Fractal

Το σβησμένο τσιγάρο της Ιστορίας

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

 

«Ισαύρων» του Δημήτρη Καλοκύρη, εκδόσεις Άγρα, 2015

 

KALOKYRHS-ISAYRONΒιο-Μηχανία

«Ισαύρων (και Μαυρομιχάλη 104 – Απόψε θα χύσουμε αίμα, οδός Μαυρομιχάλη / θα ποδοπατήσουμε αισθήματα κι αισθήσεις. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ, Οδός Νικήτα Ράντου, 1945-1947) βρίσκεται ακόμα ένα τριώροφο σπίτι που ανήκε στην πολυγραφότατη μυθιστοριογράφο Ιωάννα Μπουκουβάλα-Αναγνώστου (1904-1992). Απέναντι έμενε ο τραγουδιστής Τζίμης Μακούλης (1935-2007) και παρακάτω, κατά διαστήματα, ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος (Μιχαήλ Μούσκος, 1913-1997), φιλοξενούμενος συγγενών του. Κατοικήσαμε εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’60 για τρία-τέσσερα χρόνια.»

γ. Λευϊτικόν

«Η μάνα του Γκόρκι και η μάνα της Περλ Μπακ, αρπαγμένες στα χέρια. Ο πατέρας του Στρίνμπεργκ ανάμεσα να τις χωρίζει. Το φεγγάρι στην κόρη του ματιού. Πλησιάζει ο Άλλος γιος, σφυρίζοντας το τραγούδι της αδελφής μου. Η εξαδέλφη Μπέτυ σχεδόν διάφανη, με συρματάκια στο στόμα.  Συντονισμένη σε βραχέα χρονικά. Ο εξάδελφος Πονς με αμυχές στο γόνατο και αφύσικες αλληγορίες. Ο θείος Βάνιας ψαρεύει στο κενό. Η θεία Έμπνευση του πλέκει το εγκώμιο. Ο θείος Ιούλιος πυρπολεί το ημερολόγιο. Ο ανιψιός του Ραμώ σκοτεινιασμένος.»

στ. Κριτές

«Άναλις Δημήτριος, Ανδρουλιδάκης Κωνσταντίνος, Βαρβέρης Ιωάννης, Δενέγρης Αναστάσιος, Θεοφίλου Αθανάσιος, Κοκόλης Ξενοφών, Κοντός Ιωάννης, Κουνέλης Αντώνιος, Λαχάς Κωνσταντίνος, Μοσχονάς Εμμανουήλ, Παλιαδέλης Γεώργιος, Σκοπετέα Ελλη, Σουλιώτης Δημήτριος, Σπανδάγος Ιωάννης, Στεριάδης Βασίλειος, Χειμωνάς Γεώργιος: Ψηφοδέλτιο απόντων».

5816Ο Δημήτρης Καλοκύρης μας συστήνει σε ένα ιδιαίτερα πρωτότυπο βιβλίο μνήμης, απολογισμού, νοσταλγίας, αλλά και βιωμένης εμπειρίας. Μια ποιητική συλλογή νοηματικής και συναισθηματικής πυκνότητας , που ωστόσο σημαντικό μέρος (των ποιημάτων) της υπερβαίνουν τη κλασσική δομή, καθώς δεν ‘υπακούν’ σε κανόνες, ούτε εμπίπτουν σε κάποιο αναγνωρίσιμο είδος. Άλλωστε το έχει κάνει σε ένα βαθμό και στα πεζά του, κλείνοντας πάντα το μάτι στον αναγνώστη του και προκαλώντας τον να τον ακολουθήσει σε ένα μονοπάτι με οδοντωτή τροχιά,  έξω από όρια και ‘κανόνες’ και ύστερα πάλι με ένα μαγικό τρόπο τον επαναφέρει στην τάξη, στην γνώριμη και ‘ευθεία’ οδό της τυπικής, παρότι πάντα μοντερνιστικής/ νεωτερικής του ποίησης. Η συνεχής αυτή παλινδρόμηση ανάμεσα στο οικείο και το ανοίκειο, το συμβατικό και το ‘ασυμβίβαστο’ μοιάζει σαν ένα παιγνίδι που σκοπό έχει τον δοκιμάσει, να τον μυήσει σε νέες ατραπούς πρόσληψης, ώσπου να αποδειχθεί άξιος αποδέκτης των στίχων του. Έτσι, εκτός από την αισθητική απόλαυση που αποκομίζει κανείς διαβάζοντας τη συλλογή, εγείρονται και ερωτηματικά για το είδος εκείνο της ‘άτακτης θείας έμπνευσης’  που τον κυριεύει και ύστερα πάλι τον απιθώνει εκεί όπου υπάρχει νηνεμία:  ‘πειθαρχία’ του λόγου, του ρυθμού, του μέτρου, της προσωδίας, της μεταφοράς ακόμα και του λυρισμού σε ένα ευδιάκριτο βαθμό. Εν ολίγοις, ο Δ.Κ  ανανεώνει τον ποιητικό του λόγο διαρκώς, όπως θα έλεγε και ο Νάσος Βαγενάς, ενώ η μορφική ποικιλία συμβαδίζει απόλυτα με εκείνη τη θεματική των ποιημάτων. Σε όλο το φάσμα της ποιητικής αυτής  διαδρομής, ο ποιητής πειραματίζεται συνεχώς με νέα σχήματα, νέους δρόμους, ‘λεκτικά παιγνίδια’ και θέματα που τα ξέρουμε λίγο έως πολύ, αλλά τα έχουμε γνωρίσει αλλιώς. Ακροβατεί ανάμεσα στη μνήμη και την ιστορία, τον ρεαλισμό και το λυρισμό, τον ελεύθερο στίχο και τον έμμετρο ποιητικό λόγο, ιδίως εκεί όπου τα ποιήματα εκφράζουν τις προσωπικές του σκέψεις για τα θέματα που τον απασχολούν: θέματα τέχνης και ζωής. Παρόλα αυτά, σχεδόν όλα τα ποιήματα και με όποια φόρμα ή μορφή , διαπνέονται από ένα αίσθημα μελαγχολίας, αλλά και σαρκασμού-άλλοτε πιο ήπιου κι άλλοτε πιο ισχυρού-, ιδίως όταν τα αισθήματα  συνδέονται με το υπαρξιακό στοιχείο, το εφήμερο της ζωής, το σύντομο του έρωτα, την απογοήτευση, την αυταπάτη και βέβαια τις αναμνήσεις της νεότητας. Από τη συλλογή δεν λείπει και το διαλογικό στοιχείο, αν και στις περισσότερος περιπτώσεις ο ποιητής ακόμα και όταν συνδιαλέγεται με άλλο πρόσωπο στη πραγματικότητα απευθύνεται στον ίδιο του τον εαυτό σαν να στέκεται μπροστά σε ένα ολόσωμο καθρέφτη. Κι όλα αυτά μαζί συνθέτουν το ιδιότυπο μωσαϊκό της συλλογής του.

 

Παραθέτω απόσπασμα από το ποίημα ο Ποιητής και η Μούσα του

 

– καλά δεν έχεις καταλάβει τίποτα; Είπε η Μούσα, διορθώνοντας στον καθρέφτη το βαθύ κραγιόν της.

Ακόμα δεν μυρίστηκες πως η ζώνη της Ιππολύτης

Είναι ένα ρόδινο νησί που αποστήθισε ο Ελύτης,

Ενώ «του κεραυνού ο τιμονιέρης»

ήταν μια αρχαία μάσκα που εμπορεύτηκε ο Σεφέρης

αφού στο νου του αναδύθηκε, χλομός,

μεθυσμένος και υψίφωνος ο κόμης Σολωμός

κι ότι της αλυσίδας ο έσχατος κρίκος

ήταν ο Εγγονόπουλος, ο Ρίτσος ή ο Εμπειρίκος;

 

Ενώ είναι διάχυτος ο λυρισμός στο ποίημα του: Το νησί σου ακατοίκητο

 

Το νησί σου ακατοίκητο

Ένα χάλκινο πρόσωπο του ασύμμετρου μύθου

Όπου μια λέξη ενδοφλέβια

Κυκλοφορεί με ροή καταιγίδας

Τα χείλη του μαρμάρου ακουμπώντας

δυνατά, με ρητίνες και ένταση,

δαγκώνοντας το φίλτρο

του σβησμένου τσιγάρου της Ιστορίας.

 

Στο ποίημα του Carrivulum Vitae κυριολεκτικά μας ξαφνιάζει με ένα είδος κατακερματισμένης, κωδικοποιημένης ποίησης. μια αλληλουχία ‘συμβόλων’ και ακρωνυμίων, που, αν ξεδιπλωθούν, το καθένα ξεχωριστά θα μπορούσε να αποτελέσει τη δική του μικρή ιστορία

Κρήτη

Ελβιέλα, ΜΕΖ, DDT, INBI, ΩΡΛ, ΟΕΣΒ

ΟΦΗ, ΑΕΚ, ΠΑΟ, ΑΣΦΠ, ΕΡΕ, ΕΔΑ

ΤΤΤ, ΕΕΣ, ΕΙΡ, ΤΑΕ, ΚΤΕΛ

 

KALOKYRHS-ISAYRONα

 

Και έπειτα πάλι επιστρέφει στα γνώριμα μονοπάτια και την ευταξία του  λόγου με ποίηματα που θυμίζουν αφορισμούς και αποτυπώνουν το καταστάλαγμα της σκέψης του. Παραθέτω  ενδεικτικά αποσπάσματα:

Στιχουργική

Από τότε που ξεπεράστηκε η μόδα

Της ομοιοκαταληξίας, κάθε στιχάρπαστος

Αυτοαποκαλείται ποιητής ατιμωρητί

 

Η γραφή

Συνοπτικά η λογοτεχνία αντιλαμβάνεται το Νόημα. Σαν μια υδρόγειο σφαίρα την οποία σουτάρει ο Χρόνος προς τα δίκτυα της μνήμης. Τα χρέη του τερματοφύλακα τα πληρώνει ο καθρέφτης.

  Ποίηση επισημαίνει

Ο ρυθμός να προηγείται του λόγου

Συνεπώς, το μυστικό της ποίησης δεν είναι η ρίμα

Το μυστικό της ποίησης είναι το ρήμα.

Η πορεία

Στη ζωή ξεκινά κανείς ως ποιητής

Και καταντά πεζογράφος

****

Σε κοιτάζω ν’ ανθίζεις κάθε άνοιξη

Και με το βλέμμα σου να προλαβαίνεις

Το χορτάρι καθώς πρασινίζει

Τα νερά να φωτίζουν τη θάλασσα

Που ανοίγεται μπροστά σου

Να αγγίξεις τις λέξεις με το δάκτυλο

Γιατί μες από την αφή ανάβουν, σαν τα σπίρτα

Τα γενναία αισθήματα.

*****

Λοιπόν, του κόσμου ο μηχανισμός

Είναι μάλλον διπλός:

Για να δεις το σκοτάδι αρκεί να κλείσεις α μάτια

Αλλά το αύριο της νύχτας, Αριάδνη, είναι το φως.

 

Ύμνος και Ελεγεία για τον βιωμένο  χρόνο, το χθες,  τους φίλους που έφυγαν, για ό,τι υπήρχε αλλά δεν υφίσταται σήμερα. Μια επιστροφή σε παλαιότερα χρόνια, μέρη και πρόσωπα που ανήκουν και αυτά στο παρελθόν και βέβαια ένα βιβλίο με αναφορές σε εκλιπόντες ποιητές της γενιάς του, αλλά και παλαιότερων γενεών  που προφανώς τον επηρέασαν και σημάδεψαν το δικό του ποιητικό κόσμο και που έχω την εντύπωση ότι αποτελούν μια από τις κυρίαρχες αφορμές για τη συγκεκριμένη ποιητική δημιουργία.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top