Fractal

O Δημήτρης Αγαθοκλής στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

Κάθε εξήγηση ποιήματος είναι, μού φαίνεται, εξωφρενική
Γιώργος Σεφέρης

 

ΤΟ ΝΑ ΜΙΛΑΕΙ κανείς για το τί προηγήθηκε τής δημιουργίας ενός έργου τέχνης ―και δη Λόγου, όπως είναι η ποίηση― είναι ίσως αδιάφορο για τον κοινό αναγνώστη και εν πολλοίς επικίνδυνο. Η επιστροφή στους στίχους μετά από καιρό, η «εν ψυχρώ» αντιμετώπισή τους και η αναζήτηση τού σημείου (ή σημείων) εκκίνησης τού ποιητικού μίτου μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις. Ν’ αναζητηθούν κινητήριες δυνάμεις που ποτέ τους δεν ώθησαν τον ποιητή στο να ποιήσει, να φωτισθούν (λογοτεχνικές) οδοί τις οποίες ουδέποτε θέλησε να πάρει ο συγγραφέας ή, ακόμη χειρότερο, να δοθούν σημασίες και προθέσεις εκεί που δεν υπάρχουν. Φυσικά, ένα καλό έργο τέχνης ανήκει στον δημιουργό του όσο και στους αποδέκτες του. Με την έννοια ότι, εν προκειμένω, στα καλά ποιήματα ο αναγνώστης μετέχει εξ ίσου τής δημιουργίας· δεν στέκει παθητικός αλλά αποτελεί ενεργό μέρος τού Λόγου. Γι’ αυτό και είναι απολύτως θεμιτό να μιλάμε όχι για περιεχόμενο αλλά για περιεχόμενα ενός ποιήματος, πράγμα που εξαρτάται φυσικά από την αισθαντικότητα και ευαισθησία τού αναγνώστη· αντιθέτως, τού συγγραφέα δεν υφίστανται πλέον από την στιγμή που μετατράπηκαν σε Λόγο. Υπό αυτή την εποπτεία, καλό είναι ν’ αφήνουμε τον ποιητή έξω από συζητήσεις που θα μπορούσαν να βλάψουν το έργο του αλλά και να περιορίσουν αισθητά την πρόσληψη και απόλαυσή του.

 

 

ΠΑΕΙ ΚΑΙΡΟΣ από τότε που ολοκλήρωσα τα ποιήματα τής Αφέσεως. Η πρώτη τους μορφή μού χάρισε το 2010 μια διάκριση απ’ τον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» που, κακά τα ψέματα, μού έδωσε την ηθική ικανοποίηση ότι βαδίζω στο σωστό δρόμο. Από τότε κάποια ποιήματα τα άφησα ανέγγιχτα· άλλα τα δούλεψα λίγο παραπάνω. Τελικά, το 2013, τα αποδέσμευσα ελεύθερα στο διαδίκτυο. Η επιμονή κάποιων καλών φίλων με έκανε να τα εκδώσω εντύπως από τις εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ, το 2017.

ΕΥΧΟΜΑΙ ο καλόπιστος αναγνώστης να προσεγγίσει τους στίχους τής Αφέσεως με τον ίδιο τρόπο που προσεγγίζει κανείς ένα όνειρο· με κλειστά τα μάτια. Να βάλει δηλαδή στην άκρη, όσο είναι μπορετό, τις αισθήσεις και να προσπαθήσει όχι να διαβάσει τις λέξεις αλλά να αιστανθεί τις λέξεις ― κάτι που απαιτεί σίγουρα περισσότερο ένστικτο και λιγότερο λογική. Το φωναχτό διάβασμα (η απαγγελία αντί τής σιωπηρής ανάγνωσης) βοηθάει πάντοτε προς αυτήν την κατεύθυνση.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top