Fractal

Γκρίζο Βλέμμα: Διαβάτες στην Εθνική Οδό

Aπό τον Πάνο Ιωαννίδη //

 

 

 

 

Το απόγευμα έχει φτάσει για τα καλά, και κάνει το τοπίο να δείχνει ακόμα πιο χλωμό μέσα στα φθινοπωρινά χρώματα του. Στον ορίζοντα μερικά σύννεφα δείχνουν έτοιμα να προσκαλέσουν και άλλα, για να μετατρέψουν τη μακεδονίτικη μουντάδα σε βορειοελλαδίτικη βροχή. Σε λίγο πλησιάζω τα διόδια του Προφήτη με κατεύθυνση τη Δράμα. Πίσω μου τα ύστερα προάστια της Θεσσαλονίκης, ησυχάζουν μέσα στην κυριακάτικη μακαριότητα τους.

Καθώς ετοιμάζω τα ψιλά, το βλέμμα μου πέφτει σε μια ομάδα ανθρώπων που περπατάνε κατά μήκος του οδοστρώματος, εκεί που τελειώνει η λωρίδα έκτακτης ανάγκης δηλαδή, σχεδόν κολλητά με την προστατευτική μπάρα. Και πίσω από αυτούς τους τρεις, βρίσκονται και άλλοι, και ανάμεσα τους, περπατούνε και μικρά παιδιά. Προλαβαίνω να δω, ότι οι περισσότεροι κουβαλάνε και όσα από τα υπάρχοντα τους έχουν καταφέρει να περισώσουν. Οι εικόνες τους, περνάνε από τα πλάγια του βλέμματος μου, ταχύτατα, σαν υπότιτλοι σε μια γλώσσα που δεν έχω μάθει ακόμα να μιλώ, αλλά καταλαβαίνω. Και φρενάροντας για το πέρασμα του καπιταλιστικού ρεαλισμού που στην προκειμένη περίπτωση λέγεται διόδια, συνειδητοποιώ ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι πρόσφυγες, που κατά πάσα πιθανότατα εγκατέλειψαν κάποιο νησί, έχοντας ως προσωρινό προορισμό τη Θεσσαλονίκη.

Και έπειτα ανοίγω ταχύτητα και η καλλιτεχνική μου μνήμη συναντά τις εικόνες από το Βλέμμα του Οδυσσέα, του δάσκαλου Θόδωρου Αγγελόπουλου. Θυμάμαι τις εικόνες των πεζοπόρων μεταναστών που επιχειρούσαν με κάθε τρόπο να περάσουν τα σύνορα, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων που μπέρδεψαν την ουτοπία με τον ολοκληρωτισμό. Ή εκείνες τις εικόνες από το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού, όπου άνθρωποι στοιβαγμένοι σε καταλύματα μιας νεκρής ζώνης, περιμένουν την ώρα να φύγουν προς έναν υποσχόμενο παράδεισο. Και αναρωτιέμαι αν η τέχνη αναπαριστά τη ζωή, ή η ζωή μέσα στα μεταμοντέρνα αδιέξοδα της μιμείται την τέχνη.

Ή ίσως η ζωή βρίσκει πλέον εντελώς το νόημα της, ούσα σε μόνιμη εφαρμογή της σκληρότητας και της τρυφερότητας που πηγάζουν από τα μεδούλια της. Από τη μια πλευρά, αυτοί οι άνθρωποι, οι κολασμένοι του σήμερα και αγωνιστές του αύριο-εφόσον επιζήσουν του ευρωπαϊκού χειμώνα, βιώνουν στο πετσί τους τον παραλογισμό της διεθνούς διπλωματίας. Και από την άλλη, συνιστούν οι ίδιοι τους, χωρίς να το θέλουν, μα αναγκασμένοι να το πράττουν, φορείς του ύστατου ανθρωπισμού κουβαλώντας τα παιδιά τους στις πλάτες τους για εκατοντάδες χιλιόμετρα. Στις έσχατες στιγμές κάθε ανθρώπινης ζωής αναδεικνύεται ως τροχονόμος της Ιστορίας το κόστος ευκαιρίας κάθε ύπαρξης.

Όσο και να μην το θέλω, καθώς οδηγώ, στην σκέψη του έρχεται το κόστος ευκαιρίας του πακέτου ζωής που ο κάθε δυτικός άνθρωπος αγοράζει από τα πολυδιάστατα κέντρα εξουσίας, για να εξασφαλίζει το πολύσπορο ψωμί του και να γλιτώσει από την αφάνεια. Και όσο και αν φαντάζει δύσκολο για κάθε μακάριο πνεύμα, το καθημερινό κυνηγητό της φήμης, των χρημάτων και της εξουσίας στο οποίο αφιερωνόμαστε, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, δεν διαφέρει και πολύ από εκείνο στο οποίο επιδίδεται ο διωγμένος από την πατρίδα του άνθρωπος. Η βασική διαφορά ανάμεσα σε εμάς και στους ανθρώπους που διασχίζουν απελπισμένοι την εθνική οδό, δεν είναι το χρώμα, η ράτσα, η θρησκεία ή η γλώσσα. Είναι απλώς ότι εκείνοι έχουν βιώσει στο πετσί τους τον εφιάλτη του να βρίσκεσαι από τη μια στιγμή στην άλλη, δίχως τίποτα παρά μονάχα, τους ανθρώπους σου επέζησαν, έναν σάκο υπάρχοντα και την καρδιά σου που εξακολουθεί να χτυπάει στους δικούς της ρυθμούς.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top