Fractal

Διότι η εκκρεμότητα είναι αυτή που συντηρεί, τελικά, και τη φωνή και τη σιωπή

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

meta_tin_enilikiosi«Μετά την ενηλικίωση» της Ελένης Τζατζιμάκη, εκδ. «Μελάνι», σελ. 45

 

Η Ελένη Τζατζιμάκη ευθύς εξαρχής στοιχειοθετεί τον κόσμο της. Το δηλώνει, μάλιστα, ευθαρσώς από το πρώτο κιόλας ποίημα της ποιητικής της συλλογής, που φέρει τον τίτλο «Στατικό»: «Aυτός είναι ο κόσμος μου./ Ένα στόμα που ρωτάει σ’ ένα σώμα που βρέχει/ από ώρα σε ώρα τον κόσμο»‘. Δεν είναι όμως μόνο η δήλωση μιας περσόνας. Είναι η ψηλάφισή του από την ποιήτρια γενικότερα. Τα ποικιλότροπα αγγίγματά του, τα πολλαπλά γοητευτικά βλέμματα, η κριτική, ανοίκεια και συνάμα αισθαντική θεώρησή του. Όλα συμβαίνουν με έναν τρόπο που μας εισάγει το Νέο, και μας απομακρύνει από τα βαρετά και κουραστικά κλισέ. Μαγική αυτή η δεύτερη ποιητική απόπειρα της Ελένης Τζατζιμάκη, και σίγουρα δεν είναι «το μόνο της ζωής της παραμύθι». Είναι ήδη το δεύτερο, όπως είπαμε, και διαβλέπω μια εξίσου γοητευτική συνέχεια.

To Eγώ της δεν είναι παρόν. Η απόσταση ασφαλείας του ποιητή από τα ποιήματα. Η, μάλλον, το εγώ είναι παρόν, μέσα από ένα Εσύ, που το συμπληρώνει. «’Εχεις αδόκιμη φθορά στο χρόνο/ γίνεσαι η ομορφιά/ η αρχή, η μέση, το τέλος». Και στο ποίημα με τίτλο «Ένταλμα»: «Ας το πω πιο ποιητικά: «Aγαπιώμαστε τώρα»[…] Συναρμολογούμενα παιχνίδια μπερδεμένα μαζί με άλλα/αυτάρκη σε παιδικό δωμάτιο/διαλέγαμε τον έρωτα σαν στο στόμα νεογνού και, αφημένες άγλυκες απ’ τον καιρό καραμέλες σε βάζο/ ιατρείου/με γεύση ασαφή,/ όπως η ζωή ξέρει και κάνει/αφόρητοι-τρίξιμο κιμωλίας/ διθυραμβικά σεσημασμένοι./Εσύ και γω.»

Και στο ποίημα «Εκκρεμότητα»: «To άθροισμα του γέλιου μας/ εναπόκειται τώρα,/ στο φως του κόσμου».

Aπεύθυνση στο αγαπημένο Εσύ: «Kι ενώ σκηνοθετώ το πρόσωπό σου,/ η νύχτα στην παρτίδα εξοφλά/ τη μέρα που έρχεται/με το ξημέρωμα./ Δεν εύχομαι τίποτα περισσότερο από το να σ’ αγαπώ./ Γιατί,/ ούτε υποψιάζομαι ένδεια ευτυχέστερη.» («Όταν βρίσκομαι κοντά σου δε γελώ») Και αλλού: «…κι /εσένα /που σε έχτισε η μνήμη του τοπίου/ θα σε πετάξω/ στον κουβά του λούστρου χρόνου» («Κι εσένα»). Εδώ δεν υπάρχει πόνος ούτε και τρυφερότητα. Η ισορροπία και η πειθαρχία των στίχων, αλλά και η οργάνωση των νοημάτων επιτυγχάνουν άριστο αποτέλεσμα. Σε κερδίζουν τούτοι οι στίχοι. Οι «στίχοι των θαυμάτων» που ώρες-ώρες σού δίνουν γροθιές στο στομάχι.

Η θέαση του κόσμου και ο στοχασμός για αυτόν.

«Και σήμερα τον ζήσαμε με ψυχραιμία / τον κόσμο αυτόν που άλλαξε κι αλλάζει/ φορώντας πάντα τα ίδια ρούχα δύο όψεων-/ -από χρυσάφι κι από αίμα που ρέει/ στις διάτρητες ραφές/ απ’ άκρη, σ’ άκρη,/ για να στοιβάζονται οι άνθρωποι στη φόδρα.» («Η γροθιά»)

«[…] Οι δρόμοι, ως γνωστόν, δεν κομπιάζουν ποτέ και/δε δειλιάζουν ποτέ./Οδηγούν και υποδέχονται/Πάντοτε κι άλλους./Με στραμμένο το κεφάλι στο στόχο.» […] («Αυτοί που σκοπεύουν»)

«Η ζωή σου σφίγγει το χέρι την ώρα που την πνίγεις/ αλύπητα» («Στο κόκκινο»)

«Θα ήταν αδύνατο/ να αποφεύγαμε το ξεπούλημα /εν μέσω εκπτώσεων.» («Απάντηση»)

Ο τρόπος να καθολικεύει τα πράγματα:

«Έτσι κι αλλιώς, μπορείς να ζήσεις κι έτσι./ M’ένα αναφιλητό που δεν τελειώνει/ πίσω από τη χίμαιρα που σε γεννά και σε ξεβράζει,/ αναμένοντας.» («Στο κόκκινο»)

«Ο άνθρωπος μπορεί / ωκεανούς να χωρέσει/ μέσα στον κόμπο της γροθιάς/εκείνης που χωράει ολόκληρο τον κόσμο.» («Η γροθιά»)

«Δεν σου πέρασε καν από το μυαλό/ ότι η αθωότητα και η οδύνη/ δεν χαράζουν πορείες στο φως/ παρά μόνο/ σκαλοπάτια στο σκοτάδι.» («Έκκληση»)

Ελένη Τζατζιμάκη

Ελένη Τζατζιμάκη

Αυτοαναφορική της τέχνης της ποίησης:

«[…] Στην πραγματικότητα δεν το θέλει κανείς αυτό το ποίημα/ Ούτε το χρειάζεται./ Και το ποίημα το ξέρει./ Γι αυτό παρανομεί ση στίξη και την έκφραση./ Καμία ρήση δεν μπορεί να διχάσει περισσότερο/ από εκείνη που δεν λέχθηκε ακόμη». («Κάτι σαν»)

«[…] Ως εδώ, για να εκκρεμούμε πάντα στα άκρα του αγγίγματος/ που πρέπει οπωσδήποτε να γίνει/ για να συνεχιστεί το ποίημα/ ας πούμε, το δικό μου. («Εκκρεμότητα»)

«[…] διότι η εκκρεμότητα είναι αυτή που συντηρεί τελικά/ και τη φωνή και τη σιωπή/ που θα ακούσει κάποτε κανείς/ λίγο πολύ οι περισσότεροι,/ σε μέρη γνωστά από παλιά/ με ακατανόητη γλώσσα και παρωχημένους χρησμούς […]» («Παραθαλάσσια»)

Εξαίσια τα ποιήματα των σελίδων 16 («Κάτι σαν») και 33 («Παραθαλάσσια»).

Εναλλαγή α’ και β’ και γ’ προσώπου, μικρές αφηγήσεις, βουτηγμένες στη μεταφορά που, όμως, αναδεικνύουν ένα βαθύ νόημα που όλους μας αφορά. Ποιήματα που σου μιλούν μεν, αλλά όσο και να τα διαβάζεις, δεν τα οικειοποιείσαι, ή καλύτερα, δεν τα κατακτάς εύκολα. Είναι που σε αφήνουν πάντα σε εκκρεμότητα, με τη σκέψη και το συναίσθημά σου γλυκά να αιωρούνται σε ανοίκειους δρόμους χαρίζοντάς σου αυτό που ποτέ δεν πρέπει να θεωρήσεις δεδομένο ότι είναι εύκολο ένας ποιητής να σου δώσει :την ηδονή της ανάγνωσης.

 

* Η Ασημίνα Ξηρογιάννη είναι φιλόλογος- θεατρολόγος και συγγραφέας.

 

tzatzimaki_cover

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top