Fractal

Διήγημα: “Ο Κάφκα και η Αρκούδα”

Γράφει η Κλειώ Βελέντζα // *

 

kafka«Ungeziefer,» είπε η αρκούδα, και ο Φραντς ανάβλεψε από τα κορδόνια των παπουτσιών του.

«Σε ξέρω εσένα,» συνέχισε η αρκούδα. «Δεν έχεις καμιά δουλειά εδώ.»

Ο Φραντς σηκώθηκε όρθιος.

«Συγγνώμη;»

Η αρκούδα έγνεψε με την πατούσα της γύρω τους. Ο κακοφωτισμένος διάδρομος που εκτεινόταν χωρίς τέλος μπροστά τους ήταν γεμάτος ταύρους, ελάφια, πρόβατα, γυμνά ροδομάγουλα παιδιά, λευκοντυμένα κορίτσια με υγρό, μελαγχολικό βλέμμα, κι ένα σωρό άλλες φιγούρες που στέκονταν ήσυχα η μία πίσω απ’ την άλλη, αποφεύγοντας να κοιταχτούν στα μάτια.

«Η ουρά εδώ είναι αποκλειστικά για ζώα θυσίας. Και είσαι τρομερά αδύνατος – τι θυσία θα πρόσφερες;»

«Δεν είναι δικό μου φταίξιμο, πέθανα από ασιτία.»

«Α. Λυπάμαι.»

«Ευχαριστώ.»

«Και λοιπόν, γιατί να μην είμαι εδώ;»

«Για γλωσσολογικούς λόγους. Ήταν δική σου επιλογή να περιγράψεις τον εαυτό σου ως ungeziefer, δεν ήταν;»

«Ώστε έχεις διαβάσει την ιστορία μου; Κολακεύομαι.»

Η αρκούδα έξυσε αινιγματικά το πηγούνι της.

«Έχω μια σφαιρική γνώση. Το θέμα είναι ότι αυτή η λέξη αποτελεί μια ξεκάθαρη δήλωση, πώς να το πω, ακαταλληλότητας. Θα βγάζει μάτι στην αίτησή σου. Δεν πρόκειται να σε δεχτούν εδώ. Θα σε συμβούλευα να γυρίσεις στη υποδοχή και να κάνεις μια καινούρια αίτηση, για κάποιο άλλο τμήμα.»

«Άλλο τμήμα–;» Ο Φραντς φούσκωσε το στήθος του ενοχλημένος. «Το κέρδισα αυτό το δικαίωμα να σταθώ εδώ, δε θα μου το κλέψει μια λέξη. Μια καθημερινή λέξη που στην καθομιλουμένη σημαίνει απλά έντομο! Παράσιτο! Οποιοσδήποτε γερμανόφωνος θα σου πει ότι δεν προκαλεί κανέναν άλλο συνειρμό.»

«Α, μα οι λέξεις δεν σου ανήκουν μόνο και μόνο επειδή τις έγραψες. Όταν χρησιμοποιείς μια λέξη σέρνεις πίσω της την ετυμολογία της, την ιστορία της και το μέλλον της, το γλωσσολογικό της παρελθόν. Δεν έχει παρά ελάχιστη σημασία η πρόθεσή σου, ασκείς μια τέχνη που είναι ανοιχτή σε κάθε ερμηνεία, σε οποιοδήποτε μέτωπο. Κι άλλωστε, ως συγγραφέας ξέρεις πως μια λέξη είναι αρκετή για να γκρεμίσει ένα ολόκληρο σύστημα.»

Η αρκούδα στάθηκε όρθια για έμφαση, σηκώνοντας ένα φαγωμένο νύχι στον αέρα.

«Κοίτα πώς θα φανεί: Η λέξη από την οποία προέρχεται αυτή που χρησιμοποίησες είναι η μέσης υψηλής γερμανικής προέλευσης ungezibere, η οποία κυριολεκτικά σημαίνει ακάθαρτο ζώο, ακατάλληλο για θυσία. Ταυτίζεσαι λοιπόν με ένα ζώο που κανείς δεν θα καταδεχόταν να δει στο πιάτο του, ένα πλάσμα που αντάλλαξε τη μητρική τροφή για σκουπίδια και τώρα βρίσκεσαι εδώ, φιλοδοξώντας στην ουρά της θυσίας, για άδεια αγιοσύνης…»

«Οι παλιοί θεοί και οι νέοι—»

«…Δεν βλέπουν τίποτα διαφορετικά. Μπορείς να λες ότι δεν ενδιαφέρεσαι, ότι δεν πιστεύεις κι ότι άλλο θες – μπορείς να χρησιμοποιήσεις μεταφορά ή αλληγορία ή αυτοαναφορά ή παραμύθι, και πάλι εδώ θα είμαστε και το ίδιο πράγμα θα ερμηνεύεται. Οι θεοί είναι πολύ απαιτητικοί αναγνώστες, σαν τα μικρά παιδιά. Προσπαθώ να σε βοηθήσω εδώ. Το καθαρτήριο μια δαιδαλώδης δημόσια υπηρεσία είναι κι αυτό, κι αν δεν σε βοηθήσει κανείς μένεις εδώ για πάντα και στοιχειώνεις τους διαδρόμους…»

«Ευχαριστώ, αλλά δε νομίζω ότι χρειάζομαι βοήθεια. Έχω κάνει τα χαρτιά μου κανονικά.»

«Εντάξει. Αν και, συζητώντας για μεταμόρφωση, δεν θα ήθελες να αρπάξεις και την ευκαιρία να μιλήσεις σε κάποιον που να γνωρίζει από αυτά πρώτο χέρι; Κάπου εδώ είχα δει και τον Ακταίωνα πριν λίγο καιρό,» μουρμούρισε η αρκούδα, ψάχνοντας το πλήθος μέχρι που εντόπισε ένα ζευγάρι ελαφίσια κέρατα.

Ο Φραντς σκούπισε τον ιδρώτα από το στόμα του.

«Όχι, δεν ενδιαφέρομαι. Δεν νιώθω και τόσο καλά, έτσι κι αλλιώς. Είναι κάπως δυσάρεστα εδώ μέσα, δεν είναι; Έχω ξεχάσει πώς μυρίζει ο φρέσκος αέρας.»

Η αρκούδα έπεσε πάλι στα τέσσερα.

«Ας κάνουμε μια βόλτα τότε.»

«Μπορούμε να απομακρυνθούμε;»

«Ω, ναι. Η ουρά δεν τελειώνει ποτέ. Εδώ θα είναι και θα μας περιμένει όταν γυρίσουμε. Έχεις το δελτίο σου;»

«Ναι.»

Άρχισαν να περπατούν προς την αντίθετη κατεύθυνση, προσπερνώντας σκυφτές μορφές που τους κοιτούσαν αδιάφορα απ’ το μισοσκόταδο κάνοντας τις τρίχες στο σβέρκο του Φραντς να ορθώνονται, η αρκούδα χωρίς να τους δίνει σημασία, σείοντας πέρα δώθε τα φαρδιά πισινά της νωχελικά σαν βάρκα που κουνά το κύμα.

«Πες μου λοιπόν, τι δουλειά είχε η αρκούδα στις θυσίες;»

«Αυτή του θύματος, προφανώς. Ακόμα θα με βρεις σε γιορτές, όπου πολιτισμένος κόσμος φορά στολές αρκούδας και αναπαριστούν το αρχέγονο κυνήγι, το θάνατο του κτήνους με άγρια, παγανιστικά ουρλιαχτά, ουρλιαχτά που νομίζεις δεν ακούγονται πια στην Ευρώπη, χάνουν τον έλεγχο, εκφράζουν το ζώο κι έτσι ελέγχουν το ζώο.»

Έβγαλε τη γλώσσα της. «Άνθρωποι,» έκανε περιφρονητικά.

Ο περίπατός τους τούς έφερε στην αίθουσα υποδοχής, και απότομη έκθεση σε έναν τέτοιο τεράστιο χώρο μετά απ’ τους στενούς διαδρόμους έκοψε την ανάσα του Φραντς. Ήταν μια αίθουσα σε μέγεθος καθεδρικού ναού κι αυστηρής αρχιτεκτονικής, στην οποία κατέληγαν εκατοντάδες ανοίγματα σαν αυτό απ’ όπου μόλις είχαν έρθει, από όροφο μετά από όροφο, όλο σκάλες που οδηγούσαν κάτω στο ισόγειο. Στο κέντρο του ισογείου δέσποζε μια κυκλική υποδοχή όπου υπάλληλοι εξυπηρετούσαν βιαστικά τους νεοφερμένους πίσω από γυάλινα διαχωριστικά, δίνοντάς τους τα δελτία προτεραιότητας και υποδεικνύοντάς τους να κατευθυνθούν εδώ ή εκεί.

Ο Φραντς και η αρκούδα κοντοστάθηκαν στο κεφαλόσκαλο, παρατηρώντας τη μυρμηγκοφωλιά κάτω από τα πόδια τους. Ο Φραντς έγειρε πάνω στη μπάρα, και η αρκούδα ακούμπησε τη μουσούδα της δίπλα στο χέρια του. Έμειναν για λίγο σκεφτικοί.

«Νομίζω ότι είσαι στο λάθος μέρος, Φραντς,» άρχισε η αρκούδα, ακουμπώντας την υγρή της μύτη φιλικά στη ράχη του χεριού του. «Σου το λέω γιατί σε συμπάθησα. Βλέπεις τον εαυτό σου εντελώς διαστρεβλωμένα. Δεν πειράζει, όλοι το παθαίνουμε κάποια στιγμή – αλλά τώρα ίσως είναι η ώρα για λίγη ενδοσκόπηση. Φαντάσου πως έρχεται η σειρά σου, και ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με την επιτροπή αγιοσύνης. Δεν μπορείς να φανταστείς κάτι που παρέλειψες στην αίτησή σου και που θα ήταν σαφής αρνητική επιρροή στην εικόνα σου;»

Ο Φραντς κοκκίνισε. Το ανεξιχνίαστο βλέμμα της αρκούδας, χωρίς ίχνος θαυμασμού ή αποδοκιμασίας, του έφερνε μια πρωτόγνωρη αίσθηση ελευθερίας. Άφησε το βλέμμα του να περιπλανηθεί στο χάος κάτω.

«Αν αναγκαζόμουν να το δηλώσω… Ήμουν – πώς να το πω – συλλέκτης ενός κάποιου πιο… εξωτικού είδους πορνογραφίας. Για καθαρά καλλιτεχνικούς λόγους.»

«Μάλιστα.»

«Και, σαν όλους τους άντρες της ηλικίας μου, σύχναζα κι εγώ καμιά φορά σε εκείνα τα σπίτια.»

«Όχι κι όλους.»

Ο Φραντς κοκκίνισε πάλι. «Εντάξει, όχι κι όλους. Και ίσως να είχα μια χλιαρή επαφή με την πραγματικότητα, που δυσκόλευε πολύ τη συμπεριφορά μου προς τις γυναίκες… Όσο για την οικογένειά μου, ίσως να καταλαβαίνεις από αυτά που μου είπες νωρίτερα…»

«Ω, ναι. Έχεις δίκιο. Όπως είχες πει, ungeziefer. Παράσιτο. Ένα σύνδρομο του μάρτυρα μάλλον, όπως ίσως θα υπονοούσε μια αποδόμηση του έργου σου.»

Η αρκούδα αναστέναξε. «Τώρα καταλαβαίνω γιατί έκανες αυτή την αίτηση.»

Κάτω, στην υποδοχή, κάποιος έκανε φασαρία μαλώνοντας με τους υπαλλήλους. Τα μάτια τους ακολούθησαν τα κεφάλια του κόσμου που γύρισαν προς το σκηνικό όλο περιέργεια. Η αρκούδα έμεινε σιωπηλή για λίγο πριν συνεχίσει, αφήνοντας τον Φραντς στη ζύμωση των νέων σκέψεων του.

«Δε νομίζεις πως, λαμβάνοντας όλα αυτά υπ’ όψη, ότι δεν θα είσαι και πολύ χαρούμενος στον προορισμό σου;»

Ο Φραντς έμεινε σιωπηλός. Ένιωθε την καρδιά του ξαφνικά να χτυπά βαριά και ακανόνιστα, κι έβαλε ένα χέρι στο στήθος να την ηρεμήσει.

«Σκέψου πόσα βάρη που νόμιζες ότι κουβαλούσες στη ζωή σου έχεις ξαφνικά ξεφορτωθεί. Είσαι απόλυτα ελεύθερος, για πρώτη φορά, να επιλέξεις. Χωρίς συνέπειες, χωρίς κοινωνία, χωρίς υποχρεώσεις. Η μεταθανάτια ζωή απλώνεται μπροστά σου σε όλο της το υποκειμενικό μεγαλείο.»

Ο Φραντς έκανε ένα βήμα πίσω, κι άρχισε να τρέμει. Γράπωσε χούφτες απ’ τα μαλλιά του.

«Δεν θέλω να επιλέξω! Δεν θέλω! Δεν είναι ελευθερία αυτό, είναι κατάρα!»

Η αρκούδα σηκώθηκε στα πίσω της πόδια και τον μελέτησε από ψηλά, λες και τον έβλεπε για πρώτη φορά.

«Φραντς,» είπε, και για πρώτη φορά η φωνή της έχασε τον επίπεδο τόνο της κι έγινε σχεδόν απαλή, «Φραντς, τώρα ξέρω τι σου συμβαίνει.»

Πήρε το συσπασμένο του πρόσωπο ανάμεσα στις τραχιές της πατούσες. Ο Φραντς έμεινε ακίνητος, έχοντας απόλυτη συνείδηση της δύναμης του ζώου που θα μπορούσε με μια κίνηση να του συνθλίψει το κεφάλι. Η σίγουρη, μυώδης παρουσία του έφερνε δέος και ίλιγγο, κάνοντάς τον να νιώθει ντροπή λες και τόσην ώρα φερόταν σαν κακομαθημένο παιδί.

«Για κάποιον που έγραψε τόσο πολύ για την κατάχρηση εξουσίας, δεν ήθελες ποτέ την ελεύθερη επιλογή. Όχι πραγματικά. Τη φοβάσαι, φοβάσαι τη διχάλα του δρόμου και τις αποφάσεις που μπορεί να πάρεις. Είσαι κλειστοφιλικός μέσα στο ίδιο σου το μυαλό. Καημένε Φραντς.»

Έφερε το πρόσωπό του κοντά.

«Φραντς, πρέπει να κάνεις μια ανοιχτή αίτηση.»

Τα γόνατά του κόπηκαν και θα κατέρρεε, αλλά η αρκούδα τον κρατούσε γερά.

«Πρέπει να αποδεχθείς ότι η ζωή ήταν πάντα κάτι απόλυτα παραδομένο στην εντροπία, ότι ξέφευγε πάντα από τον έλεγχό σου και ότι δεν έχεις καμία ευθύνη απέναντι στο παράλογο. Ότι η ελευθερία της επιλογής δεν είναι κατάρα αλλά ευκαιρία. Πρέπει να δεις στο άγνωστο την περιπέτεια κι όχι την απειλή. Κι ότι τώρα, στο θάνατο, μπορείς να τα αντιμετωπίσεις επιτέλους αυτά και να ελευθερώσεις τον εαυτό σου.»

Τον έσφιξε, κι εκείνος ένιωσε τα τεράστια νύχια στο σβέρκο του σαν γάντζους.

«Καταλαβαίνεις;»

Ο Φρανς έγνεψε αδύναμα.

«Κοίταξέ με, Φραντς. Αν σε ξαναδώ στην ουρά αυτή θα σε κάνω κομμάτια. Θα πας εκεί κάτω και θα πάρεις το θάνατό σου στα χέρια σου.»

Τον άφησε κι αυτός τρέκλισε, πιάστηκε από τη μπάρα κι έστησε τον εαυτό του όρθιο.

«Ανοιχτή αίτηση; Χωρίς σκοπό, χωρίς σκέψη, σαν τα μωρά, να παραδοθώ στο χάος, να με καταπιεί το σκοτάδι…;»

Έκανε μερικά βήματα κάτω στις σκάλες και ξαφνικά στην ιδέα του τι τον περίμενε ένα κύμα τρελού ενθουσιασμού τον διαπέρασε και τον ζάλισε. Γύρισε πίσω και είδε την αρκούδα να στέκεται στη σκοτεινή είσοδο του περάσματος σαν κολοσσός, παρατηρώντας τον με τα ανέκφραστα, καστανά της μάτια. Κοντοστάθηκε για μια στιγμή μαγνητισμένος, και η καρδιά του πλημμύρισε τρυφερότητα.

Ο Φραντς κατέβηκε αργά τη σκάλα και δεν ξανακοίταξε πίσω.

 

* Η Κλειώ Βελέντζα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής, υπήρξε προσκεκλημένη ομιλήτρια στο Γυμνάσιο Αμερικάνικου Κολλεγίου Ελλάδος, αρθρογραφεί για το literature.gr, και βραβεύτηκε στον 4ο Διαγωνισμό Διηγήματος του Diavasame. Μικρές ιστορίες της μπορείτε να βρείτε στο: http://legionofwildthoughts.tumblr.com/

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top