Fractal

Δέκα ποιήματα

Του Βασίλη Πανδή // *

 

 

f2

 

 

εκτός

νυκτός

υπαρκτός

 

 

Γιαγκίνι

 

Νύχτα θεοσκότεινη

—σκοτεινή

σαν και το χέρι του Θεού

που εκμαιεύει στόνους—

 

όμως, οι λόχμες των μαλλιών σου

ως πάντοτε

γιαγκίνι

 

 

Τα ποτάμια

 

Βλέπε τα μελλοντικά

και μην τ’ αγγίζεις

 

 

Για όταν θα λείπω από ‘δω

 

Η σιγή είναι η άμμος·

την ποδοπατάς κι άχνα δε βγάνει,

κάποτε όμως θα σε κάψει

 

 

Κατεβαίνοντας τον ουρανό, ενώ ο καπνός τον ανεβαίνει

 

Η η σ υ χ ί α κ ι η π ά σ τ ρ α η καπνοτόκος·

του καπνού η νάρκη η γλυκιά

κι η μοσκοβόλι’ ανάμεσα

στα δυο μου δάχτυλα

 

 

Όσα χαθήκαν

 

Τόσα φωνήεντα απλωμένα στη σειρά,

το θαύμα του χρόνου

κι η νοσταλγία να ‘ν’ η αρπάγη

 

 

Το ποίημα

 

Εκείνο το κοκοράκι

που του κόψαμε το κεφάλι

κι ακόμα σπαρταράει

μες στο ίδιο του το αίμα

 

Στρόβιλοι καπνού

που πήρανε τις λέξεις

μακριά και πάνε —

κι εσέ

να μη σε βαστάν

τα πόδια σου

 

Τα μάτια

που σε δικάζουνε

κι ας κουβαλούνε

τόσες αμαρτίες

 

 

Οι Ελληνίδες Παναγιές

 

Οι Ελληνίδες Παναγιές

δε θα μπορούσανε

να ‘ταν μαρμάρινες —

μον’ γύφτισσες,

ξετσίπωτες,

τρελές των δρόμων,

που αποκόψαν το παιδί

νωρίς απ’ το βυζί,

να τρέχουν στα μνημούρια

και ν’ ανάβουνε καντήλια

 

Νυχτερίδες, στριγγλοπούλια

χαμηλά οπού πετάν,

κι εγώ —μήτε και μπαλαμός μήτε και γύφτος,

παρά ένα θηλαστικό μ’ ανησυχίες—

να τις ακλουθάω με το βλέμμα

 

 

 

 Ύμνος

Ι

Γυμνός ως νεκρός

λερός στις αποικίες των ερώτων

 

πολιτείες διαστήματα

ασύγγνωστες στο χρόνο

φυγόκεντρες

διαστελλόμενες στα μάκρη

 

ΙΙ

Πρωτοχρονιές αθανασίες

οπού κουβαλώ στους ώμους

υποχρεώσεις κι υποχρεώσεις –

 

π α ρ α κ α λ ώ μ η ν ε γ γ ί ζ ε τ ε

 

και είν’ εγγύς ο νέος χρόνος

 

ΙΙΙ

Ο μέγας μορμυρισμός

σχηματοποιώντας τη θλίψη του

μέρα μεσημέρι των αιώνων

κάρφος

 

IV

Αγρύπνια επιταχτική που μ’ έθρεψες

μονόφθαλμο στους τυφλούς

στο πρώτο χιόνι

στο μαράζι

 

V

Ξερολίθαρο κι ανεμία

κρατώντας ο νους μου

 

εκλώσαε τς αμάραντες φωταύγειες

σε κάποιου στόματος τα χάη

νέκυς η μαύρη αναμονή

 

VI

Η σ υ χ ί α – μην ξυπνήσει το άφατο

και μας πλακώσει και μείνει

η μαγιά μας και γεννήσει άλλα τέρατα

καινούργια οπτικά μου νεύρα

 

VII

Θα στραφούν εναντίον μου και

τα στερνά ανεμομαζώματα,

πρι να παγώσω ακόμα

 

VIII

Όμως, τώρα που έβαψα

τα δάχτυλα με το αίμα μου,

πιες λίγο και ιστόρησε —

αυτός ο ύπνος

με ξατρέχει

 

IX

Όχι σπλαχνιά μήτε και θάλπος —

μην ξεχωρίζουν οι φωνές

 

X

Πάντα σε ξεγελάει το μαύρο

 

 

Αιφνίδιος επίλογος

 

Από δυστοπία σε δυστοπία·

ανακύκλωση ερμιάς

 

λένε πάλι

μαύρες τυχαιότητες εισέτι

και τ’ ουρανού μία φτυσιά

ειμάστεν’ όλοι

 

δρομομανής

και λιμώττων για σκώμμα

 

επίδεσμοι ενύπνια σελιλόιντ

αιμορραγεί το υποσυνείδητο

κι απόψε

 

 

Ο Βασίλης Πανδής ζει στην Κέρκυρα και είναι φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Μεταφράζει αρχαία ελληνική, αγγλόφωνη και γαλλική ποίηση. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί στο διαδίκτυο (Ποιείν, Fractal, τοβιβλίο.net).

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top