Fractal

Η περίπτωση του νεαρού Emmett Till. Μια ιστορία που δεν πάλιωσε σχεδόν ποτέ. (Μέρος 1ο)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

If the facts as stated in the Look magazine account of the Till affair are correct, this remains: two adults, armed, in the dark, kidnap a fourteen-year-old boy and take him away to frighten him. Instead of which, the fourteen-year-old boy not only refuses to be frightened, but, unarmed, alone, in the dark, so frightens the two armed adults that they must destroy him…. What are we Mississippians afraid of?
William Faulkner, ‘On Fear’, 1956

 

Μόλις λίγες μέρες πριν, κάποιοι τοποθέτησαν αυτοκόλλητα με ρατσιστικές αναφορές σε διάφορα καταστήματα του Ώστιν στο Τέξας, στα οποία αναγραφόταν ότι   επιτρεπόταν η  είσοδος μόνο σε λευκούς, ένα φαινόμενο που παραπέμπει σε   φυλετικό διαχωρισμό δεκαετιών του προηγούμενου και όχι μόνο αιώνα. Κάποιο από αυτά μάλιστα έδινε και οδηγίες στους έγχρωμους υπαλλήλους να εισέρχονται από την πόρτα υπηρεσίας. Ίσως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλα αυτά έλαβαν χώρα τις μέρες που γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, δηλαδή στις 21 Μαρτίου, όπως άλλωστε κάθε χρόνο. Καθιερώθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, το 1966, σε ανάμνηση ενός τραγικού συμβάντος, που συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη και συνέβηκε στις 21 Μαρτίου του 1960, όταν  η αστυνομία της ρατσιστικής Νοτίου Αφρικής πυροβόλησε εν ψυχρώ εναντίον διαδήλωσης φοιτητών στην πόλη Σάρπβιλ, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους εβδομήντα  άνθρωποι. Οι νεαροί διαδηλωτές διαμαρτύρονταν ειρηνικά κατά των νόμων του Απαρτχάιντ, που είχε επιβάλλει το καθεστώς της λευκής μειοψηφίας στη χώρα, εφαρμόζοντας τη θεωρία της ανισότητας ανάμεσα στις φυλές.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κάποια έξαρση βίαιων επεισοδίων εναντίον άοπλων νέγρων νεαρών στους δρόμους αμερικανικών πόλεων, τα οποία δυστυχώς οδηγούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις με  θύματα. Η διάδοση του ήχου και της εικόνας σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, τη στιγμή που αυτά λαμβάνουν χώρα, μας ανάγκασαν να γνωρίσουμε αρκετά τέτοια γεγονότα, να βομβαρδιστούμε από κάθε λογής λεπτομέρειες, τα οποία όμως δεν είναι καθόλου καινούργια, κι έχουν πλούσιο παρελθόν. Παραπάνω από ένα αιώνα τώρα, σε πολλές Πολιτείες των  ΗΠΑ, και κυρίως εκείνες  του αμερικάνικου Νότου είδαν το φως της δημοσιότητας, σε άλλοτε άλλο βαθμό, παρεμφερή περιστατικά βίαιης συμπεριφοράς των αστυνομικών εναντίον νέγρων στους δρόμους κάποιων πόλεων, μικρών ή μεγαλύτερων.  Πολλά από αυτά τα επεισόδια έλαβαν μεγάλης δημοσιότητας, ακόμα και σε εποχές όταν δεν βοηθούσε τόσο, αφού δεν είχε αναπτυχθεί η σημερινή τεχνολογία, γράφτηκαν αναρίθμητα άρθρα στις εφημερίδες και τα περιοδικά, κάποιοι συγγραφείς εξέδωσαν μυθιστορηματικά βιβλία με θέματα εμπνευσμένα από συγκεκριμένα  επεισόδια, ποιητές  ανάλογες συλλογές, έγιναν κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, δίκες, σιωπηλές κηδείες με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση, εκταφές πτωμάτων των θυμάτων για επανεξέταση των ιατροδικαστικών ευρημάτων, κι όλα εκείνα που η ιστορία φρόντισε να αποτυπώσει στις σελίδες της παλιότερα και στον αχανή ψηφιακό κόσμο του  διαδικτύου σήμερα. Η περίπτωση του Έμετ Τιλ, είναι μια από εκείνες που άφησαν μεγάλο και πλούσιο υλικό για εκ νέου ανάγνωση και προβληματισμό, ειδικότερα μετά από τα τελευταία επεισόδια στο Φέργκιουσον  του Μιζούρι. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

O Emmett Louis Till (25 Ιουλίου 1941 – 28 Αυγούστου 1955), ήταν ένας αφροαμερικανός έφηβος που δολοφονήθηκε στο Μισισιπή στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών, επειδή φέρεται πως φλερτάρισε με μια λευκή γυναίκα. Ο Till καταγόταν  από το Σικάγο του Ιλινόις, και όταν  επισκέφτηκε τους συγγενείς του στο Money του Μισισιπή, στην περιοχή του Δέλτα, μίλησε στην Carolyn Bryant, 21 ετών,  παντρεμένη και ιδιοκτήτη ενός μικρού παντοπωλείου στην περιοχή.  Λίγες  μέρες αργότερα, ο σύζυγός της Bryant, Roy,  και ο ετεροθαλής αδελφός του J. W. Milam, πήγαν στο σπίτι του θείου του Till. Τον πήραν μακρυά σε ένα αχυρώνα όπου τον χτύπησαν και του έβγαλαν ένα από τα μάτια του, πριν τον πυροβολήσουν στο κεφάλι και πετάξουν το σώμα του στον ποταμό Tallahatchie, δένοντας γύρω απ’ το λαιμό του βάρος 70 λιβρών (32 κιλών). Τρεις ημέρες αργότερα, το σώμα του Till ανακαλύφθηκε και ανασύρθηκε μέσα από το ποτάμι. Το σώμα του μεταφέρθηκε στο Σικάγο. Η μητέρα του, επέμεινε σε  δημόσια  κηδεία με ανοιχτό φέρετρο για να δείξει στον κόσμο την κτηνωδία της δολοφονίας. Η απόφασή της εστίασε την προσοχή του κοινού όχι μόνο στον αμερικανικό ρατσισμό και τη βαρβαρότητα του λιντσαρίσματος, αλλά και σε όσα αφορούσαν στους περιορισμούς και τα τρωτά σημεία της αμερικανικής δημοκρατίας. Δεκάδες χιλιάδες πήγαν στην κηδεία του, οι περισσότεροι  είδαν ανοικτό το φέρετρο, ενώ οι εικόνες του ακρωτηριασμένου σώματος του νεαρού  δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες με μαύρο κυρίως  προσανατολισμό. Η υποστήριξη και η συμπάθεια για το δράμα αυτό, έδωσε αφορμή για δημόσιο διάλογο πάλι γύρω από τα   πολιτικά δικαιώματα των νέγρων στο Μισισιπή, με τις εφημερίδες σε όλη τη χώρα να επικρίνουν την όλη κατάσταση.  Αν και αρχικά οι τοπικές εφημερίδες και οι υπάλληλοι της επιβολής του νόμου επέκριναν τη βία εναντίον του και απηύθυναν έκκληση για δικαιοσύνη, σύντομα οι όροι αντιστράφηκαν και άρχισαν να ανταποκρίνονται στην εθνική επιταγή για  υπεράσπιση των λευκών του Μισισιπή, και τελικά μετατράπηκε στην υποστήριξη των δολοφόνων. Η δίκη προσέλκυσε την προσοχή σχεδόν όλου του Τύπου, αλλά τον  Σεπτέμβριο του 1955, οι Bryant και Milam, αθωώθηκαν για τις κατηγορίες απαγωγής και δολοφονίας του Till. Βεβαίως αργότερα παραδέχτηκαν δημοσίως την ενοχή τους σε μια συνέντευξή τους στο περιοδικό Look (1937-1971). Η  δολοφονία του, σημειώνεται ως ένα σημαντικό γεγονός και κίνητρο για το αφροαμερικάνικο Κίνημα Πολιτικών Δικαιωμάτων. Τα προβλήματα που είχαν σχέση με τη δίκη και την αθώωση των Bryant και Milam,  οδήγησαν στο εκ νέου  άνοιγμα της υπόθεσης  επισήμως από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, το 2004. Στο πλαίσιο της έρευνας, το σώμα ξεθάφτηκε για νέα ιατροδικαστική εξέταση των λειψάνων  και επανέλεγχο των στοιχείων, όσων φυσικά ήταν σε θέση να έρθουν στην επιφάνεια μετά από τόσα χρόνια. Τα υπολείμματα  τοποθετήθηκαν σε καινούργιο φέρετρο, ενώ το αρχικό δωρήθηκε στο Ινστιτούτο Smithsonian.  Τα γεγονότα γύρω από τη ζωή και το θάνατο του Emmett Till, σύμφωνα με τους ιστορικούς, συνεχίζουν να ξανάρχονται στην επικαιρότητα σε σχεδόν κάθε ιστορία που έχει σχέση με τη ζωή στο  Μισισιπή.

 

σχ1

Χαρακτηριστική φωτογραφία του Emmett Till (1941-1955) 

 

Ο Emmett Till ήταν γιος της Mamie  Carthan (1921-2003) και του Louis Till (1922-1945).  Η μητέρα του Emmett γεννήθηκε στη μικρή πόλη Webb, του Δέλτα του Μισισιπή. Η περιοχή του Δέλτα περιλαμβάνει τη μεγάλη έκταση του βορειοδυτικού Μισισιπή, στη λεκάνη των ποταμών Yazoo  και  Μισισιπή. Όταν η Mamie Carthan ήταν δύο ετών, η οικογένειά της μετακόμισε στην Argo του  Ιλινόις, ως μέρος της Μεγάλης Μετανάστευσης των μαύρων οικογενειών προς το Βορρά για να ξεφύγουν από την έλλειψη ευκαιριών και της άνισης μεταχείρισης την οποία βίωναν σύμφωνα με το νόμο. Η μικρή πόλη της Argo, ήταν χώρος υποδοχής  τόσων πολλών μεταναστών από το Νότο, ώστε ονομάστηκε μικρός Μισισιπής, ενώ το σπίτι της  μητέρας της Carthan  συχνά χρησιμοποιούταν  ως ενδιάμεσος σταθμός για τους ανθρώπους που μόλις είχε μετακινηθεί και καταφτάσει από το Νότο καθώς προσπαθούσαν να βρουν εργασία και χώρους διαμονής. Ο Μισισιπής ήταν η φτωχότερη πολιτεία στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1950, και οι περισσότερες περιοχές του Δέλτα από τις φτωχότερες στο Μισισιπή. Στην κομητεία Tallahatchie, όπου γεννήθηκε η Mamie Carthan, το μέσο εισόδημα ανά νοικοκυριό το 1949 ήταν $ 690 ($ 6,755 αν το αναγάγουμε σε δολάρια του  2013), αλλά  για τις μαύρες οικογένειες  ήταν $ 462 ($ 4.523 σε δολάρια του 2013). Οι οικονομικές ευκαιρίες για τους μαύρους ήταν σχεδόν ανύπαρκτες, και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν κολίγοι που ζούσαν σε γη που ανήκε σε λευκούς. Οι μαύροι ουσιαστικά δεν είχαν τη δυνατότητα να ψηφίζουν σύμφωνα με το   νέο σύνταγμα το 1890, είχαν αποκλειστεί από την πολιτική, και είχαν πολύ λίγα νομικά δικαιώματα. Ο Έμετ  γεννήθηκε στο Σικάγο και το παρατσούκλι του ήταν ‘Bobo’, και ανατράφηκε από τη μητέρα του  Mamie και τη γιαγιά του,  γιατί οι γονείς του χώρισαν, το 1942,  όταν εκείνη ανακάλυψε ότι ο Louis Till της ήταν άπιστος. Λίγο αργότερα, ο Louis προσπάθησε να τη στραγγαλίσει, ενώ εκείνη του απάντησε ρίχνοντάς του ζεματιστό νερό.

Στην ηλικία των έξι ετών, ο Έμετ αρρώστησε από  πολιομυελίτιδα, η οποία του άφησε ένα επίμονο τραύλισμα. Στη συνέχεια  η μάνα του και αυτός μετακόμισαν στο Ντιτρόιτ, όπου εκείνη γνώρισε και παντρεύτηκε τον ‘Pink’ Bradley στα 1951. Ο Έμετ (Emmett), προτίμησε τότε να ζήσει στο Σικάγο, με τη γιαγιά του, όπως έκαμαν σε λίγο τον ίδιο χρόνο, η μητέρα του και ο πατριός του. Με τη διάλυση όμως του  γάμου τους, το 1952, ο Bradley επέστρεψε στο Ντιτρόιτ.  Ο Έμετ και η μητέρα του ζούσαν μόνοι τους σε μια πολυσύχναστη γειτονιά στη νότια πλευρά του Σικάγου, κοντά σε μακρυνούς συγγενείς. Η μητέρα του άρχισε να εργάζεται ως πολιτικός υπάλληλος στην Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ για ένα καλύτερο μισθό και κατά τα λεγόμενά της, ο Έμετ ήταν αρκετά εργατικός και βοηθούσε στις δουλειές στο σπίτι, αν και μερικές φορές γινόταν έξαλλος και γενικώς έδειχνε να μην έχει συναίσθηση των καθηκόντων και περιορισμών των δικαιωμάτων του. Μετά και τον χωρισμό της μητέρας του με τον Bradley ο τελευταίος την  επισκέφθηκε και άρχισε να την απειλεί. Ευρισκόμενος στην ηλικία των έντεκα χρονών, ο Έμετ, με ένα μαχαίρι κρεοπωλείου στο χέρι, είπε στον Bradley να φύγει, αλλοιώς θα τον σκότωνε.  Ο ίδιος, τα ξαδέρφια και οι φίλοι του πάντως συχνά έκαναν φάρσες ο ένας στον άλλο και περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους συνήθως στο μπέιζμπολ.  Ήταν αρκετά  κομψός  και συχνά αποτελούσε το κέντρο της προσοχής μεταξύ των συμμαθητών του. Το 1955, ο Έμετ ήταν γεροδεμένος και μυώδης, και ζύγιζε περί τα εβδομήντα  περίπου κιλά, με 1,63 μέτρα ύψος. Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, τους επισκέφτηκε στο Σικάγο, ο Mose Wright, θείος της μητέρας του και αφηγήθηκε μερικές ιστορίες στον Έμετ για τη ζωή στο Δέλτα του Μισισιπή, με αποτέλεσμα να θελήσει να τη δει εκ του σύνεγγυς  ο ίδιος. Ο Wright σχεδίασε να  συνοδεύσει τον Till με έναν ξάδερφο, τον Wheeler Parker, ενώ τους ακολούθησε σύντομα και κάποιος άλλος ονόματι  Curtis Jones. Ο Wright ήταν καλλιεργητής γης  και συχνά τον αποκαλούσαν  ‘ιεροκήρυκα’ (Preacher), ενώ ζούσε  στο μικρό χωριό Money, του Δέλτα του Μισισιπή, που αποτελούνταν από τρία καταστήματα, ένα σχολείο, ένα ταχυδρομείο, ένα εκκοκκιστήριο βάμβακος, και περίπου διακόσιους   κατοίκους, οκτώ μίλια βόρεια του Γκρίνγουντ. Πριν από την αναχώρησή του για το Δέλτα, η μητέρα του Till τον προειδοποίησε ότι το Σικάγο και ο Μισισιπής ήταν δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι, και θα έπρεπε να γνωρίζει πώς να συμπεριφέρεται στους λευκούς στο Νότο. Ο ίδιος τη διαβεβαίωσε, ότι κατάλαβε τι ακριβώς εννοούσε!

 

 

σχ2

Τα ερείπια του παντοπωλείου της Bryant, το 2009.

 

 

Από το 1882, όταν άρχισαν να συλλέγονται οι στατιστικές για τα πάσης φύσεως λιντσαρίσματα, περισσότεροι από 500 αφροαμερικανοί είχαν σκοτωθεί με βίαιο τρόπο μόνο  στο Μισισιπή. Τα περισσότερα από τα περιστατικά έλαβαν χώρα μεταξύ 1876 και 1930, αν και τελικά όπως αποδείχτηκε ήταν πολύ λιγότερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Καθ’ όλο το Νότο, υπήρχε σε ισχύ το φυλετικό σύστημα των καστών  από τους λευκούς, αποφεύγοντας τις διαφυλετικές σχέσεις και διατηρώντας τη λευκή ανωτερότητα.  Αυτό δεν εμπόδισε τους λευκούς άντρες να απολαμβάνουν τα σεξουαλικά πλεονεκτήματα των μαύρων γυναικών, αλλά ταυτόχρονα προστάτευε τις  λευκές γυναίκες από τους μαύρους άνδρες.  Ακόμη και ο παραμικρός υπαινιγμός και φυσικά και μόνο η  πρόταση σεξουαλικής σχέσης  μεταξύ των μαύρων ανδρών με τις λευκές γυναίκες,  συνεπάγονταν τις πιο αυστηρές ποινές για τους μαύρους άνδρες. Άλλωστε και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρχε αναβίωση της εφαρμογής των ηθών που είχαν σχέση με τους νόμους Jim Crow. Οι φυλετικές   εντάσεις αυξήθηκαν περαιτέρω μετά το 1954, μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, να θέσει τέρμα στο διαχωρισμό στη δημόσια εκπαίδευση. Οι οπαδοί του φυλετικού διαχωρισμού έβλεπαν την απόφαση ως προάγγελο των διαφυλετικών  γάμων, ενώ κάτω στο Νότο, η αντίδραση των λευκών ήταν να περιορίσουν τους μαύρους δυναμικά από οτιδήποτε είχε σχέση με την κοινωνική ισότητα.  Μια εβδομάδα, ήδη, πριν την άφιξη του  Till, ένας μαύρος άνδρας με το όνομα Lamar Smith, πυροβολήθηκε μπροστά από το δικαστήριο της κομητείας στην Brookhaven  επειδή έλαβε μέρος σε κάποια πολιτική συγκέντρωση. Κι ενώ συνελήφθησαν τρεις λευκοί ύποπτοι για αυτό το φόνο, σύντομα αφέθησαν ελεύθεροι.

 

σχ3

Η Carolyn Bryant, την εποχή που έγιναν τα επεισόδια.

 

Διαβάστε εδώ  >>>>

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top