Fractal

 22 Ioυλίου – Έντουαρντ Χόπερ

Eπιμέλεια: Δήμητρα Ντζαδήμα //

 

 

Έντουαρντ Χόπερ, γεννημένος σαν σήμερα το 1882, υπήρξε ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ρεαλισμού στην αμερικανική τέχνη του μεσοπολέμου. Στους πίνακες του εκφράζει τη μοναξιά, την αποξένωση και την έλλειψη επικοινωνίας που χαρακτηρίζουν τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου της βιομηχανικής εποχής στις μεγαλουπόλεις. Παρά το γεγονός ότι τα έργα του δίνουν την εντύπωση ότι αποτυπώνουν ρεαλιστικές ψυχρές εικόνες από την εποχή του, ο Χόπερ κατορθώνει να συνθέσει ένα “υπερπραγματικό” σκηνικό με ποιητική, ίσως μυστηριακή, ατμόσφαιρα να περιβάλει τις ανθρώπινες μορφές-κυρίως γυναίκες- που χαρακτηρίζονται από έντονη εσωτερικότητα και προκαλούν για τα “κρυμμένα” συναισθήματά τους έντονη συγκίνηση στους θεατές.

 

 

Δεν είναι ιεροσυλία να ομολογήσει κανείς ότι, ως ζωγράφος, ο Εντουαρντ Χόπερ δεν ήταν κορυφαίος. Από την άλλη, όπως είχε παρατηρήσει ο γνωστός κριτικός Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ, «αν ήταν καλύτερος ζωγράφος, μπορεί να μην ήταν τόσο σημαντικός καλλιτέχνης».

Γεννήθηκε στο Νίακ της Νέας Υόρκης και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια σε αυτή τη μικρή επαρχιακή πόλη. Από το 1900 εγκαταστάθηκε οριστικά στη Νέα Υόρκη όπου αρχικά είχε πάει για σπουδές, ζώντας την καθημερινότητα της μεγαλύτερης μητρόπολης των Η.Π.Α. Μεσούσης της εφηβείας του αποφάσισε να ασχοληθεί με την ζωγραφική. Το ένστικτο τον έσπρωξε στα χρώματα, τις μπογιές και τα πινέλα. Οι γονείς του, που δεν συμφωνούσαν με αυτή την προοπτική, τον παρότρυναν να ασχοληθεί με την εικονογράφηση, που συγγενεύει με την ζωγραφική. Οι γονείς του ενδιαφέρονταν περισσότερο για την επαγγελματική του αποκατάσταση έχοντας την πεποίθηση ότι η εργασία πρέπει να αποδίδει λεφτά. Στο πλαίσιο αυτό, ξεκίνησε σπουδές εικονογράφησης, αλλά στον πρώτο χρόνο τα παράτησε και επέστρεψε εκ νέου στη ζωγραφική.

Από το 1906 μέχρι το 1910 ο εκκολαπτόμενος ζωγράφος έκανε τρία ταξίδια στην Ευρώπη. Αναζήτησε τις καινούριες τάσεις στην τέχνη του συναναστρεφόμενος με άλλους ομοτέχνους του και ήταν ανοιχτός σε καινούριες αντιλήψεις που εμπλούτισαν και έκαναν πιο πολύχρωμες τις δικές του ιδέες. Επηρεάστηκε βαθιά από την τεχνοτροπία ζωγράφων, όπως ο Βελάσκεθ και Γκόγια.

Η Ευρώπη τον επηρέασε πολύ. Οι εικόνες που προσέλαβε από εκείνη ήταν πέρα για πέρα ανθρώπινες, πλημμυρισμένες από ζεστές διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτές οι εικόνες διατηρήθηκαν ζωηρές στη μνήμη του, όταν επέστρεψε στην πατρίδα, εντείνοντας τις διακριτές διαφορές που εντοπίζει σε μία Αμερική «τρομακτικά σκληρή και ωμή». Το γεγονός αυτό αποτελεί μία εξήγηση του γιατί ζωγράφισε τοπία στα οποία απουσιάζει η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.

Κύριο θέμα του είναι η αμερικάνικη μεγαλούπολη όπου, κατά τον σύγχρονό του συγγραφέα Sinclair Lewis, «η ανία γίνεται θεός». Στις ανώνυμες προσόψεις από τούβλο, στους νυχτερινούς ερημικούς δρόμους, στις επιγραφές neon και τους σωλήνες του γκαζιού, στα μπαρ, τους κινηματογράφους, τα γραφεία, τα δωμάτια των ξενοδοχείων και τα βενζινάδικα ανακαλύπτει και μορφοποιεί την κοινοτοπία και την αδυναμία φυγής του καθημερινού ανθρώπου της μαζικής κοινωνίας που, όταν απεικονίζεται, μοιάζει με ξύλινη απαθή κούκλα σε μια ανήσυχη, μελαγχολική ατμόσφαιρα.

Οι φωτοσκιάσεις γοητεύουν τον καλλιτέχνη, ο οποίος είχε μελετήσει τον τρόπο που χρησιμοποιούσαν το φως οι μεγάλοι Ευρωπαίοι ζωγράφοι. Φιλοτέχνησε το πορτραίτο των ανθρωπίνων σχέσεων της Αμερικής, στην ανατολή του περασμένου αιώνα. Επέμεινε στη μοναξιά και την μελαγχολία που κουβαλούν οι ψυχές των ανθρώπων που παραμένουν ξένοι σε αυτήν την ζωή. Ζωγράφισε την αλήθεια.

Πέθανε στις 15 Μαΐου 1967 . Η σύζυγός του, που πέθανε σχεδόν ένα χρόνο μετά, δώρισε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του -περισσότερα από 3.000 έργα- στο Whitney Museum of American Art. Πίνακές του υπάρχουν επίσης, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης και στο Art Institute of Chicago.

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top