Fractal

Κάουντυ Κάλλεν (Countee Cullen, 1903-1946) – Ένα αφροαμερικανικό υπέρλαμπρο άστρο

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

Countee1

 

Ο Κάουντυ Κάλλεν ήταν ίσως μια από τις πιο αντιπροσωπευτικές φωνές της Αναγέννησης του Χάρλεμ. Η ιστορία της ζωής του είναι ουσιαστικά η εντυπωσιακή πορεία ενός νεανικού ενθουσιασμού και το ταλέντο ενός υπέρλαμπρου και εκρηκτικού λογοτεχνικού άστρου που έλαμψε σε ολόκληρο το αφροαμερικανικό στερέωμα των Ηνωμένων Πολιτειών πριν ακριβώς από έναν αιώνα και στη συνέχεια, πολύ σύντομα είναι αλήθεια, βυθίστηκε απότομα στην ασφαλή και ατέλειωτη αιωνιότητα. Όταν η γιαγιά και κηδεμόνας του, πέθανε το 1918, ο δεκαπέντε ετών Countee Le Roy Porter μετακόμισε στο σπίτι του αιδεσιμότατου Frederick A. Cullen, του πάστορα της Επισκοπικής Εκκλησίας των Μεθοδιστών του Σάλεμ, της μεγαλύτερης κοινότητας του Χάρλεμ. Εκεί ο νεαρός Countee μυήθηκε και εισήλθε στο κέντρο της μαύρης πολιτικής και του αφροαμερικανικού πολιτισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες και απέκτησε τόσο το όνομα όσο και την επίγνωση του σημαντικού κληρικού ο οποίος, σημειωτέον, αργότερα εξελέγη πρόεδρος του τμήματος του Χάρλεμ στην γνωστή ‘Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Εγχρώμων Ατόμων’ (NAACP). Ήταν η δεκαετία του 1920, με τα τόσο έντονα φυλετικά προβλήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, εποχή κατά την οποία το Χάρλεμ ήταν ένα σχετικά γαλήνιο μέρος, εξαιρετικά ενθαρρυντικό περιβάλλον για τους αφροαμερικανούς διανοούμενους και για μια πολυπόθητη άνθηση των τεχνών, αλλά και της μαύρης παράλληλα αστικής συνείδησης. Οι ελπίδες της μαύρης κοινότητας για αποδοχή και ισότητα είχαν μετατραπεί σε απογοήτευση στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν επέστρεψαν οι μαύροι στρατιώτες από το μέτωπο και όλοι πολύ συχνά βίωναν την ανεργία και κάθε είδους κακομεταχείριση. Ενώ όμως η άτυπη εκπαίδευση του Κάουντυ Κάλλεν διαμορφώθηκε από την έκθεσή του στις μαύρες ιδέες, τις επιθυμίες και τις λαχτάρες, η επίσημη μόρφωσή του προήλθε σχεδόν αποκλειστικά από λευκές επιρροές. Αυτή η διχοτόμηση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το δημιουργικό έργο και την κριτική του σκέψη, κυρίως επειδή παρακολούθησε κάποια ιδρύματα που διοικούνταν από λευκούς, κερδίζοντας έτσι με τις δυνάμεις, τη συμπεριφορά και το ταλέντο του την επιδοκιμασία των ισχυρών λευκών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Στο γυμνάσιο ο Κάλλεν κέρδισε μερικές τιμές που τον οδήγησαν σταδιακά στις θέσεις του αντιπροέδρου της τάξης, του εκδότη της εφημερίδας του σχολείου, καθώς και στην απόκτηση κάποιων βραβείων πάνω στην ποίηση και τη ρητορική. Η πορεία του συνεχίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, όπου έλαβε πρώτα ή δεύτερα βραβεία σε διάφορους διαγωνισμούς ποίησης. Το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ επαίνεσε δημοσίως τον Κάλλεν για την ‘Μπαλάντα του Καφέ Κοριτσιού’, και το 1925, το οποίο σημειωτέον αποδείχθηκε ένας χρόνος χρήσιμης συγκομιδής λογοτεχνικών βραβείων, ο Κάλλεν αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, και έγινε δεκτός στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Χάρβαρντ, όπου και δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, το ‘Color’.

Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων επόμενων ετών, ο Κάλλεν έφθασε στο ζενίθ του, βλέποντας πολλά ποιήματά του τυπωμένα σε δικές του συλλογές ή μέσα σε γενικές ανθολογίες Αφροαμερικανών ποιητών. Το 1928, του χορηγήθηκε η υποτροφία Guggenheim για να γράψει ποίηση στη Γαλλία και παντρεύτηκε τη NinaYolandeDuBois, την κόρη του W.E.B. Dubois, ενός ανθρώπου που για δεκαετίες ήταν ο αναγνωρισμένος και αποδεκτός από όλους ηγέτης της αφροαμερικανικής διανόησης. Λίγες κοινωνικές εκδηλώσεις στο Χάρλεμ συναγωνίστηκαν το μέγεθος της τελευταίας αυτής περίπτωσης, και ένα μεγάλο μέρος του Χάρλεμ εντάχθηκε αυτόματα και πρόσχαρα στις εορταστικές εκδηλώσεις που σημάδεψαν την ένωση του Κάουντυ Κάλλεν με την οικογένεια DuBois, δύο από τις πιο επιφανείς οικογένειές του εκείνη την ανθηρή εποχή. Οι επιτυχίες του Κάλλεν και στους δύο πολιτισμούς και το αναμφισβήτητο ρομαντικό του ταμπεραμέντο, διατύπωσε μια υψηλή αισθητική που αγκάλιαζε ταυτόχρονα και τους δύο πολιτισμούς. Ήταν μια εποχή κατά την οποία πίστεψε ότι η τέχνη θα ξεπεράσει τις φυλετικές διακρίσεις και ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όχημα για την ελαχιστοποίηση της όποιας απόστασης μεταξύ των μαύρων και των λευκών ανθρώπων.

Ποιήματα όπως η ‘Κληρονομιά’ και ο ‘Σερβιτόρος του Ατλάντικ Σίτυ’, αντανακλούν την επιθυμία του Κάλλεν να διεκδικήσει τα απάτητα νερά της αφρικανικής τέχνης, ένα φαινόμενο που ονομάστηκε ‘Negritude’ και αποτελούσε μια από τις κεντρικές ιδέες της Αναγέννησης του Χάρλεμ. Ο ακρογωνιαίος λίθος της αισθητικής του, όμως, ήταν η πρόσκληση στους αφροαμερικανούς ποιητές για αυτοσυγκράτηση και συντηρητική άποψη των πραγμάτων όπως έκαναν άλλωστε και οι αγαπημένοι του Άγγλοι ποιητές. Ακόμα δήλωνε ότι οι νέγροι ποιητές, εφόσον εξαρτώνται από την αγγλική γλώσσα, μπορεί να κερδίσουν περισσότερα από το πλούσιο παρελθόν της αγγλικής και αμερικανικής ποίησης, παρά από οποιαδήποτε άλλη νεφελώδη κι όχι ξεκάθαρη έλξη, λαχτάρα και στροφή προς την μακρυνή αφρικανική τους κληρονομιά. Η αφοσίωσή του σε αυτή την ενότητα, οδήγησε τον Κάλλεν να είναι πολύ προσεκτικός απέναντι σε οποιαδήποτε εργασία μαύρου συγγραφέα που απειλούσε να ανεγείρει εμπόδια παρά να σβήσει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των φυλών. Για τον Κάουντυ Κάλλεν, προβάλλοντας στην επικαιρότητα δυσάρεστες πραγματικότητες ‘θα ενισχυόταν απλώς η πικρία των εχθρών μας’ και επομένως θα αποδυναμωνόταν η στήριξη της γέφυρας της τέχνης μεταξύ των μαύρων και των λευκών. Οι προειδοποιήσεις αυτές, όμως, δεν εμπόδισαν την κριτική σκέψη του Κάλλεν από το να εξυμνήσει την εργασία των μαύρων καλλιτεχνών, όταν φυσικά έβρισκε την όποια συγκεκριμένη δουλειά τους άξια και ενδιαφέρουσα, ακόμη και όταν είχε σαφείς φυλετικές προεκτάσεις και υφέρποντες υπαινιγμούς. Βεβαίως δεδομένου ότι το κριτήριό του ήταν τις περισσότερες φορές καθαρά αισθητικό, χαιρέτιζε οποιαδήποτε ποίηση έπεφτε στην αντίληψή του χωρίς φυσικά να λαμβάνει υπόψιν το χρώμα και τη φυλή του συγγραφέα. Σε γενικές γραμμές, πάντως, είχε την τάση να έλκεται περισσότερο από τη ρομαντική ποίηση. Ήταν συντηρητικός στις προτιμήσεις του και, ως εκ τούτου είχε αποβάλλει κάθε έννοια πειραματισμού, όπως εκείνο της Amy Lawrence Lowell (1874 –1925), κι ακόμα παρά το γεγονός ότι κατέβαλε ιδιαίτερη προσπάθεια να προωθήσει τα συμφέροντα των μαύρων καλλιτεχνών, εμφορείτο από έντονη αίσθηση αμεροληψίας και δέσμευση για στενότερη επαφή και αρμονία μεταξύ των δύο φυλών. Ωστόσο οι κριτικοί σημείωσαν μια απόσταση ανάμεσα στη γενικότερη φιλοσοφία και στη γραφή ειδικότερα του Κάλλεν. Στην πραγματικότητα, ο τίτλος της συλλογής ‘Color’, του 1925, δεν επιλέχθηκε επιπόλαια, ούτε και επέλεξε τυχαία κάποια ποιήματα με τον ίδιο τίτλο αργότερα σε άλλες συλλογές του. Τόσο στην αρχή όσο και αργότερα στην καριέρα του ήταν, σε μεγάλο βαθμό, φυλετικός ποιητής, κάτι που είναι εμφανές σε όλα τα έργα του Κάλλεν και κυρίως στην περίφημη και εμβληματική ‘Μπαλάντα του μαύρου κοριτσιού’.

Από τα βασικά και αναγνωρίσιμα φυλετικά θέματα στην ποίηση του Κάλλεν, το πρώτο είναι αναμφίβολα η ‘Negritude’, ή Παναφρικανική δηλαδή ώθηση, ένα αρκετά διαδεδομένο στοιχείο της δεκαετίας του 1920, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Συγκεκριμένα παραδείγματα αυτού του μοτίβου στην ποίησή του, περιλαμβάνουν την απόδοση της καταγωγής από τους Αφρικανούς βασιλιάδες στην κοπέλα που παρουσιάζεται στο ποίημα ‘The Ballad of the Brown Girl’, καθώς και την καλυμμένη υπερηφάνεια που παρουσιάζεται από το σερβιτόρο στο ποίημα ‘Σερβιτόρος του Ατλάντικ Σίτυ’ (Atlantic City Waiter). Πιθανώς το πιο γνωστό και αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της Παναφρικανικής ώθησης στην ποίηση του Κάλλεν, συναντάται στην περίφημη ‘Κληρονομιά (Heritage), όπου ο αφηγητής συνειδητοποιεί ότι παρόλο που ο ίδιος θα πρέπει να καταστείλει κατά κάποιο τρόπο την αφρικανική κληρονομιά του, δεν μπορεί να παραδώσει τελικά τη μαύρη καρδιά και το μυαλό του τόσο επιπόλαια και απερίσκεπτα στο λευκό πολιτισμό. Το ποίημα ‘Κληρονομιά’, όπως και η πλειονότητα των ποιημάτων της ‘Negritude’ στην Αναγέννηση του Χάρλεμ, καταδεικνύουν έντονα τη δυαδικότητα της μαύρης ψυχής, τουτέστιν την ταυτόχρονη υποταγή στις επιταγές της Αμερικής και την αυτόματη οργή στις πάσης φύσεως φυλετικές ανισότητες της κοινωνίας. Αλλά κι άλλα παρόμοια θέματα επανέρχονται στα ποιήματα του Κάλλεν, εκφράζοντας μερικές μορφές φυλετικής προκατάληψης και παραπέμποντας σε ένα είδος μαύρου σοβινισμού που επικρατούσε εκείνη την εποχή και την οποία ο Κάλλεν απεικόνισε τόσο στην ‘Μπαλάντα του μαύρου κοριτσιού’, όσο και στο ‘Μαύρο Χριστό’ (The Black Christ), όπου έκρινε ότι το πάθος των μαύρων ήταν πιο ζωντανό, πιο αυθόρμητο και ίσως περισσότερο αξιόλογο από το αντίστοιχο των λευκών. Ομοίως, το ποίημα ‘Near White’ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα νουθεσίας και επίπληξης του συγγραφέα κατά της επιμιξίας, ενώ στο ‘ToaBrownBoy’ προτρέπει τα ρατσιστικά κίνητρα να έρθουν κοντύτερα στο θάνατο ως μορφή προτιμώμενης διαφυγής από την περιρρέουσα φυλετική απογοήτευση και οργή. Σ’ ένα άλλο ποίημα, ‘Fora Lady I Know’ παρουσιάζει μια σατιρική άποψη των λευκών οι οποίοι καταφανώς κακομεταχειρίζονται τους μαύρους ομολόγους τους. όταν,

 

‘… μαύρα φτωχά χερουβείμ θα σηκώνονται κατά τις εφτά

Να κάνουν ουράνιες αγγαρείες’.

 

Πολλάκις ο Κάλλεν επιδεικνύει μια άμεση έκφραση θυμού στην ακατάσχετη φυλετική αδικία. Η κραυγή του Κάουντυ Κάλλεν, πρέπει να σημειώσουμε, είναι πιο συγκρατημένη από εκείνη του Λάνγκστον Χιουζ, ενός άλλου μεγάλου ποιητή της Αναγέννησης του Χάρλεμ, καθώς και του Claude McKay. Η ποίησή του σφύζει με θυμό, όπως φαίνεται στο ‘Περιστατικό’ (ή ‘Επεισόδιο’, Incident), όταν θυμάται την προσωπική του απάντηση και αντίδραση όταν αποκαλέστηκε ‘αράπης’ μέσα σε λεωφορείο της Βαλτιμόρης, ή για κάτι ανάλογο στο ‘Yet Do I Marvel’. Λέει, λοιπόν στο τέλος από το ‘Επεισόδιό’ του, ο Κάουντυ Κάλλεν: ‘… Είδα κι έμαθα ολάκαιρη τη Βαλτιμόρη/ Από το Μάη έως το Δεκέμβρη/ Αλλά απ’ όσα είδα εκεί να συμβαίνουν/Μονάχα αυτό θυμάμαι’.

Αναφέρεται προφανώς στο επεισόδιο όταν ένας άλλος λευκός συνομήλικός του, τον απεκάλεσε χωρίς προφανή αιτία, ‘παλιοαράπη’!

Εκτός από τις δικές του, προσωπικές, εμπειρίες, ο Κάλλεν επικεντρώθηκε επίσης σε δημόσια γεγονότα. Για παράδειγμα, στο ‘Scottsboro, Too, Is Worth Its Song’, αναφέρεται στη δίκη εννέα μαύρων νεαρών που παραπέμφθηκαν εκεί για το βιασμό δύο λευκών κοριτσιών σε ένα αυτοκίνητο εμπορευματικών μεταφορών που διερχόταν από το Scottsboro της Αλαμπάμα, το 1931. Το ποίημα αυτό είναι άμεση έκφραση της απογοήτευσης του Κάλλεν, τόσο με τη φυλετική ανισότητα στην Αμερική, αλλά κυρίως με την αποτυχία της καλλιτεχνικής έκφρασης και της καλλιτεχνικής κοινότητας να επηρεάσουν την διαμορφωθείσα κατάσταση στα εσώτερα της κοινωνίας τους. Ο Κάλλεν ήταν ένας μάλλον ευγενικός ποιητής διαμαρτυρίας αλλά και πολύ περισσότερα. Ήταν, επίσης, συνεπής στην πρόθεσή του να γράψει καλή παραδοσιακή ποίηση για την κοινωνική σκοπιμότητα, να πει δηλαδή στους λευκούς Αμερικανούς, ότι κι οι μαύροι θα μπορούσαν και είναι ικανοί να γράψουν ποίηση, όπως κι ο καθένας. Για το σκοπό αυτό, ένα μεγάλο μέρος της ποίησής του ασχολείται με τέτοια θέματα, όπως η πίστη και η αμφιβολία, κι ακόμα ότι έχει σχέση με την αγάπη και το θάνατο.

Σχετικά με το θέμα της θρησκείας, ο Κάουντυ Κάλλεν είχε προχωρήσει από την αβεβαιότητα στην νεανική του ηλικία, στη χριστιανική αποδοχή, παρά την ειρωνεία και την περιφρόνηση σε στιγμές νεανικού σκεπτικισμού. Στο ποίημα ‘Heritage’, για παράδειγμα, ο ίδιος παρατηρεί ότι ένας μαύρος Χριστός ίσως θα μπορούσε να συμπεριφερθεί στο ποίμνιό του καλύτερα από τον άσπρο:

 

…Must my heart grow sick and falter,

Wishing He I served were black,

Thinking then it would not lack

Precedent of pain to guide it,

Let who would or might deride it; …

 

Όταν ήταν είκοσι τεσσάρων ετών, προχώρησε στην περιγραφή, σε τρίτο πρόσωπο, του εαυτού του στην οποία σχολίαζε ότι το κύριο πρόβλημά του ήταν να συγκεραστούν η χριστιανική ανατροφή με την παγανιστική κλίση. Στο ‘The Black Christ, and Other Poems’, ο πρωταγωνιστής τραγουδά για μια αγκαλιά του Θεού παρά ορισμένα σοβαρά επίγεια εμπόδια τα οποία συνοψίζει, όμως, ως τη ‘ντροπή της χώρας μου’. Ο αδελφός του αφηγητή ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από ένα λευκό όχλο για μια αθώα σχέση με μια λευκή γυναίκα. Η δυσαρέσκεια του αφηγητή προς ένα σωτήρα που επιτρέπει να συμβεί ένα τέτοιο κακό εδώ έχει ξεπεραστεί από τη διακήρυξη της ακλόνητης πίστης της μητέρας του και κάθε υπόλειμμα αμφιβολίας εξαφανίζεται όταν ο δολοφονημένος αδελφός ανασταίνεται. Επιπλέον, μεταξύ των λίγων προηγουμένως αδημοσίευτων ποιημάτων που ο Κάλλεν επέλεξε για να συμπεριληφθούν στην μεταθανάτια συλλογή ‘On These I Stand’, βρίσκεται κι ένα που επιβεβαιώνει ότι συνεχίζεται η θρησκευτική προσήλωσή του ως ο ενδεδειγμένος τρόπος για να αντιμετωπίσει τις αδικίες και τις πολυποίκιλες απογοητεύσεις της ζωής του.

 

Countee2

 

Για να κατανοήσουμε τη θέση του σημαντικού ετούτου μαύρου ποιητή απέναντι στο θέμα της αγάπης και του έρωτα, είναι απαραίτητο πρώτα να εξεταστούν και αναλυθούν πολλά από τα ερωτικά του ποιήματα. Ο καθηγητής της Ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, David Levering Lewis (1936- ), υποστήριξε ότι κάποια από τα συνήθη θέματα της ποίησης του Κάλλεν, είναι η ανικανότητα και ο θάνατος. Σε γενικές γραμμές, η ερωτική ποίηση του Κάλλεν σαφώς χαρακτηρίζεται όχι μόνο από φόβο, ενδοιασμό, επιφύλαξη και έντονες ανησυχίες σχετικά με τις γυναίκες, αλλά και από τη δυσπιστία του συναισθήματος της αγάπης μεταξύ των ετεροφυλόφιλων. Στα ποιήματα ‘Medusa’ και ‘The Cat’, που περιέχονται στη συλλογή ‘The Medea, and Some Poems’, απεικονίζεται περίτρανα το όραμα των σχέσεων αρσενικού και θηλυκού. Τόσο μεγάλη είναι η καταστροφική δύναμη της ελκυστικής γυναίκας που ο αφηγητής στο ποίημα ‘TheCat’ φαντάζεται στο πρόσωπο του ζώου μια γυναίκα με επικίνδυνες τάσεις για τη σωματική του εικόνα, μια γυναίκα με σατανικά μάτια, κτήνος κυριολεκτικά που κρατώντας ένα δρεπάνι φοβάται μήπως προχωρήσει σε ανομολόγητες πράξεις στην ακεραιότητα του σώματός του, ‘A woman with thine eyes, satanic beast / Profound and cold asscy the stomow me down’. Οι αρσενικοί εραστές, από την άλλη πλευρά, παρουσιάζονται συχνά ως ασθενικά πλάσματα με εκπεφρασμένη ανησυχία ότι μια σχέση ίσως τερματιστεί είτε από κάποιον άστατο εταίρο ή από το θάνατο. Στο ‘Αν η αγάπη είναι πιστή’, (If Love Be Staunch), για παράδειγμα, ο αφηγητής προειδοποιεί ότι η αγάπη δεν διαρκεί περισσότερο από όσο παραμένει στο κόσκινο το νερό, και ‘Στο Δέντρο της Αγάπης’ (The Love Tree) ο Κάλλεν απεικονίζει την αγάπη ως σταύρωση. Είναι κάποιες φράσεις της ποίησης του Κάλλεν που οδήγησαν τον Lewis να υποθέσει ότι έχουν σχέση με την υποτιθέμενη ομοφυλοφιλία του ποιητή, ‘μια ζωή καταραμένη και διαβρωμένη από τη γέννησή της’.

Η αντιμετώπιση του θανάτου στην ποίηση του Κάλλεν, διαμορφώθηκε από πολύ νωρίς με τους θανάτους των γονέων, του αδελφού του και της γιαγιάς του, καθώς και από ένα περίεργο προαίσθημα του δικού του πρόωρου θανάτου, που δυστυχώς αποδείχτηκε πραγματικότητα! Μέσα από τα ποιήματά του παρελαύνουν η αίσθηση της συντομίας της ζωής και μιας ρομαντικής λαχτάρας για το τέλος του θανάτου, αλλά σε μερικά όπως τα ‘Nocturne’ και ‘Works to My Love’, ο θάνατος γίνεται εύκολα και αβίαστα αποδεκτός ως φυσικό πλέον συστατικό της ζωής. Στη ‘Θρηνωδία για ένα μαύρο κορίτσι’ (Threnodyfora Brown Girl) και ‘Στη μέση της ζωής’ (In the Midst of Life), παρουσιάζονται και απεικονίζονται ακόμα θερμότερα συναισθήματα προς το θάνατο, ο οποίος ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελεί μια ευπρόσδεκτη απόδραση για το άτομο. Και σε ποιήματα όπως στο ‘Only the Polished Skeleton’, ο θάνατος αναμένεται να προσφέρει ανακούφιση από την φυλετική καταπίεση. Ένας απογυμνωμένος σκελετός δεν έχει φυλή, στερείται χρώματος και μπορεί αδέκαστα να μετρήσει και εκτιμήσει βεβαίως την αξία όλων όσων παραμέτρων περιφρονούνται επιπόλαια από άλλους. Κοιτάζοντας μπροστά προς το θάνατο, ο Κάλλεν είδε τον ύπνο ως ένα αρκετά αποτελεσματικό απολαυστικό υποκατάστατο, και σίγουρα καλύτερο από οποιαδήποτε άλλη ‘εναλλακτική’ λύση. Τον Απρίλιο του 1943, λιγότερο από τρία χρόνια πριν πεθάνει από ουραιμία, ο Κάλλεν στο συλλογικό ‘Dear Friends and Gentle Hearts’ αναφερόταν σε αυτή την ανάσα η οποία ‘ευτυχώς αναχωρεί’.

Μετά το 1929, η ποιητική παραγωγή του Κάλλεν έπεσε δραματικά και περιορίστηκε σε μετάφραση της Μήδειας του Ευριπίδη, η οποία εμφανίστηκε μαζί με κάποια νέα ποιήματα, το 1935, στη συλλογή του ‘Η Μήδεια, και μερικά ποιήματα’ (The Medea, and Some Poems) και αργότερα μαζί με κάποια άλλα ανέκδοτα, στη μεταθανάτια συλλογή του, ‘On These I Stand’. Σε αυτή τη μείωση, συνετέλεσαν πολλά πράγματα. Η Αναγέννηση του Χάρλεμ απαιτούσε αναμφίβολα ένα λευκό ακροατήριο για να παραμείνει στην επιφάνεια, και δεδομένου ότι οι λευκοί ήταν απασχολημένοι με τη δική τους αδύναμη, προβληματική και μειονεκτική θέση κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, έχασαν το ειδικό ενδιαφέρον τους για θέματα όπως η αφροαμερικανική τέχνη. Άλλωστε κι ο ιδεαλισμός του Κάλλεν για την οικοδόμηση μιας ποιητικής γέφυρας μεταξύ των φυλών στο τέλος της δεκαετίας του 1920, είχε τελειώσει. Επιπλέον, φάνηκε να επηρεάζεται από θεμιτές αμφιβολίες σχετικά με την εξέλιξή του ως ταλαντούχου ποιητή. Ενώ οι υποστηρικτές του συνέχισαν να τον υπερασπίζονται για φυλετικούς περισσότερο και όχι λογοτεχνικούς λόγους, οι επικριτές του αυξάνονταν σταδιακά σε αριθμούς με τη δημοσίευση κάθε ποιητικής του συλλογής. Τα ίδια συνεχίστηκαν και λίγο αργότερα, το 1929, με την κυκλοφορία του ‘The Black Christ, and Other Poems’, και μάλιστα πολλοί τόνισαν ότι το ταλέντο του ήταν απελπιστικά στάσιμο ή ίσως έσβηνε καθημερινά και σταδιακά. Ένεκα των παραπάνω αιτιών, στη συνέχεια, αρχής γενομένης από τις αρχές του 1930, ο Κάλλεν περιόρισε σε μεγάλο βαθμό την ποιητική παραγωγή του και διοχέτευσε τη δημιουργική του ενέργεια σε άλλα θέματα. Έγραψε ένα μυθιστόρημα, το ‘One Way to Heaven’, που δημοσιεύτηκε το 1932, αλλά η κακή κριτική υποδοχή του, το έκανε να παραμείνει ως το μοναδικό του μυθιστόρημα, το οποίο σημειωτέον επικεντρώνεται στην περιοχή του Χάρλεμ, επίσης. Το 1934, στην ηλικία των τριάντα ενός ετών, στράφηκε προς τη διδασκαλία και ήταν αποφασισμένος να βρει κάποιον διαφορετικό τρόπο εκτός από τη λογοτεχνία για να συμβάλει στην κοινωνική αλλαγή, αλλά δεν εγκατέλειψε και το γράψιμο εντελώς. Το 1935 δημοσίευσε τη δική του εκδοχή της Μήδειας. Προς το τέλος της ζωής του, τη δεκαετία του 1940, ο Κάλλεν διακρίθηκε ως δραματουργός.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, απέρριψε τη θέση του καθηγητού στο Πανεπιστήμιο Fisk και προτίμησε να παραμείνει στην Νέα Υόρκη για να εργαστεί με τον ποιητή, μυθιστοριογράφο και βιβλιοθηκονόμο, ArnaBontemps (1902-1973) πάνω σε μια δραματική έκδοση του μυθιστορήματος του τελευταίου, το ‘God Sends Sunday’. Ένα κείμενο, στην πραγματικότητα, που αναφέρεται σε έναν τζόκεϊ που ήταν καλός μεν απέναντι στα άλογα, αλλά ανεπαρκής με τους ανθρώπους. Ο Κάλλεν, ο οποίος πρότεινε την συγκεκριμένη προσαρμογή, μετέτρεψε αυτή την προσπάθεια σε κέντρο της ζωής του, αλλά η όλη επιχείρηση, τού απέφερε μεγάλη θλίψη. Μέχρι το 1945, το έργο είχε γίνει το μιούζικαλ ‘Γυναίκα του Σαιν Λούις’, και η Λένα Χορν αναμενόταν να πρωταγωνιστήσει σε αντίστοιχες παραγωγές του Μπρόντγουεϊ και του Χόλυγουντ, αλλά συνέβη κάτι αναπάντεχο. Ο WalterWhite από την ‘Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Εγχρώμων Ατόμων’ (NAACP) υποστήριξε ότι το έργο, που ελάμβανε χώρα γεωγραφικά στο μαύρο γκέτο του Σαιν Λούις και παρουσίαζε χαρακτήρες κατώτερης τάξης και ελεεινούς, ήταν άκρως ταπεινωτικό για τους μαύρους! Ο Κάλλεν κατηγορήθηκε για την αποκάλυψη στο φως της δυσάρεστης πλευράς της μαύρης ζωής, το ίδιο το πράγμα για το οποίο είχε προειδοποιήσει τους άλλους μαύρους συγγραφείς ότι δεν πρέπει ποτέ να το επιχειρήσουν. Πολλοί από τους φίλους του, αρνήθηκαν να τον υπερασπιστούν, ενώ μερικοί προχώρησαν σε επίθεση, η οποία ήταν προφανώς από κάθε πλευρά άδικη. Ο ίδιος υποστήριξε τον εαυτό του λέγοντας ότι ασχολήθηκε πραγματικά με τις ανθρώπινες αρετές, την τιμή, την αγάπη, την ευπρέπεια και την πίστη. Τον Μάρτιο του 1946, του ίδιου έτους, η ‘Γυναίκα του Σαιντ Λούις’, έκανε πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ, μαζί με τραγούδια από τον στιχουργό, συνθέτη και τραγουδιστή και μετέπειτα ιδρυτή της Capitol Records, John Herndon “Johnny” Mercer (1909 –1976) και τον Harold Arlen (1905 – 1986) συνθέτη λαϊκής μουσικής, με τραγούδια όπως για παράδειγμα το ‘Come Rain, Come Shine’, τα οποία έκαναν τον τραγουδιστή Pearl Bailey περίοπτο άστρο.

Δυστυχώς, ο Κάλλεν είχε πεθάνει σχεδόν τρεις μήνες νωρίτερα! Ο πρωταρχικός στόχος του αυτού του μαύρου ποιητή, ήταν να φέρει πιο κοντά στην Αμερική τη φυλετική αρμονία μέσα από τη δική του τέχνη και των συνομηλίκων του, και τελικά να επιτευχθεί πλήρης καλλιτεχνική ελευθερία. Βοήθησε τα μέγιστα, πιθανώς περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα της Αναγέννησης του Χάρλεμ, όπως οι WEB Du Bois και and James Weldon Johnson, να πραγματοποιηθούν οι προθέσεις, οι ελπίδες και τα βαθύτερα οράματα της μαύρης αμερικανικής πνευματικής και καλλιτεχνικής ηγεσίας.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top