Fractal

Βιβλίο: Διαβάζοντας την «Ανεμώνη»

Του Γιώργου Δελιόπουλου // *

 

 

 

Για την ποιητική συλλογή της Ολυμπίας Τσικαρδάνη Ανεμώνη (εκδ. Εντύποις, 2016)

 

Η Ανεμώνη είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της Ολυμπίας Τσικαρδάνη, με την οποία εμφανίζεται στο εκδοτικό προσκήνιο και συστήνει στο ευρύτερο κοινό τον ποιητικό της κόσμο. Πρόκειται για μια συλλογή, διαρθρωμένη σε πέντε ενότητες, με τα ποιήματα της πρώτης ενότητας να έχουν βραβευθεί στον ΛΒ΄ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» το 2015.

Με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον μελέτησα τα ποιήματα της συλλογής πολλές φορές. Κάθε φορά που τελείωνα το βιβλίο, είχα την ίδια αίσθηση, πως τα βασικά στοιχεία που συγκροτούν τον ποιητικό κόσμο της Τσικαρδάνη και το κλειδί για να προσεγγίσω την ποίησή της βρίσκονται στο ομότιτλο ποίημα στην αρχή της συλλογής. Διαβάζω, λοιπόν, στην «Ανεμώνη»:

 

Απ’ όλα τα άνθη

προτιμώ

την ανεμώνη.

Μ’ αρέσει η φλυαρία της.

Άνεμο μου θυμίζει,

νοτιά,

εκείνον που φυσά

και συνεπαίρνει όλα τα στάσιμα

που έχουν βολευτεί

ακίνητα μες στον καιρό.

Διαβάζω μέσα της το μόνη,

αυτό που περιμένει

η νομοτέλεια της ζωής.

Το νε το ανορθόγραφο

που έτσι εύκολα έδωσα

σε μάταιες συναινέσεις.

Το Α το στερητικό

του εθελούσιου βίου

που ανεπαισθήτως έκλεισα

σε πρέπει αυτοθυσίας.

Το η του θηλυκού

το ακριβοθώρητο άρθρο

και τελικά το ων,

τη θυμωμένη μετοχή του ειμί

που πάει να μου θυμίσει,

του όντος την ηχώ.

 

Διαβάζοντας την «Ανεμώνη», διαπιστώνει κανείς ότι σ’ ένα πρώτο επίπεδο, η ποίηση της Τσικαρδάνη αναφέρεται σε όλα εκείνα που μας κρατούν στάσιμους και καθηλωμένους, που δε μας επιτρέπουν να ταξιδέψουμε, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τους άλλους. Η ποιήτρια μιλά για τα «πρέπει της αυτοθυσίας», τις ανορθογραφίες της ζωής, τις «μάταιες συναινέσεις» και τους καθημερινούς μας ρόλους, «αυτούς που τους φορέσαμε/ και κόλλησαν ανύποπτα/ στο δέρμα του κορμιού/ τάχα για να το ντύσουν…». Απέναντι σε όλα αυτά η ποίησή της κηρύττει: «καλύτερα να μη χρωστάς/ αποκλεισμένους πόθους». Σε πολλά, επίσης, ποιήματα συναντά κανείς τη μοναξιά, τη νοσταλγία, την απώλεια, την «αμετακίνητη απουσία».

Όμως, η ποιήτρια δε γράφει αποκλειστικά σε πρώτο ενικό πρόσωπο για τα προσωπικά της βιώματα. Σε ορισμένα ποιήματα στέκεται κριτικά απέναντι σε συλλογικές συμπεριφορές της σύγχρονης νεοελληνικής κοινωνίας. Αναφέρεται, για παράδειγμα, στους εύκολους συμβιβασμούς μέσα από το αρχετυπικό δίπολο της Αντιγόνης και της Ισμήνης. Από τη μια πλευρά η Ισμήνη που συμβιβάζεται, ενώ από την άλλη η Αντιγόνη που επαναστατεί, που αντιστέκεται, που «πισθάγκωνα δεμένη/ λυγίζει τις αιώνιες πέτρες». Στην ενότητα ποιημάτων «ξένο δάκρυ» αναδεικνύει τα αποσιωπητικά και τις ένοχες σιωπές μας απέναντι στα δράματα των άλλων που συμβαίνουν γύρω μας και διατρανώνει την πεποίθησή της πως «δικά μου τα παιδιά/ που φέρνει ο άνεμος/ στα πληγωμένα βράχια».

Στην ποίηση της Τσικαρδάνη, όπως και στο ποίημα «Ανεμώνη» αναγνωρίζουμε το «η του θηλυκού», την παρουσία δηλαδή της Γυναίκας μέσα από τις διαφορετικές της ιδιότητες. Η Γυναίκα εμφανίζεται ως μάνα, ως «σημείο αναφοράς και σταθερός εκθέτης στα κλάσματα των συμφορών». Παράλληλα, υπάρχει ως Γυναίκα που υπομένει, που υποτάσσεται και θυσιάζεται. Σ’ αυτό το σημείο αξιοποιεί το σύμβολο της Πηνελόπης μέσα από τη «μάταιη αναμονή ενός ίσκιου». Υπάρχει, όμως, όπως είδαμε, κι ως Γυναίκα που αντιστέκεται, ως αιώνια Αντιγόνη. Τέλος, σε πολλά ποιήματα της τελευταίας ενότητας αναγνωρίζουμε τη Γυναίκα – δασκάλα, η οποία στέκεται δίπλα στους μαθητές και όχι απέναντί τους, σε μια προσπάθεια να «κοιτάξουν μαζί κατάματα τον ήλιο/ πίσω από τις χαραμάδες της αλήθειας».

Στην ποιητική γλώσσα της Τσικαρδάνη αναγνωρίζει κανείς όλα τα χαρακτηριστικά του γυναικείου συναισθηματισμού και λυρισμού με πλούσιες εικόνες από την καθημερινότητα, τη φύση και τους αρχαίους μύθους, σε πρωτότυπους κι ανατρεπτικούς συνδυασμούς. Ο στίχος της, αν και ελεύθερος, έχει μια μουσικότητα κι έναν εσωτερικό ρυθμό, ο οποίος βοηθά στην απρόσκοπτη απαγγελία του ποιήματος, χωρίς να σκοντάφτει πουθενά.

Πάνω απ’ όλα, όμως, στα ποιήματα της Ανεμώνης διαβάζουμε την αισιοδοξία, την ελπίδα, τον άνεμο που «φυσά/ και συνεπαίρνει όλα τα στάσιμα/ που έχουν βολευτεί/ ακίνητα μες στον καιρό». Η ελπίδα εκφράζεται με το ωραίο ταξίδι, με το καλοκαίρι και τις λέξεις που προσφέρουν ψυχική ανάταση, καθώς «στήνουν μια καλύβα για ν’ ακούς μουσική δωματίου». Στα περισσότερα, όμως, ποιήματα της συλλογής η ελπίδα συστήνεται ως πείσμων έρως. Ο έρωτας στην ποίηση της Τσικαρδάνη είναι γιορτή, νικά τη φθορά και τον χρόνο, είναι ταυτόχρονα ταξίδι και επιστροφή, θάλασσα και αραξοβόλι, ενώ δεν κλείνεται σε τείχη και ερείπια λογικής. Όπως σημειώνει στο ποίημα «Αφήσου»:

Στον έρωτα ή αφήνεσαι ολόκληρος

Ή χάνεσαι προτού σε χαριστεί.

 

 

 

O Δελιόπουλος Γιώργος είναι ποιητής , Δρ. Φιλόλογος.

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top