γράψει αρκετά μυθιστορήματα και σενάρια για τον κινηματογράφο. Τρία μυθιστορήματά του συμπεριλήφθηκαν στις τελικές υποψηφιότητες για το βραβείο Booker (“Έμμονη αγάπη”, “Άμστερνταμ”, “Εξιλέωση”). Το βραβείο τού απονεμήθηκε, τελικά, το 1998, για το “Άμστερνταμ”. Η “Εξιλέωση” (2002), επίσης, έχει τιμηθεί με τα εξής βραβεία: W.H. Smith Literary Award (2002), National Book Critics’ Circle Fiction Award (2003), Los Angeles Times Prize for Fiction (2003), και Santiago Prize for the European Novel (2004). Για το μυθιστόρημα “Σάββατο” τιμήθηκε το 2006 με το βραβείο James Tait Black Memorial Prize.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top