Fractal

Έλενα Χουσνή: «Κοσμογονικά όσα συμβαίνουν γύρω μας, να τ΄ αγνοήσεις το θεωρώ προδοσία»

Συνέντευξη στη Μαρία Ψαρά //

 

xousni1Η συγγραφέας του μυθιστορήματος «Στ΄ Άδυτα των Δυτών» εξηγεί στο Fractal ότι γράφει για ν΄ αυτοπροστατευθεί και να επιβιώσει.

 

Μετράει λίγα χρόνια στον χώρο της συγγραφής, αλλά με το βιβλίο της «Στα Αδυτα των Δυτών» (εκδόσεις Δίαυλος) έχει καταφέρει να ξεχωρίσει. Ίσως γιατί, για την Έλενα  Χουσνή το γράψιμο είναι επιβίωση…

Η συγγραφέας διαμένει μόνιμα στην Σάμο και η ζωή της κινείται μεταξύ του σχολείου, όπου είναι διορισμένη και του Δήμου, έχοντας ως «Συμπαραστάτης του Δημότη» -ένας πρόσφατος θεσμός με πολλές απαιτήσεις. Στα διαλείμματα -κυριολεκτικά- των υποχρεώσεών της, η Ελενα Χουσνή γράφει. Όπου βρει. Ακόμη και σε post-it ή αποδείξεις που βρίσκει μπροστά της!

Από τις πρώτες της ολοκληρωμένες συγγραφικές απόπειρες, βραβεύτηκε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών στο πλαίσιο του διαγωνισμού, που διοργανώνει κάθε χρόνο σε όλα τα είδη του πεζού λόγου. Μέχρι στιγμής, έχει λάβει το Α΄ βραβείο Θεατρικού Σεναρίου, το Γ΄ βραβείο Μυθιστορήματος και το Α΄ βραβείο στην κατηγορία του Μυθιστορήματος.

«Συμμετείχα σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, σε μια αγωνιώδη προσπάθειά μου να εντοπίσω περισσότερο τις αδυναμίες μου, παρά το όποιο ενδεχόμενο ταλέντο, έλαβα αρκετές διακρίσεις ,που με βοήθησαν να πάρω την απόφαση να βγάλω τα γραπτά μου από το σκοτάδι και τη μοναξιά των ηλεκτρονικών συρταριών. Και κυρίως, οι συνεχείς παροτρύνσεις πολύ καλών φίλων…», είπε στην συνέντευξή της στο fractal. «Πάντως, για κάποιον που γράφει, η διάκριση νομίζω να καταφέρει να αφήσει ένα μικρό αποτύπωμα στην ψυχή ή στην σκέψη του άλλου. Να τον «συναντήσει» σε κάποιο μέρος του μυαλού του, να του πει κάτι, έστω και για μια στιγμή».

 

– Εκπαιδευτικός, συμπαραστάτης του Δημότη στη Σάμο, συγγραφέας. Πώς συνδυάζονται όλα αυτά;

Πολυτεχνίτης και.. ερημοσπίτης δεν λένε; Νομίζω ότι είναι απολύτως σοφό και καταγράφει την ψυχολογία μου, τουλάχιστον κατά το ήμισυ. Οι τρεις αυτές ιδιότητες φαινομενικά δεν μπορούν να συνδυαστούν και, ως καθημερινό βίωμα, πολλές φορές ξεπερνούν και τα πιο σουρεαλιστικά σενάρια. Η μετάβαση από το περιβάλλον του σχολείου σε αυτό του Συμπαραστάτη του Δημότη, απαιτεί από μόνη της ένα ψυχολογικό άλμα που γίνεται μόνο χάρη σε κάποια «περίεργα» αντανακλαστικά που φαίνεται να προκύπτουν ως άσκηση επιβίωσης. Υπάρχει ,όμως ,και ένα πλεονέκτημα. Όταν γράφεις, ούτως ή άλλως βιώνεις, έστω και σε ένα άλλο επίπεδο, διαφορετικές πραγματικότητες. Αυτό, σε πραγματικό επίπεδο, είναι σαφώς πιο δύσκολο, αλλά είναι και μια… προπόνηση. Όσο για την συγγραφή αυτή έρχεται πάντα πρώτη στις προτεραιότητες αλλά μοιραία τελευταία στην κατανομή χρόνου. Έτσι δεν γίνεται πάντα;

 

xousni2

 

– Πώς και πότε ξεκινήσατε να γράφετε; Γιατί;

Δεν θυμάμαι ούτε το πότε ούτε το γιατί. Από μικρή θα πω, αλλά δεν ξέρω αν θεωρείται γραφή ή τέλος πάντων συγγραφή, το να κοιμάσαι με το ημερολόγιο αγκαλιά.. Μάλλον πρόκειται για μια διαδικασία που ξεκινά ασύνειδα, σαν μια ιδιαίτερη σχέση με το χαρτί, σίγουρα συνδέεται με έναν χαρακτήρα που ευκολότερα εξομολογείται γράφοντας παρά μιλώντας και πάντως αντανακλά μια ανάγκη, απροσδιόριστη ίσως, να πεις άλλα πράγματα από αυτά που περιμένουν από εσένα. Τουλάχιστον σε εκείνες τις μικρές ηλικίες που ο σπόρος κάπου βρίσκει χώρο να ριζώσει.

 

– Ποιο ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο και ο αγαπημένος σας συγγραφέας;

Αν και λέω πάντα ότι δεν μου αρέσει να απαντώ σε ερωτήσεις που ξεκινούν με το «ποιος/ποια/ποιο είναι το αγαπημένο σας» γιατί απαιτούν μονοδιάστατες απαντήσεις και θυμίζουν λιγάκι εγχειρίδιο, θα «αναγκαστώ» να απαντήσω. Θα πω λοιπόν ότι σίγουρα αγαπημένος είναι ο Καραγάτσης. Με αυτόν μπολιάστηκα στα φοιτητικά χρόνια από μια φίλη και έκτοτε παραμένω «εξαρτημένη». Το «10», αποτελεί για μένα μια έξοχη επιτομή πάνω στην ελληνική κοινωνία, με μια διαχρονικότητα που σχεδόν τρομάζει γιατί αναδεικνύει την κοινωνική μας στασιμότητα και την σταθερή ροπή μας προς το επαναλαμβανόμενο λάθος. Είναι η ακτινογραφία των μικρών ένοχων μυστικών, των μικρών ένοχων σπιτιών, των μικρών ένοχων σχέσεων και των μεγάλων αθώων ψεμάτων. Είναι ηδονοβλεπτικό και ταυτόχρονα ειλικρινές. Είναι ένα βιβλίο – τομή στην ελληνική λογοτεχνία, κατά την άποψή μου…

 

– Ποιο ήταν εκείνο που σας “ξύπνησε”;

Α, πολλά. Άλλα με ξύπνησαν από γλυκό όνειρο και άλλα από εφιάλτη. Το ξύπνημα, η έγερση, είναι μια διαδικασία συνεχής και βασανιστική. Επίσης συνεχώς αυτο- ακυρούμενη. Εκεί που νιώθεις ότι έχεις ξυπνήσει, με την έννοια ότι κάπως έχεις αρχίσει να καταλαβαίνεις τον κόσμο και τον εαυτό σου σε σχέση με αυτόν, υπεισέρχονται όλα αυτά τα παράλληλα σύμπαντα της ανθρώπινης φύσης και σου λένε ότι είναι βλακώδες και επηρμένο να νομίζεις ότι κατάλαβες. «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Τι άλλο να πει κανείς; Αενάως κοιμώμενοι και αενάως ξυπνητοί. Έτσι είναι η ανθρώπινη φύση και ποια είμαι εγώ να την ακυρώσω;

 

"Οι αγανακτισμένοι ήταν στο απόγειό τους και εγώ συνεχώς σκεφτόμουν αυτό που τότε αλλά και τώρα, ήταν στα χείλη όλων, ως δήθεν απάντηση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου. «Και τα πετρέλαια;». Αυτό πήγαινε κι ερχόταν στο μυαλό μου. Αρχικά ξεκίνησα με μια έρευνα..."

“Οι αγανακτισμένοι ήταν στο απόγειό τους και εγώ συνεχώς σκεφτόμουν αυτό που τότε αλλά και τώρα, ήταν στα χείλη όλων, ως δήθεν απάντηση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου. «Και τα πετρέλαια;». Αυτό πήγαινε κι ερχόταν στο μυαλό μου. Αρχικά ξεκίνησα με μια έρευνα…”

 

– Οι λόγοι της συγγραφής για εσάς είναι για να πείτε μία ιστορία, επειδή νιώθετε κάτι που πρέπει να διατυπωθεί ή για άλλον λόγο;

Ο λόγος της συγγραφής είναι ένας: αν δεν γράψω.. θα σκάσω. Είναι λοιπόν μια διαδικασία εκτόνωσης, αυτοκάθαρσης, ψυχοθεραπείας. Άλλωστε αυτό τον ρόλο επιτελούσε στην ζωή μου επί πάρα πολλά χρόνια. Δεν αποσκοπούσε στο να πει μια ιστορία ούτε προέκυπτε από την πεποίθηση ότι είχα κάτι να πω στον άλλον. Ως γνωστόν στην λογοτεχνία δεν υπάρχει παρθενογένεση. Όλα έχουν γραφεί και όλα έχουν ειπωθεί. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος. Το σκηνικό, οι άνθρωποι, οι μικρές παράμετροι των συνθηκών, οι μεγάλες παράμετροι της μοναδικότητας κάθε ανθρώπου, τα χρώματα αλλά όχι το θέμα. Άρα, η ιστορία που γεννιέται στο μυαλό μου, με πιέζει να την γράψω, να την πω. Χωρίς, όμως, εκείνη την στιγμή, να έχω τον νου μου σε αυτόν που θα την ακούσει.. Είναι, στην αρχή της, μια ιστορία χωρίς ακροατές. Κάτι σαν παραλήρημα…

 

– Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας;

Δεν ξέρω αν μπορώ να το προσδιορίσω με ακρίβεια. Συνήθως είναι μια φράση που ξαφνικά και σχεδόν χωρίς λόγο, καρφώνεται στο μυαλό μου. Θυμάμαι ότι στην πρώτη απόπειρα που έκανα να ολοκληρώσω ένα μυθιστόρημα, γιατί είχα γράψει πολλά που τα άφηνα στη μέση, είχε καρφωθεί στο μυαλό μου η φράση «Τούτο το κακό να μην ξαναγίνει». Το είχα ακούσει κάπου; Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι. Στην αρχή το αγνόησα. Αυτό είναι και μια δοκιμασία στην οποία υποβάλλω τον εαυτό μου. Μα εκείνο επέμενε. Δεν είχα κατά νου, ούτε το θέμα, ούτε ποιο ήταν το κακό που δεν έπρεπε να ξαναγίνει. Απλά αυτή την φράση. Κάθισα, λοιπόν, μπροστά στον υπολογιστή και άρχισα να γράφω. Και έπειτα απλά συνέχισα….

 

– Όταν ξεκινάτε, έχετε ήδη αποφασίσει το τέλος της ιστορίας;

Όταν ξεκινώ δεν έχω απολύτως τίποτε στο μυαλό μου. Δυστυχώς ακολουθώ την μέθοδο της αυτόματης γραφής, χωρίς ιστορία, χωρίς πρωταγωνιστές, χωρίς τίποτε. Με τον καιρό αρχίζει μια ιστορία να μορφοποιείται. Μαζί και οι πρωταγωνιστές της. Το τέλος έρχεται από μόνο του. Όσο μου μιλούν οι πρωταγωνιστές, τόσο ωθούν, εκείνοι κι όχι εγώ, την ιστορία προς μια κατεύθυνση. Καμιά φορά κάνω τις μικρές μου ανταρσίες και προσπαθώ να λοξοδρομήσω. Όμως εκείνοι είναι εκεί και με επαναφέρουν. Νομίζω ότι είναι τελείως λάθος ο τρόπος. Δεν έχει μεθοδολογία, δεν έχει ιστορία, δεν έχει στόχο. Αλλά μόνο έτσι μπορώ. Κι έτσι καταλήγει, μάλλον, να είναι το σωστό για μένα.

 

– Χρειάζεστε ειδικές συνθήκες για να συγκεντρωθείτε στο γράψιμο;

Οι φίλοι μου πάντα μου λένε ότι αν με ρωτήσουν πώς γράφω, δεν πρέπει να απαντήσω γιατί θα απομυθοποιήσω τελείως την εικόνα που υπάρχει για τους συγγραφείς. Την εικόνα δηλαδή των ανθρώπων που κάνουν μοναχικούς περιπάτους και έπειτα επιδίδονται στην μάχη των λέξεων σε ένα περιβάλλον ήσυχο και σχεδόν αποστειρωμένο από εξωτερικές προκλήσεις. Όχι δεν έχω ανάγκη από ειδικές συνθήκες, εξωτερικές τουλάχιστον. Γράφω σε Post-it, σε έγγραφα της δουλειάς – δυστυχώς – σε αποδείξεις, σε ό,τι βρω. Γράφω όπου και όταν μπορώ. Και κυρίως γράφω οποιαδήποτε ώρα, εφόσον νιώθω αυτή την εσωτερική πίεση που, αν δεν εκτονωθεί, θα με κάνει να αρρωστήσω. Κι επειδή όλο αυτό το βιώνω ψυχοσωματικά, δεν υπάρχει άλλο αντίδοτο. Απλώς να ξεκινήσω να γράφω για να αυτοπροστατευτώ και στο τέλος – τέλος για να επιβιώσω.

exwfyllo– Μιλήστε μας για «Τα άδυτα των… δυτών». Πώς προέκυψε;

Ά, άλλη μια φράση. Ήταν την εποχή που στην Ελλάδα διανύαμε την φάση του «ένδοξου» Μνημονίου Ι και μόλις είχε ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο. Οι «αγανακτισμένοι» ήταν στο απόγειό τους και εγώ συνεχώς σκεφτόμουν αυτό το οποίο τότε, αλλά και τώρα, ήταν στα χείλη όλων, ως δήθεν απάντηση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου. «Και τα πετρέλαια;». Αυτό πήγαινε κι ερχόταν στο μυαλό μου. Αρχικά ξεκίνησα με μια έρευνα, περισσότερο δημοσιογραφική, να δω τι συμβαίνει με αυτό το θέμα στην Ελλάδα και παγκοσμίως. Για 6 μήνες προσπαθούσα να καταλάβω, τα στοιχειώδη βέβαια, και κάπως να εντρυφήσω στο θέμα. Κι όσο το έκανα αυτό, χωρίς να έχω μια ιστορία στο μυαλό μου, εκείνη άρχισε από μόνη της να γεννιέται. Κι ένα πρωί Σαββάτου, ξύπνησα και πήγα κατευθείαν στον υπολογιστή. Κάθισα εκεί για οκτώ ώρες. Τα άδυτα των.. δυτών είχαν αρχίσει να με πηγαίνουν εκεί που θέλανε. Κι εγώ τα ακολούθησα.

 

– Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο αυτήν την εποχή;

Πριν από δύο μήνες τελείωσα, ή έτσι πιστεύω, την επιμέλεια σε ένα καινούριο μυθιστόρημα, που αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, συνέχεια του προηγούμενου, αφού είναι ενταγμένο στο ίδιο οικονομικο- κοινωνικό περιβάλλον της κρίσης, με κάποιους πρωταγωνιστές να παραμένουν. Ένιωθα και νιώθω την ανάγκη να γράψω για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και είναι κοσμογονικά. Να τα αγνοήσω το θεωρώ σχεδόν προδοσία. Έτσι ,πήρα την απόφαση, επίπονη πρέπει να σας πω, να γράψω για ό,τι συμβαίνει στη χώρα, στους ανθρώπους της, σε μένα. Αυτό είναι επίπονο γιατί προϋποθέτει ότι πρέπει προηγούμενα να έχεις συλλογιστεί πάνω σε αυτά, να έχεις κάνει βουτιά μέσα σου, να έχεις αυτομαστιγωθεί, αναβαπτιστεί σε μια καινούρια ματιά. Να έχεις τοποθετήσει τον εαυτό σου, ως κομμάτι, ως θύμα ακόμη και ως θύτη της σημερινής κατάστασης. Δύσκολοι ρόλοι αλλά ποιος μπορεί να τους αρνηθεί αυτή την εποχή;

 

– Ποια είναι η φιλοδοξία σας σε σχέση με την συγγραφή;

Να μπορώ να πω πράγματα που να έχουν μια αξία για τον αναγνώστη. Να μην τον εθίσω στο εύκολο, να μην προσπαθήσω να τον υπερβώ ή να τον τσαλαπατήσω με έτοιμες απόψεις, έτοιμες λύσεις, έτοιμες θεωρίες. Να συν – διαμορφώσω μια στάση ζωής με τον αναγνώστη. Γιατί μη νομίζετε, ο αναγνώστης είναι ο καλύτερος δάσκαλος αυτού που γράφει. Έχει πάντα να σου υποδείξει, ένα τέλος της ιστορίας καλύτερο από αυτό που σκέφτηκες, ένα χαρακτήρα πιο ενδιαφέρων από αυτόν που έφτιαξες, μια ιστορία πιο πλήρη από αυτή που εσύ δόμησες. Κι έτσι του οφείλεις πολλά του αναγνώστη. Εκτός, βέβαια από το σημαντικότερο, ότι δηλαδή μπήκε στον κόπο να ασχοληθεί με την δική σου βάσανο. Και επειδή εγώ είμαι βουλιμική αναγνώστρια, περιμένω από τον αναγνώστη περισσότερα και από τον συγγραφέα. Άδικο ε;

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top