Fractal

Ζυμωμένη μ’ αόρατη ύλη

Γράφει ο Ιωσήφ Βιβιλάκης // *

 

Για την ποίηση της Ελένης Λιντζαροπούλου, με αφορμή τα βιβλία “Αναιδής σκιά” και “Κείμενα σχεδόν ανήλικα” (Αρμός 2017)

 

Σε μια βραδιά για τον Φώτη Κόντογλου, σε ένα βιβλιοπωλείο του Κορυδαλλού γνώρισα την Ελένη Λιντζαροπούλου. Μαζί μας ήταν και ένας ξεχωριστός άνθρωπος, ο Γιώργος Ζουγανέλης. Σε ένα κοινό που είχε ένα ειλικρινές ενδιαφέρον για τον Κόντογλου, αφεθήκαμε σε έναν ιδιαίτερα προσωπικό διάλογο για τον Μικρασιάτη που λάτρεψε τους κουρσάρους και τους ληστές μαζί με τους ασκητές και τους ερημίτες. Εκεί, δεν μπορούσες παρά να διακρίνεις την αγωνία της Ελένης για τα πνευματικά δρώμενα στον τόπο, τη θαρραλέα της στάση για τα ζητήματα που μας ταλαιπωρούν, με έναν λόγο που προκαλούσε θαλπωρή και κινούσε το ενδιαφέρον.

Στη γυναίκα αυτή οφείλω εγώ και οι φοιτητές μου το πέρασμα σε έναν κόσμο άλλον, ξένο αλλά τόσο διπλανό μας: το νοσοκομείο κρατουμένων Άγιος Παύλος στις φυλακές Κορυδαλλού. Πήγαμε και τις δύο φορές με παραστάσεις που είχαν μέσα μία ένωση ανθρώπων: «Ο γάμος του Καραγκιόζη» και «Ο γάμος του Καραχμέτη» του Παπαδιαμάντη. Όσοι βρεθήκαμε εκεί δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη στιγμή όταν από το Ψυχιατρείο ἡ άγνωστη φωνή έσκισε μία σιωπή της τελετής στην παράσταση: «Παντρέψου κι ἐμένααααααααααα». Ήταν μία συγκλονιστική στιγμή που ζήσαμε εχθὲς στο προαύλιο του νοσοκομείου κρατουμένων Κορυδαλλού «Άγιος Παύλος», όπου παίχθηκε σε μία ιδιαίτερα φορτισμένη ατμόσφαιρα ὁ «Γάμος του Καραχμέτη».

Και βλέπω ότι ακόμη ένα πρόσωπο που αφιερώνει το ένα της βιβλίο έχει σχέση με τον χώρο των φυλακών. Είναι η Ελένη Λαδιά. Και το μεγάλο μάθημα που βγαίνει από αυτή τη σχέση της Ελένης με τον εγκλεισμό είναι ότι έχω ενώπιόν μου ένα βλέμμα καθαρό που αγκαλιάζει τον ανθρώπινο πόνο ο οποίος γίνεται αφορμή για να μας μεταγγίσει ένα μήνυμα ελπίδας και θάρρους αντί να δώσει έμφαση στον προφανή οίκτο που αναβλύζει όταν ακούς τις ακραίες ιστορίες των κρατουμένων. Θα έλεγα λοιπόν ότι με ενδιαφέρει αυτή η ανθρωπιστική διάσταση της Ελένης γιατί είναι ευδιάκριτη στην ποίησή της. Και αυτή η ματιά της έχει σφραγιστεί από τον Γιώργο Ζουγανέλη που αναφέρθηκα παραπάνω, και στον οποίο αφιερώνει δύο ποιήματα στην «Αναιδή σκιά».

 

Πώς οργανώνονται τα ποιήματα σε μέρη; Ως προς τους αριθμούς: η «Αναιδής σκιά» περιέχει 49 ποιήματα και ένα επίμετρο, ενώ το βιβλίο «Κείμενα σχεδόν ανήλικα» περιλαμβάνει 15 ιστορίες. Το κάθε βιβλίο είναι γύρω στις 60 σελίδες.

Δεν πρόκειται, όμως, να μπω σε λεπτομέρειες γιατί με ενδιαφέρει η αξία των ποιημάτων της Ελένης ως σύνολο. Αλλά ας πούμε ποια είναι η αφηγηματική δομή των κειμένων της. Ποιος είναι ο τόπος και ο χρόνος των ιστοριών της. Ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές της. Και, ακόμη: γιατί είναι απολαυστική εμπειρία η ανάγνωση ή η ακρόαση των ποιημάτων της Λιντζαροπούλου; Τί είναι αυτό που κάνει αυτά τα κείμενα όμορφα; Θα μιλήσω από την πλευρά της ανταπόκρισης, δηλαδή τί προκαλούν σε εμένα αυτά τα κείμενα.

 

Ελένη Λιντζαροπούλου

 

Ποια είναι η αναιδής σκιά; Δεν υπάρχει ποίημα σχετικό αλλά μετά την ανάγνωση των βιβλίων δεν θα διστάσω να πω ότι αυτή η σκιά που έχει θράσος και τολμάει είναι η ίδια η ποιήτρια που έχει τη γενναιότητα να αρθρώσει τον δικό της προσωπικό λόγο κόντρα στην ευτέλεια των καιρών, κόντρα στην ταπείνωση και τον εξευτελισμό των λέξεων. Είναι σαν ένα φάντασμα που επέστρεψε για να πάρει εκδίκηση, και ταυτόχρονα να ξυπνήσει τη μνήμη μας. Είναι το αερικό που μας δίνει το χέρι της. Κι αν το πιάσουμε θα μας οδηγήσει σε μια έξοδο από την ασφάλειά μας και θα μας περάσει στην «εγκυρότητα της αβεβαιότητας». Nά λοιπόν τί κάνει ενδιαφέρουσα την ποίηση της Ελένης: μας κάνει να ξεχάσουμε, μας απογυμνώνει από όσα μας θωρακίζουν και μας κάνουν απροσπέλαστους για να μπορέσουμε να ξαναβρούμε κάτι από τον εαυτό μας. «Ξέχνα για να σωθείς» θα πει ο Μπανού για να συμπληρώσει: «Η μνήμη είναι τάξη, η λήθη έχει πάντα να κάνει με την αταξία. Συντρίβει τα εγκατεστημένα οικοδομήματα». «Η λήθη, αναπόφευκτα, σχεδόν, επιτρέπει τη διατύπωση απαντήσεων που δεν θίγουν καθόλου το μεγάλο ερώτημα: Πώς να υπάρχεις χωρίς να υποτάσσεσαι. Ο άνθρωπος της μνήμης διακινδυνεύει να είναι ο υποταγμένος άνθρωπος. Ο άνθρωπος της λήθης θα είναι πάντα, με τον τρόπο που, ο ελεύθερος άνθρωπος». (Η λήθη. Ψιχία δοκιμίου). Από μια πλευρά η ποίηση της Λιντζαροπούλου βασίζεται σε αυτόν τον άξονα λησμονιά-μνήμη. Χάνω τον εαυτό μου για να τον ξαναβρώ. Θάβω τον υποταγμένο εαυτό μου για να τον ανακαλύψω εκ νέου ελεύθερο. Νά τί θα κάνει η ποιήτρια για να μπορέσει να αρθρώσει από απόσταση και δίχως συναισθηματισμούς τη λαλιά της. Για να αποφύγει την ξύλινη γλώσσα οφείλει να εξαγνιστεί, να αναβαπτιστεί. Και λέγοντας αυτή τη λέξη «αναβαπτισμός» δεν μπορώ παρά να θυμηθώ τον Ματθαίο Μουντέ ο οποίος τόνιζε το στοιχείο αυτό του εκούσιου πνιγμού στα νερά, της αναχώρησης από τον ναρκισσισμό για ένα ταξίδι που δεν ξέρεις πού ακριβώς θα σε βγάλει. Γιατί τότε γίνεσαι παιδί.

 

Και όταν συμβεί αυτό «κλαίει σαν μωρό», οι «νεκροί βοούν», «οι πίδακες των φαλαινών περιγράφουν το αιώνιο». Το μυστήριο του θανάτου έρχεται και ξανάρχεται σαν θέμα είτε μέσα από το πέρασμα του χρόνου και τις αλλαγές που συμβαίνουν με τη βίαιη απουσία αγαπημένων προσώπων ή με τις μεταμορφώσεις που σημαδεύουν την ψυχή της ποιήτριας.

 

Ερώτημα ΙΙ

 

Ευτυχώς που υπάρχουν

Νεκροί που βοούν

Στόματα που πεινούν

Ατέλειωτη μοναξιά

Αγωνία

Ευτυχώς

Αλλιώς τί θα την κάναμε τόση Ελευθερία;

 

Οι νεκροί

 

Άλλες φορές στέλνει μηνύματα που περιέχουν ένα έντονο στοιχείο απειλής, σαν προφητεία που έρχεται από τα αρχαία βάθη:

Θερινή σύναξη

Κυοφορώ ένα έμβρυο σιωπής

Κανείς δεν ευθύνεται

Για αυτό

Σκύβω στα πόδια μου και τραγουδώ

Αλλά να μην μ’ ακούσει κανείς

Σύντροφοι, μην μ’ ακούσει κανείς

Γιατί κανείς δεν ξέρει

Πόσο ακριβά κοστίζει.

 

Η λέξη Σύντροφοι σε εμένα τουλάχιστον δίνει το στίγμα του ποιήματος. Υπάρχει μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση που πλανάται και απασχολεί:

Μεγάλοι Ξένοι

Περιφέρουμε τα λόγια τους

Σαν νά ‘ναι ένδοξες σημαίες

Και λέμε: τίποτε άλλο δεν μας έχει απομείνει

Μα αλήθεια, έτσι είναι;

Ή μήπως τα λάβαρά μας

Έχουν επάνω το φιλί

της προδοσίας;

 

Μου αρέσει η ματιά της Ελένης γιατί βγάζει στην επιφάνεια τους καημούς της ποιητικής συγγραφής, τη διαδικασία για τη σύνθεση με το παιχνίδι των λέξεων, κάποτε με μπόλικο αυτοσαρκασμό:

Γράφω άχρηστες λέξεις

 

Ή

 

Μη νομίζεις πως δεν γράφω

Σαν να χτυπώ το κεφάλι μου στον τοίχο

Γράφω σαν να τραβώ τις λέξεις από το στόμα

 

Ή τον νου μου

Κι εκείνες να έχουν αγκάθια.

 

Και κάπου εκεί κάνει ανακαλύψεις. Και μας τις εξομολογείται:

Παράκληση

Και σήμερα

Διαβάζω ποίηση.

Πώς μου λιγόστεψαν οι λέξεις;

Κάθε φορά εμπρός Της

Ορφανεύω.

Γίνομαι Μετέωρο

Έμβρυο

Γίνομαι λάσπη

Σε παράκληση

Ζυμωμένη με αόρατη ύλη.

 

Τί ωραίο! Αυτό το αναστοχαστικό βλέμμα της Ελένης μου κινεί το ενδιαφέρον γιατί αποκαλύπτει τη συγγένεια που έχουμε όσοι καταγινόμαστε με τον γραπτό λόγο, πέρα από είδη και κατατάξεις ακαδημαϊκές.

 

Και τί συμβαίνει στη συλλογή κειμένων που έχουν τη μορφή μικρών διηγήσεων; Εδώ, η αφιέρωση προς τις φίλες της συγγραφέως μας προσφέρει την άκρη του νήματος: μιλάει πρωταρχικά σαν γυναίκα προς άλλες γυναίκες. Αλλά μας αφορούν όλους. Τα κείμενα αυτά είναι σαν καταγραφές ονείρων ταυτόχρονα με  τη θέασή τους στον ύπνο. Ή μήπως είναι προσχέδια των ποιημάτων της Ελένης; Κείμενα από τα οποία αφαιρεί και αφαιρεί για να παραμείνει η συμπύκνωση του λόγου; ¨Η τελικά και αυτά να είναι ποιήματα; Όπως και νάναι εδώ έχουμε εικόνες απίστευτα δυνατές. Όπως στο «Κραταιός ύπνος ως θάνατος»:

Ήταν καθιστός κάπου, μαζί με δύο άλλους άνδρες. Γνωστοί κι αυτοί.

Τον άρπαξε ή την άρπαξε, δεν κατάλαβε,

Φιλήθηκαν.

Απολαυστικά παράφορα κι ύστερα βίαια.

Σχεδόν κομμάτιαζε τη γλώσσα του με τα δόντια της. Ένιωθε τη δροσερή της υφή και την αιμάτινη γεύση της.

 

Ελένη, για όλα αυτά και άλλα πολλά που δεν είπα σήμερα, έχω μια παράκληση για σένα: συνέχισε να γράφεις, συνέχισε να μας ξαφνιάζεις με τον στοχασμό και τον λυρισμό σου. Όχι μόνο γιατί σε αισθάνομαι συγγενή μου, αλλά γιατί όσα γράφεις παράγουν νόημα. Φώτισέ μας και άλλες μυστικές σκηνές με το φως της ποιητικής ενατένισης.

 

 

 

* Ο Ιωσήφ Βιβιλάκης, είναι Καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγγραφέας. Αρθρογραφεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο και διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top