ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ (7) : Εκλογές 2000 – Δεκαεπτά προβλέψεις για την πιο αμφίρροπη κομματική αναμέτρηση της μεταπολίτευσης
Της Μαρίας Ψαρά //
Πολυάριθμες και πολυσυζητημένες, οι δημοσκοπήσεις της προεκλογικής περιόδου αποτελούν χρήσιμο εργαλείο για την ερμηνεία των εκλογών. Η εκ των υστέρων συζήτηση και μελέτη για την εξακρίβωση επαλήθευσης ή και διάψευσης των αρχικών υποθέσεων εργασίας, μέσω του επιστημονικού αυτού εργαλείου που λέγεται ‘δημοσκόπηση’, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όταν αυτή αφορά στις εκλογές του 2000.
Η σύγκριση των σφυγμομετρήσεων που ακολουθεί βασίζεται σε εξαντλητική καταγραφή και μελέτη όλων των δημοσιοποιημένων μετρήσεων το δίμηνο πριν από τις εκλογές της 9ης Απριλίου.
Η πρόθεση ψήφου
Οι ελληνικές εκλογές του 2000 ήταν οι πιο αμφίβολες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Παρόλο που η εκλογολογία είχε αρχίσει πολύ πριν από την προκήρυξή τους, οι εκλογές παρέμειναν ως την τελευταία στιγμή αμφίρροπες και απρόβλεπτες. Ο έντονος δικομματισμός, η συρρίκνωση των μικρότερων πολιτικών δυνάμεων –που εντάθηκε και από τη σύμπραξη του Στ.Μάνου με τη ΝΔ, αλλά και την απόφαση του Α.Σαμαρά και του κόμματός του να απέχει από τις εκλογές- και ο προσωποπαγής τους χαρακτήρας είχε διαφανεί από τις πρώτες κιόλας δημοσκοπήσεις του 2000. Όμως, οι μικρές διαφορές ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, που συχνά ήταν μέσα στα όρια του στατιστικού λάθους, δεν έδιναν τη δυνατότητα πρόβλεψης, ούτε καν από τους ειδικούς.
Αν παρατηρήσει κανείς την εξέλιξη της πρόθεσης ψήφου, όπως καταγράφηκε από τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις του 2000, μπορεί να δει τα αρχικά σκαμπανεβάσματα των δύο μεγάλων κομμάτων και τη μετέπειτα ισοδυναμία τους.
Συγκεκριμένα, από τις δεκαεπτά δημοσκοπήσεις που έγιναν, στις επτά τελευταίες –με εξαίρεση αυτή της V-PRC-, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ παρουσιάζουν εξαιρετική ομοιότητα στα ποσοστά με διαφορές, όπως 0.2% ή 0.4%. Πραγματικά, η διαφορά ΠΑΣΟΚ-ΝΔ από τον Ιανουάριο ως το Μάρτιο κυμάνθηκε από -1.2% (ΑLKO για το Έθνος, 7/2) -+2.6%(Opinion για την Ελευθεροτυπία), με τις μικρότερες διαφορές να φαίνονται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, όταν θα περίμενε κανείς το αντίθετο.
Η εξέλιξη πρόθεσης ψήφου των υπόλοιπων κομμάτων είναι σαφέστατα πιο ασταθής, με το ΔΗΚΚΙ και το ΣΥΝ να συναγωνίζονται στα ποσοστά και τη θέση τους στην αντιπολιτευτική σκηνή. Κι ενώ αρχικά η είσοδός τους στη Βουλή ήταν σίγουρη, σιγά-σιγά η δυναμική τους άρχισε να υποχωρεί, ποτέ όμως δεν έφτασε ποσοστό κάτω από το 3%. Αντίθετα, η αυξημένη δύναμη του ΚΚΕ φαίνεται καθαρά από την πρώτη κιόλας δημοσκόπηση. Τα δύο κόμματα του συντηρητικού χώρου, αφού διέγραψαν μια μάλλον καθοδική πορεία δήλωσαν την αποχή (η ΠΟΛΑΝ) και τη προσχώρηση στη ΝΔ (οι Φιλελεύθεροι) και δε λογαριάζονταν πια στην πρόθεση ψήφου – εξ ου και τα μηδενικά ποσοστά στον πίνακα.
Στο σημείο που φαίνεται στο γράφημα μεγάλη απόσταση μεταξύ ΔΗΚΚΙ και ΣΥΝ, είναι η –κατά πολλούς- αμφιλεγόμενη δημοσκόπηση της Data Research, η οποία δίνει 4.95% στο ΔΗΚΚΙ –με το ΚΚΕ να κυμαίνεται 0.19% παραπάνω- και 3.11% στο Συνασπισμό.
Οι αναποφάσιστοι, η μαύρη τρύπα σε κάθε προεκλογική περίοδο, ήταν αυξημένοι κατά τις πρώτες επτά με οκτώ δημοσκοπήσεις. Έπειτα, με ορισμένες εξαιρέσεις, η πορεία της αδιευκρίνιστης ψήφου ήταν καθοδική, για να φτάσει στην τελευταία έρευνα της METRON για τον Antenna στο 10,4%.
Τα αποτελέσματα των εκλογών υπήρξαν μη αναμενόμενα, με την έννοια ότι τα δύο μεγάλα κόμματα συγκέντρωσαν το αθροιστικό ποσοστό του 86.5% και αυτό δεν το είχε προβλέψει καμία δημοσκόπηση. Παρόλο που οι τάσεις για δικομματισμό φαινόντουσαν έντονες από τις πρώτες κιόλας δημοσκοπήσεις του 2000, αυτό το ποσοστό ξεπέρασε κάθε υπόθεση.
Συγκεκριμένα, η μεγαλύτερη τιμή που έδωσε προεκλογική δημοσκόπηση για το ΠΑΣΟΚ ήταν το 38.5% της V-PRC για τα ΝΕΑ, στην τελευταία δημοσιευμένη έρευνα (24-26/3). Διαφέρει δηλαδή κατά 5.2% από το τελικό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές (σημειώνεται ότι στο νούμερο 18 του πίνακα τοποθετείται το εκλογικό αποτέλεσμα). Το δε χαμηλότερο ποσοστό το είχε δώσει η ALKO στις 7/2 για το Έθνος και απέχει πολύ από το τελικό αποτέλεσμα.
Το υψηλότερο ποσοστό που έδιναν για τη ΝΔ οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις ήταν το 37.3% πάλι της V-PRC στα ΝΕΑ τις τελευταίες μέρες πριν από την απαγόρευση της δημοσίευσης των δημοσκοπήσεων. Το χαμηλότερο σημειώθηκε στην αρχή, στην έρευνα της METRON analysis που διένειμε μέσω internet (28.7%). Από τότε, η ΝΔ άρχισε να ανεβαίνει στα αποτελέσματα όλων των γκάλοπ, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της ίδιας εταιρίας (34% στις 11/3, 35% στις19/3, 35.1% στις 26/3).
Επιτυχία σημείωσαν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις σε σχέση με το ΚΚΕ. Από την πρώτη κιόλας δημοσκόπηση το ΚΚΕ φαινόταν ανεβασμένο, και παρόλο που παρατηρήθηκε ενδιάμεσα μια πτώση της δύναμής του, τελικά διατήρησε το μεγαλύτερο ποσοστό πρόβλεψής του. Το χαμηλότερο ποσοστό που δόθηκε στο ΚΚΕ ήταν το 4.2%της ΚΑΠΑ Research για το Βήμα στις 19/3, ενώ το υψηλότερο ήταν το 5.5% της METRON, στις 2/2. Κοντά έπεσε και η Opinion σε έρευνα που πραγματοποίησε για την Ελευθεροτυπία στις 23/2 και η V-PRC σε εκείνη για τα Νέα, στις 24/3.
Και για το Συνασπισμό, οι δημοσκοπήσεις προέβλεψαν ορθά περί της εισόδου του στη Βουλή. Ωστόσο, το ποσοστό που τελικά πήρε ήταν χαμηλότερο από αυτό που του έδιναν στην πλειοψηφία οι, τελευταίες κυρίως, μετρήσεις. Στην ουσία, η πτώση του Συνασπισμού υπήρξε συνέπεια του έντονου δικομματισμού, της ενίσχυσης δηλαδή των δύο πρώτων κομμάτων.
Το ΔΗΚΚΙ τέλος, υπήρξε ο μεγάλος χαμένος των εκλογών, αφού με το 2.69% που συγκέντρωσε τελικά, δεν εξασφάλισε την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση. Στις προεκλογικές δημοσκοπήσεις συγκέντρωνε σταθερά ένα 3.5% με 4%, που απειλείτο από το Συνασπισμό, που έπαιρνε ανάλογα ποσοστά, αλλά και από το ΠΑΣΟΚ, που απαιτούσε το τελευταίο τουλάχιστον διάστημα μεγαλύτερη συσπείρωση των οπαδών του. Έλαβε τελικά χαμηλότερο ποσοστό απ’ ο,τι είχε φανεί στις δημοσκοπήσεις, παρόλο που οι ισχυρές πιέσεις που θα δεχόταν από την αύξηση του δικομματισμού είχαν διαγνωστεί.
Η παράσταση νίκης
Κι αν τα υψηλά ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων στις εκλογές εν μέρει ξάφνιασαν, η παράσταση νίκης έδινε πολύ υψηλότερα ποσοστά στο ΠΑΣΟΚ, με μεγαλύτερο το 57.8% της Opinion για την Ελευθεροτυπία (23/2) και χαμηλότερο το 50.5% της MRB (17/3). Το υψηλότερο ποσοστό που δόθηκε σε παράσταση νίκης προεκλογικής δημοσκόπησης για τη ΝΔ ήταν το 30.8% της Κάπα (6/2) και της MRB (17/3).
Όπως βλέπουμε και στον παρακάτω πίνακα, σε σχέση με τις τιμές της παράστασης νίκης, το τελικό αποτέλεσμα του ΠΑΣΟΚ (αριθμός 12) φαίνεται φυσικά χαμηλό.
Αντίθετα, το τελικό ποσοστό της ΝΔ ήταν εξαιρετικά υψηλό. Γεγονός, που είναι βέβαια αναμενόμενο, δεδομένου ότι στην παράσταση νίκης κανείς διαλέγει ένα από τα δύο ( ή κανένα) από τα μεγαλύτερα κόμματα, σε μορφή δημοψηφίσματοςς, ανεξάρτητα από το τι πρόκειται να ψηφίσει.
Οι δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών
Όσον αφορά τώρα στις δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών, από το συνολικό πίνακα της εξέλιξης των ποσοστών, βλέπουμε ότι η δημοτικότητα του Κ.Σημίτη ήταν πάντα υψηλότερη από όλες τις άλλες, ενώ ακολουθούσε πότε ο Ν.Κωνσταντόπουλος, πότε ο Κ.Καραμανλής. Η δημοτικότητα του Δ.Τσοβόλα είναι κι αυτή σχετικά υψηλή. Με χαμηλότερα ποσοστά θετικής γνώμης για τον Α.Σαμαρά και την Α.Παπαρήγα, το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται στα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης δεν είναι ανάλογο με τις ψήφους που τελικά πήρε το κάθε κόμμα.
Η δημοτικότητα τώρα των αρχηγών των μεγαλύτερων κομμάτων είναι χαρακτηριστική, καθώς φαίνεται ότι η καμπύλη της δημοτικότητας του Κ.Σημίτη δεν τέμνει καν εκείνη του Κ.Καραμανλή, είναι πάντοτε ψηλότερα. Το ίδιο ισχύει και στην καμπύλη για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό. Στοιχεία πολύ σημαντικά, αν λάβει κανείς υπόψη του τον προσωποπαγή χαρακτήρα της προεκλογικής περιόδου.
Στις δημοσκοπήσεις της προεκλογικής περιόδου, η πορεία συσπείρωσης των δύο μεγάλων κυρίως κομμάτων, ήταν ανοδική. Με σαφώς μεγαλύτερο ποσοστό συσπείρωσης, η ΝΔ κατάφερε να φτάσει το 93.2% στην τελευταία δημοσίευση της έρευνας της V-PRC στα Νέα.
Η εκ των υστέρων σύγκριση επιβεβαιώνει τις δημοσκοπήσεις ως όργανο μέτρησης των τάσεων της κοινής γνώμης. Η υπερεκτίμηση της δυνατότητάς τους να προβλέψουν το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών έχει σχέση με την παρουσίασή τους τόσο από τα ΜΜΕ, όσο και από τα κόμματα. Και στις δύο περιπτώσεις, η κατά-χρήση τους αυτή γίνεται εκ του πονηρού.