Fractal

Η περίπτωση του νεαρού Emmett Till. Μια ιστορία που δεν πάλιωσε σχεδόν ποτέ. (Μέρος 3ο)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

Διαβάστε εδώ >>>

το Α μέρος του αφιερώματος 

το Β μέρος του αφιερώματος 

 

If the facts as stated in the Look magazine account of the Till affair are correct, this remains: two adults, armed, in the dark, kidnap a fourteen-year-old boy and take him away to frighten him. Instead of which, the fourteen-year-old boy not only refuses to be frightened, but, unarmed, alone, in the dark, so frightens the two armed adults that they must destroy him…. What are we Mississippians afraid of?
William Faulkner, ‘On Fear’, 1956

 

Οι ειδήσεις για τον Έμετ Τιλ εξαπλώθηκαν από τη μια ακτή στην άλλη. Οι εφημερίδες βεβαίως του Μισισιπή παρουσίασαν τα γεγονότα κατά το δοκούν. Ο T. R. M. Howard, τοπικός επιχειρηματίας, χειρουργός, και υπέρμαχος των πολιτικών δικαιωμάτων, ένας από τους πλουσιότερους μαύρους στην πολιτεία αυτή, προειδοποίησε για δεύτερο εμφύλιο πόλεμο αν επιτρεπόταν να συνεχιστεί η σφαγή των νέγρων. Σε κάποια φάση, ο Clarence Strider, Σερίφη της Κομητείας Tallahatchie,  ο οποίος αρχικά είχε εντοπίσει το κορμί του νεαρού, και ανέφερε ότι η υπόθεση εναντίον του Milam και Μπράϊαντ ήταν ‘πολύ καλή’, στις 3 Σεπτεμβρίου ανακοίνωσε τις αμφιβολίες του ότι το σώμα που ανέσυρε από τον ποταμό ήταν πράγματι του Τιλ,  και υπέθεσε ότι πιθανόν να ήταν ακόμη ζωντανός, με τελικό αποτέλεσμα ερωτηματικά σχετικά την κατηγορία για φόνο εναντίον των Μπράϊαντ και Milam. Αρχικά, με τους περιορισμένους πόρους που διέθεταν, οι Μπράϊαντ και Milam είχαν δυσκολία να βρουν δικηγόρους για να τους εκπροσωπήσουν, αλλά πέντε δικηγόροι από ένα δικηγορικό γραφείο  του Sumner  του Μισισιπή,  προσέφεραν τις υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς. Κυτία και βάζα συλλογής χρημάτων τοποθετήθηκαν σε καταστήματα και άλλους δημόσιους χώρους στο Δέλτα, και τελικά συνελέγησαν  10.000 δολάρια για την υπεράσπισή τους. Η πόλη της Sumner στην κομητεία  Tallahatchie ορίστηκε  ως τόπο διεξαγωγής της δίκης, αφού το άψυχο σώμα είχε βρεθεί εκεί.

Το δικαστήριο της κομητείας  Tallahatchie στο Sumner του Μισισιπή.

Το δικαστήριο της κομητείας Tallahatchie στο Sumner του Μισισιπή.

 

Η μικρή πόλη του Μισισιπή με περιορισμένες δυνατότητες φιλοξενίας, πολιορκήθηκε από τους δημοσιογράφους από όλη τη χώρα. Ξενοδοχεία δεν ήταν διαθέσιμα για τους πολλούς  μαύρους  επισκέπτες και η μητέρα του νεαρού, Mamie Till Bradley, έφτασε να καταθέσει στη δίκη η οποία προσέλκυσε επίσης το μαύρο γερουσιαστή Charles Diggs από το Μίσιγκαν.

 

sxo2

 

Η δίκη διεξήχθη τον Σεπτέμβριο του 1955 και διήρκεσε  πέντε ημέρες, ενώ οι συμμετέχοντες θυμούνται τον δύστροπο καιρό και τις μέρες εκείνες που ήταν  πολύ ζεστές. Η αίθουσα ήταν γεμάτη με νέγρους και λευκούς. Οι μαύροι δημοσιογράφοι κάθισαν ξεχωριστά από  το λευκό Τύπο, κι ακόμα μακρύτερα από τους ενόρκους. Ο σερίφης Strider χαιρέτισε τους μαύρους θεατές επιστρέφοντας από το μεσημεριανό γεύμα του,  με ένα χαρούμενο, ‘Γεια σας, Αράπηδες’! Η όλη λειτουργία του δικαστηρίου, χαρακτηρίστηκε άκρως ανεπίσημη από πολλούς επισκέπτες από το Βορρά. Τα ορκωτά μέλη είχαν τη δυνατότητα να πίνουν μπίρα, και πολλοί λευκοί άντρες στο ακροατήριο φορούσαν πιστόλια στη θήκη με τις ζώνες τους. Τα βασικότερα ερωτήματα στη δίκη ήταν το επιχείρημα εάν το σώμα από το ποτάμι  μπορούσε να αναγνωριστεί με βεβαιότητα, και φυσικά εάν ήταν το νεκρό κορμί του Τιλ. Ο σερίφης Strider κατέθεσε ότι ο Τιλ  ήταν ζωντανός, το σώμα που ανέσυρε από το ποτάμι ήταν λευκό, ενώ ένας γιατρός από το Γκρίνγουντ δήλωσε ότι το σώμα βρισκόταν σε προχωρημένη αποσύνθεση για  ταυτοποίηση, και ως εκ τούτου βρισκόταν μέσα στο νερό πάρα πολύ καιρό για να είναι εκείνο του Τιλ. Στις 23 Σεπτεμβρίου, η ολόλευκη   επιτροπή αθώωσε τους δύο κατηγορούμενους.

Στιγμιότυπο από τη δίκη. Σε πρώτο πλάνο οι πρωταγωνιστές.

Στιγμιότυπο από τη δίκη. Σε πρώτο πλάνο οι πρωταγωνιστές.

 

Οι αντιδράσεις από τις εφημερίδες στις μεγάλες πόλεις σε όλο τον κόσμο,   ήταν έξαλλες με τα γεγονότα και η κριτική τους πολύ αυστηρή  στην αμερικανική κοινωνία. Οι εφημερίδες στις νότιες πολιτείες, ιδιαίτερα στο Μισισιπή, έγραψαν ότι το δικαστικό σύστημα είχε οργανώσει και κάνει καλά τη δουλειά του. Η ιστορία του Τιλ συνέχισε να είναι πρωτοσέλιδο  για εβδομάδες μετά τη δίκη,   πυροδοτώντας συζητήσεις μεταξύ νοτίων, βορείων   και   εφημερίδων, σχετικά με τη δικαιοσύνη στους μαύρους και την ευπρέπεια της κοινωνίας του Jim Crow.

Αργότερα, το 1956, οι Bryant και Milam συμφώνησαν με το περιοδικό Look   για να πουν την ιστορία τους στο δημοσιογράφο William Bradford Huie έναντι ποσού μεταξύ $ 3.600 και $ 4.000. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο   γραφείο των δικηγόρων οι οποίοι τους είχαν υπερασπιστεί. Σύμφωνα με τον Huie, ο πιο ηλικιωμένος  Milam ήταν πιο ευκρινής και σίγουρος για τον εαυτό του από το νεότερο Bryant. Ο Milam παραδέχτηκε ότι πυροβόλησαν τον Τιλ, αλλά κανένας από αυτούς δεν θεωρούσε τον εαυτό του  ένοχο ή ότι είχε κάνει κάτι λάθος. Οι αντιδράσεις όπως ήταν ευνόητο ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο και ήταν εκρηκτικές. Η ξεδιάντροπη αυτή παραδοχή τους προκάλεσε τους  εξέχοντες ηγέτες των πολιτικών δικαιωμάτων,  να ωθήσουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση  να διερευνήσει σε βάθος την υπόθεση. Ο φόνος του Τιλ, ήταν ένας σοβαρός λόγος για την ψήφιση του Νόμου Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1957, ο οποίος επέτρεπε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να παρεμβαίνει σε τοπικά θέματα επιβολής του νόμου, όταν τα πολιτικά δικαιώματα είχαν παραβιαστεί. Από τη συνέντευξη που έδωσαν στον Huie φάνηκε ότι οι  Milam και Μπράϊαντ είχε δράσει μοναχικά, κάτι που επισκίασε τις παλαιότερες ιστορίες.

 

Μετά την παραδοχή του φόνου του Έμετ Τιλ από τους Μπράϊαντ και Milam στη συνέντευξή τους, η κατάσταση άλλαξε αρκετά και η  στήριξή τους   διαβρώθηκε  στο Μισισιπή. Πολλοί από τους πρώην φίλους και υποστηρικτές τους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που συνέβαλαν στην υπεράσπισή τους, διέκοψαν τις σχέσεις μαζί τους. Τα μαγαζιά τους πτώχευσαν και έκλεισαν αφού οι νέγροι της περιοχής τους μποϊκόταραν, και οι τράπεζες αρνήθηκαν να τους χορηγήσουν  δάνεια για τις αγροτικές τους υποθέσεις. Αφού αγωνίστηκε για να εξασφαλίσει ένα δάνειο και να βρει κάποιον που θα το νοίκιαζε, ο Milam κατάφερε να εξασφαλίσει κάποια στρέμματα και ένα δάνειο  4.000 δολαρίων, αλλά οι νέγροι αρνήθηκε να εργαστούν  γι αυτόν, και έτσι αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει και να πληρώσει λευκούς εργάτες με υψηλότερους φυσικά μισθούς. Τελικά, οι Milam και Μπράϊαντ μετακόμισαν στο Τέξας, αλλά το παρελθόν τους ακολούθησε κι εκεί και συνέχισαν να εισπράττουν την  ίδια ακραία εχθρότητα από τους ντόπιους. Μετά από αρκετά χρόνια, επέστρεψαν στο Μισισιπή. Ο Milam βρήκε δουλειά ως χειριστής σε βαριά μηχανήματα, αλλά η κακή υγεία του, τον ανάγκασε σε συνταξιοδότηση. Με την πάροδο των ετών, ο Milam δικάστηκε για άλλα εγκλήματα, όπως βίαια συμπεριφορά, ακάλυπτες επιταγές, χρήση κλεμμένης πιστωτικής κάρτας, έως ότου πέθανε από καρκίνο του νωτιαίου μυελού το 1980, στην ηλικία των 61 ετών. Ο Μπράϊαντ εργάστηκε ως οξυγονοκολλητής στο Τέξας, μέχρι που κάποια προϊούσα τύφλωση τον ανάγκασε να εγκαταλείψει αυτή την απασχόληση. Σε κάποια στιγμή χώρισε με την σύζυγό του, Carolyn,  και ξαναπαντρεύτηκε το 1980. Άνοιξε ένα κατάστημα στο Ruleville του Μισισιπή και καταδικάστηκε το 1984 και το 1988 για απάτες  σε κουπόνια  τροφίμων. Σε μια συνέντευξη του 1985, αρνήθηκε ότι είχε σκοτώσει τον Τιλ, είπε ότι αν ο Έμετ Τιλ δεν είχε ξεπεράσει μια γραμμή, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα του είχαν  συμβεί εκείνα.  Φοβούμενος  οικονομικά μποϋκοτάζ και αντίποινα, έζησε μια ιδιωτική ζωή και αρνήθηκε να επιτρέψει στον εαυτό του να βρίσκεται συνεχώς στη δημοσιότητα, μέχρι το 1994, που πέθανε τελικά από καρκίνο, σε ηλικία 63 ετών.

 

Για ανάμνηση των γεγονότων.

Για ανάμνηση των γεγονότων.

 

 

Η μητέρα του Τιλ, παντρεύτηκε τον Gene Mobley, έγινε δασκάλα, και άλλαξε το επώνυμό της σε Till-Mobley. Συνέχισε τη ζωή της ως ακτιβίστρια και εργαζόταν για να ενημερώνει τους ανθρώπους σχετικά με τη δολοφονία του γιου της και τις σχετικές λεπτομέρειες. Το 1992, η Till-Mobley   είχε την ευκαιρία να ακούσει, ενώ ο Μπράϊαντ έδινε συνέντευξη σχετικά με τη συμμετοχή του στη δολοφονία του Τιλ. Δεν ήξερε ότι ήταν παρούσα η μητέρα του Τιλ, και ισχυρίστηκε ότι αυτός του  είχε καταστρέψει τη ζωή, δεν εξέφρασε καμία μεταμέλεια, και είπε χωρίς ίχνος συσταλτικότητας, ‘Ο Emmett Till είναι νεκρός. Δεν ξέρω γιατί δεν μπορούμε απλά να τον αφήσουμε νεκρό’!

Το 1996, ο σκηνοθέτης και δημιουργός ντοκιμαντέρ, Keith Beauchamp,  ο οποίος  συγκινήθηκε πολύ  από τη φωτογραφία του νεαρού νέγρου μέσα στο  ανοιχτό φέρετρο, ξεκίνησε εκ νέου έρευνα σε μια ταινία μεγάλου μήκους που σχεδίαζε να κάνει σχετικά με τη δολοφονία του Τιλ. Υποστήριξε ότι κάπου δεκατέσσερα άτομα ίσως  είχαν  εμπλακεί στο φόνο, συμπεριλαμβανομένης της Carolyn Bryant Donham, η οποία εν τω μεταξύ  είχε ξαναπαντρευτεί. Ο Keith Beauchamp,  πέρασε τα επόμενα εννέα χρόνια προσπαθώντας να τελειώσει ‘Την ανείπωτη ιστορία του Emmett Louis Till’ (The Untold Story of Emmett Louis Till), που κυκλοφόρησε το 2003.

Ένα βιβλίο του Stephen Whitfield που κυκλοφόρησε το 1991, άλλο ένα από τον Christopher Mettress το 2002, και τα απομνημονεύματα της Mamie Till-Mobley  την επόμενη χρονιά, έθεσαν παλιά και καινούργια  ερωτήματα ως προς το ποιοι ενεπλάκησαν  στη δολοφονία και την συγκάλυψη, οδηγώντας τις ομοσπονδιακές αρχές για να προσπαθήσουν να επιλύσουν τα εκκρεμή ζητήματα σχετικά με την ταυτότητα του σώματος που ανασύρθηκε  από τον ποταμό Tallahatchie. Το 2004, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι θα ξανανοίξει την υπόθεση για να καθορίσει κατά πόσον υπήρχαν κι άλλοι εκτός από τον Milam και τον Μπράϊαντ που είχαν εμπλακεί στη δυσάρεστη υπόθεση. Έγινε εκ νέου εκταφή του πτώματος, ότι απέμεινε φυσικά, και πραγματοποιήθηκε καινούργια νεκροψία από ιατροδικαστή το 2005. Χρησιμοποιώντας DNA από τους συγγενείς του Τιλ, οδοντιατρικές συγκρίσεις και ανθρωπολογικές αναλύσεις, το σώμα ταυτοποιήθηκε ότι ήταν οριστικά του Έμετ Τιλ. Είχε εκτεταμένες κρανιακές βλάβες, κάταγμα στο αριστερό μηριαίο οστό, και σπασμένους αμφότερους τους καρπούς. Ακόμα στο κρανίο βρέθηκαν μεταλλικά θραύσματα, που συνηγορούσαν σε πυροβολισμό με σαρανταπεντάρι όπλο. Τον Φεβρουάριο του 2007, μια διακεκριμένη επιτροπή, που αποτελούταν κυρίως από μαύρους ενόρκους,  δεν βρήκε καμία αξιόπιστη βάση για τον ισχυρισμό του Beauchamp ότι πολλοί  άνθρωποι έλαβαν μέρος στην απαγωγή και το φόνο του Τιλ. Αλλά και άλλοι υπήρξαν επικριτικοί στη θεωρία του Beauchamp, αφήνοντας αιχμές ότι προσπαθούσε να αναθεωρήσει την ιστορία και να αποσπάσει την προσοχή από τα γνωστά και τεκμηριωμένα γεγονότα. Ακόμα αυτή η επιτροπή δεν βρήκε επαρκή στοιχεία εναντίον της  Carolyn Bryant Donham.

Μέσα από τη συνεχή προβολή και προσοχή που έλαβε το όλο θέμα του Τιλ, η περίπτωση αυτή έγινε το σύμβολο της ανισότητας της δικαιοσύνης για τους μαύρους του Νότου. Το 1955, η Chicago Defender κάλεσε τους αναγνώστες της να αντιδράσει στην αθώωση ψηφίζοντας μαζικά, μια υπενθύμιση ότι οι περισσότεροι μαύροι του Νότου στερούνταν στοιχειωδών νόμων στη στροφή του αιώνα, οι οποίοι είχαν φτιαχτεί από λευκούς.  Η Myrlie Evers, χήρα του Medgar Evers, δήλωσε το 1985 ότι η υπόθεση του Τιλ, είχε τόσο μεγάλη απήχηση, διότι κλόνισε τα θεμέλια του Μισισιπή, το μαύρο και το άσπρο, γιατί… με τη λευκή κοινότητα… είχε δοθεί δημοσιότητα σε εθνικό επίπεδο … αφού ούτε   ένα παιδί δεν ήταν ασφαλές από τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία και το θάνατο. Στο Μοντγκόμερι, η Rosa Parks αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση της και να την παραχωρήσει σε λευκό αναβάτη του λεωφορείου, πυροδοτώντας ένα μακρόχρονο και καλά   οργανωμένο λαϊκό μποϊκοτάζ του κοινού συστήματος του λεωφορείου, με σκοπό να αναγκάσει την πόλη να αλλάξει την πολιτική του φυλετικού διαχωρισμού. Αργότερα η Parks, είπε ότι δεν σηκώθηκε να κατευθυνθεί προς το πίσω μέρος του λεωφορείου, γιατί σκέφτηκε τον Έμετ Τιλ και δεν μπόρεσε να το κάνει! Η υπόθεση του νεαρού Τιλ, και ο εικόνες του ακρωτηριασμένου σώματός του, ανάγκασαν τον νέο Cassius Clay, τον αργότερα φημισμένο πυγμάχο Μοχάμεντ Άλι,   και ένα φίλο του, στο Λούσβιλ του Κεντάκι, να συμμετάσχουν σε ένα επεισόδιο με βανδαλισμούς σε σιδηροδρομικό σταθμό προκαλώντας τον εκτροχιασμό μιας  ατμομηχανής.

Η ιστορία του Emmett Till είναι, αναμφίβολα, ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα του τελευταίου μισού του εικοστού αιώνα και φυσικά συνεχίζει να είναι το επίκεντρο της λογοτεχνίας και των μνημείων. Όπως είπε κάποια στιγμή η μητέρα του στα απομνημονεύματά της, ο Έμετ είχε επιτύχει τη σημαντική σύγκρουση με  το θάνατο, αρνούμενος τη  ζωή.  Ακόμα κι έτσι, όμως, ποτέ δεν ήθελε τον Έμετ  μάρτυρα. Το μόνο που ήθελε ήταν να είναι ένας καλός γιος. Η Till-Mobley πέθανε το 2003, την ίδια χρονιά που δημοσιεύτηκαν τα απομνημονεύματά της. Στις 9 Ιουλίου 2009, απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε έναν  διαχειριστή και τρεις εργάτες στο νεκροταφείο Burr Oak, για αποκάλυψη πτωμάτων και θάψιμό τους  σε άλλα μέρη. Ο τάφος του Τιλ, δεν είχε διαταραχθεί, αλλά οι ερευνητές βρήκαν την πρωτότυπη γυάλινη οροφή, και το σκουριασμένο φέρετρό του σε ένα ερειπωμένο υπόστεγο αποθήκευσης και  ενταφιάστηκε ξανά σε ένα νέο φέρετρο. Το παλιό φέρετρο αποκτήθηκε αργότερα, από το Μουσείο Smithsonian.

 

 

Βιβλιογραφία

  • Richard Rubin: The Ghosts of Emmett Till. The New York Times.  July 31, 2005.
  • Elaine Quijano: Tree planted at the Capitol in memory of Emmett Till. CBS News. November 17, 2014.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top