Fractal

Διήγημα: “Φωτιά που καίει συνέχεια…”

Του Νίκου Τσούλια // *

 

'Out to Lunch' statue by J. Seward Johnson (1979) - at the Sunnyvale, CA Public Library; this is one of eight editions of this statue:

‘Out to Lunch’ statue by J. Seward Johnson (1979) – at the Sunnyvale, CA Public Library; this is one of eight editions of this statue

 

      «Έχετε μια ωραία φωτιά. Να της ρίχνετε συνέχεια ξύλα…», του είπε ο δάσκαλος στο καφενείο όταν τον ρώτησε πώς βλέπει το παιδί του στο σχολείο. Το είπε μετά στη μάνα μου με απορία˙ κατάλαβαν ότι ήταν κάτι καλό δεν έδωσαν συνέχεια στο τι ακριβώς σημαίνει. Τι είχε συμβεί; Με είχε μάθει η αδελφή μου να διαβάζω πριν πάω στο σχολείο και όλα μου φαίνονταν εύκολα και ωραία…

 

      Εγώ όταν το άκουσα, κατάλαβα τι υπονόησε ο δάσκαλος. Ήξερα ακόμα ότι το διάβασμα είναι κάτι που το κάνεις συνέχεια. Και είχα δύο λόγους που το πίστευα αυτό. Τον έναν τον άκουσα από το δάσκαλο. «Τρία πράγματα είναι σημαντικά στη ζωή μας», είχε πει, «διάβασμα, διάβασμα, διάβασμα». Και συνέχισε, «διάβασμα για να γίνεις καλός άνθρωπος, διάβασμα για να κάνεις όμορφη τη ζωή σου, διάβασμα για να γίνεις σπουδαίος και τρανός». Εγώ κατάλαβα και κάτι άλλο γιατί είπε τρεις φορές το ίδιο πράγμα. Γιατί το διάβασμα έχει σχέση με τον πολλαπλασιασμό. «Μια λέξη που μαθαίνεις δεν τη χρησιμοποιείς άπειρες φορές;», σκέφτηκα ένα χειμωνιάτικο βράδυ που η καταιγίδα σφυροκοπούσε τη φτωχική μας χαμοκέλα και δεν μπορούσα να κοιμηθώ από τα αστραπόβροντα.

      Αργότερα σαν πήγα στην Β΄Τάξη, σκέφτηκα και κάτι άλλο. Σκέφτηκα το δεύτερο λόγο. «Άμα διαβάζεις κάτι εξηγείς πολλά πράγματα με αυτό», και μου άρεσε γιατί ήμουνα φαντασιόπληκτος και διαρκώς είχα απορίες και ερωτήματα και αν δεν έδινα κάποια απάντηση, κόλλαγε το μυαλό μου και δεν έλεγε να ξεφύγει. Κατοικούσα σε δύο τόπους, έναν του χωριού μου και έναν των ονείρων μου. Όχι δεν αποδημούσα κάθε τόσο, όπως έκαναν τα πουλιά που άλλοτε εμφανίζονταν στον τόπο μας και άλλοτε χάνονταν για μήνες. Κατοικούσα στους δύο ξεχωριστούς τόπους την ίδια στιγμή, κάθε στιγμή και μερικές φορές μπερδευόμουνα. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…

      Κατάλαβα τι εννοούσε ο δάσκαλος, αλλά το βάστηξα για τον εαυτό μου, σαν μυστικό – και τώρα το αποκαλύπτω πρώτη φορά. Εννοούσε ότι έπρεπε να μου δίνουνε συνέχεια βιβλία και τετράδια για να διαβάζω και να γράφω. Αλλά τότε σ’ εκείνους τους καιρούς της στέρησης δεν υπήρχαν στα σπίτια βιβλία εκτός από τα σχολικά. Και έτσι δεν έριχναν «ξύλα» στη φωτιά οι γονείς μου. Αναγκαζόμουνα λοιπόν να ψάχνω για «χαμόκλαδα» – ας μη βάσταγαν για πολύ –, παλιές εφημερίδες με τις οποίες τύλιγε ο μπακάλης τα ψώνια ή φύλλα από εφημερίδες και περιοδικά που πετάγονταν από το λεωφορείο, και έπαιρνα συχνά τη δημοσιά μήπως και βρω τίποτα. Τα πλάκωνα με τα βιβλία για να σιάξουν και τα δίπλωνα με προσοχή και τα διάβαζα ξανά και ξανά. Θυμάμαι ακόμα τα πρώτα μου εξωσχολικά διαβάσματα αυτών των εφημερίδων: για την κρίση στο Σουέζ, για τη δολοφονία του Κένεντυ, για τις τιμές της σταφίδας που ανακοίνωνε ο Α.Σ.Ο. και πιο πολύ τα ποδοσφαιρικά γεγονότα της αγαπημένης μου ομάδας, της θρυλικής ομάδας. Χρόνια και χρόνια μετά θα αναζητώ στο Μοναστηράκι καμιά εφημερίδα εκείνων των εποχών μόνο και μόνο για να συναντήσω αλλοτινά όνειρά μου και βαθιά ριζωμένες φαντασιώσεις μου.

      Ξέφυγα, όπως γίνεται όταν αφηγείσαι κάτι που λατρεύεις πολύ. Σαν φύγαμε από τους καιρούς της φτώχειας και ανοίξαμε φτερά της μόνιμης αποδημίας από τους παιδικούς τόπους εκδικήθηκα τη στέρηση των βιβλίων εκείνου του χωροχρόνου των πρώτων οριζόντων μου. Αγόραζα βιβλία και τα διάβαζα και έγραφα κάθε στιγμή. Η φωτιά είναι μόνιμα φουντωμένη, τριζοβολάει γιατί δεν προλαβαίνει να εξαϋλώνει τα «ξύλα» – οι φλόγες της πάντα δυνατές φωτίζουν όλο και πιο πολύ.

      Οι φλόγες της απλώνονταν παντού. Έτσι κι αλλιώς πάντα ήμουνα φευγάτος… Πάντα είχα κάποιο βιβλίο μαζί μου, όπου και αν πήγαινα σε σινεμά ή στα μπουζούκια, μπορεί κάτι να γινόταν, κάτι να ακυρωνόταν και το βιβλίο θα ήταν η απάντηση. Και όταν κοιμάμαι, βιβλία θα υπάρχουν πάντα δίπλα μου, ακόμα και στο μαξιλάρι. Γιατί κοιμάμαι διαφορετικά και ονειρεύομαι πολύ πιο όμορφα όταν ξέρω ότι υπάρχουν δίπλα μου «αναμμένα κάρβουνα».

      Τη φωτιά αυτή που μου την ανακάλυψε ο δάσκαλος προσπαθώ να ανάψω και εγώ από την άλλη πλευρά των σχολικών θρανίων, από την πρώτη ημέρα που δίδαξα σε λύκειο στην Ακαδημία του Πλάτωνος μέχρι τώρα που κοντεύω να εξέλθω των σχολικών αιθουσών, γιατί πιστεύω ότι είναι η φωτιά της γνώσης και της ομορφιάς, της αγάπης και των ονείρων.

      Και μη νομίζετε ότι δεν έχω φροντίσει και για τότε που θα περάσω στην «άλλη πλευρά». Έχω πει ποια βιβλία θα με συνοδεύουν ακόμα και εκεί – γιατί στη (και από τη) ζωή πρέπει να βαστάμε τα «κάρβουνα» και όχι τις «στάχτες» – και φυσικά πρώτο και καλύτερο την «Οδύσσεια», το σχολικό βιβλίο που το διάβαζα και σαν εξωσχολικό, που ήταν το πρώτο μου …εξωσχολικό, που έγινε ο σηματωρός της φωτιάς που καίει συνέχεια και δημιούργησε την ατέλειωτη αλυσίδα των χιλιάδων βιβλίων μου, των εκατομμυρίων διαβασμένων σελίδων τους, των πολλών εκατοντάδων άρθρων μου…

 

 

Constantin Stanislavski reads Chekhov's The Seagull, 1898 #scrittori:

Constantin Stanislavski reads Chekhov’s The Seagull, 1898

 

 

* Ο Νίκος Τσούλιας   είναι καθηγητής σε λύκειο. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003). Διδακτορικό στην Ειδική Αγωγή. Δύο βιβλία: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον».  Συνεργάστηκε με: «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986), «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996) και “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” (2010- σήμερα) καθώς και με αρκετά περιοδικά. (https://anthologio.wordpress.com/)

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top