Fractal

Δοκίμιο: “Ωδή στις μνήμες εξευμενίζοντας τη μνήμη”

Της Πέρσας Ζηκάκη // *

 

 

photo: victoria ivanova

 

Ανάμεσα στη σκοτεινιά του Ρεμπώ και στη φωτεινότητα του Γκαίτε περιφερόμαστε. Το “φως περισσότερο φως” θα μένει πάντα στις αισιόδοξες ρήσεις για να καλύπτουμε τη πραγματικότητα με νυφιάτικο πέπλο. Πώς όμως να γίνει διαφορετικά αφού ο άνθρωπος υπόκειται σε πάσης φύσεως δοκιμασίες καθημερινά; Γιατί αυτό το πέπλο κρύβει από κάτω το άλλο μας πρόσωπο, αυτό που μας συνδέει με τις μνήμες.

Πρόσωπα δικά μας, πρόσωπα οικεία, κοντινά, που υπάρχουν μέσα μας αλλά πρακτικά και ουσιαστικά δεν υπάρχουν πια, ζουν ή ξαναζούν μέσα από εμάς. Μια ανάσα να μας χωρίζει από το τώρα με το χτες, όσο μακριά ή κοντά κι αν αυτό βρίσκεται. Στροφή, αντιστροφή κι επωδός.

Με την επισημότητα του εγκωμίου και την κρυμμένη αυθεντικότητα του θρήνου αναπαράγουμε εικόνες, όχι στιγμές. Αυτές οι τελευταίες πέταξαν μαζί με τα πρόσωπα που τις ζήσαμε. Η γραφή και η καταγραφή τους όμως ξεκουράζουν τη ψυχή και την αφήνουν να εκτεθεί όπως πρέπει.

Οι απόντες πάντα θα διεκδικούν τη θέση τους και το μερίδιό τους στη ζωή μας.

Ανυποψίαστοι ζήσαμε μαζί τους, κοντά τους, όσο υπήρχαν, χωρίς να υπολογίζουμε πως έρχεται η στιγμή που νομοτελειακά ορίζεται σαν “τελευταία”.

Κι αυτό το “τελευταία” είναι που ο νους δεν παλεύει, ή δεν μπορεί να το παλέψει.

Οι μνήμες όμως καιροφυλακτούν. Εμφανίζονται μόνο όταν και όπου αυτές θέλουν.

Επαναφέρουν τοπία, πρόσωπα, αντικείμενα. Φωτογραφικές μηχανές με μεγάλο αισθητήρα που εστιάζουν αλλά και “ζουμάρουν” στα ήδη καταγεγραμμένα στον εγκέφαλο ενώ ταυτόχρονα πιστοποιούν βιωμένες αλήθειες μέσα από το φακό τής πραγματικότητας. Η απόσταση συνήθως βοηθάει το φωτογράφο να απεικονίσει με το φακό του ό,τι βλέπει, ό,τι νομίζει πως

οραματίζεται, ή ό,τι τον βολεύει τελικά, προκειμένου να αποδώσει με τη δική του ματιά το πραγματικά υπάρχον.

Τις μνήμες πρέπει να τις σεβόμαστε και να τις τιμούμε όπως τους πρέπει. Μόνο τότε ανταποκρίνονται στο κάλεσμά μας και “γλυκαίνουν”. Γιατί έχουν κι αυτές το δικό τους τρόπο προσέγγισης. Άλλοτε μας χαμογελούν κι άλλοτε μας αιφνιδιάζουν με το σκυθρωπό τους πρόσωπο. Είναι διπολικές οι μνήμες, αλλά όχι αχάριστες. Τους μιλάς και σου απαντούν. Έχουν τη μοναδικότητα και την αποκλειστικότητα του “αλλοτινά υπαρκτού” και μόνον έτσι καταφέρνουν να επικοινωνούν με τον άνθρωπο. Και τότε παραμερίζεται ο φόβος αναπαραγωγής της απουσίας, βλέπε απώλειας, ο οποίος και αντικαθίσταται σχεδόν αυτόματα από τη γοητεία του μυστηρίου τής ανάκλησης.

Γιατί η μνήμη σαν μονάδα έχει και μια πικρή ιδιότητα. Εξασθενεί με τα χρόνια. Το ρεζερβουάρ της χρειάζεται συνεχή και διαρκή τροφοδοσία για να μη χαθεί από το πλάνο των εγκεφαλικών μας καταγραφών. Οι πολλές μνήμες αντίθετα, την αντιμάχονται θετικά ενώ παράλληλα τη βοηθούν να παραμένει σε “υγιές” περιβάλλον.

Ψάχνοντας μέσα μας ίσως καταφέρουμε να απομονώσουμε κάποια σκοτάδια που σε όλους μας υπάρχουν, και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να υμνεί για ό,τι ζει αντί να θρηνεί για ό,τι έζησε, κρατώντας μόνο τις μνήμες που αναπνέουν αντί για εκείνες που μοιάζουν ν’ ασφυκτιούν αν τις κλείσουμε στο αποπνικτικό περιβάλλον τής όποιας “άσχημης” περιστασιακής ή μη ψυχολογίας μας.

 

 

* Η Πέρσα Ζηκάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας γαλλική φιλολογία, ελληνική φιλολογία, (τμήμα ιστορικό αρχαιολογικό). Υπηρέτησε τη Μέση Εκπαίδευση στη Πάτρα, από όπου και συνταξιοδοτήθηκε πριν λίγα χρόνια. Το 2008 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα «Τύψεις και μαργαριτάρια». Το 2009 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Οι κληρονόμοι της σιωπής» Το 2012 το μυθιστόρημα «Πάντα κάτι θα λείπει» Το 2016 κυκλοφόρησε το τέταρτο μυθιστόρημά της «Η Τεθλασμένη».

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top