Fractal

Αποχαιρετώντας την Ειρήνη Βογιατζή- Χαραλάμπη

Επιμέλεια: Ελένη Γκίκα //

 

image002e

 

Η είδηση του θανάτου της ήταν ένα διαδικτυακό σοκ την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων. Δουλεύοντας πάντα, ξαφνικά είδα να αποχαιρετούν την Ειρήνη.

 

Νεανική, σαν την Σοφία Λώρεν, ντράμα κουίν, παθιασμένη, ποιητική, αφοσιωμένη στη λογοτεχνία και παιδική, πολυγραφότατη, με έγνοια της πάντα τους πρόσφυγες και τους κατατρεγμένους. Σαν σε ταινία πέρασε η πρώτη συνάντηση, οι κούκλες της, τα γαριδάκια στη γενέθλια Σύμη, το πειρατικό ταξίδι μας ως απέναντι, ως λοστόμος εκείνη, ναύκληρος εγώ, ο τουριστικός πράκτορας ντίγκα στο λακόστ, οι μουσικές του «πρόσφυγες ξεριζωμένοι», τα γέλια, οι κύκνοι, η παλιά πόλη, «Ο άγγελος από ζάχαρη» που ήταν το απόλυτο μπεστ σέλλερ στην Άγκυρα εκείνη τη χρονιά, ο βόλτες, τα δέντρα από το δικό της μπαλκόνι, η παλιά πόλη…

Και ύστερα χάνονται οι άνθρωποι, ως συνήθως, προτού να χαθούν ή να βρεθούν οριστικά.

Οι υπέροχες κόρες της, η Δανάη και η Χρύσα, τα αστεία του Τάσου της που έφυγε νωρίς…

Διάβασα ότι την βρήκε νεκρή στο σπίτι της το απόγευμα του Σαββάτου η Χρύσα η κόρη της, η οποία είχε να την δει μόλις από το μεσημέρι. Ανακοπή ήταν η διάγνωση.

Και το βιογραφικό της, ως είθισται, εκεί:

Η Ειρήνη Βογιατζή-Χαραλάμπη, γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου, Κατάγεται από την Σύμη και μεγάλωσε στη Ρόδο, όπου ζει και εργάζεται ως εκπαιδευτικός.
Είναι μέλος του Δ.Σ, του Διεθνούς Κέντρου Λογοτεχνών και Μεταφραστών Ρόδου, μέλος της συντακτικής επιτροπής του λογοτεχνικού περιοδικού «Helios», ΜΈΛΟΣ ΤΗΝΣ Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου και μέλος του Δ.Σ. του Πολιτιστικού Οργανισμού Ανάπτυξης της Νομαρχίας Δωδεκανήσου.
Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές και τέσσερα μυθιστορήματα.
Σε ενεστώτα πάντα, απίστευτη η είδηση, και τα βιβλία της στη βιβλιονέτ πάντα εκεί: «Άγγελος από ζάχαρη» στην 15η έκδοση. «Γύρη του κάκτου», «Άνεμος έρωτας», «Μάτι του νερού», «Η ποθητή των ανέμων», «Πικρό νερό», «Ο γιος της παστρικιάς», «Χόρεψε για μένα μόνο», «Όλα ε μια ζαριά»…

 

Και η τελευταία συνέντευξή της από την Ροδούλα Λουλουδάκη, όπως δημοσιεύθηκε στην «Ροδιακή»:

 

«Φύγαμε μ’ ένα καΐκι την “Παναγιώτα” πρόσφυγες κι εμείς…»
Η συγγραφέας κ. Ειρήνη Βογιατζή-Χαραλάμπη αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς της

 

Από την ΡΟΔΙΑΚΗ – Ημερομηνία 21/09/15 

Γράφει η Pοδούλα Λουλουδάκη

 

image0013

 

Το δράμα των προσφύγων είναι γνώριμο στους Έλληνες. Να προχωράς μες τη νύχτα χωρίς να γνωρίζεις κανέναν «και κανένας δεν με γνώριζε…» λέει το τραγούδι.

Οι άνθρωποι που φέρνει η θάλασσα έχουν τους ίδιους πόνους που είχαν κι οι δικοί μας όταν έφευγαν για να γλιτώσουν από την οργή των Γερμανών με μια βάρκα, από τους διωγμούς των Τούρκων στα Σεπτεμβριανά του 1955 και τόσες και τόσες φορές ακόμα.
Και πάντα οι ισχυροί της γης να έχουν τη λύση, αυτοί οι ίδιοι που οδήγησαν στον πόλεμο τα κράτη και στη δυστυχία τους ανθρώπους τους.

Το πρόβλημα δεν γίνεται να λυθεί αλλού παρά εκεί, στη Συρία. Μ΄ αυτές τις σκέψεις, ημέρα εκλογών κι ενώ το προσφυγικό γιγαντώνεται, απευθύνθηκα στην συγγραφέα κ. Ειρήνη Βογιατζή-Χαραλάμπη που έγραψε για τους πρόσφυγες όταν ακόμα ήταν νωρίς, κι έπαθε και η ίδια, μικρό προσφυγόπουλο, κι υπέστη δεινά που διαμορφώθηκαν ερήμην της, αλλά καθόρισαν τη ζωή της…

 

Στο τελωνείο της Ρόδου επιστρέφοντας η Δικαία χωρίς τον Σωτήρη με τον κουνιάδο της Μιχάλη και στη μέση την μικρή Ειρήνη

Στο τελωνείο της Ρόδου επιστρέφοντας η Δικαία χωρίς τον Σωτήρη με τον κουνιάδο της Μιχάλη και στη μέση την μικρή Ειρήνη

 

– Τι σκέφτεστε μ’ όλα αυτά που συμβαίνουν εσείς που και γράψατε και ζήσατε πράγματα;

Η Αμερική τα προκάλεσε όλα, με τους πολέμους και τα συμφέροντα, αλλά είναι μακριά και δεν πλήττεται. Και οι πνιγμένοι ουρλιάζουν στη θάλασσα της Μεσογείου. Αισθάνομαι ντροπή ως άνθρωπος, οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης που βοήθησαν την Αμερική γι αυτό τον ξεριζωμό κλείνουν τα σύνορά τους αθώοι του αίματος.

Οι Έλληνες και οι νησιώτες όσο φιλόξενοι κι αν είναι δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος των ψυχών αυτών, το βουβό κλάμα μιας απίστευτης βαρβαρότητας. Αισθάνομαι ή μάλλον φαντάζομαι τους πρόσφυγες να αιωρούνται χωρίς έδαφος κάτω απ’ τα πόδια τους, σ ΄ ένα αβέβαιο μέλλον και με μια ελπίδα προσεδάφισης, άραγε πού και με ποια εφόδια…

 

– Γράψατε παλιότερα για τους πρόσφυγες όπου γης, ήρθαν εκπρόσωποι της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για την παρουσίαση του βιβλίου σας…

«Στην ερημιά του Άλλου», αυτός είναι ο τίτλος και αναφέρομαι στους πρόσφυγες του 20ου αιώνα όπου γης. Της Κύπρου, λόγω του ότι είναι γενέτειρα για μένα, του Πόντου, της Σμύρνης, της Αρμενίας, των Κούρδων, του Ιράκ, των Βαλκανίων Σερβία-Κόσσοβο, της Μέσης Ανατολής, του Αφγανιστάν, της Αιθιοπίας, των Ελλήνων, των Ρωμιών της Πόλης, των Αλεξανδρινών…

 

– Είστε κι εσείς προσφυγόπουλο!

Η οικογένειά μου, η οικογένεια της μητέρας μου και η οικογένεια του πατέρα στον πόλεμο αναγκάστηκαν να φύγουν από τη Σύμη μ΄ ένα καΐκι την «Παναγιώτα» σε μια ασέληνη νύχτα διότι ο πατέρας μου και η μητέρα μου, νεαρά παιδιά τότε ερωτευμένα, 20 χρονών ήτανε, ήταν πρώτοι στη λίστα για την εκτέλεση από την Γκεστάπο. Είχαν επιφέρει καίρια χτυπήματα στους Γερμανούς με σαμποτάζ και όλα οργανώνονταν στο σπίτι της μητέρας μου, στο Πιτίνι στο αρχοντικό. Έπρεπε λοιπόν να φύγουν και οι δύο οικογένειες γιατί αν έμενε έστω και ένας θα εκτελείτο. Ήταν λίγο πριν το τέλος του πολέμου. Εδώ πρέπει να αναφέρω και τον Αντώνη Πάχο, το φωτογράφο ο οποίος ήταν φίλος του πατέρα μου και τον βοηθούσε στα σαμποτάζ, νεαρά παιδιά τότε.

 

– Η μητέρα σας τι εμπλοκή είχε;

Η μητέρα μου ως δασκάλα στη Σύμη είχε το δικαίωμα να φέρνει χάρτες, ειδικά της Ρόδου κι ο πατέρας μου μαζί με άλλους σχεδίαζαν στόχους κατά των Γερμανών στη Ρόδο. Έτσι μπήκαν στο στόχαστρο των Γερμανών αυτός και η μαμά μου.

 

– Στη Σύμη η παρουσία των Γερμανών δεν ήταν αισθητή;

Ήταν οι Ιταλοί μέχρι και το 1944. Ο πατέρας μου είχε πληροφορίες, έφυγαν 15 άτομα με το καΐκι την «Παναγιώτα» την ημέρα που οι Γερμανοί άρχισαν να βομβαρδίζουν τη Σύμη. Στη Σύμη ξέσπασαν φωτιές, καίγονταν τα σπίτια, κάηκε το νοσοκομείο, κι ο Πανορμίτης έριξε τουλούμια το νερό, όπως μου είπε η γιαγιά μου, κι έσβησε τις φωτιές πριν καταστραφεί το νησί.

 

Η Δικαία και ο Σωτήρης όταν πήγαν πρόσφυγες στην Κύπρο στη φωτό με τη μάνα του Σωτήρη

Η Δικαία και ο Σωτήρης όταν πήγαν πρόσφυγες στην Κύπρο στη φωτό με τη μάνα του Σωτήρη

 

– Πού κατέληξαν οι πρόσφυγες, οι δύο οικογένειες που έφυγαν για να γλιτώσουν;

Το ταξίδι τους ήτανε κουραστικό, δεν ήξεραν πού να πάνε μέχρι που έφτασαν σ΄ ένα λιμάνι της Κύπρου. Στο καΐκι, μεταξύ των 15 από τύχη, δες τι κάνει η τύχη, τα ΄χω γράψει αυτά, πρόκειται να εκδώσω ένα βιβλίο, «Κόκκινο γεράνι στο χιόνι» θα είναι ο τίτλος του και υπότιτλος «όταν η μυθοπλασία ωχριά μπροστά στην πραγματικότητα…»…

Ήταν λοιπόν ένας από την Αμμόχωστο και ακούει τον πατέρα μου που εκεί μέσα στο καΐκι ξεκίνησε να παίζει βιολί και να τους λέει «τραγουδάτε, είμαστε ελεύθεροι…»…

Φτάσανε σε καταυλισμό της Κύπρου και χωρίστηκε η οικογένεια. Η μαμά μου η Δικαία μαζί με τον μπαμπά μου τον Σωτήρη, η γιαγιά μου η Ειρήνη και ο αδελφός του μπαμπά μου ο Μιχάλης, έμειναν στην Κύπρο, στην Αμμόχωστο, κι ο πατέρας μου έπιασε δουλειά σ΄ ένα κέντρο για να παίζει βιολί. Οι υπόλοιποι πήγαν στη Μέση Ανατολή, στο στρατόπεδο της Γάζας.

 

Ο Φανούρης

Ο Φανούρης

 

– Πως έζησαν μετά;

Η ζωή ήταν σκληρή αλλά ελπιδοφόρα. Η μητέρα μου, νεαρό κορίτσι δεν άντεξε και αρρώστησε από τις κακουχίες του ταξιδιού. Επί ένα χρόνο ήταν κλινήρης όμως η δουλειά του πατέρα μου του έδινε χρήματα, έγινε γνωστός σ΄ όλη την Κύπρο, έφτασε να παίζει στη Λεμεσό στο αριστοκρατικότερο κέντρο ως μαέστρος.

Όταν η μητέρα μου έγινε καλά παντρεύτηκαν και μετά από δύο χρόνια ήρθα στη ζωή εγώ. Συμπτωματικά μου εδόθη το όνομα Ειρήνη από τη γιαγιά μου, είχε έρθει όμως και η ειρήνη. Ζούσαμε πλουσιοπάροχα διότι ο ιδιοκτήτης του κέντρου μας είχε παραχωρήσει ολόκληρο όροφο ξενοδοχείου, με τρεις καμαριέρες μεγάλωνα.

Όμως ο πατέρας μου ήταν ανήσυχο πνεύμα, επαναστάτης, ήξερε τι συνέβαινε στην Ελλάδα, για τον Εμφύλιο, μου είπαν ότι πέθανε στα 27 του χρόνια από καρδιά! Έχασα τον πατέρα μου τόσο νέο χωρίς να ζήσω πράγματα μαζί του. Μόνο από τις φωτογραφίες του μιλάω μέχρι και σήμερα, κοίταξέ τον πόσο όμορφος ήταν… Τον ρωτάω γιατί…

 

– Η μητέρα σας;

Με πήρε και φύγαμε από το ξενοδοχείο, έπρεπε να βρει το κουράγιο να σταθεί στα πόδια της, είχε εμένα να φροντίσει… Δούλεψε ως δασκάλα σε καταυλισμούς προσφύγων. Είμαι περήφανη για τους γονείς μου, αλλά και για τους αδελφούς της μητέρας μου τον Θοδωρή και το Φανούρη. Ο Θοδωρής πλήρωσε, κατηγορήθηκε τότε ότι είναι ο αρχηγός των ανταρτών του Αιγαίου και ο Φανούρης πολέμησε στην Αφρική και στο Ρίμινι. Όταν φύγαμε από την Κύπρο ήταν πια 1950-51, και μας κατάτρεχε ο φάκελος του θείου Θοδωρή. Έπρεπε να περάσουν 40 χρόνια και το 1990 να έρθει ένα χαρτί με τίτλο «Η πατρίς ευγνωμονούσα…»… Τι να το κάνω τότε όταν καταστράφηκαν δύο οικογένειες.

 

– Τι απέγινε ο θείος Θοδωρής;

Η χούντα του Ιωαννίδη τον έστειλε εξορία στη Μακρόνησο όπου μέσα σε όλα που γίνονταν εκεί τον έριξαν στη θάλασσα σ ΄ ένα σακί γεμάτο γάτες. Έχασε τα λογικά του… Άφησε την τελευταία του πνοή στο ίδρυμα της Λέρου. Ο Φανούρης ήταν στους αγνοούμενους, είχε φάει σφαίρα στο κεφάλι. Ζούσε ακόμα ο πατέρας μου, όπως μου είπε η γιαγιά μου όταν του ήρθε ο έπαινος από την αυτοεξόριστη ελληνική κυβέρνηση της Παλαιστίνης όπως και στη μητέρα μου. Δεν μετρούσαν αυτά, χάθηκαν τόσοι άνθρωποι και χάθηκαν κι οι ζωές αυτών που έζησαν.

 

image007e

Ο Θοδωρής

 

– Πως συνέχισε τη ζωή της η μητέρα σας;

Αφοσιώθηκε στη δουλειά της, έγινε η περίφημη κ. Δικαία, κι εγώ η κόρη της Δικαίας. Θέλω να σας πω εδώ πως αν κι εγώ δεν βίωσα την προσφυγιά αισθάνομαι πλήρως και βαθιά μου τον πόνο των ξεριζωμένων, τώρα που τους βλέπω σαν μια ατέλειωτη σειρά μελλοθανάτων. Η Ευρώπη απούσα, η Αμερική αμέτοχη, το μόνο που ελπίζω είναι να σταματήσουν οι πόλεμοι για να σταματήσει η προσφυγιά.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top