Fractal

Η περίπτωση του νεαρού Emmett Till. Μια ιστορία που δεν πάλιωσε σχεδόν ποτέ. (Μέρος 2ο)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Διαβάστε εδώ το Α μέρος του αφιερώματος >>

 

If the facts as stated in the Look magazine account of the Till affair are correct, this remains: two adults, armed, in the dark, kidnap a fourteen-year-old boy and take him away to frighten him. Instead of which, the fourteen-year-old boy not only refuses to be frightened, but, unarmed, alone, in the dark, so frightens the two armed adults that they must destroy him…. What are we Mississippians afraid of?
William Faulkner, ‘On Fear’, 1956

 

 

σχ1Ο Έμετ Τιλ  έφτασε στο Money του Μισισιπή, στις 21 Αυγούστου 1955. Στις 24 Αυγούστου, ο ίδιος και ο ξάδερφός του, Curtis Jones, δεν πήγαν στην εκκλησία όπου είχε προγραμματίσει κήρυγμα ο Wright, αλλά μαζί με κάποια παιδιά από εκεί κατευθύνθηκαν στο παντοπωλείο της Μπράϊαντ (Bryant),  για να αγοράσουν γλυκίσματα. Οι έφηβοι ήταν παιδιά κολίγων και δούλευαν καθημερινά στις βαμβακοφυτείες.  Η αγορά αυτή ανήκε σε ένα λευκό ζευγάρι, του 24 ετών Roy Bryant, και της συζύγου του, 21 ετών Carolyn, οι οποίοι μεριμνούσαν για τον  τοπικό πληθυσμό των ενοικιαστών και εργατών της γης. Η Carolyn ήταν μόνη της στο κατάστημα εκείνη την ημέρα, ενώ η κουνιάδα της βρισκόταν στο πίσω μέρος του καταστήματος προσέχοντας τα παιδιά. Ο Curtis Jones, άφησε τον Έμετ   με τα άλλα αγόρια, και έπαιζε στην  απέναντι πλευρά του δρόμου.  Σύμφωνα με τον Jones, τα άλλα αγόρια ανέφεραν ότι ο Τιλ   είχε μαζί του και μια φωτογραφία της  τάξης που φοιτούσε στο σχολείο  στο Σικάγο,  και μάλιστα υπερηφανευόταν     που τα λευκά παιδιά στη φωτογραφία ήταν φίλοι του. Έδειχνε μάλιστα περήφανος ότι μια λευκή κοπέλα, ήταν φίλη του.

Τα γεγονότα για το τι ακριβώς έγινε μέσα στο κατάστημα εξακολουθούν να αμφισβητούνται, αλλά σύμφωνα με τις διάφορες εκδοχές, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών  μερικών παιδιών  που στέκονταν έξω από το κατάστημα, όταν ο Τιλ  μπήκε μέσα, ίσως σφύριξε πονηρά στην Μπράϊαντ. Σύμφωνα με κάποια δημοσιεύματα εφημερίδων, όμως, ο Τιλ συχνά σφύριζε σε μια προσπάθεια να κρύψει το τραύλισμά του και τη μπερδεμένη ομιλία του. Σύμφωνα με άλλες ιστορίες, ο Τιλ άρπαξε το χέρι της Μπράϊαντ και της ζήτησε κάποια συνάντηση, ή της είπε ‘γεια σου μωρό’,   όπως έφευγε από το κατάστημα, ή ‘δεν χρειάζεται να φοβάσαι εμένα, μωρό, έχω ήδη πάει με  λευκές γυναίκες’. Στην κατάθεσή της, η Μπράϊαντ ισχυρίστηκε ότι ο Τιλ της άρπαξε το χέρι, ενώ του τύλιγε τα γλυκά, κι εκείνος της είπε: ‘Τι θα έλεγες για ένα ραντεβού,  μωρό μου’; Είπε ακόμα ότι αφού απελευθερώθηκε από αυτόν, ο νεαρός την ακολούθησε στην ταμειακή μηχανή, και την  άρπαξε από τη μέση της ψιθυρίζοντας ποιο ήταν το πρόβλημα. Κι εκείνος τότε  της είπε ότι δεν χρειάζεται να τον φοβάται, γιατί είχε   πάει με λευκές γυναίκες πριν. Ο  ξάδελφος του Τιλ, Simeon Wright,  γράφοντας για το περιστατικό δεκαετίες αργότερα, αμφισβήτησε την κατάθεση της Carolyn Bryant, όπως και μια άλλη ανώνυμη πηγή που κατέθεσε στο FBI. Εν πάση περιπτώσει, η Μπράϊαντ ανησύχησε τόσο ώστε έτρεξε έξω σε ένα αυτοκίνητο για να πάρει  ένα πιστόλι που βρισκόταν κάτω από το κάθισμα. Βλέποντάς την, οι έφηβοι έφυγαν τρέχοντας, ενώ ένας από αυτούς έτρεξε κατά μήκος του δρόμου για να πει στον Curtis Jones τι συνέβη. Ένας ηλικιωμένος άντρας που βρισκόταν εκεί και με τον οποίο ο Jones έπαιζε πούλια, άκουσε την ιστορία και προέτρεψε στα αγόρια να φύγουν γρήγορα, φοβούμενος τη βία. Η Μπράϊαντ είπε στη συνέχεια στους άλλους για τα γεγονότα μέσα στο κατάστημα, και η ιστορία εξαπλώθηκε γρήγορα. Ο Jones και ο Τιλ  αρνήθηκαν να πουν το γεγονός στον  Mose Wright, φοβούμενοι ότι θα είχαν φασαρίες. Ο Τιλ είπε ότι ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι του στο Σικάγο. Ο Roy Bryant βρισκόταν σε ένα ταξίδι στο Τέξας και δεν επέστρεψε  στο σπίτι   του, παρά  στις 27   Αυγούστου.

Όταν είπαν στον  Roy Bryant   τι είχε συμβεί, ο ίδιος επιθετικά έθεσε μια σειρά ερωτημάτων στους νέους νέγρους  που μπήκαν στο κατάστημα.  Εκείνο το βράδυ, ο Μπράϊαντ, με ένα μαύρο άνδρα που ονομαζόταν  J. W. Washington, πλησίασε ένα νεαρό μαύρο άνδρα που βάδιζε κατά μήκος ενός δρόμου. Ο Μπράϊαντ, διέταξε τον Washington να πιάσει το νεαρό άνδρα, τον έβαλαν στο πίσω μέρος ενός φορτηγού, και τον πήγαν να αναγνωρισθεί από  έναν γνωστό της Carolyn, ο οποίος ήταν παρών  στο επεισόδιο με τον Till και ο οποίος αρνήθηκε ότι ήταν αυτός που πλησίασε την Carolyn στο κατάστημα των Μπράϊαντ. Στη συνέχεια με κάποιο τρόπο, ο Μπράϊαντ έμαθε ότι ο νεαρός άνδρας στο περιστατικό ήταν από το Σικάγο και έμενε με τον Mose Wright. Αρκετοί μάρτυρες άκουσαν τον Μπράϊαντ και τον τριανταεξάχρονο   ετεροθαλή αδελφό του, John William “JW” Milam, να απαιτούν να πάρουν τον Τιλ από το σπίτι του.  Στις 28 Αυγούστου του 1955, νωρίς το πρωί, μεταξύ  2:00 π.μ. και 3.30 π.μ., οι Roy Bryant, Milam, και ένα άλλο άτομο πήγαν στο  σπίτι του Mose Wright. Ο Milam  οπλισμένος και κρατώντας ένα  φακό, ρώτησε τον Ράιτ (Wright) αν είχε τρία αγόρια στο σπίτι από το Σικάγο. Ο Τιλ μοιραζόταν το κρεβάτι με έναν άλλο εξάδελφο, ενώ υπήρχαν οκτώ άνθρωποι στα δύο υπνοδωμάτια. Όταν ρώτησαν τον Τιλ  αν ήταν αυτός, ο ίδιος απάντησε, ‘Ναι’, και του είπαν να ντυθεί. Οι άνδρες απείλησε να σκοτώσουν τον  Ράιτ, αν ανέφερε τι είχε δει. Ο ίδιος προσπάθησε να τους δωροδοκήσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τον έβαλαν στο πίσω μέρος ενός φορτηγού και τον οδήγησαν  σε έναν αχυρώνα στη φυτεία του  Clint Shurden στο  Drew. Εκεί τον πυροβόλησαν και τον έβαλαν τυλιγμένο σε μουσαμά πάνω σε ένα φορτηγό. Καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, οι Μπράϊαντ, Milam, και οι άλλοι  μάρτυρες υπενθυμίζουν τα μέρη που πήγαν με τον Τιλ. Σύμφωνα με ορισμένους μάρτυρες, τον πήγαν σε ένα υπόστεγο πίσω από το σπίτι του Milam στην κοντινή πόλη της Glendora, όπου τον χτύπησαν και πάλι και σκέφτονταν τις περαιτέρω κινήσεις τους. Άλλοι μάρτυρες έκαναν λόγο για κάποιο αριθμό λευκών και νέγρων ανδρών που ήταν συνεχώς είτε μέσα ή γύρω από το φορτηγό όπου ήταν τοποθετημένος ο Τιλ. Οι διάφορες καταθέσεις πάντως διαφέρουν ως προς το πότε ο Τιλ πυροβολήθηκε και που. Στο  υπόστεγο του Milam ή στον ποταμό Tallahatchie; Η ποσότητα αίματος που βρέθηκε πάνω στο φορτηγό του Μπράϊαντ, αποδόθηκε απ’ αυτό σε ένα σκοτωμένο ελάφι. Σε μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Look  το 1956, οι Μπράϊαντ και Milam δήλωσαν την πρόθεσή τους να χτυπήσουν μόνο τον Τιλ και να τον ρίξουν σε ένα ανάχωμα δίπλα στο ποτάμι για να τον εκφοβίσουν. Ακόμα δήλωσαν ότι ενώ τον χτυπούσαν, τους αποκαλούσε  καθάρματα, και ότι κατά το παρελθόν είχε σεξουαλικές επαφές με λευκές γυναίκες. Από εκεί και πέρα, τον πήγαν σε ένα εκκοκκιστήριο βάμβακος, του κρέμασαν στο λαιμό ένα βαρύ ανεμιστήρα και οδήγησαν για αρκετά χιλιόμετρα κατά μήκος του ποταμού  αναζητώντας ένα μέρος για να πετάξουν το πτώμα του, αφού πρώτα τον πυροβόλησαν. Ο  Mose Wright, παρέα με κάποιον άλλο, άρχισαν να τον αναζητούν, ενώ ο Curtis Jones άρχισε να τηλεφωνεί στο σερίφη της Κομητείας και στη μητέρα του στο Σικάγο. Οι  Μπράϊαντ και Milam αμφισβητήθηκαν από το Σερίφη της Κομητείας George Smith και συνελήφθησαν για την απαγωγή. Τρεις ημέρες μετά την απαγωγή του, ο Τιλ βρέθηκε με πρησμένο και παραμορφωμένο σώμα από δύο αγόρια που ψάρευαν στον ποταμό Tallahatchie. Υπήρχαν σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, τον είχαν πυροβολήσει πάνω από το δεξί αυτί, το ένα μάτι ήταν μισοβγαλμένο, και είχε δεμένο ένα αγκαθωτό σύρμα γύρω απ’ το λαιμό του. Ήταν γυμνός, αλλά φορούσε ένα ασημένιο δαχτυλίδι. Το πρόσωπο του σώματος ήταν αγνώριστο λόγω τραυμάτων  και βρισκόταν βυθισμένο στο νερό. Ο Mose Wright, ο οποίος εκλήθη στο ποτάμι, αναγνώρισε τον Τιλ. Ιστορίες και καταθέσεις μαύρων και λευκών, πολλές φορές ήταν αντικρουόμενες, ειδικά στο θέμα του δακτυλιδιού.

Αν και τέτοιες δολοφονίες με καθαρά ρατσιστικά κίνητρα, είχαν εμφανιστεί σε όλο το Νότο για δεκαετίες, η περίπτωση του Emmett Till πήρε μεγάλη δημοσιότητα για το λόγο ότι ένα μόλις δεκατετράχρονο αγόρι αψήφησε το αυστηρό σύστημα κοινωνικής κάστας. Η δολοφονία αυτή ξαναέφερε στην επικαιρότητα το θέμα του φυλετικού  διαχωρισμού, την επιβολή του νόμου, τις σχέσεις μεταξύ Βορρά και Νότου, το κοινωνικό κατεστημένο στο Μισισιπή, και ήταν πρωτοσέλιδο για πολύ καιρό στις εφημερίδες όχι μόνο  στις ΗΠΑ, αλλά και στο εξωτερικό. Το σώμα του Τιλ, ήταν ντυμένο, μέσα  σε ένα φέρετρο από ξύλο πεύκου  και προετοιμάζονταν όλοι για  την ταφή. Η μητέρα του απαίτησε το σώμα να σταλεί στο Σικάγο, ενώ αργότερα δήλωσε ότι προσπάθησε να σταματήσει την άμεση ταφή στο Μισισιπή και κάλεσε τις διάφορες τοπικές και κρατικές αρχές στο Ιλλινόις και το Μισισιπή για να βεβαιωθεί ότι ο γιος της θα επέστρεφε στο Σικάγο.  Ο Κυβερνήτης του Μισισιπή, Hugh L.White, εξέφρασε τη λύπη του για τη δολοφονία, υποστηρίζοντας ότι οι τοπικές αρχές θα πρέπει να ακολουθήσουν μια σθεναρή καταδίωξη εναντίον των υπευθύνων.

Φυσικά δηλώσεις έγιναν κατά κόρον και από την πλευρά των νέγρων και από  εκείνη των λευκών. Κλασσική ήταν η δήλωση του Roy Wilkins, γραμματέα του  NAACP (National Association for the Advancement of Colored People), ο οποίος χαρακτήρισε το περιστατικό ως λιντσάρισμα και δήλωσε, μεταξύ των άλλων, ότι ο Μισισιπής προσπαθούσε να διατηρήσει τη λευκή υπεροχή με δολοφονίες. Η  μητέρα του Τιλ, επέμεινε σε μια κηδεία με ανοιχτό φέρετρο για να δει όλος ο κόσμος την αλήθεια, και οι εικόνες του  ακρωτηριασμένου σώματος του νεαρού   αποτυπώθηκαν σε αναρίθμητες εφημερίδες και έστρεψαν την προσοχή του κοινού στα δικαιώματα των μαύρων στο Νότο των ΗΠΑ. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι σχημάτισαν ουρές έξω από το νεκροτομείο για να δουν το σώμα του νεαρού και λίγες ημέρες αργότερα χιλιάδες άλλοι συμμετείχαν στην κηδεία του. Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, η μαύρη κοινότητα του Σικάγου  ξύπνησε, δεδομένου ότι δεν είχε δει οποιαδήποτε παρόμοια πράξη στην πρόσφατη ιστορία της. Ο Τιλ θάφτηκε στις 6 Σεπτεμβρίου στο Νεκροταφείο Burr Oak, στο Alsip του Ιλινόις.

sx4

Η μητέρα του Έμετ Τιλ, αποχαιρετώντας το γιο της που κατεβαίνει στον τάφο του.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top